Στην αρχή της τρέχουσας σεζόν, σε μια προσέγγιση που είχε γίνει από αυτές τις σελίδες είχαμε σταθεί σε διαλόγους με προθέσεις κωμικές. Οπως, για παράδειγμα, στη σειρά «Dr. Ρούλης», όταν ο δρ Ρούλης απευθύνεται σε λαϊκό μεσήλικα άνδρα: «Θα γίνουμε κολλητοί;»για να εισπράξει την απάντηση:«Ναι,κι αν έλθω από πίσω σου θα γίνουμε πισωκολλητοί» . Ή μια ατάκα της συζύγου του δρος Ρούλη προς μπάτλερ:«Είσαι το κόλεϊ που πάντα ήθελα να έχω. Το καλό μ΄ εσένα είναι ότι δεν γεμίζει το σπίτι με τρίχες». Οι προθέσεις του δημιουργού μπορεί να ήταν καλές, αλλά το αποτέλεσμα μάλλον απογοητευτικό. Διότι με αυτές τις ατάκες σχεδόν είχαμε παγώσει και, όπως φάνηκε, μάλλον δικαιολογημένη ήταν η αντίδραση- το τηλεοπτικό κοινό ομοίως αντέδρασε στέλνοντας εν συνεχεία την προαναφερθείσα σειρά στα Τάρταρα της ΑGΒ.

Δυστυχώς η περίπτωση του «Dr Ρούλη» δεν είναι η μοναδική εφέτος. Βλέποντας τηλεόραση δύσκολα πλέον γελάς, δύσκολα στέκεσαι σε ατάκες και σε διαλόγους αληθινά έξυπνους που σε κάνουν, ακόμη και δύσπιστος να είσαι, να χαμογελάσεις. Τίποτε δεν συζητιέται την επομένη στο γραφείο ή και στο σχολείο, που, κακά τα ψέματα, είναι χώροι όπου το καλό αστείο και η ατάκα αναπαράγονται με ταχύτητα φωτός. Στο παρελθόν, για πολλά χρόνια κολλήσαμε με το«Πάμε πλατεία», αναπαραγάγαμε το«Τι έγινε ρε παιδιά;»τουΣπύρου Παπαδόπουλουαπό τους «Απαράδεκτους», το«Εγώ πότε θα γίνω μάνα;» τηςΔήμητρας Παπαδοπούλου, διαλόγους από τα «Εγκλήματα» αλλά φυσικά και από το «Παρά πέντε».

Και δεν ήταν μόνο οι ατάκες αλλά και τα πρόσωπα, οι χαρακτήρες. Τους οποίους ερμήνευσαν ηθοποιοί κωμικοί, ταλαντούχοι που έπαιξαν με κέφι και όρεξη και έμειναν στην τηλεοπτική ιστορία. Οπως για παράδειγμα οΓιάννης Μπέζοςστους «Απαράδεκτους» με όλο το τιμ, οΧρήστος Χατζηπαναγιώτης, ηΜαρία Καβογιάννηκαι οΒασίλης Χαραλαμπόπουλος στα «Εγκλήματα», η Βίκυ Σταυροπούλουκαι οΓεράσιμος Γεννατάςστο «Είσαι το ταίρι μου», η Ελένη Ράντουστο «Κωνσταντίνου και Ελένης», ηΚατιάνα Μπαλανίκακαι η Αννα Παναγιωτοπούλουστο «Ντόλτσε Βίτα», ηΝένα Μεντήστο «Δις εξαμαρτείν», η τριάδα των «Τριών Χαρίτων». Αξέχαστα θα μείνουν τα ονόματα ηρώων όπως η Ζουμπουλία, η Θεοπούλα και η Ντάλια από το «Παρά πέντε», ο Νικηφόρος από το «50- 50», η Ντένη Μαρκορά από τους «Δύο ξένους», η Σωσώ από τα «Εγκλήματα», η Συλβί από τα «Μαύρα Μεσάνυχτα» και πολλοί άλλοι.

Ποιοι είναι οι ήρωες που αναδείχτηκαν στις εφετινές σειρές; Δύσκολο να τους βρεις. Σε ποιες ατάκες σταθήκαμε ξανά και ξανά; Με το ζόρι σε κάποιες από την «Παιδική Χαρά». Οπως η ακόλουθη στιχομυθία ανάμεσα στον γιο και στη μητέρα του:«Μαμά,νομίζω ότι το κοτόπουλο ήθελε λίγο παραπάνω ψήσιμο». «Μπα, δεν νομίζω,εμένα μια χαρά μου φαίνεται». «Τι λες,ρε μαμά,εδώ κοντεύει να μου φάει τις πατάτες!» Φτάνει αυτό; Για να σκάσει το χειλάκι μας, ίσως για να γελάσουμε, μάλλον όχι…

