Ο Ράινχαρντ Χάιντριχ υπήρξε ο πιο ειδεχθής ναζιστής εγκληματίας. Φιλόδοξος, μνησίκακος, ψυχρός και υστερόβουλος, ο επικεφαλής της υπηρεσίας ασφαλείας του Γ΄ Ράιχ, ο επινοητής της «τελικής
λύσης», επιδόθηκε με καταστρεπτική μανία στην εξόντωση εκατομμυρίων εβραίων. Αφησε την τελευταία του πνοή στην Πράγα, δολοφονημένος από τσέχο κομάντο.

Η αφήγηση της ιστορίας ενός ζοφερού δολοφόνου ταιριάζει να αρχίσει από κρύπτη ναού. Στην Πράγα, στα υπόγεια του ορθόδοξου καθεδρικού ναού των Κύριλλου και Μεθόδιου, στην οδό Ρέσλοβα, βρήκαν καταφύγιο οι αλεξιπτωτιστές που το 1942 κατάφεραν να σκοτώσουν τον τρομερό Ράινχαρτ Χάιντριχ, τον πανίσχυρο αρχηγό ασφαλείας του Γ΄ Ράιχ, εκπρόσωπο του Χίτλερ στην Τσεχοσλοβακία και αποτελεσματικό διοργανωτή της εξόντωσης του εβραϊκού λαού. Δύσκολα μπορεί να φανταστεί κανείς άνθρωπο πιο κακόβουλο από τον Χάιντριχ, ο οποίος, όμως, επέδειξε συγχρόνως και πολύπλευρα ταλέντα: έπαιζε βιολί, πιλοτάριζε αεροπλάνα, ήταν καπετάνιος πλοίων, έκανε ξιφασκία.

Τον αποκαλούσαν «ξανθό κτήνος», «δήμιο του Χίτλερ» και «χασάπη της Πράγας». Ο Αϊχμαν δούλευε ως υφιστάμενός του και λέγεται ότι ακόμη και ο Χίμλερ, του οποίου κατ΄ όνομα ήταν υφιστάμενος, κατέληξε να τον φοβάται. Φιλόδοξος, μνησίκακος, ψυχρός και υστερόβουλος, ο Χάιντριχ διηύθυνε με ατσαλένια πυγμή τους εγκληματίες του πιο διεστραμμένου αστυνομικού συστήματος στην Ιστορία. Στην Πράγα έχει κανείς την αίσθηση ότι το φάντασμά του, ντυμένο με τη στολή του στρατηγού των Ες Ες που τόσο πολύ του άρεσε να φοράει, περιπλανιέται μαινόμενο σε αυτό το θλιβερό μέρος της τσεχικής πρωτεύουσας, απαιτώντας λυσσασμένα εκδίκηση, σαν να μην κατάφερε ποτέ να ικανοποιηθεί από τα αντίποινα των συντρόφων του, που προκάλεσαν ποτάμια αίματος και την καταστροφή ενός ολόκληρου χωριού, του Λίντιτσε.

Μια άνιση μάχη
Η κρύπτη της εκκλησίας της Πράγας διατηρεί εύγλωττες μαρτυρίες της άνισης μάχης που δόθηκε ανάμεσα σε μια χούφτα γενναίων ανδρών, οι οποίοι καταδίωξαν το τέρας σε μια επιχείρηση αυτοκτονίας, και της στρατιάς που εξαπολύθηκε εναντίον τους. Στους πέτρινους τοίχους που είναι γεμάτοι κόγχες, άδειες σήμερα, για τη φύλαξη των οστών, μπορεί να δει κανείς ακόμη κάμποσα σημάδια από σφαίρες, ενώ σε μια γυάλινη προθήκη εκτίθεται ένα περίστροφο Κολτ εννέα χιλιοστών, μια χειροβομβίδα Μills και ένα μυδράλιο Sten των αλεξιπτωτιστών καθώς και ένα βιβλίο βουτηγμένο στο αίμα ενός από αυτούς. Στην κρύπτη της εκκλησίας έμειναν κρυμμένοι επί 20 ημέρες οι τρεις φυσικοί αυτουργοί της δολοφονίας ή «στρατιωτικής παύσης» του Χάιντριχ, ύστερα από την επιτυχή έκβαση της αποστολής τους στις 27 Μαΐου του 1942.

Οι επισκέπτες αυτού του χώρου, που έχει μετατραπεί σε μνημείο προς τιμήν των ηρώων του Ηeydrichiady, του κύματος τρομοκρατίας που ξέσπασε μετά τον θάνατο του Χάιντριχ, καθώς και των ηρώων του αντιναζιστικού αγώνα γενικότερα, αφήνουν μικρά δώρα, λουλούδια και μηνύματα σε χαρτάκια που εξαίρουν την ανδρεία όσων πολέμησαν εκεί. Στην κρύπτη της εκκλησίας βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή εγώ και ένας ηλικιωμένος κύριος με κοστούμι, που έχει απορροφηθεί κοιτάζοντας μια εικόνα που κρέμεται στον τοίχο. Συστήνεται, χωρίς να αποκαλύψει το όνομά του, σαν να τελούμε ακόμη υπό καθεστώς παρανομίας, ως «παλιό μέλος της RΑF»- της οργάνωσης που ανέθεσε στους τσεχοσλοβάκους αλεξιπτωτιστές τις επικίνδυνες αποστολές τους- και με προσκαλεί να πιούμε έναν καφέ στο γωνιακό μπαρ με την ονομασία U Ρarasutistu (Οι Αλεξιπτωτιστές). «Μεγάλο κάθαρμα» αποφαίνεται ο γέρος πιλότος, πίνοντας την μπίρα του, μπροστά από το κλασικό πορτρέτο του ναζιστή αρχηγού που κρέμεται στη γωνιά και στο οποίο απεικονίζεται φορώντας την αποτρόπαιη στολή του στρατηγού των Ες Ες. Η φωτογραφία μεταδίδει δυσοίωνη αύρα, ένα σαφές απειλητικό μήνυμα. Ακόμη και ένα ηλιόλουστο μεσημέρι στην Πράγα, σήμερα, νιώθει κανείς να τον διαπερνά ένα ρίγος.

