Για τον Γιαν Φαμπρ η ανεκτικότητα που κατοικεί στη μετριοπάθεια των πολλών είναι ένοχη για την επικράτηση των άκρων. Πρόκειται μάλιστα για άκρα που σπανίως γίνονται αντιληπτά ως τέτοια, αφού προτού καν κυριαρχήσουν είχαμε ήδη αποφασίσει ότι θα τα ανεχθούμε. Δεν είναι λίγοι αυτοί που έχουν επισημάνει κάτι παρόμοιο. Για τον Σαμ Χάρις, παραδείγματος χάριν, έναν από τους κυριότερους εκπροσώπους των Νέων Αθεϊστών, ευθύνη για την επικράτηση του θρησκευτικού φονταμενταλιστικού παραλογισμού φέρουν οι μετριοπαθείς που υποστηρίζουν ότι τα πιστεύω όλων πρέπει να γίνονται σεβαστά. Τουναντίον, υποστηρίζει ο Σαμ Χάρις, το γεγονός πως κάποιος μπορεί να πιστεύει ό,τι θέλει δεν σημαίνει ότι οφείλουμε να «σεβόμαστε» την άποψή του ότι ο Χριστός γεννήθηκε από μητέρα παρθένα ή ότι όταν πεθάνει τον περιμένουν παρθένες στον παράδεισο, αλλά οφείλουμε να αντιπαρατάξουμε επιστημονικά τεκμήρια αβασιμότητας αυτών των απόψεων και να εργαζόμαστε σθεναρά για να τις καταρρίψουμε.

Δεν υπάρχει τίποτε το λογικό, κατά τον Χάρις, στο να «σεβόμαστε» τον παραλογισμό του άλλου μόνο και μόνο επειδή αποτελεί πεποίθησή του, καθ΄ ότι σε μια κοινωνία ο «σεβασμός» των απόψεων θα έπρεπε να κατακτάται μέσω του ελέγχου τους από ορθολογικές αιτιάσεις και μέσω της πειθούς και όχι μέσω μιας ρύθμισης όπου κάθε άποψη είναι «σεβαστή», δηλαδή απρόσβλητη από κάθε άλλη. Και ο φιλόσοφος Σλαβόι Ζίζεκ με τη σειρά του, σχετικά πρόσφατα και σε μια διάλεξή του στην Αθήνα, επισημαίνει ότι οι ρυθμίσεις ανοχής κάθε συμπεριφοράς, δηλαδή η πολιτική ορθότητα που στοχεύει να προστατεύσει κάθε άποψη από το να την προσβάλει μια άλλη, στην πραγματικότητα στερούνται μιας απλούστατης ποιότητας: της «κοινότητας». Η αίσθηση κοινότητας προκύπτει όχι από τη ρύθμιση αλλά από την αυτόβουλη διάδραση των ανθρώπων.

