Ο Μαρίνο Μαρίνι (1901-1980) επιβάλλεται στην ιστορία της τέχνης του 20ού αιώνα σαν μια ήρεμη δύναμη. Ο τοσκανός γλύπτης είχε την τύχη να ωριμάσει καλλιτεχνικά σε μια στιγμή που ο ορυμαγδός των νέων αναζητήσεων είχε κοπάσει. Ο Μεσοπόλεμος είναι η εποχή της στοχαστικής ανασύνταξης. «Επιστροφή στην τάξη» ονόμασαν αυτή τη στροφή, που την εκφράζει με τον πιο εύδηλο τρόπο ο ρηξικέλευθος μεταρρυθμιστής της τέχνης του 20ού αιώνα, ο Πάμπλο Πικάσο. Οι βαριές, γλυπτικές μορφές που επιβάλλονται στη ζωγραφική του από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια έχουν άρωμα αρχαϊκό. Ανάλογη στροφή παρατηρείται και στους ιταλούς φουτουριστές, καθώς και στην ομάδα «Novecento».


H τέχνη του Μεσοπολέμου επιστρέφει στον ανθρωποκεντρισμό και ευνοεί την αναζήτηση πηγών έμπνευσης όχι πλέον στους εξωευρωπαϊκούς πρωτόγονους πολιτισμούς, όπως έκαναν οι πρωτοπόροι του κυβισμού και του πρώτου εξπρεσιονισμού της Γέφυρας, αλλά στις προκλασικές ρίζες του ευρωπαϊκού πολιτισμού. H στροφή αυτή εξηγεί τη μεσογειακή γαλήνη που αποπνέουν τα έργα τα οποία γεννήθηκαν κάτω από την επίδραση των αρχαϊκών πολιτισμών. Ο έντονος αποτροπαϊκός και εξπρεσιονιστικός χαρακτήρας που διέκρινε τα έργα της πρώιμης πρωτοπορίας, κάτω από την καταλυτική επίδραση της νέγρικης κυρίως τέχνης, δεν ανιχνεύεται πλέον στις δημιουργίες του κλασικιστικού Μεσοπολέμου.


Σε αυτό το ρεύμα εντάσσονται και οι αναζητήσεις του νεαρού Μαρίνο Μαρίνι, ο οποίος από τη ζωγραφική και τη χαρακτική στρέφεται προς τη γλυπτική από το 1922. H γνωριμία και η συνεργασία του με τον συμπατριώτη του Αρτούρο Μαρτίνι, προσανατολισμένο επίσης στις ίδιες πηγές, θα ενισχύσει την αγάπη του προς τις αυστηρές προκλασικές μορφές.


Ο Μαρίνο Μαρίνι, όπως κάθε γνήσιος κλασικός, επικεντρώνεται σε λίγα, πρωταρχικά θέματα: στην ανθρώπινη μορφή – άνδρας, γυναίκα -, στο άλογο και στον έφιππο ανδριάντα. Είναι τα θεμελιώδη θέματα της κλασικής παράδοσης. Οχι μόνο της ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας αλλά και της Αναγέννησης. Ο Μαρίνι θα χρησιμοποιήσει το καθένα από αυτά τα θέματα ως εργαστήριο έρευνας και θα οδηγήσει καθεμιά ενότητα ως τα ακραία εκφραστικά της όρια. Σχεδόν όλες οι θεματικές κατηγορίες του ανθρωποκεντρικού κόσμου του Μαρίνι εμφανίζονται ταυτόχρονα στον ορίζοντα της δημιουργίας του από πολύ νωρίς. Δεν θα τις εγκαταλείψει ποτέ ως τα τελευταία, πάντα γόνιμα, χρόνια της ζωής του.


Αλογα και ιππείς


τα άλογα του Μαρίνι είναι πλασμένα από τους ίδιους ζωηφόρους οπούς που είναι πλασμένες και οι πομόνες του. Ο ίδιος έχει πει ότι το ενδιαφέρον του γι’ αυτό το θέμα αφυπνίστηκε από τη γειτνίαση του εργαστηρίου του με μια σχολή ιππασίας. Αλλού πάλι ομολογεί ότι όταν αντίκρισε τον έφιππο ανδριάντα του Ερρίκου B’ στον καθεδρικό ναό της Βαμβέργης της Γερμανίας το 1934 συγκλονίστηκε. Αυτή η συγκίνηση λειτούργησε σαν σπινθήρας που ξύπνησε μέσα του την ακατανίκητη επιθυμία να εξερευνήσει ένα θέμα που είχαν δοξάσει οι πρόγονοί του. Στην πραγματικότητα, η ιταλική Αναγέννηση ξανάδωσε στο θέμα του έφιππου ανδριάντα τη συμβολική του αξία και την ακαταμάχητη μορφική τελειότητά του. Ο Μαρίνι είχε γύρω του απτά παραδείγματα από ρωμαλέα πρότυπα. Ωστόσο οι ιππείς του διαφέρουν από την παράδοση.


