Τα διαμάντια της Πινακοθήκης Ιωαννίνων


Η πόλη των Ιωαννίνων και πρωτεύουσα της Ηπείρου φέρει την προσωνυμία «Πόλη των Γραμμάτων και των Τεχνών» καθόλου τυχαία, αφού ανέδειξε μεγάλες μορφές και στα γράμματα και στις τέχνες και συνδύασε τη μακραίωνη ιστορία της με αξιόλογη πολιτιστική δραστηριότητα. Η περιήγησή μου στις περιφερειακές πινακοθήκες συνεχίζεται με την Πινακοθήκη Ιωαννίνων, που συγκεντρώνει περίπου 500 έργα νεοελλήνων δημιουργών, από δωρεές συλλεκτών και καλλιτεχνών, αλλά και αγορές των τελευταίων 40 χρόνων.


Η Πινακοθήκη Ιωαννίνων περιλαμβάνει έργα ζωγράφων του 19ου και του 20ού αιώνα, όπως: Γύζης, Ιακωβίδης, Προσαλέντης, Αργυρός, Γεραλής, Ροϊλός, Παρθένης και ακόμη των Μαλέα, Τσαρούχη, Βασιλείου, Μαυροΐδη, και όχι μόνο.


Με λίγα λόγια, έργα των σημαντικότερων ελλήνων ζωγράφων που εκπροσωπούν τις περισσότερες καλλιτεχνικές τάσεις, τα κινήματα και τα εκφραστικά μέσα.


Από τον Φεβρουάριο του 2000 η Δημοτική Πινακοθήκη στεγάζεται στους δύο ορόφους του ανακαινισμένου Κτιρίου Πυρσινέλλα (πολλά κτίρια στην πόλη φέρουν το όνομα του βιβλιόφιλου και φιλότεχνου τ. δημάρχου της πόλης), στη συμβολή των οδών 28ης Οκτωβρίου και Κοραή.


Το κτίριο με τα νεοκλασικά στοιχεία (υπέρθυρα, φουρούσια εξώστη, κορνίζες παραθύρων) χτίστηκε γύρω στα 1890 από τον πολιτικό μηχανικό Βεργωτή για λογαριασμό του γαμπρού του Βασίλη Πυρσινέλλα, ο οποίος το 1920 διορίζεται και τέσσερα χρόνια μετά εκλέγεται δήμαρχος της πόλης.


Τα χρόνια εκείνα το μέγαρο διέθετε πλούσια βιβλιοθήκη και μεγάλη συλλογή ειδών ασημουργίας, πινάκων και άλλων έργων τέχνης και ο Πυρσινέλλας κατάφερε να το μετατρέψει σε εντευκτήριο διανοουμένων της πόλης.


Το όνειρο και η πραγματικότητα


Η δημιουργία της Δημοτικής Πινακοθήκης υπήρξε το όνειρο των φιλότεχνων μελών του Συλλόγου «Οι φίλοι των Ιωαννίνων» από τη δεκαετία του ’50, όνειρο που μετασχηματίστηκε σε πραγματικότητα από τον πρόεδρό τους, ποιητή Γιάννη Βηλαρά.


Εκείνος όμως που συνέβαλε περισσότερο στην απόκτηση της συλλογής ήταν ο γιαννιώτης ζωγράφος Κώστας Μαλάμος.


Από τη δεκαετία του ’60 η Πινακοθήκη στεγάστηκε στο Κτίριο Μελά. Το 1965 η λειτουργία της διακόπηκε και μέρος της συλλογής φιλοξενήθηκε στο Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης.


Μόλις το 2000 το στεγαστικό πρόβλημα επιλύθηκε και τώρα το κύριο χρέος του δήμου είναι να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για να γίνει η Πινακοθήκη ένας ζωντανός χώρος πολιτισμού και όχι ένα μουσείο που απλώς εκθέτει τα εξαιρετικά έργα που διαθέτει.


Οπως λέει ο συντηρητής έργων τέχνης της Πινακοθήκης Ιωαννίνων Ιωάννης Λιούγκος, «ο χώρος έχει την ανάγκη αλλά και τη δυνατότητα μιας πιο σύνθετης λειτουργίας που θα περιλαμβάνει, εκτός της διοργάνωσης εκθέσεων, την έκδοση εντύπων, ομιλίες και παρουσιάσεις, ενώ θα πρέπει να δοθεί έμφαση στη δημιουργία εκπαιδευτικών προγραμμάτων αλλά και στην προβολή του έργου των πανελλήνιας εμβέλειας δημιουργών που κατάγονται από την περιοχή».


Μάλιστα ο κ. Λιούγκος αναφέρεται και στην «αξιοποίηση νέων χώρων του δήμου προκειμένου να συνεχιστούν αξιόλογες δωρεές που χάνονται, καθώς οι υποψήφιοι δωρητές ζητούν εκτός της εξασφάλισης της συντήρησης των έργων και τη διάθεση χώρων για έκθεσή τους στο κοινό».