Τι φταίει;

Οι αιτίες που κάνουν τις κωμωδίες αδύναμες και ανέμπνευστες σε μεγάλο βαθμό είναι πολλές και ενίοτε υποκειμενικές. Ποιος μπορεί να αγνοήσει το γεγονός ότι το 80% των σεναρίων που διακινούνται στην ελληνική αγορά προέρχεται από το Μεξικό, την Ισπανία, την Αργεντινή και τη Χιλή; Χώρες που ναι μεν μοιάζουν σε αρκετά πράγματα με την ελληνική πραγματικότητα, συγκρούονται όμως μαζί της σε άλλα τόσα. Και αν ένας γλυκούλης «Λάκης» προκαλεί θλίψη και όχι γέλιο για τον τρόπο που αντιμετωπίζεται από τον περίγυρό του, θυμηθείτε πώς ο ίδιος ηθοποιός, οΠέτρος Φιλιππίδης(ως Νικηφόρος πλέον στο «50-50» τωνΒασίλη Ρίσβα,Δήμητρα Σακκαλή,Ελενας Σολωμού), καταφέρνει να κάνει πάντα το δικό του, να κατακτά ξανά και ξανά τη γυναίκα του έπειτα από πολλά χρόνια γάμου και να κλείνει πονηρά το μάτι στη μέση ηλικία, κάνοντας το κοινό να διασκεδάζει με την ψυχή του. Οι ήρωες του «Πενήντα-πενήντα» μάς δείχνουν πώς ακριβώς θα είμαστε εμείς στα 50 μας, τα πειράγματα που θα θέλαμε να μας κάνουν οι φίλοι μας, τις μηχανορραφίες που θα επιθυμούσαμε να έχουμε το κουράγιο να εξυφαίνουμε και τότε.

Δεν είναι εύκολο να χτίσεις ολοκληρωμένους χαρακτήρες και να μπορέσεις να τους εξελίξεις αναλόγωςκαι τα κανάλια το γνωρίζουν αυτό. Ο ταλαντούχοςΑλέξανδρος Ρήγαςπήρε τη σειρά «Οικογένεια βλάπτει», η οποία στην ισπανική εκδοχή της είναι αρκετά kinky, τη μετέτρεψε σε light κωμωδία για τα καθ΄ ημάς και κυρίως για τις απαιτήσεις του prime time, και δη μιούργησε μία σειρά που δεν λέει σχεδόν τίποτε. ΗΧρύσα Ρώπαφωνάζει και πάλι, οΣάκης Μπουλάςπαίζει κάποιον που θυμίζει αρκετά ρόλους τους παρελθόντος, οΓιάννης Βογιατζής πραγματοποιεί δυστυχώς μια αποτυχημένη επιστροφή, ενώ ηΑγγελική Λάμπρη, εκτός «Παρά πέντε», γκρεμίζει ό,τι έχτισε. Η «Πολυκατοικία» και το «L.Α.Ρ.D.» πέρυσι κατάφεραν να κάνουν τη διαφορά και εφέτος να μπουν στον σάκο με τα υπόλοιπα. Με ιστορίες τραβηγμένες από τα μαλλιά, σενάριο που μοιάζει πλέον επιστημονική φαντασία και ήρωες σε μόνιμη υστερία η οποία για τους συντελεστές των συγκεκριμένων σειρών μεταφράζεται σε πηγή γέλιου!

«Μεταποιήσεις»

Την ίδια στιγμή οι σεναριογράφοι εμφανίζονται προβληματισμένοι για τις συνθήκες στις οποίες καλούνται πλέον να εργαστούν αφού οι υπεύθυνοι του ελληνικού προγράμματος τούς ζητούν μόνο να «μεταποιήσουν» ξένα σενάρια και να τα φέρουν στα μέτρα του ελληνικού κοινού. Δηλαδή υπάρχει περίπτωση να έχει πάει καλό σενάριο με προοπτικές στα γραφεία των διευθυντών προγραμμάτων και να έπεσε στον κάδο των αχρήστων; Και ποια είναι τα μέτρα του έλληνα τηλεθεατή; Αφού σχεδόν σε κάθε τηλεοπτική σεζόν εκπλήσσει με τις επιλογές του στον πίνακα της ΑGΒ και αναγκάζει τα κανάλια να τρέχουν να αντιγράψουν το αουτσάιντερ που χτύπησε «κόκκινο» σε τηλεθέαση. Δυστυχώς ούτε και η νεαρή και ταλαντούχαΜυρτώ Κοντοβάμε το «Μίλα μου βρώμικα» τα κατάφερε, παρά τα πρώτα θετικά δείγματα. Υπέπεσε σε σουρεαλιστικά και φλύαρα λάθη, τράβηξε το σκοινί και το τέντωσε ως εκεί που δεν πάει άλλο, δημιουργώντας εν τέλει μια σούπα, την οποία τώρα το κανάλι προσπαθεί να ξαναζεστάνει. Στην «Ονειροπαγίδα» ηΜαρία Σολωμούμε ευκολία ερμηνεύει, σε μόνιμη υστερία, την κακιά στριμμένη που πλέον έχουμε βαρεθεί να βλέπουμε στο γνωστό παραμύθι «Ηταν μια φορά κι έναν καιρό ένας φτωχός που γνώρισε μια πλούσια, αγαπήθηκαν, παντρεύτηκαν, και έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα».

