Τι είναι άραγε αυτό που έκανε τους αθηναίους φίλους του χορού να εξαντλήσουν μέσα σε λίγες μόλις ώρες τα εισιτήρια για τις τρεις παραστάσεις της Πίνα Μπάους στον νέο χώρο του Ελληνικού Φεστιβάλ επί της οδού Πειραιώς; H επί σκηνής παρουσία της ίδιας της δημιουργού που τάραξε τα νερά της τέχνης της από τις πρώτες κιόλας χορογραφίες της στα τέλη της δεκαετίας του 1960; H παρουσίαση του αυτοβιογραφικού «Café Μüller», ενός έργου με το οποίο η Μπάους εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο Φεστιβάλ Αθηνών το 1987, ή μήπως όλα αυτά μαζί; Οποια κι αν είναι η απάντηση, γεγονός παραμένει ένα: στο πλαίσιο ενός γενικότερα ενδιαφέροντος σε ό,τι αφορά τον χορό θερινού τοπίου οι εν λόγω παραστάσεις κατέχουν εξέχουσα θέση επιβεβαιώνοντας την «αντοχή» του μύθου Μπάους στον χρόνο.


Το «Café Μüller» πρωτοπαρουσιάστηκε το 1978 και στο επίκεντρό του βρίσκονται θέματα με τα οποία η χορογράφος είχε ασχοληθεί και σε προηγούμενες δουλειές της: η αδυναμία της επικοινωνίας, η μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου αλλά και η διαρκής προσπάθεια ανακάλυψης του εσωτερικού μας κόσμου. Ταυτόχρονα, στο εν λόγω έργο η δημιουργός αναζητεί και μια άλλη μορφή χορού και θεάτρου: αυτή που δεν αρκείται στη «στρωτή» επιφάνεια των πραγμάτων αλλά επιχειρεί να φωτίσει και το βάθος των αισθημάτων.


«Αναζητώ να μιλήσω για τη ζωή που μας περιβάλλει, για την ύπαρξη, για μας. Το ουσιώδες πρόβλημα είναι ότι η ζωή δεν μπορεί πάντοτε να χορευτεί με παραδοσιακές αισθητικές φόρμες» έχει δηλώσει χαρακτηριστικά η Πίνα Μπάους. Και πραγματικά: με το δικό της Tanztheater – μια προσωπική φόρμα θεάματος που κατάφερε να διαφύγει των κατηγοριοποιήσεων – η δημοφιλέστερη επίγονος του εκφραστικού χορού στη Γερμανία επί δεκαετίες τώρα εξακολουθεί να διαδραματίζει έναν ανατρεπτικό και ως εκ τούτου καταλυτικό ρόλο τόσο στη χορευτική όσο και στη θεατρική σκηνή. Επί 33 χρόνια επικεφαλής του Χοροθεάτρου του Βούπερταλ, ο «συμβατικός» χαρακτήρας ενός χορογράφου ο οποίος απλώς ασχολείται με βήματα και κινήσεις που υπαγορεύονται από έναν συγκεκριμένο κώδικα δεν την ικανοποιεί. Ο,τι την ενδιαφέρει είναι ο λόγος που οι άνθρωποι κινούνται και όχι τόσο ο τρόπος της κίνησής τους. Οι χορευτές της που συχνά είναι ντυμένοι με σύγχρονα ρούχα – του αντίθετου φύλου κάποιες φορές – μοιάζουν περισσότερο με συνηθισμένους άντρες και γυναίκες παρά με σκληρά εκπαιδευμένους καλλιτέχνες που στην πραγματικότητα είναι. Παρά το ότι τα πρώτα της κομμάτια προκάλεσαν την αντίδραση κοινού και ειδημόνων, πολύ λίγοι είναι αυτοί που θα αρνηθούν σήμερα ότι η Πίνα Μπάους απέτυχε στον σκοπό τον οποίο εξαρχής έθεσε: να προκαλέσει, δηλαδή, τη συναισθηματική ανταπόκριση του κοινού της.


Η Πίνα Μπάους γεννήθηκε στο Ζόλινγκεν της Γερμανίας στις 27 Ιουλίου του 1940. H πορεία της είναι λίγο-πολύ γνωστή στους φίλους του χορού: οι πρώτες σπουδές στο Εσεν και αργότερα στη Νέα Υόρκη και τη φημισμένη σχολή Τζούλιαρντ (από όπου τον Μάιο του 2006 της απενεμήθη ο τίτλος της διδάκτορος Καλών Τεχνών), η επιστροφή στη χώρα της όπου ενίσχυσε αποφασιστικά την αναβίωση του σύγχρονου χορού στη μεταπολεμική Γερμανία. Λίγες ημέρες πριν από τη συμπλήρωση των 66 χρόνων της, η Μπάους φαίνεται αμετακίνητη στην πεποίθηση που στο παρελθόν έχει επανειλημμένα διακηρύξει: «Να παραμένουμε σε εγρήγορση, ευαισθητοποιημένοι και πάντα ανοιχτοί σε νέες ιδέες».


Το «Café Μüller» παρουσιάζεται στις 9, 10 και 11 Ιουλίου στον χώρο της Πειραιώς 260 και στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών. Χορεύουν οι Πίνα Μπάους, Ντομινίκ Μερσί, Νάζαρετ Παναντέρο, Μίχαελ Στρέκερ, Ζαν Λοράν Σασπόρτ και Αΐντα Βαϊνιέρι.