Τα έργα που φιλοξενούνται


Βασικοί εκπρόσωποι της νεοελληνικής ζωγραφικής φιλοξενούνται στη Δημοτική Πινακοθήκη: Ιακωβίδης, Δούκας, Προσαλέντης, Ιωαννίδης, Βικάτος, Γερανιώτης, αυτοί δηλαδή που ακολουθούν την ακαδημαϊκή παράδοση και συνδυάζουν ιδεαλιστικά και ρεαλιστικά στοιχεία.


Επίσης οι ζωγράφοι της σχολής του Μονάχου, όπως ο Ουμβέρτος Αργυρός, ο Π. Μαθιόπουλος (προσωπογράφος της «καλής κοινωνίας»), ο Οθων Περβολαράκης, ο Λ. Γεραλής, ο Γ. Ροϊλός.


Στην έκθεση της Πινακοθήκης περιλαμβάνονται τρία σχέδια του Αλεξανδρινού Κωνσταντίνου Παρθένη και δύο αντιπροσωπευτικές ελαιογραφίες του Κωνσταντίνου Μαλέα.


Από τους «ανένταχτους» ο Ν. Λύτρας (γιος του Νικηφόρου) και ο Δ. Γαλάνης.


Στη συνέχεια, η «γενιά του ’30» με αντιπροσωπευτικούς καλλιτέχνες τον Τσαρούχη, τον Βασιλείου, τον Κοψίδη, τον Μαλάμο, τον Μαυροΐδη, τον Βακαλό, τον Κανέλλη, τον Γουναρόπουλο και τον Πλακωτάρη.


Στον ίδιο χώρο βρίσκεται και ένα έργο του Μπουζιάνη, εκ των σημαντικοτέρων ελλήνων εξπρεσιονιστών με διεθνή αναγνώριση.


Τέλος, εκτίθενται έργα των Κοντόπουλου, Τσίγκου και Καρά, καθώς και των Φασιανού, Τέτση, Μορέ και Παπά.


Η συλλογή των σχεδίων της Μακεδονίτισσας Θάλειας Φλωρά-Καραβία περιλαμβάνει 80 σχέδια και παστέλ.


Τα σχέδια και η «ιστορία» τους συνδέονται με την απελευθέρωση της πόλης αφού αποτυπώνουν χρονικά τη διαδρομή του ελληνικού απελευθερωτικού στρατού στην Ηπειρο ως και τη νικηφόρα είσοδό του στην πόλη τον Φεβρουάριο του 1913.


Η ζωγράφος, η οποία συνόδευε τον στρατό θεωρώντας πως «έχει κάτι το μεθυστικό ο πόλεμος και η εμπόλεμος ζωή», τον περιγράφει στα έργα της με τον πιο ρεαλιστικό τρόπο.


Ξεχωρίζουν περίπου 40 εικόνες που προέρχονται από δωρεές και ανήκουν στη συλλογή της Πινακοθήκης. Η Παναγία η Βρεφοκρατούσα, άγγελοι και άγιοι, που τοποθετούνται χρονικά στον 18ο και στον 19ο αιώνα, αποτυπώνουν διαφορετικές τεχνικές και τεχνοτροπίες με επιρροές από την κρητική, την ιταλική και τη ρωσική σχολή, ενώ οι περισσότερες ανήκουν σε τοπικά εργαστήρια.


Η ελληνική γλυπτική εκπροσωπείται με 30 έργα Ελλήνων, όπως Ιακωβίδη, Τόμπρου, Απάρτη, Παππά, Χρυσοχοΐδου, Μυλωνά, Παπαγιάννη, Βρέλλη, Ρόκου και άλλων.


Περίπου 50 έργα χαρακτικής συγκαταλέγονται στα εκθέματα που σκιαγραφούν την πορεία της στην Ελλάδα από τις αρχές του 20ού αιώνα με έργα των Γαλάνη, Γραμματόπουλου, Θεοδωροπούλου, Κατράκη, Μόσχου και Τάσσου.


Διαμάντι αληθινό της ηπειρώτικης πόλης, η Πινακοθήκη της με τους θησαυρούς που φιλοξενεί τις τελευταίες δεκαετίες.


Το ζητούμενο σήμερα είναι η σύνδεσή της με το σύγχρονο παρόν και η επικοινωνία της με μουσεία και πινακοθήκες του κέντρου, στόχος στον οποίο θα πρέπει να στραφεί άμεσα η Δημοτική Αρχή της πόλης.


Ο κ. Ιωάννης Μ. Βαρβιτσιώτης είναι επικεφαλής της ομάδας των ευρωβουλευτών της ΝΔ και πρόεδρος του Ινστιτούτου Δημοκρατίας «Κωνσταντίνος Καραμανλής».