Σαράντε πέντε χρόνια μετά την ενιαία έκδοσή του, το 1965, το αυτοβιογραφικό έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη «Μαουτχάουζεν»μεταφράζεται στη γερμανική γλώσσα και μάλιστα από αυστριακό εκδοτικό οίκο (Ephelant-Verlag, Βιέννη). Με τον υπότιτλο «Η Ελευθερία ήρθε το Μάη» και σε μετάφραση της Ελένης Στρουμπάκη, η έκδοση παρουσιάστηκε χθες το βράδυ στο Ινστιτούτο Γκαίτε, της Αθήνας, με κεντρικό ομιλητή τον Γιώργο Πεφάνη, επίκουρο καθηγητή της Θεατρολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και μελετή του έργου του Καμπανέλλη.
Γραμμένο κατά τη διάρκεια του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου και όταν ο έλληνας συγγραφέας ήταν φυλακισμένος στο στρατόπεδο συγκέντρωσης, πρωτοκυκλοφόρησε αποσπασματικά ενώ έχει ως τώρα μεταφρασθεί σε ελάσσονες γλώσσες, όπως τα λιθουανικά ή τα ουγγρικά. «Ως τώρα το «Μαουτχάουζεν» δεν είχε περάσει στη διεθνή λογοτεχνία του Ολοκαυτώματος», εξηγεί ο Γιώργος Πεφάνης. «Είναι εξαιρετικά σημαντικό γεγονός η μεταφορά του στη γερμανική γλώσσα. Με το «Μαουτχάουζεν», θεματοποιείσημαντικές μνήμες της ζωής του, μετά τις παιδικές αναμνήσεις από τη γενέθλια Νάξο,ενώ είναι καθοριστικές και αναγνωρίσιμες οι επιδράσεις από αυτές τις μνήμες στο σύνολο της μετέπειταεργογραφίας του».Με κινηματογραφικά χαρακτηριστικά και έναν θεατρικό βιωματισμό, το «Μάουτχάουζεν» «δεν έχει γίνει αντικείμενο μελέτης. Είναι πολλαπλής σημασίας το γεγονός ότι μεταφράζεται σε μια εποχή όπως η σημερινή, κόντρα στο πνεύμα των καιρών», προσθέτει.
Πρόσφατα, ο Γιώργος Πεφάνης ανακάλυψε στο Θεατρικό Μουσείο και αφού το διασταύρωσε με τον ίδιο, εξέδωσε τον «Κρυφό Ηλιο», έργογραμμένο το 1949 με εμπειρίεςαπό το στρατόπεδο, όπου είναι εμφανώς επηρεασμένος από τον υπαρξισμό, «κι ας μην γνώριζε περί υπαρξισμού τότε», επισημαίνει ο μελετητής του. Ηρωες του «Κρυφού Ηλιου» είναι επτά εγκλειστοι εκ των οποία ο ένας έχει προδώσει. Οπως αποδεικνύεται ο κατήγορος είναι και ο προδότης, οι συναγωνιστές του τον «σώζουν» πιστεύοντας ότι η τιμωρία πηγάζει από τον ίδιο και ότι οι λέξεις σαν «πουκάμισα αδειανά» θα πρέπει να επινοηθούν από την αρχή. «Τόσο το «Μάουτχάουζεν» όσο και ο «Κρυφός Ηλιος» θα μπορούσαν να είχα οδηγήσει τη γραφή του Καμπανέλλη σε άλλους δρόμους. Ο ίδιος όμως επέλεξε τα ανθρώπινα και μια τρυφερή ματιά πάνω στα πράγματα».