Τα πρώτα χρόνια
Ο Ράινχαρτ Τρίσταν Χάιντριχ γεννήθηκε στις 7 Μαρτίου του 1904 στη σαξονική πόλη της Χάλε και τίποτε δεν προμήνυε ότι θα εξελισσόταν σε τέτοιο τέρας. Μεγάλωσε στον ήρεμο κόσμο της μουσικής: ο πατέρας του Μπρούνο Χάιντριχ, αναγνωρισμένος συνθέτης, εμπνεύστηκε τα δύο βαφτιστικά ονόματα του γιου του από δύο όπερες: το πρώτο από τον χαρακτήρα ενός παραδοσιακού λυρικού έργου και το δεύτερο από τη διάσημη όπερα του Βάγκνερ «Τριστάνος και Ιζόλδη». Η μητέρα του Ελίζαμπεθ ήταν ένθερμη καθολική. Ο μικρός συνεσταλμένος Ράινι, όπως τον αποκαλούσε η οικογένειά του, έμαθε να παίζει πιάνο και βιολί και αγαπούσε τη χημεία. Το πώς ο Ράινχαρτ Χάιντριχ κατέληξε να μεταμορφωθεί στον ειδεχθέστερο άνθρωπο της Ευρώπης μόνο με τη μεταμόρφωση του Ανακιν Σκάιγουοκερ σε Νταρθ Βέιντερ μπορεί να συγκριθεί. Ο νεαρός Ράινχαρτ ήταν παιδί έξυπνο, εσωστρεφές, ευαίσθητο και αρκετά όμορφο, αλλά με φωνή τσιριχτή, εξαιτίας της οποίας τον αποκαλούσαν στο σχολείο «κατσίκα». Ακόμη περισσότερο, όμως, απεχθανόταν το παρωνύμιο Ιζι (σημαίνει εβραίος) που του είχαν αποδώσει λόγω της φήμης που ήθελε την οικογένειά του να είναι εβραϊκής καταγωγής- ισχυρισμός που τον καταδίωξε σε όλη του τη ζωή.

Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και η ολέθρια ήττα της Γερμανίας συντάραξαν τα θεμέλια της ατάραχης μικροαστικής ζωής της οικογένειας Χάιντριχ, που είχε στην ιδιοκτησία της ένα ωδείο. Ο Ράινχαρτ, όπως και άλλοι νέοι της ηλικίας του, προσχώρησε σε εθελοντικό σώμα πολιτοφυλακής και από το 1919 ως το 1920 υπήρξε μέλος της Φρέικορπς Μάρκετ, μιας δεξιάς παραστρατιωτικής οργάνωσης. Ωστόσο η μοίρα έμελλε να τον οδηγήσει όχι στους εθνικιστές και πολεμοχαρείς ταραξίες που δρούσαν στους δρόμους της Γερμανίας του Μεσοπολέμου αλλά στη θάλασσα. Ενθαρρυμένος από τις επι σκέψεις ενός οικογενειακού φίλου, του κόμη ναύαρχου Φέλιξ φον Λούκνερ, του ηρωικού διοικητή του επιδρομικού πλοίου Seeadler, ο Χάιντριχ αποφάσισε να γίνει αξιωματικός του Ναυτικού.

Οι γονείς του επιθυμούσαν να γίνει μουσικός, παρ΄ όλα αυτά δέχτηκαν την επιθυμία του να καταταγεί στο Πολεμικό Ναυτικό, δεδομένου ότι επρόκειτο για καριέρα κοινωνικά αποδεκτή. Ετσι, λοιπόν, το 1922 ο Χάιντριχ μπήκε στη στρατιωτική βάση του Κιέλου με ένα βιολί, δώρο του πατέρα του, υπό μάλης. Με τους εκλεπτυσμένους τρόπους του, την αφύσικα ψιλή φωνή του και τη λεπτεπίλεπτη, σχεδόν θηλυκή, φυσιογνωμία του (είχε πολύ σαρκώδη χείλη και τα χέρια του ήταν λεπτά και μακριά, σαν αράχνη, όπως τον περιέγραψε ο υφιστάμενός του Σέλενμπεργκ) υπέφερε αρκετά στο τραχύ περιβάλλον του στρατού. Ενας εκπαιδευτής, μάλιστα, τον έβαλε στο μάτι και όταν μεθούσε τον σήκωνε από το κρεβάτι μέσα στη νύχτα και τον υποχρέωνε να παίξει στο βιολί τη «Σερενάτα» του Τοσέλι, ένα μουσικό κομμάτι που ο Χάιντριχ έκτοτε μίσησε για πάντα.

