Χρυσή ψήφος που έχει σχήμα άνθους παπύρου, ένα χάλκινο εγχειρίδιο με χρυσά καρφιά, σφραγιδόλιθος από στεατίτη με παράσταση αλόγου, δύο πήλινα πλακίδια με γραπτή διακόσμηση και οπές ανάρτησης, σπαράγματα τοιχογραφιών, ένας μεγάλος λουτήρας με το αποτύπωμα καμένου καλαθιού στο πλάι του αλλά και πλήθος κεραμικής, κυρίως κύλικες και κύπελλα που συνηθίζονταν στα συμπόσια: Ολα ευρήματα πρόσφατης ανασκαφής ενός σημαντικού ανακτορικού κτιρίου στο εσωτερικό της μυκηναϊκής ακρόπολης της Θήβας, τα οποία παρουσιάσθηκαν χθες το βράδυ στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης κατά την ομιλία του Δρ Ιωάννη Φάππα αρχαιολόγου της Εφορείας Αρχαιοτήτων Βοιωτίας, ο οποίος αναφέρθηκε στο λαμπρό παρελθόν της πόλης, την οικιστική της οργάνωση, τα ανακτορικά κτίρια και τα συγκροτήματά της κυρίως κατά τον 13ο Αι. π. Χ.

«Κτισμένη πάνω σ΄ αυτά τα αρχαία κατάλοιπα που άφησε η δραστηριότητα των κατοίκων της από τους νεολιθικούς ήδη χρόνους η Θήβα φαινομενικά δεν διαφέρει σε τίποτα από μία τυπική επαρχιακή πόλη. Ο μύστης όμως της Ιστορίας γνωρίζει καλά ότι κάτω από το σύγχρονο οικισμό κρύβονται οι αψευδείς μάρτυρες του σπουδαίου ανακτορικού κέντρου που υπήρξε στην Μυκηναϊκή εποχή κατά τον 14ο και 13ο π. Χ. αιώνα», όπως είπε ο κ. Φάππας.

Η ανασκαφή πραγματοποιήθηκε από τον έφορο Αρχαιοτήτων Βοιωτίας κ. Βασίλη Αραβαντινό και τον κ. Φάππα στο νότιο τμήμα της αρχαίας ακρόπολης όπου εντοπίσθηκαν τα οικοδομικά κατάλοιπα ενός μεγάλου, μυκηναϊκού οικοδομήματος, που είχε μορφή πρόπυλου και στέγη από κεραμίδια. Δίπλα του ήρθε στο φως ένα τετράπλευρο δωμάτιο, που ανασκάφηκε μερικώς, γιατί ένα μέρος του εισχωρεί κάτω από τον παρακείμενο δρόμο.

Πάνω στο δάπεδό του βρέθηκαν ανάμεσα σε καμένα οστά ζώων ένα χάλκινο εγχειρίδιο με χρυσή εφηλίδα και στο πλάι δύο ακέραιες διακοσμημένες λήκυθοι, ένας επίσης διακοσμημένος κύαθος με προχοή και πολλές άβαφες κύλικες.
«Τα πολύτιμα αντικείμενα που βρέθηκαν στα δωμάτιά του αλλά και η περίοπτη θέση του στο ψηλότερο και επιφανέστερο σημείο της ακροπόλεως δείχνουν ότι το οικοδόμημα αυτό σχετιζόταν μάλλον με τη διαμονή, τη σίτιση, καθώς και με διάφορες άλλες, καθημερινές δραστηριότητες των ενοίκων του ανακτόρου, οι οποίες ενίοτε είχαν τελετουργικό χαρακτήρα, όπως ήταν η τέλεση συμποσίων», είπε ο κ. Φάππας.

Η καταστροφή των κτιρίων σημειώθηκε στο μέσον περίπου του 13ου αιώνα π. Χ. και οφείλεται σε έντονη φωτιά. Οπως πρόσθεσε μάλιστα ο ίδιος: «Με βάση τα στοιχεία, που έχουν φθάσει ως εμάς, φαίνεται ότι στην περιοχή αυτή της ακρόπολης υπήρχε μία αρκετά πυκνοδομημένη και πολυτελής συνοικία της μυκηναϊκής Θήβας, η οποία περιλάμβανε και το μνημειώδες κτιριακό συγκρότημα».