Επιστρέφοντας στον Φαμπρ, η γενικευμένη ανεκτικότητα έχει ήδη διαβρώσει τις ανθρώπινες κοινωνίες, τα άκρα έχουν πλέον επικρατήσει ως κανονικότητα και σε αυτό διαπιστώνει μια βαθιά ασθένεια του ανθρώπου. Ο ίδιος έχει πει σε παλαιότερη συζήτη σή μας: «Κυνισμός είναι για εμένα αυτό το όργιο ανεκτικότητας που εκτυλίσσεται στην κοινωνία μας. Δεν ξέρω για την Ελλάδα, αλλά στη χώρα μου, για παράδειγμα, το να μιλάς με την Ακροδεξιά έχει γίνει μέρος μιας ανεκτικότητας που πρέπει να δεχθούμε. Αυτή η ανεκτικότητα είναι αφόρητη. Ολα αυτά τα πράγματα νομιμοποιούνται και νομίζω ότι είναι πολύ κυνικό το να το δέχεται κανείς. Οταν είμαι σπίτι, τη νύχτα, και βλέπω τηλεόραση, σε κάθε κανάλι βλέπω μια τηλεφωνική γραμμή πορνό. Είναι μια τόσο κυνική διαδικασία, τέτοια κατάπτωση της σεξουαλικότητας, του ερωτισμού. Βασίζεται στο να σου παίρνει τα λεφτά. Δεν βασίζεται καθόλου στον πόθο. Δεν βασίζεται στην ηδονή. Και όλοι το δέχονται αυτό. Πιστεύω ότι έχει σημασία να είσαι ανεκτικός. Αλλά, όπως είπα, αυτό που ζούμε τώρα είναι ένα όργιο ανεκτικότητας. Και νομίζω ότι αυτό είναι πολύ επικίνδυνο. Επειδή αρχίζουμε να δεχόμαστε όλους αυτούς τους κανόνες. Δεχόμαστε ότι πρέπει να είμαστε ευγενικοί με τον διπλανό μας, δεχόμαστε ότι δεν μπορούμε να καπνίσουμε, δεχόμαστε ότι δεν μπορούμε να είμαστε κριτικοί με τους μουσουλμάνους διότι τότε θα είμαστε ρατσιστές. Το μαχαίρι όμως κόβει και από τις δύο πλευρές: εγώ πιστεύω ότι πρέπει να συμπάσχεις με τη ζωή. Αυτή η παλαιά ιδέα… Πρέπει να επιλέγεις σε κάθε περίσταση ποιο είναι το σωστό να πράξεις, ποιο είναι το σωστό προς τη ζωή». Μακράν λοιπόν του να ηθικολογεί, ο Γιαν Φαμπρ αντιπαραθέτει σε αυτό που αντιλαμβάνεται ως γενικευμένη σήψη και αλλοτρίωση μια πρόκληση, μια ευθεία επίθεση σε κάθε πολιτική ορθότητα και σε κάθε ανεκτικότητα: βουλιμικές γυναίκες γεννούν τρόφιμα σε πλαστικές συσκευασίες, μέσα σε καρότσια του σουπερμάρκετ, μεγαλοεπιχειρηματίες απαριθμούν πόσους μουσουλμάνους ή πόσους εβραίους κατέχουν, ενώ προπονητές με καραμπίνες στον ώμο προπονούν τους αθλητές τους στον αυνανισμό και στην εκσπερμάτωση. Πρόκειται για τη νέα παράσταση του Γιαν Φαμπρ με τίτλο «Οργιο ανεκτικότητας», η οποία παρουσιάζεται στο Παλλάς στις 10 και 11 Ιουνίου. Ο ίδιος είναι υπεύθυνος για το σκεπτικό, τη χορογραφία και τη σκηνοθεσία, ενώ τα κείμενα τα έχει γράψει συνεργατικά με τους εννέα ηθοποιούς της παράστασης.

Γεννημένος στην Αμβέρσα το 1958, ο Γιαν Φαμπρ είναι ένας από τους πιο πολυσχιδείς και παραγωγικούς καλλιτέχνες της εποχής μας. Ο ίδιος έχει συνοψίσει τις διάφορες πλευρές του έργου του με τη φράση:«Ζω (σ)το θέατρό μου και πεθαίνω (σ)τα σχέδιά μου». Εχει παρουσιάσει σχέδια, γλυπτά, κατασκευές και εγκαταστάσεις σε εκθέσεις στην Αμβέρσα, στο Στρασβούργο, στο Παρίσι, στη Ρώμη, στη Γένοβα, στο Μόναχο, στο Ντύσελντορφ, στη Βιέννη, στη Ζυρίχη, στο Μπρίστολ, στο Μπαθ, στο Λονδίνο, στη Νέα Υόρκη και αλλού. Εχει επίσης εργαστεί ως χορογράφος, σκηνογράφος και σκηνοθέτης για το θέατρο και την όπερα, έχει γράψει θεατρικά έργα και έχει σκηνοθετήσει ταινίες. Εχει συμμετάσχει σε πολλές σημαντικές διεθνείς διοργανώσεις, όπως η Μπιενάλε της Βενετίας (εθνική συμμετοχή του Βελγίου το 1984 και ομαδικές εκθέσεις το 1990 και το 1997), η Μπιενάλε του Σάο Πάολο (1991), η Documenta 9 του Κάσελ (1992), η Μπιενάλε της Φλωρεντίας (1996), η Μπιενάλε της Λυών (2000), η Μπιενάλε της Βαλένθια (2001), η Μπιενάλε της Κωνσταντινούπολης (2001), Οutlook (2003-2004) κ.ά. Αγαπά ιδιαίτερα να δείχνει δουλειά του στην Αθήνα. Εδώ έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα του έργου του «Ι am a mistake» («Είμαι ένα λάθος»), στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών πριν από ενάμιση χρόνο, και εδώ έχει εκθέσει πλειστάκις το εικαστικό του έργο, στην γκαλερί ΑΔ με την οποία συνεργάζεται.

Παλλάς (Βουκουρεστίου 5, τηλ.210 3213.100),10 και 11 Ιουνίου.