Αθλητικός υπολοχαγός

Ο Ράινχαρντ Χάιντριχ διασχίζει τους διαδρόμους της υπηρεσίας των Ες Ες στην Πράγα μαζί με τον- κατά συνθήκη- πρόεδρο της Τσεχοσλοβακίας Εμίλ Χάκα (1941). Ο Χάιντριχ περιφρονούσε τους Σλάβους και υπήρξε αδυσώπητος προς αυτούς (ΤΟΡFΟΤΟ/ΑΚ ΙΜΑGΕS)

Ο νεαρός νεοσύλλεκτος κατέφυγε στη μοναξιά και στα αθλήματα, ειδικότερα στην ξιφασκία, στην οποία έμελλε να επιδείξει άριστες επιδόσεις (υπήρξε αρχηγός της ομάδας ξιφασκίας των Ες Ες αργότερα και επικεφαλής ξιφασκίας της Γερμανίας), αν και δεν είχε την πλέον ενδεδειγμένη συμπεριφορά: όταν κάποτε αποκλείστηκε από ένα πρωτάθλημα πέταξε οργισμένος το ξίφος του στο έδαφος. Το 1923, έχοντας ολοκληρώσει την εκπαίδευσή του, ο εύελπις έγινε μέλος του πληρώματος του καταδρομικού «Μπερλίν» όπου γνώρισε τον άνθρωπο ο οποίος έμελλε να γίνει ο μεγαλύτερος αντίπαλός του στις γερμανικές μυστικές υπηρεσίες: τον Βίλχελμ Κανάρις, αξιωματικό εκείνη την εποχή στο ίδιο πλοίο.

Ο Χάιντριχ έγινε φίλος με τον Κανάρις και συχνός επισκέπτης στο σπίτι του, όπου συμμετείχε σε μουσικές βεγγέρες με τη γυναίκα του οικοδεσπότη Ερικα η οποία έπαιζε επίσης βιολί. Κάποιες φορές έπαιζαν κροκέ. Η σχέση του με τον Κανάρις, τον αμφιλεγόμενο αρχηγό των υπηρεσιών κατασκοπείας, υπεύθυνο της Αμπβερ, ήταν πάντα εξαιρετικά περίπλοκη. Ελέχθη ότι ο ναύαρχος μπορεί να βρισκόταν πίσω από την επιτυχή- για αυτόν- έκβαση της απόπειρας δολοφονίας του Χάιντριχ σε μια από τις ευρηματικές του επιχειρήσεις αντικατασκοπίας, μια θεωρία συνωμοσίας την οποία ωστόσο αντικρούει το γεγονός ότι ο Κανάρις, η γριά αλεπού, φάνηκε πραγματικά συντετριμμένος από τον θάνατο του παλιού του φίλου όταν έκλαψε στην κηδεία του.

Η ναυτική σταδιοδρομία του Χάιντριχ πήγαινε από το καλό στο καλύτερο: προήχθη σε υπολοχαγό, έχαιρε εκτίμησης από τους ανωτέρους του και διακρίθηκε στην ιστιοπλοΐα, στην ιππασία και στην ξιφασκία. Τότε γνώρισε τη γυναίκα που έμελλε να παντρευτεί, τη Λίνα Ματίλντε φον Οστεν, ένα μοχθηρό πλάσμα αλλά και μια ξανθιά καλλονή της οποίας ο αδερφός είχε καταταγεί στα Ες Ες και η ίδια ήταν ενθουσιώδες μέλος του ναζιστικού κόμματος. Μετά τον πόλεμο η κυρία αυτή καταδικάστηκε ερήμην σε ισόβια κάθειρξη, επειδή χρησιμοποιούσε ανθρώπους ως σκλάβους για να επεκτείνουν και να φροντίζουν την έπαυλή της στην Τσεχία. Ο έρωτας μεταξύ τους ήταν κεραυνοβόλος και σύντομα αρραβωνιάστηκαν. Τότε ξέσπασε η τραγωδία του Χάιντριχ: μια κοπέλα με την οποία είχε συνάψει κρυφή ερωτική σχέση ένιωσε θιγμένη από την αναγγελία αυτού του αρραβώνα και παραπονέθηκε στους ανωτέρους.

Αποβολή και τιμωρία
Η νεαρή ήταν κόρη ενός στενού φίλου του ναύαρχου Ρέεντερ, η υπόθεση πήρε διαστάσεις και στοίχισε στον Χάιντριχ μια δίκη και, στη συνέχεια, την αποβολή του με συνοπτικές διαδικασίες από το Πολεμικό Ναυτικό για προσβολή του Κώδικα Τιμής των αξιωματικών που επέβαλλε κόσμια διαγωγή. Αλλά ο Χάιντριχ κάθε άλλο παρά κόσμιος ήταν σε ό,τι αφορούσε τον ποδόγυρο. Ενιωθε ακόρεστη σεξουαλική πείνα, σε συνδυασμό με μια σαδιστική διάθεση και η σχέση του με τις γυναίκες έδινε την εντύπωση του αρπακτικού που ορμάει στη λεία του, παρ΄ όλο που κοινωνικά προέβαλλε την εικόνα του τέλειου συζύγου και του υποδειγματικού οικογενειάρχη (απέκτησε τέσσερα παιδιά εκ των οποίων το ένα γεννήθηκε μετά τον θάνατό του).

