Παρά την ελλιπή αίσθηση της Ιστορίας που προάγει η εθνική μας παιδεία και παρά την εκμετάλλευση σχεδόν οποιουδήποτε φαινομένου «ελληνικού ενδιαφέροντος» από τον εθνικιστικό λόγο, είναι βέβαιον ότι αρκετά στοιχεία του ευρωπαϊκού φιλελληνισμού που υπήρξαν καθοριστικά για τη νεοελληνική ταυτότητα είναι γνωστά. Γνωστή είναι, λόγου χάριν, η αγωνιώδης αναζήτηση ιστορικής συνέχειας, η οικοδόμηση του σύγχρονου ελληνικού εθνικισμού με την επίκληση της κλασικής αρχαιότητας, καθώς και το καταφύγιο που βρίσκει αυτή η αναζήτηση στον φιλελληνισμό του πατέρα του Οθωνα, του Λουδοβίκου Α΄ της Βαυαρίας, με επιστέγασμα τη μεταφορά της πρωτεύουσας από το Ναύπλιο στην Αθήνα, το 1834. Γνωστή είναι, ακόμη, η νεοκλασική ανοικοδόμηση των Αθηνών και ο εξοπλισμός της με νέα, λαμπερά δημόσια κτίρια. Οπως γνωστή είναι και η σχέση με το Μόναχο, το οποίο υποδέχεται τους έλληνες καλλιτέχνες για να τους διδάξει πώς να καταγράψουν την νεότευκτη νεοελληνική ταυτότητα.

Η Εθνική Πινακοθήκη έχει πλειστάκις θίξει τέτοια ζητήματα αναδεικνύοντας τη νεοελληνική τέχνη, συχνά με κριτική διάθεση, και κυρίως τη Σχολή του Μονάχου. Τώρα όμως, και συγκεκριμένα από την ερχόμενη Δευτέρα, μας παρουσιάζει μια πλευρά του όλου ζητήματος, με την οποία είμαστε πολύ λιγότερο εξοικειωμένοι. Μας πηγαίνει ακόμη έναν αιώνα πίσω, στα μέσα του 18ου, για να μας παρακινήσει να εξετάσουμε τις απαρχές του νεοκλασικισμού όχι στη Γερμανία αλλά στη Γαλλία, το λεγόμενο «go t la grecque», έκφραση δύσκολη να μεταφραστεί, που στον τίτλο της έκθεσης ελεύθερα αποδίδεται «Οταν η Ελλάδα έγινε μόδα».

Ο τίτλος αυτός έχει κάτι το ελκυστικά σαρκαστικό, σαν να κλείνει το μάτι με νόημα, με το προνόμιο της γνώσης της Ιστορίας, στη διαρκή εγχώρια διαμάχη που θα μπορούσαμε να συνοψίσουμε στη φράση «πώς μας βλέπουν οι ξένοι». Είναι η συνεισφορά της διανόησης, ίσως, στο κουραστικό τοπίο των προεκλογικών αντεκδικήσεων που κόπτονται για τις «Βρυξέλλες» και την «Ευρώπη».

(Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι η ειρωνεία θα γίνει αντιληπτή απ΄ όλους.)

Σε κάθε περίπτωση, η νέα μεγάλη έκθεση της Εθνικής Πινακοθήκης έρχεται να καλύψει ένα εκθεσιακό αλλά και ένα μορφωτικό κενό.