Το ίδιο παραμύθι και στο «Μ+Μ», τα ίδια αστειάκια, οι ίδιες ατάκες, τα ίδια και τα ίδια. Κανένα στοιχείο σουρεαλισμού, παντελής απουσία μαύρης κωμωδίας και ψαγμένου χιούμορ και πρόσωπα που αυτό που βγάζουν επί της οθόνης είναι αν μη τι άλλο ευκολία.

Πόσα κακέκτυπα του «Παρά πέντε» είδαμε και πόσα θα δούμε ακόμη; Πόσες όμορφες και ατάλαντες ηθοποιοί της μιας σεζόν πίστεψαν ότι αν βάλουν μια περούκα θα γίνουν Ντάλιες; Πόσοι εποχιακοί ζεν πρεμιέ πέταξαν μια ατάκα και νόμισαν ότι είναι κωμικοί; Και τι θα γίνει με την ελληνική κωμωδία; Παράδοξο όλο αυτό, αν αναλογιστεί κανείς ότι η κωμωδία ανθεί σε περιόδους μιζέριας, δυστοκίας και δυσοίωνων καταστάσεων. Οι μηχανισμοί άμυνας των σεναριογράφων μάλλον έχουν πέσει σε λήθαργο, η έμπνευση απουσιάζει, η διάθεση για κάτι δημιουργικό συναντά εμπόδια και καταλήγει σε κλισέ, και τα πρόσωπα αποδυναμώνουν ένα ήδη εξασθενημένο σκηνικό μυθοπλασίας. Γύρισαν την πλάτη στα τρέχοντα

Κάποιοι λένε ότι και παλιότερα τα πράγματα κάπως έτσι ήταν. Οτι δηλαδή, όπως αναπολούμε τα παιδικά μας χρόνια και έχουμε ξεσκαρτάρει τις μνήμες και κρατήσαμε μόνο τις θετικές, κάπως έτσι ίσως να συμβαίνει και με τις παλιότερες σειρές που θεωρούμε ότι «τότε ήταν καλύτερα…». Ωστόσο το ότι οι «Απαράδεκτοι», οι «Τρεις Χάριτες», τα «Εγκλήματα», το «Είσαι το ταίρι μου» και άλλα, όχι πολλά αλλά αρκετά, έχουν μείνει στη συνείδηση και αποτελούν αναφορά για τον τηλεθεατή, κάτι πρέπει να σημαίνει. Η τηλεταινία του «50- 50» την περασμένη Τετάρτη έσπασε τα κοντέρ της ΑGΒ. Ο κόσμος γύρισε την πλάτη στα τρέχοντα και, όπως όλα δείχνουν, αναζήτησε λίγες καλές στιγμές από μια κωμική σειράπου προβαλλόμενη επί δύο σεζόν κατάφερε να τον ψυχαγωγήσει έντιμα.

Η υψηλή τηλεθέαση που σημειώνουν με κάθε προβολή τους οι παλιές καλές σειρές αλλά και η ανάδειξή τους, με μεγάλη διαφορά, στις πρώτες θέσεις της πρόσφατης ψηφοφορίας του Μega δείχνουν ότι οι δουλειές που γίνονταν τότε με αθωότητα, άγνοια κινδύνου και χωρίς τη δίψα για τα νούμερα (ειδικότερα για εκείνα των ηλικιών 15-44), ικανοποίησαν έναν σκοπό: να καταγραφούν στις σελίδες της ελληνικής τηλεόρασης για πάντα. Και το σενάριο ήταν γραμμένο στα ελληνικά. Δεν είναι άδικο λοιπόν να θεωρεί κανείς ότι η πλέον κωμική σκηνή εφέτος, με διαφορά, ήταν αυτή στο «4», με τον άνεργοΧριστόφορο Παπακαλιάτηνα αποβιβάζεται από το θηριώδες τζιπ, απολυμένος και να συγκρούεται με τα αδέλφια του«για ένα μπουκάλι νερό αδειανό, για ένα σπαγκέτι»…