Το μακρύ του χέρι έφτασε ως τη Βαρκελώνη, όπου, κατά τη διάρκεια μιας ναυτικής δεξίωσης στη Γερμανική Λέσχη, την εποχή όπου ήταν αξιωματικός του Ναυτικού χαστουκίστηκε δημόσια από μια νεαρή κοπέλα. Ο διάσημος διερμηνέας των ναζιστών στην Ιταλία και αξιωματικός των Ες Ες Οϊγκεν Ντόλμαν διηγείται στα απομνημονεύματά του ότι ο Χάιντριχ ήταν ο μόνος από τους ναζιστές ηγέτες που του προκάλεσε ενστικτωδώς φόβο από την πρώτη στιγμή που τον είδε στην επίσκεψη που τον συνόδευε σε έναν οίκο ανοχής, την εποχή όπου ήταν ήδη αρχηγός των μυστικών υπηρεσιών. Ο Χάιντριχ συγκέντρωσε όλες τις πόρνες και έριξε στο πάτωμα μια χούφτα χρυσά νομίσματα για να τις δει να σέρνονται στα πόδια του, μια εικόνα αντάξια της μοχθηρότητας που επεδείκνυαν οι κοόρτεις των Πραιτωριανών του Δομιτιανού.

Η αποβολήτου από το Πολεμικό Ναυτικό ήταν ισχυρό πλήγμα για τον Χάιντριχ, το ισχυρότερο της ζωής του, αυτό που τον οδήγησε στα Ες Ες και στην επίδοσή του στη γενοκτονία. Πληγωμένος, ταπεινωμένος και μνησίκακος, χωρίς σπίτι και δουλειά, κατατάχτηκε στο μοναδικό στρατιωτικό σώμα με κάποιο κύρος που θα μπορούσε να δεχτεί έναν στιγματισμένο άντρα. Στους κόλπους αυτής της νέας και μοχθηρής «αριστοκρατίας» βρήκε ένα υποκατάστατο της βαθιάς ανάγκης του για κοινωνική αναγνώριση και έναν τρόπο να γίνει αποδεκτός από τον κόσμο που τον είχε απορρίψει. Αναμφίβολα τα Ες Ες δέχτηκαν με μεγάλη ευχαρίστηση στις γραμμές τους έναν εκδιωγμένο και εκδικητικό πρώην στρατιωτικό σαν τον Χάιντριχ, ο οποίος, επιπλέον, διέθετε θαυμαστή άρια εμφάνιση.

Ο ιδανικός ναζιστής
Πράγματι ο Χάιντριχ θεωρήθηκε ο «ιδανικός άντρας των Ες Ες», ένας εγκωμιαστικός τίτλος που σήμερα εκπλήσσει. Ωστόσο η άφιξή του εκεί είχε κάτι το κωμικό, όπως εξηγεί ο Ρίτσαρντ Μπρέιτμαν στο διαφωτιστικό βιβλίο του για τον Χίμλερ, με τίτλο «Ο αρχιτέκτονας της γενοκτονίας»: μόλις έμαθε ότι ο Χίμλερ έψαχνε κάποιον για να συστήσει μια μυστική υπηρεσία των Ες Ες, την κατοπινή Ες Ντε, που θα σκορπούσε τον τρόμο, ο Χάιντριχ παρουσιάστηκε απροειδοποίητα στη φάρμα του Χίμλερ, στο Βαλντρούντερινγκ, όπου ο αρχηγός των Ες Ες, λάτρης της γεωργίας, της κηπουρικής όσο και των στρατοπέδων συγκέντρωσης, τον υπέβαλε σε σύντομη ανάκριση και του ζήτησε να σκιαγραφήσει ένα πλάνο για τον νέο τομέα. Ο Χάιντριχ αυτοσχεδίασε, βασιζόμενος στην εμπειρία του ως αναγνώστη κατασκοπικών μυθιστορημάτων και πήρε τη θέση. Οι ιστορικοί, ωστόσο, επισημαίνουν ότι είναι λάθος να θεωρούμε τον Χάιντριχ αποκλειστικά καιροσκόπο: στην πραγματικότητα υπήρξε ιδεολόγος, πιστός στο ναζιστικό δόγμα, και τα εγκλήματά του ήταν απόρροια του φανατισμού του και της αφοσίωσής του στον χιτλερικό σκοπό.