Μέσα από την παρουσίαση μπορεί κανείς να αντιληφθεί όχι μόνο τη σημασία του γαλλικού νεοκλασικισμού, ο οποίος, όπως τονίζει η επιμελήτρια της έκθεσης Μαρί-Λορ ντε Ροσμπρύν, επιμελήτρια του Μουσείου του Λούβρου, «ήταν ο πρώτος που στράφηκε στην κλασική Ελλάδα», αλλά και διάφορες συναρπαστικές ιστορικές εξελίξεις: το πώς, λόγου χάριν, το μπαρόκ και το ροκοκό δίνουν τη θέση τους σταδιακά στο νέο ύφος, παράγοντας στην πορεία μοναδικά υβρίδια, ή το πώς ένα αριστοκρατικό «γούστο» καταλήγει να αποτελέσει το ύφος του Διαφωτισμού, ενός ξεκάθαρα αντι-αριστοκρατικού λόγου, και, ακόμη περισσότερο, της Γαλλικής Επανάστασης.«Το φαινόμενο ξεκινά στην αριστοκρατία και στην αυλή» μας λέει η Μαρί-Λορ ντε Ροσμπρύν.«Και οι πρώτοι διαφωτιστές είναι αριστοκράτες.Θα έλεγε κανείς ότι προχωρώντας πήραν το γούστο τους μαζί τους». Με άλλα λόγια, η αφήγηση θα είναι εκεί, για όποιον θέλει να την ακολουθήσει: όπως μας πληροφορεί η ομότιμη καθηγήτρια της Ιστορίας της Τέχνης και διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα,«η διάδοση και η επιβολή του νέου γούστου, του go t la grecque, αποτελεί ένα συναρπαστικό κοινωνικό φαινόμενο. Πρωταγωνιστές του δεν είναι μόνο οι θεωρητικοί, οι διανοούμενοι, οι καλλιτέχνες. Το παλάτι, ο κύκλος του Λουδοβίκου ΧV, οι επίσημες ερωμένες του βασιλιά (Μadame de Ρompadour, Μadame du Βarry), κοσμικές κυρίες,πολιτικά πρόσωπα,αλλά κυρίως οι τεχνίτες,οι έμποροι,οι μοδίστρες υιοθετούν τη νέα καλαισθησία, το “go t la grecque”, και γίνονται κήρυκές του συμβάλλοντας στην ευρεία διάδοσή του. Ετσι, ο νεοκλασικισμός γίνεται μόδα, συρμός, που διαβρώνει αρχικά το ροκοκό για να επιβληθεί γρήγορα και να το εκτοπίσει. Ρόλο καταλύτη στην επικράτηση του νέου ύφους έπαιξαν οι ανασκαφές στη Νότια Ιταλία, Ηράκλειον και Πομπηία, που έφεραν στο φως όχι μόνο αρχιτεκτονικά μνημεία και έργα τέχνης, αλλά και τον διάκοσμο της καθημερινής ζωής που είχε διατηρηθεί άθικτος κάτω από τη λάβα του Βεζουβίου.Ταξιδιώτες και συλλέκτες έφεραν την Αρχαιότητα πολύ κοντά. Τα αρ

Jean-Louis Ρrieur (1725- π.1785) και Joseph-Leonard Roque (αρχιτεχνίτης ωρολογοποιός το 1770),«Εκκρεμές»,Παρίσι, π.1770, χρυσωμένος μπρούντζος,πατιναρισμένος μπρούντζος, τζάμι, σμάλτο, 0,490 x 0,545 x 0,265 μ., Παρίσι, Μουσείο του Λούβρου

χαιολογικά ταξίδια,που γίνονται μόδα αυτή την εποχή,οι πλούσια εικονογραφημένες ταξιδιωτικές εντυπώσεις με σχέδια και χαρακτικά και οι αρχαιολογικές συλλογές,που αρχίζουν να συγκροτούνται,προσφέρουν ένα πλούσιο ρεπερτόριο θεμάτων και μοτίβων στους διψασμένους για ανανέωση καλλιτέχνες, τεχνίτες, διακοσμητές. Οι πρωταγωνιστές του “go t la grecque” υπήρξαν βαθείς γνώστες της αρχαιότητας και σημαντικοί συλλέκτες,όπως ο comte de Caylus (η συλλογή του δημοσιεύθηκε ανάμεσα στα έτη 1762 και 1765 σε επτά τόμους), o duc de Choiseul, o duc d΄Αumont κ.ά. Οι συλλογές τους συνιστούν τον πυρήνα των αρχαιολογικών θησαυρών που θαυμάζουμε σήμερα στο Λούβρο και σε άλλα γαλλικά μουσεία. Οι σημαντικές πολιτικές και δημόσιες θέσεις που κατέλαβαν οι αρχαιόφιλοι συνέβαλαν στη διάδοση του νέου ύφους, του “go t la grecque”».

