«Εντέλλομαι όπως η επωνομασία της στοάς επί μεν της οδού Σταδίου είναι Στοά Αλεξάνδρου Εμμ.Νικολούδη,επί δε της Πανεπιστημίου Στοά Αδελφών Αριστείδου και Νικολάου Νικολούδη,αίτινες ουδέποτε θέλουσι καταργηθεί, ούτε θα αναγραφή ποτέ εις οιονδήποτε άλλο μέρος του κτιρίου οιαδήποτε άλλη επιγραφή αφορώσα τας ανωτέρω επωνυμίας…». Στην ιδιόγραφη διαθήκη του, με ημερομηνία 18 Μαρτίου 1941, ο Αλέξανδρος Νικολούδης είχε κάθε δικαίωμα να ζητεί την τήρηση των επιθυμιών του μετά θάνατον. Διότι απλώς επρόκειτο για ιδιοκτησία της οικογενείας του: Μία μονοκατοικία με κήπο όπου ο διάσημος αρχιτέκτονας πέρασε τα εφηβικά του χρόνια και στη θέση της οποίας- αφού εν τω μεταξύ το οικόπεδο είχε επαυξηθεί αποκτώντας όψη και επί της Σταδίου- ανήγειρε ο ίδιος ως σχεδιαστής και κατασκευαστής ένα κτίριο πολλαπλών χρήσεων. Το ανωτέρω αποτελεί ένα μόνο παράδειγμα από το σύνολο των δράσεων του Αλέξανδρου Νικολούδη στην Αθήνα σε επίπεδο αρχιτεκτονικό κατ΄ αρχάς, παραλλήλως όμως γνωμοδοτικό και πολιτικό. Ετσι ώστε δικαιολογημένα να μπορεί να χαρακτηρισθεί ο άνθρωπος που διαμόρφωσε το αστικό πρόσωπο της Αθήνας στα χρόνια του Μεσοπολέμου δίνοντας στην πρωτεύουσα κτίρια με ευρωπαϊκό αέρα και χαρακτηριστικά μακράν των νεοκλασικών, που κυριαρχούσαν ως τότε.

Εργα και οράματα
«Αλέξανδρος Νικολούδης, 1874-1944. Αρχιτεκτονικά οράματα και πολιτικές χειρονομίες» είναι ο τίτλος του βιβλίου των εκδόσεων «Ποταμός» στο οποίο η καθηγήτρια Αρχιτεκτονικής κυρία Αμαλία Κωτσάκη παρουσιάζει το έργο του Νικολούδη όπως το μελέτησε μέσα από το αρχείο του, που το 1999 παραδόθηκε από την κόρη του, χορογράφο Ζουζού Νικολούδη, στο Αρχείο Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής του Μουσείου Μπενάκη. Περιλαμβάνει περί τα 250 σχέδια και σκίτσα, φωτογραφίες, αρνητικά καθώς και λίγα έγγραφα και βιβλία. Και μέσα από αυτά αναδύονται κτίρια άμεσα αναγνωρίσιμα και σήμερα, όπως ο κινηματογράφος Αττικόν, η Φοιτητική Εστία, η Λέσχη Αξιωματικών και άλλα πουεξέλιπαν υπακούοντας στο αίτημα της κατεδάφισης και της αντιπαροχής.

Η Μεγάλη Ιδέα
Ο Νικολούδης υπήρξε ένας εκλεκτικιστής αρχιτέκτονας όσον αφορά την αισθητικήφιλοσοφική προσέγγιση της αρχιτεκτονικής, παράλληλα όμως, όπως επισημαίνει η κυρία Κωτσάκη, ήταν μία προσωπικότητα ταγμένη στην ενίσχυση των κρατικών θεσμών και του κεφαλαίου. Γι΄ αυτό και η έννοια της Μεγάλης Ιδέας που διαπερνούσε την εποχή προσαρμόστηκε μέσω αυτού και στην αρχιτεκτονική. «Σε αντίθεση όμως με άλλους καλλιτέχνες επίσης ταγμένους στον βενιζελισμό, όπως ο Καλομοίρης και ο Παρθένης,από το έργο του Νικολούδη εκλείπει ο ελληνοκεντρικός χαρακτήρας των μορφών, ενώ οι δημιουργίες του διέπονται από κοσμοπολίτικο πνεύμα» γράφει η ίδια.