Οι ιππείς του Μαρίνι δεν υμνούν τον ηρωισμό, την υπερήφανη δύναμη του ανθρώπου που είχε υποτάξει το ευγενέστερο και πιο «ανθρώπινο» από τα ζώα. Οι ιππείς του Μαρίνι δεν πορεύονται υπερήφανοι θριαμβευτές έπειτα από μια νίκη προς τη δόξα και την αθανασία. Αυτό που διείδε ο νέος καλλιτέχνης στον ήρεμο βασιλικό αναβάτη της Βαμβέργης ήταν μια στοχαστική και αμετάκλητη πορεία προς το πεπρωμένο. Τα άλογα του Μαρίνι από την αρχή είναι στατικά, με τα δυνατά πόδια τους ριζωμένα στη γη, με το ρωμαλέο κεφάλι τους να «εκπορθεί» τον χώρο σαν πολιορκητικός κριός. Αυτό το φαλλικό κεφάλι των αλόγων του Μαρίνι, το τόσο χαρακτηριστικό, άλλοτε σκίζει τον αέρα χαράζοντας την πορεία του ιππέα με αμετάκλητη βεβαιότητα και άλλοτε αιφνιδιάζεται, υψώνεται και γίνεται κραυγή, όπως το κεφάλι του αλόγου στην Γκερνίκα του Πικάσο. Αργότερα πάλι, στα Θαύματα, θα γείρει και θα ακουμπήσει στο χώμα νικημένο.


Και ο καβαλάρης; H ίδια η τυπολογία του ιππέα φέρει την καινοτόμο σφραγίδα της τέχνης του Μαρίνι. Δεν είναι πλέον ο σβέλτος, αθλητικός δαμαστής του «Βουκεφάλα». Είναι ένας ρωμαλέος χωρικός, ένας χοϊκός άνθρωπος, βαρύς, συνοπτικά πλασμένος, με σφαιρικό κεφάλι, κυλινδρικό σώμα και «σταυρικά» χέρια. H σχέση ζώου και ανθρώπου αλλάζει αδιάκοπα. H πρόσκαιρη ισορροπία των πρώτων έργων, όπου ο αδρός ιππέας ζυγίζεται πάνω στο τρομερό άλογο, διαταράσσεται στα δύσκολα χρόνια του πολέμου. Το άλογο αιφνιδιάζεται, απλώνει τα πόδια για να κρατηθεί, υψώνει το κεφάλι και ο καβαλάρης χάνει την ισορροπία του, γκρεμίζεται. Σε μια άλλη παραλλαγή του «θαύματος» – το οποίο παραπέμπει στο «θαύμα» της μεταστροφής του Σαύλου-Παύλου στον δρόμο προς τη Δαμασκό – το άλογο κάθεται στα πισινά του πόδια και ανορθώνει το κεφάλι, ενώ ο καβαλάρης πέφτει προς τα πίσω. Τα όρθιο σώμα του αλόγου και το οριζόντιο του ιππέα σχηματίζουν μια σταυρική σύνθεση. Ο Μαρίνι εγγράφηκε στις συνειδήσεις ανεξίτηλα με την κεραυνοβόλα μορφή των ιππέων του, εικόνα της ατομικής ανθρώπινης μοίρας και των συλλογικών ιστορικών πεπρωμένων της ανθρωπότητας.


Το πορτρέτο


Μια άλλη θεματική κατηγορία του περιορισμένου ρεπερτορίου του Μαρίνι περιλαμβάνει τα γλυπτικά πορτρέτα του. Από τα νεανικά του χρόνια ο Μαρίνι αφοσιώθηκε με πάθος και με βαθιά ανθρώπινη συμπάθεια στη μελέτη της γλυπτικής προσωπογραφίας. Φίλοι, πελάτες και άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών ενοικούν την απέραντη «γλυπτοθήκη» του, που αριθμεί περίπου 150 πορτρέτα. Ο Μαρίνι μελέτησε τα χαρακτηριστικά και αποτύπωσε σε αυτά το πνεύμα και την ψυχή καλλιτεχνών όπως οι Magnelli, Tosi, De Pisis, Carrΰ, Campigli, Chagall, Kokoschka, Moore, Arp, Germaine Richier, μουσικών όπως ο Stravinskij, συγγραφέων όπως ο Henry Miller και αρχιτεκτόνων όπως ο Mies van der Rohe. Τα πορτρέτα του Μαρίνι είναι εικόνες χαρακτήρων, εικόνες ψυχής που αποδίδονται με ένα αποφασιστικό πλάσιμο. Συχνά στα πορτρέτα του, τονίζοντας με έμφαση τον χαρακτήρα, ο Μαρίνι γίνεται εξπρεσιονιστής.