Βέβαια, η Μαρί-Λορ ντε Ροσμπρύν ορθώς τονίζει ότι το «ελληνικό» στοιχείο στον νεοκλασικισμό είναι διαμεσολαβημένο, δηλαδή προσαρμόζεται στις αισθητικές και στις πολιτικές επιταγές των τόπων και των χρόνων από τους οποίους εκπορεύεται. Οπως συμπληρώνει η Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, «το “go t la grecque”, η νέα μόδα της Ελλάδας,δεν είναι στην πραγματικότητα αμιγώς ελληνική, αφού και η διαμεσολάβηση της Ρώμης εκλαμβάνεται ως κλασική. Στη συνείδηση όμως των Γάλλων της εποχής η Ελλάδα είναι το σημείο αναφοράς. Ζωγραφική, γλυπτική, αρχιτεκτονική, αλλά και ο διάκοσμος της καθημερινής ζωής, έπιπλα, αντικείμενα, μικροτεχνία, κομμωτική, ένδυμα και μόδα, υποτάσσονται στον νέο συρμό. Η αυστηρή γραμμή αντικαθιστά την παιγνιώδη καμπύλη του ροκοκό,δωρικός,ιωνικός και κορινθιακός ρυθμός δανείζουν τα στοιχεία τους στην αρχιτεκτονική και στον διάκοσμο,που κατακλύζεται από μαιάνδρους, ανθέμια,βουκράνια και δάφνινα στεφάνια. Η ελληνική μυθολογία και ιδιαίτερα ο κύκλος του Διονύσου εμπνέουν για άλλη μία φορά ζωγράφους, γλύπτες και διακοσμητές».

Αυτό το φαινόμενο έρχεται να παρουσιάσει η νέα έκθεση της Εθνικής Πινακοθήκης, με πλειάδα έργων ζωγραφικής, γλυπτικής και καλλιτεχνικών αντικειμένων αλλά και επίπλων, ταπισερί κ.ά., μια προσπάθεια ανασύστασης της ατμόσφαιρας της εποχής εκείνης. Την έκθεση, την οποία θα εγκαινιάσει ο υπουργός Πολιτισμού Αντώνης Σαμαράς, η Εθνική Πινακοθήκη τη συνδιοργανώνει με το Μουσείο του Λούβρου. Η έκθεση οργανώθηκε για πρώτη φορά στη Μαδρίτη και στη Λισαβόνα και εμπλουτίστηκε για την παρουσίασή της στην Αθήνα. Για την επιμέλεια η Μαρί-Λορ ντε Ροσεμπρύν συνεργάστηκε με τις επιμελήτριες της Εθνικής Πινακοθήκης Ναυσικά Λιτσαρδοπούλου και Αννυ Μάλαμα.

Με επιστημονική αβρότητα, η Μαρί-Λορ ντε Ροσμπρύν μού έλεγε προ ημερών ότι «είναι καταπληκτική ιδέα η παρουσίαση της έκθεσης αυτής στην Ελλάδα.Είναι λίγο σαν να επιστρέφουμε στις ρίζες του πολιτισμού μας.Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οφείλουμε πολλά στην ελληνική τέχνη σε όλη την Ευρώπη, όπου και να πάει κανείς, στη Γαλλία, στην Αγγλία, στη Δανία, στη Γερμανία…».Ισως όμως η αλήθεια είναι ότι η απλή τόνωση της εθνικής υπερηφάνειας είναι η μικρότερη ικανοποίηση που θα μπορούσε να πάρει κανείς από μια τέτοια έκθεση. Το καίριο ζήτημα είναι η γνώση που προσφέρεται, η ευκαιρία να εξετάσει κανείς τις πτυχές του περίπλοκου φαινομένου της διάδοσης των κλασικών ιδεών στην Ευρώπη, μόνο μία εκ των οποίων είναι η χρήση που τους επιφυλάχθηκε εδώ, από την Ελληνική Επανάσταση και μετά.

Μartin Carlin (1730- π.1785, αρχιτεχνίτης από το 1766),και Charles Νicolas Dodin (1734-1803), «Το γκεριντόν της madame Du Βarry», Παρίσι και Μanufacture royale de porcelaine de Sévres,1774, μασίφ ακαζού, ξύλο αμάραντου,δρυς, χρυσωμένος μπρούντζος, μαλακή πορσελάνη: 0,817 x 0,800 (διάμ.) μ., Παρίσι,Μουσείο του Λούβρου

Η έκθεση «Le go t la grecque» («Οταν η Ελλάδα έγινε μόδα»)

εγκαινιάζεται αύριο Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου και θα διαρκέσει ως τις 11 Ιανουαρίου 2010. Εθνική Πινακοθήκη,Βασιλέως Κωνσταντίνου 50, τηλέφωνο 210 7235857.

www. nationalgallery.gr