Η Καδμεία

Στην ίδια περίπου εποχή, δηλαδή στα μέσα του 13ου Αι. π. Χ. χρονολογούνται εξάλλου και διάφοροι άλλοι ανακτορικοί χώροι εντός της τειχισμένης ακρόπολης η οποία περιέβαλλε τη μυκηναϊκή πόλη που η γραπτή παράδοση διέσωσε ως Καδμεία. Ανάμεσά τους αρχεία πινακίδων, αποθήκες οπλισμού, αγροτικών προϊόντων και πολύτιμων εγχώριων και εισηγμένων αντικειμένων, καθώς και εργαστήρια χρυσοτεχνίας και ελεφαντουργίας.

«Τα πλούσια ευρήματα δείχνουν την εκτεταμένη επικράτεια του ανακτορικού αυτού κέντρου και τις έντονες εμπορικές και διπλωματικές διασυνδέσεις του με τα υπόλοιπα μυκηναϊκά κρατίδια του ελλαδικού χώρου από την Πελοπόννησο ως και την Κρήτη αλλά και με τις πέραν του Αιγαίου περιοχές της χεττιτικής Ανατολίας, της Συρίας, της Παλαιστίνης και της Αιγύπτου. Μάλιστα, η σπουδαιότητα και η δυναμική των στοιχείων αυτών είναι τέτοιες ώστε πολλοί μελετητές να θεωρούν τη μυκηναϊκή Θήβα ως την έδρα της περίφημης Ahhiyawa, ο ηγεμόνας της οποίας εμφανίζεται στα χεττιτικά κείμενα από την Hattusa να συνομιλεί ως ίσος προς ίσον με τον Χετταίο ομόλογό του», είπε ο κ. Φάππας.

Μυστηριώδες αντικείμενο

Ενα πήλινο πλακίδιο με έξι πλευρές σε κάθε μία από τις οποίες είναι ζωγραφισμένα -εντελώς σχηματικά- δελφίνια συνιστά ένα γρίφο για τους αρχαιολόγους. Αυτό το αντικείμενο, το οποίο βρέθηκε μέσα στο παχύ στρώμα της στάχτης μαζί με το χάλκινο ξιφίδιο φέρει και τρεις οπές ανάρτησης. «Από το σχήμα του και τη θέση των οπών του προκύπτει ότι κρεμόταν από κάπου σε οριζόντια θέση ενώ η πάνω οπή του προφανώς χρησίμευε για την προσαρμογή κάποιου άλλου αντικειμένου σ’ αυτό», είπε στην ομιλία του ο κ. Ιωάννης Φάππας.

Παρόμοιο -αυτό έφερε διακόσμηση με φοίνικες και ζατρίκιο- είχε βρεθεί, το 1982 πάνω στο δάπεδο του διπλανού μυκηναϊκού δωματίου, επίσης μαζί τμήματα ξίφους. Γενικά όμως αυτά τα αντικείμενα είναι εξαιρετικά σπάνια καθώς είναι γνωστά ως τώρα μόνον άλλα πέντε. Δύο βρέθηκαν σε οικιστικά σύνολα των Μυκηνών, ένα στην Τίρυνθα και τα άλλα δύο προέρχονται από τάφους στην Περατή και στα Γλυκά Νερά Αττικής.

«Η ερμηνεία τους είναι προβληματική», ανέφερε στην ομιλία του ο κ. Φάππας καθώς οι πιθανότητες να είναι βαρίδια ή παιχνίδια, όπως έχει προταθεί, δεν είναι πειστικές. «Σημαντικό είναι το κοινό χαρακτηριστικό τους: Οτι βρέθηκαν ανάμεσα σε κεραμική συμποσίου μαζί με εγχειρίδια για τα οποία έχει προταθεί η άποψη ότι δεν ήταν ούτε πολεμικά όπλα, ούτε χρησιμοποιούνταν από τους κατόχους τους σε απλές καθημερινές πρακτικές, αλλά μάλλον χρησίμευαν ως «insignia dignitatis», δηλαδή σύμβολα αξιώματος σε περιστάσεις με τελετουργικό χαρακτήρα», είπε ο κ. Φάππας.