Το νέο, λαμπερό μέλος των Ες Ες επωφελήθηκε της ευκαιρίας να παντρευτεί τη Λίνα φον Οστεν με μια τελετή από την οποία δεν έλειψε η σβάστικα στην Αγία Τράπεζα. Το γαμήλιο δώρο του Χίμλερ στον Χάιντριχ ήταν η προαγωγή του δεύτερου σε αντισυνταγματάρχη. Ο Χάιντριχ έπεσε με τα μούτρα στην οργάνωση της Ες Ντε και δημιούργησε ένα ύπουλο και μοχθηρό όργανο, αφιερωμένο στη δολοπλοκία και στην κατασκοπεία. Ωστόσο ανέκυψε νέα αντιξοότητα: αναδύθηκε και πάλι το παλιό θέμα του εβραϊκού αίματος, αναμφίβολα ως αποτέλεσμα των δολοπλοκιών και του φθόνου στο εσωτερικό του κόμματος. Το ζήτημα έφθασε στα ανώτερα κλιμάκια που διέταξαν τη διεξοδική εξέταση της οικογένειας. Η έρευνα έδειξε ότι ο Χάιντριχ ήταν «καθαρός άριος» αλλά οι υποψίες δεν εξαλείφθηκαν ποτέ ολοκληρωτικά. Σε αυτό συνέβαλε το γεγονός ότι πολλά στοιχεία της γενεαλογίας του Χάιντριχ (καθώς και ένας μάρτυρας) εξαφανίστηκαν. Στην επιτύμβια στήλη του τάφου της γιαγιάς του, για παράδειγμα, η επιγραφή Σάρα Χάιντριχ μετατράπηκε μυστηριωδώς σε Σ. Χάιντριχ.

Κανένας οίκτος

Ο Χάιντριχ είχε ιδιαίτερη έφεση στα σπορ και ειδικότερα στην ξιφασκία, υπήρξε μάλιστα αρχηγός της ομάδας ξιφασκίας των Ες Ες (ΤΟΡFΟΤΟ/ΑΚ ΙΜΑGΕS)

Είναι πιθανόν αυτή η δαμόκλειος σπάθη του εβραϊκού αίματος να πυροδότησε τον αντισημιτικό φανατισμό του Χάιντριχ. Επιπλέον, ενδέχεται να λειτούργησε ως μοχλός πίεσης από τα υψηλά κλιμάκια του κόμματος (ο Γιοακίμ Φεστ λέει ότι υπέστη εκβιασμούς). Ο Χάιντριχ αποδείχθηκε από την αρχή ένας αδυσώπητος Μακιαβέλι της αστυνομίας. Ενα από τα πρώτα δείγματα των μοναδικών ικανοτήτων του δόθηκε τη Νύχτα των Μεγάλων Μαχαιριών, τη νύχτα της 30ής Ιουνίου προς την 1η Ιουλίου 1934, όταν ο Χίτλερ «ξεκαθάρισε» το κόμμα από τους κομματικούς του αντιπάλους. Δεν είχε τον παραμικρό ενδοιασμό να διατάξει τη θανάτωση του ηγετικού στελέχους του κόμματος Ερνστ Ρεμ, νονού του μεγαλύτερου γιου του.

Μέσα σε λίγο χρόνο ο σκληρός, ανελέητος, δολοπλόκος αλλά και αποτελεσματικός Χάιντριχ κατάφερε, όντας στη σκιά του Χίμλερ, να συγκεντρώσει τεράστια δύναμη στα χέρια του: χρίστηκε αρχηγός της μυστικής αστυνομίας (SΙΡΟ) που περιελάμβανε την Γκεστάπο και υπεύθυνος της Reichssicherheitshaupramt (RSΗΑ), της ανώτατης υπηρεσίας εσωτερικής ασφάλειας του Ράιχ, του τρομερού ιστού που διέτρεχε όλες τις υπηρεσίες αστυνόμευσης και κατασκοπείας της χώρας. Μέσα στα κα θήκοντα της υπηρεσίας αυτής ήταν φυσικά και το ζήτημα των εβραίων, οι οποίοι θεωρούνταν κύριοι εχθροί του κράτους.

Στις 31 Αυγούστου του 1939 ο Χάιντριχ είχε το αμφίβολο προνόμιο να σηκώσει την αυλαία του Β΄ Παγκοσμίου Πόλεμου: ήταν ο επικεφαλής της Επιχείρησης Τάνενμπεργκ η οποία σκοπό είχε να στήσει μια ψεύτικη πολωνική επίθεση που θα δικαιολογούσε προπαγανδιστικά τη γερμανική εισβολή στην Πολωνία την επόμενη ημέρα. Στην επιχείρηση αυτή χρησιμοποιήθηκαν αιχμάλωτοι του στρατοπέδου Ζαχσενχάουζεν, οι οποίοι εκτελέστηκαν εν ψυχρώ, υποδυόμενοι τους πολωνούς επιτιθέμενους στρατιώτες. Κατά τη διάρκεια της εκστρατείας στην Πολωνία τα Ες Ες εγκαινίασαν το πρόγραμμα μαζικών δολοφονιών, με τις ειδικές αστυνομικές μονάδες ασφαλείας του Χάιντριχ, τις περιβόητες einsatzgru ppen, που έμελλε να σπείρουν τον τρόμο στη Σοβιετική Ενωση, διαπράττοντας αμέτρητες φρικαλεότητες.

