Αξιοσημείωτη είναι η περίπτωση του εβραϊκής καταγωγής συνθέτη Βίκτορ Ούλμαν. Γεννημένος το 1898 στην τότε Βοημία, σπούδασε σύνθεση με τον Σένμπεργκ στη Βιέννη μετά τον Α´ Παγκόσμιο Πόλεμο ενώ αργότερα εγκαταστάθηκε στην Πράγα όπου εργάστηκε ως βοηθός του Αλεξάντερ φον Τσεμλίνσκι. Στην ίδια πόλη τον εντόπισε χρόνια αργότερα – και αφού είχε ήδη αρχίσει να κερδίζει παγκόσμια αναγνώριση – το «μακρύ χέρι» του Γ´ Ράιχ. Καθώς οι προσπάθειές του να διαφύγει δεν καρποφόρησαν, αναγκάστηκε να συμμορφωθεί με τις συνθήκες που επέβαλλε ο στρατός κατοχής, ώσπου το 1942 εγκλείστηκε στο στρατόπεδο Τερεζίν, έξω από την Πράγα. Εκτός από τη συνθετική του εργασία, ο Ούλμαν δραστηριοποιήθηκε έντονα ως μαέστρος, πιανίστας, διοργανωτής μουσικών εκδηλώσεων ενώ υπήρξε και η «ψυχή» ενός «εργαστηρίου σύγχρονης μουσικής» που οργανώθηκε στο στρατόπεδο!


Υπό συνθήκες καθημερινών ταπεινώσεων, κακής διατροφής και εξάπλωσης ασθενειών, η ανάπτυξη ανάλογων «κανονικών» δραστηριοτήτων προέβαλλε ως αναγκαία για τους κρατουμένους του στρατοπέδου, μεταξύ αυτών και αρκετοί καλλιτέχνες. «Η προσπάθειά μας να αφοσιωθούμε στην τέχνη αντανακλούσε τη θέλησή μας να ζήσουμε» έγραφε ο Ούλμαν. Στην κριτική του για την πρεμιέρα του έργου του συγκρατουμένου του Πάβελ Χάας «Σπουδή για έγχορδα» – το τελευταίο του συνθέτη, ο οποίος περίπου έναν μήνα αργότερα δολοφονήθηκε στο Αουσβιτς – ο ίδιος υπαινισσόταν τον τρόπο με τον οποίο οι συνθήκες στο στρατόπεδο υπέσκαπταν τη μουσική δημιουργία.


Το Τερεζίν εξελίχθηκε σε τόπο «μουσικής αντίστασης», όπου όροι όπως τέχνη και τρόμος, θύματα και ήρωες αποκτούσαν νέες διαστάσεις. Οι ναζιστές από την πλευρά τους ενίσχυαν ανάλογες δραστηριότητες για λόγους προπαγάνδας. Η διοίκηση του στρατοπέδου, μάλιστα, διέταξε τη διοργάνωση ειδικών παραστάσεων για μια ομάδα παρατηρητών του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού. Στο πλαίσιο της επίσκεψής τους παρουσιάστηκε και η ταινία «The Fuehrer gives the Jews a Town» («Ο Φύρερ δίνει στους εβραίους μια πόλη»), όπου το στρατόπεδο αποτυπωνόταν ως «πρότυπο γκέτο». Ωστόσο μετά την αποχώρηση της επιτροπής οι περισσότεροι από τους κρατουμένους δολοφονήθηκαν. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, ο Ούλμαν συνέθεσε περισσότερα από 20 έργα, μεταξύ αυτών και την όπερα «Ο αυτοκράτορας της Ατλαντίδος» («Der Kaiser von Atlantis»). Επρόκειτο για μια αλληγορία με θέμα τον Χίτλερ και τις φρικτές συνθήκες τις οποίες επέβαλλε στην ανθρωπότητα η ναζιστική κατάκτηση. Παρά το ότι έγιναν εντατικές πρόβες για το ανέβασμά της, η όπερα δεν παίχθηκε ποτέ στο Τερεζίν, αφού οι διοικητές του στρατοπέδου κατάλαβαν το αλληγορικό της νόημα και την απαγόρευσαν. Λίγο καιρό αργότερα – στις 16 Οκτωβρίου του 1944 – ο Ούλμαν έπαιρνε τον δρόμο για το Αουσβιτς, όπου δύο ημέρες μετά βρήκε φρικτό θάνατο στους θαλάμους αερίων. Ωστόσο λίγο προτού αναχωρήσει από το Τερεζίν εμπιστεύθηκε τα χειρόγραφά του σε κάποιον συγκρατούμενο. Αξιοσημείωτο είναι, μάλιστα, πως ό,τι επέζησε από τη μουσική του δημιουργία προέρχεται ακριβώς από εκείνη την περίοδο, ενώ οι προηγούμενες συνθέσεις του έχουν χαθεί.