Γαλουχημένος με τις αντιλήψεις της Εcole des Βeaux Αrts (ακαδημαϊσμός και αριστοκρατική προσέγγιση της τέχνης, στοιχεία κληρονομημένα από τον Βιτρούβιο, τον Νεοπλατωνισμό και την Αναγέννηση), ο Αλέξανδρος Νικολούδης συνδέθηκε ιδιαίτερα με την εξουσία και βρήκε θερμό υποστηρικτή στο πρόσωπο του Ελευθερίου Βενιζέλου, αλλά και του Αλέξανδρου Παπαναστασίου . Παρ΄ όλα αυτά στον τομέα των δημόσιων κτιρίων πολλές αρχιτεκτονικές μελέτες του, παρ΄ ότι βραβευμένες σε διαγωνισμούς, παρέμειναν ανεκτέλεστες λόγω της πολιτικής αστάθειας αλλά και λόγω των περιορισμένων οικονομικών του κράτους. Σε αρκετές περιπτώσεις εξάλλου υπέστησαν μεγάλες περικοπές, ενώ συχνή ήταν και η παραγωγή μεγαλεπήβολων σχεδίων και προπλασμάτων που δεν έγιναν ποτέ κτίρια, παρ΄ ότι χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρον προεκλογικά για λόγους προπαγάνδας.

Τα ιδιωτικά έργα, αντίθετα, έλαμψαν, τόσο τα ίδια όσο και οι ιδιοκτήτες τους, καθώς με τις δημιουργίες του ο αρχιτέκτονας συνέβαλε στην αναμόρφωση του τρόπου ζωής των νεοαστών. Σχεδίασε έτσι κατοικίες, χώρους ψυχαγωγίας, συνάθροισης και επιχειρηματικής δραστηριότητας σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα προς τέρψιν των συγχρόνων του Αθηναίων. «Θα μπορούσαμε να ισχυρισθούμε ότι ο γαλλοτραφής αρχιτέκτονας εισάγει στοιχεία τελετουργίας στο δημόσιο και ιδιωτικό χώρο. Σε ένα μεγάλο βαθμό τα κτήρια του Νικολούδη είναι σχεδιασμένα για να “στεγάσουν” το πρωτόκολλο και το “κοινωνικό θέαμα” είτε μέσα στο σπίτι είτε εκτός» γράφει η κυρία Κωτσάκη.

Ευρωπαϊκή κηπούπολη
Κορυφαία περίπτωση μεταφοράς ευρωπαϊκών προτύπων στην Αθήνα αποτελεί ο σχεδιασμός του Ψυχικού ως μία ελληνική εκδοχή της ευρωπαϊκής κηπούπολης ανάμεσα στο αγγλικό προάστιο και στη μνημειακή παράδοση του γαλλικού ακαδημαϊσμού. Αλλωστε η μεγαλύτερη επίδραση του Νικολούδη είναι φανερή στον αστικό σχεδιασμό καθώς βρίσκεται πίσω από τις σημαντικότερες αποφάσεις για την Αθήνα, ειδικά την περίοδο 1920-1930. Πλην του Ψυχικού, η χωροθέτηση και ο σχεδιασμός των εγκαταστάσεων του Ιπποδρόμου στο Φάληρο καθώς και όλων των κτιρίων του Πανεπιστημίου Αθηνών ήταν δικές του προτάσεις. Σε αυτά να προστεθούν σημαντικές γνωμοδοτήσεις του για θέματα καίριας σημασίας, όπως το ύψος των κτιρίων της Αθήνας «για λόγους αισθητικής και υγιεινής» που αποτέλεσε το κύριο οικοδομικό μέγεθος ως τον ΓΟΚ του 1985. Επίσης τον χαρακτηρισμό του Πεδίου του Αρεως ως χώρου πρασίνου, τη χωροθέτηση του «Συνοικισμού των εκ Ρωσίας Ελλήνων παρά τω οδώ Μεσογείων», τη διαμόρφωση της πλατείας Συντάγματος και την ανέγερση του Μνημείου του Αγνωστου Στρατιώτη. Ενώ βεβαίως πρέπει ιδιαίτερα να επισημανθεί η ενεργός συμμετοχή του στην ίδρυση της Σχολής Αρχιτεκτόνων στο Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Στη μετάβαση από τον νεοκλασικισμό στον μοντερνισμό ο ρόλος του Αλέξανδρου Νικολούδη υπήρξε καθοριστικός για τη φυσιογνωμία της Αθήνας.