Ο Χάιντριχ ενεπλάκη σταδιακά στις πλέον επονείδιστες πτυχές του ναζιστικού καθεστώτος και, κατά συνέπεια, κατέληξε να διαδραματίσει καταλυτικό ρόλο στην «τελική λύση του εβραϊκού ζητήματος», έναν ρόλο για τον οποίο, αν είχε επιζήσει του πολέμου, θα καταδικαζόταν οπωσδήποτε στη Νυρεμβέργη. Κατ΄ εντολήν του Γκέρινγκ διοργάνωσε την περίφημη Διάσκεψη της Βάνζεε όπου, στις 20 Ιανουαρίου του 1942, συγκεντρώθηκαν οι υψηλοί αξιωματούχοι του Γ΄ Ράιχ για να ορίσουν τα διοικητικά μέτρα και τη διοικητική μέριμνα της γενοκτονίας των εβραίων. Μόνο και μόνο για αυτήν την καρποφόρο συγκέντρωση, στην οποία αποφασίστηκε εν μέσω εκλεκτών κρασιών και πούρων η εξόντωση εκατομμυρίων ανθρώπων, ο Χάιντριχ αξίζει να καταγραφεί στην παγκόσμια ιστορία της μοχθηρότητας.

Ενέδρα στη Βοημία
Από τον Σεπτέμβριο του 1941, και χάρη σε μια συμπτωματική συμμαχία με τον Μπόρμαν, ο Χάιντριχ συνδύαζε τα καθήκοντά του ως αρχηγού της αστυνομίας και της ασφάλειας της αυτοκρατορίας του Χίτλερ με το υψηλό αξίωμα του επικεφαλής των Ες Ες στη Βοημία-Μοραβία. Με αυτήν την ιδιότητα μετέτρεψε ουσιαστικά τη χώρα σε κράτος των Ες Ες και ανέπτυξε στο μέγιστο τις διαστροφικές του ικανότητες, προς φρίκη όλων των Τσέχων. Η επιτυχία του στην καταστολή κάθε είδους αντίστασης αποδείχθηκε συντριπτική σε τέτοιο βαθμό ώστε, παραδόξως, αποτέλεσε έναν από τους λόγους της δολοφονίας του. Οι εξορισμένοι στο Λονδίνο τσεχικοί κύκλοι ένιωσαν υποχρεωμένοι να οργανώσουν και να υλοποιήσουν μια θεαματική αποστολή που θα έδειχνε στον κόσμο ότι ο τσεχικός λαός δεν είχε υποκύψει στη ναζιστική τυραννία. Ετσι γεννήθηκε η Αnthropoid, η επιχείρηση κομάντος με στόχο τη δολοφονία του.

Ο Χάιντριχ περιφρονούσε τους Σλάβους και τους ετοίμαζε ένα μέλλον αδυσώπητης σκλαβιάς στο Γ΄ Ράιχ. Η περιφρόνησή του για τους σλαβικούς λαούς, σε συνδυασμό με τη μεγάλη ιδέα που είχε για τον εαυτό του, τον έκανε να αμελήσει την προσωπική του ασφάλεια. Οι αλεξιπτωτιστές κομάντος που είχαν εκπαιδευτεί στο Ηνωμένο Βασίλειο τού έστησαν ενέδρα στις 27 Μαΐου του 1942 στη διαδρομή που έκανε κάθε ημέρα την ίδια ώρα και χωρίς συνοδεία, με ένα ξεσκέπαστο αυτοκίνητο που οδηγούσε ο σοφέρ του των Ες Ες Γιόχαν Κλάιν, από το σπίτι του στα προάστια της Πράγας (μια πολυτελή έπαυλη που είχε κατασχέσει από έναν εβραίο) ως το γραφείο του στο φρούριο Χράντσανι. Σε μια κλειστή στροφή του δρόμου, στα προάστια της πρωτεύουσας, ο λοχίας Γκάμπτσικ όρμησε κραδαίνοντας το Stein του, με σκοπό να αδειάσει τις σφαίρες του στο όχημα. Πάτησε τη σκανδάλη και… τίποτα. Το όπλο είχε κολλήσει. Εκείνη τη στιγμή ο Χάιντριχ πήρε μια μοιραία απόφαση: αντί να διατάξει τον Κλάιν να επιταχύνει, όπως θα ήταν λογικό να κάνει, τον πρόσταξε να σταματήσει για να αντιμετωπίσει ο ίδιος τον επιτιθέμενο. Προφανώς είχε πολλά ελαττώματα, ωστόσο κάθε άλλο παρά δειλός ήταν. Ηταν εξωφρενικά παράτολμος, για τον λόγο αυτό έμαθε να πιλοτάρει αεροπλάνα και, κατά τη διάρκεια του πολέμου, δεν δίστασε να πετάξει με τη Λουφτβάφε σε αναγνωριστικές και μαχητικές αποστολές πρώτα στη Νορβηγία και στη Γαλλία και έπειτα στη Ρωσία όπου, χειριζόμενος ο ίδιος το προσωπικό του καταδιωκτικό Μe-109, καταρρίφθηκε από τον εχθρό και χρειάστηκε να διασωθεί με ειδική επιχείρηση πίσω από τις εχθρικές γραμμές. Ο Χίτλερ εξοργίστηκε μόλις έμαθε ότι ο μεγάλος ειδικός του σε θέματα ασφαλείας και θεματοφύλακας τόσων μυστικών ριψοκινδύνευε αλόγιστα, ενώ ο Χίμλερ τού απαγόρευσε να ξαναπετάξει.

Ο Χάιντριχ, σταματώντας εκείνη την ημέρα το αυτοκίνητο, έδωσε την ευκαιρία στον άλλο εκτελεστή της δολοφονικής απόπειρας, τον λοχία Κούμπις, να εκσφενδονίσει χειροβομβίδα. Το κατασκεύασμα προσέκρουσε στο πλάι της Μερτσέντες 320 και εξερράγη, με αποτέλεσμα ο αξιωματικός των ναζιστών να τραυματιστεί από θραύσματα του αμαξώματος. Την περίοδο εκείνη ο Χάιντριχ ετοιμαζόταν να κάνει ένα νέο άλμα στην καριέρα του. Περίμενε ότι ο Χίτλερ θα τον όριζε επικεφαλής ασφαλείας όλων των κατακτημένων επικρατειών. Σκοπός του ήταν να εφαρμόσει την εμπειρία του Προτεκτοράτου ειδικά στη Γαλλία, προκειμένου να μειώσει την αντίσταση των Γάλλων, με τις γνωστές αποτρόπαιες μεθόδους. Σε συνδυασμό με τα καθήκοντά του στο υπουργείο Εσωτερικών και στην Αντικατασκοπία καθώς και με τη δράση του, που στόχο είχε την εκτόπιση των εβραίων, το νέο αξίωμα θα εκτόξευε τον Χάιντριχ στην πρώτη γραμμή του Γ΄ Ράιχ. Θάνατος από σηψαιμία

Φωτογραφημένος να χαιρετά ναζιστικά το 1942. Ακόμη και μετά τον θάνατο του Χάιντριχ η σκιά του δεν έπαψε να πλανάται απειλητικά επάνω από την Πράγα (ΚΕΥSΤΟΝΕ/VΙSUΑLΡΗΟΤΟS.CΟΜ)

Η Γκίτα Σερένι, σύμφωνα με την οποία ο Χάιντριχ υπήρξε «η σκοτεινότερη μορφή του ναζιστικού καθεστώτος», πιστεύει ότι φιλοδοξούσε να αντικαταστήσει τον Χίμλερ. Αλλοι ιστορικοί, ωστόσο, διαφωνούν. Ο Ρίτσαρντ Οβερι είπε πρόσφατα σε μένα τον ίδιο ότι η ναζιστική ηγεσία δεν μπορούσε να ανεχθεί έναν Χάιντριχ με μεγαλύτερες δικαιοδοσίες, ο οποίος θα μπορούσε να αποτελέσει απειλή για τους πραγματικούς αρχηγούς. Θεωρεί ότι η μοίρα του ήταν να «κινηθεί οριζόντια και όχι προς τα πάνω». Σε μια άλλη συζήτηση ο επίσης ιστορικός Ρίτσαρντ Τζ. Εβανς ισχυρίστηκε ότι ο Χάιντριχ, παρ΄ όλες τις τακτικές του, δεν θα έπαυε ποτέ να είναι υφιστάμενος του Χίμλερ. Οπως και αν έχει, ο Χάιντριχ μετά την απόπειρα αιμορραγούσε στον δρόμο, νιώθοντας ίσως να εξανεμίζονται τα όνειρά του, αλλά προσκολλημένος ακόμη στο όπλο του και στο μίσος του. Μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο Μπουλόφκα και η πρώτη εκτίμηση ήταν ότι δεν έφερε σοβαρά τραύματα και θα ανάρρωνεπρος φρίκη όλων.

Επειτα από λίγες ημέρες η κατάστασή του επιδεινώθηκε απότομα, υπέστη σηψαιμία, ο οργανισμός του κατέρρευσε και στις 4 Ιουνίου πέθανε. Εικάζεται ότι η χειροβομβίδα περιείχε κάποια τοξίνη με την οποία την είχαν εμπλουτίσει γενναιόδωρα οι βρετανικές μυστικές υπηρεσίες ή ότι κάποιος στο νοσοκομείο έδρασε εις βάρος του καταπονημένου δολοφόνου. Το πιθανότερο είναι ότι ο Χάιντριχ δηλητηριάστηκε από κάποιο βακτήριο που εισχώρησε στις πληγές που προκλήθηκαν από το μέταλλο της βόμβας και τα θραύσματα του αυτοκινήτου. Στο πληγωμένο σώμα του βρέθηκαν και υπολείμματα από αλογότριχες που χρησιμοποιούσαν για να γεμίζουν το εσωτερικό των καθισμάτων των αυτοκινήτων. Ως αιτία θανάτου ανακοινώθηκε η μόλυνση τραύματος. Ο Χίμλερ έστειλε τους καλύτερους γιατρούς των Ες Ες για να θεραπεύσουν το δεξί του χέρι, αλλά οι προσπάθειές τους απέβησαν άκαρπες.

Ο γιατρός του Χίτλερ άσκησε δριμεία κριτική στον Καρλ Γκέμπχαρτ, επικεφαλής χειρουργό των Βάφεν Ες Ες, κατηγορώντας τον για ιατρικό λάθος, εξαιτίας της χρήσης σουλφαμίδων στη θεραπεία του ασθενούς. Το περιστατικό αυτό πυροδότησε στη διεστραμμένη ναζιστική λογική άλλη μια φρικαλεότητα που αποτέλεσε τον επίλογο στην καριέρα του Χάιντριχ: ο Γκέμπχαρτ εγκαταστάθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Ράβενσμπρουκ όπου έκανε πειράματα σε αιχμάλωτεςτους προξενούσε πληγές τις οποίες στη συνέχεια μόλυνε ο ίδιος- για να αποδείξει ότι η θεραπεία του Χάιντριχ δεν ήταν λανθασμένη. Αυτά τα πειράματα προκάλεσαν την αγωνία και τον θάνατο μιας ομάδας γυναικών αιχμαλώτων, Πολωνών στην πλειονότητά τους, που επιλέχθηκαν ως ανθρώπινα πειραματόζωα, τις αποκαλούμενες kanichen (κουνέλια). Τον περασμένο Απρίλιο είχα την ευκαιρία να γνωρίσω μια από τις επιζήσασες στην τελετή για την απελευθέρωση του στρατοπέδου Ράβενσμπρουκ, η οποία μου έδειξε τα πόδια της, αυλακωμένα από μεγάλες ουλές, φριχτά σημάδια τα οποία με κάποιο τρόπο οδηγούσαν πίσω στον Χάιντριχ.

Οταν έκλαψε ο Χίτλερ
Οταν πληροφορήθηκε τον θάνατο του δολοφόνουο Χίτλερ, ο οποίος διατηρούσε πάντα μια απόσταση από τον μεγάλο δήμιο του καθεστώτος του, στην αρχή καταράστηκε οργισμένος τον υφιστάμενό του για την απρονοησία του, στη συνέχεια παρομοίασε τον θάνατό του με την ήττα σε μια μάχη και, τέλος, συγκινημένος, στην κηδεία του που έγινε δημοσία δαπάνη στην Καγκελαρία του Γ΄ Ράιχ στο Βερολίνο, τον χαρακτήρισε «άντρα με ατσάλινη καρδιά». Οι ναζιστές αρχηγοί αποχαιρέτισαν τον μοναδικό εξ αυτών που σκοτώθηκε σε δολοφονική απόπειρα με φαντασμαγορική τελετή. Η Φιλαρμονική του Βερολίνου παιάνισε το πένθιμο εμβατήριο «Sigfrido», ενώ ο Φύρερ αγκάλιασε τα παιδιά του Χάιντριχ. Ο μεγαλύτερος γιος του πέθανε λίγο αργότερα, όταν τον παρέσυρε φορτηγό.

Στην Πράγα παραμένει ζωντανή η ανάμνηση της σιωπηλής αναμονής που επικράτησε ύστερα από την είδηση της δολοφονικής απόπειρας. Μετά τη νηνεμία η ναζιστική εκδίκηση ξέσπασε σαν ανελέητη καταιγίδα. Τα αντίποινα ήταν φριχτά: μαζικές εκτελέσεις, απελάσεις, ολική καταστροφή του Λεζάκ και του Λίντιτσε, περιοχές όπου εικαζόταν πως είχαν καταφύγει οι αλεξιπτωτιστές, των οποίων τα κεφάλια εκτέθηκαν, δημόσια, μπηγμένα σε παλούκια. Τα κεφάλια του Γκάμπτσικ και του Κούμπις διατηρήθηκαν στη φορμόλη στο ανάκτορο του Πράζσκι ως το τέλος του πολέμου. Σήμερα αποτελεί συγκλονιστική εμπειρία να διασχίζει κανείς την υπέροχη πόλη, που κατακλύζεται από τουρίστες, ακολουθώντας τα ίχνη του Χάιντριχ. Τα βήματα του επισκέπτη αντηχούν στα σκαλιά του φρουρίου Χράντσανι, όπου φαντάζεται κανείς να ανεμίζουν οι μεγάλες σημαίες των Ες Ες, ενώ η μουσική του πατέρα του μοιάζει να αντηχεί στο ανάκτορο Βαλενστάιν, όπου ο ναζιστής ηγέτης παρακολούθησε συναυλία προς τιμήν του Μπρούνο Χάιντριχ, την παραμονή της δολοφονίας του.

Το σκηνικό της δολοφονικής απόπειρας στη συμβολή των δρόμων V Ηolesovickach και Ζenklova σήμερα έχει αλλάξει, αλλά ο επισκέπτης νιώθει ανήσυχος ότι θα δει τη Μερτσέντες του reichprotektor να προβάλλει από στιγμή σε στιγμή. Το χειρότερο μέρος, ωστόσο, είναι το εβραϊκό νεκροταφείο, όπου οι επιτύμβιες στήλες συσσωρεύονται όπως τα αμαρτήματα του Χάιντριχ, του Γκόλεμ του Χίτλερ, σχηματίζοντας μακριές σκιές στο δειλινό. Τη νύχτα, αφού χάζεψα τις πάπιες που κολυμπούσαν στα νερά του Μολδάβα και περιπλανήθηκα στα μπαρ της Μάλα Στράνα, θυμήθηκα το παλιό σλαβικό έθιμο για να ξορκίζει κανείς το κακό φτύνοντας στη φωτιά. Το έκανα με ένα κερί που ήταν αναμμένο στο πάτωμα, μπροστά στην πόρτα ενός μπαρ, μουρμουρίζοντας το όνομα του Ράινχαρτ Χάιντριχ, και η φλόγα έσβησε με ένα θυμωμένο σφύριγμα φιδιού.