Φιλόδοξη συνέχεια


H έκθεση Μαρίνο Μαρίνι στην Εθνική Γλυπτοθήκη, η οποία θα συνοδεύσει ως το τέλος Οκτωβρίου 2006 την πρώτη παρουσίαση της μόνιμης συλλογής γλυπτικής, εκπληρώνει ένα παλαιό μου όνειρο: να μπορέσουμε να εκθέσουμε και να γνωρίσουμε στην Ελλάδα τους πιο μεγάλους γλύπτες της μοντέρνας τέχνης. Το όνειρο αυτό άρχισε να γίνεται πραγματικότητα πριν από δύο χρόνια με τις επιβλητικές εκθέσεις που οργανώθηκαν στην Εθνική Πινακοθήκη και στην Εθνική Γλυπτοθήκη στο πλαίσιο της Πολιτιστικής Ολυμπιάδας: οι εκθέσεις «Εξι κορυφαίοι γλύπτες συνομιλούν με τον Ανθρωπο», η αναδρομική Χένρι Μουρ, η έκθεση με τα μνημειακά ξύλινα γλυπτά του Χρήστου Καπράλου, η αναδρομική του Χούλιο Γκονζάλες και τώρα η έκθεση του Μαρίνο Μαρίνι εγγράφονται μέσα σε αυτό το πρόγραμμα που φιλοδοξεί να ξαναδώσει στη γλυπτική τον θεσμικό και παιδαγωγικό ρόλο που είχε σε παλαιότερες εποχές και κοινωνίες και ιδιαίτερα στη χώρα μας. Θα ακολουθήσουν και άλλες μεγάλες εκθέσεις Ελλήνων, όπως του Γιαννούλη Χαλεπά που έπεται του Μαρίνι, καθώς και άλλων ξένων καλλιτεχνών.


Οι Πομόνες


Το γυναικείο γυμνό, προνομιακό θέμα στη γλυπτική του Μαρίνι, είχε ως άμεσα πρότυπα τις πληθωρικές μεσογειακές οικείες θεότητες της γονιμότητας του Μαγιόλ. Από τον κλασικισμό του Μαγιόλ θα διδαχθεί το απρόσωπο μεγαλείο των γυναικείων μορφών που τείνουν προς έναν αρχέτυπο ορισμό της θηλύτητας. Από την πρώτη στιγμή, ωστόσο, διακρίνουμε μια μεγαλύτερη αυστηρότητα στη δομή της φόρμας, μια πιο ισχυρή βούληση στη μελέτη της ανατομίας, μια αποφασιστική απλοποίηση των επιπέδων και των όγκων, στοιχεία που παραπέμπουν σε άλλες πιο αρχαϊκές πηγές. Οι πηγές αυτές είναι ποικίλες: οι έλληνες γλύπτες του αυστηρού ρυθμού συγκατοικούν ειρηνικά στο φανταστικό μουσείο του Μαρίνι με τα ιερατικά ζεύγη των ετρουσκικών σαρκοφάγων, με τα ξύλινα γοτθικά αγάλματα και με τις αδρές μορφές της πρώιμης Αναγέννησης.


Οι ανώνυμες αισθησιακές γυναικείες μορφές που στοιχειώνουν τη φαντασία του νεαρού γλύπτη θα καταλήξουν στα μέσα της δεκαετίας του 1930 στις «Πομόνες». Τις πληθωρικές, επιβλητικές ιερατικές θεότητες της καρποφορίας. H Πομόνα, ταπεινή ετρουσκική και ρωμαϊκή θεότητα της ευγονίας, της καλής σοδειάς, της εναλλαγής των εποχών, υψώνεται σαν ξόρκι, σαν ομολογία πίστεως στην ανθρωπότητα στους δύσκολους καιρούς που περνούσε εκείνα τα χρόνια και η χώρα του γλύπτη και η Ευρώπη. Οι Πομόνες του Μαρίνι, πλασμένες με εκρηκτική πυκνότητα, ολοένα πιο αφαιρετικές, συχνά χωρίς χέρια, άλλοτε χωρίς κεφάλι, θα διανύσουν τα δύσκολα χρόνια ακλόνητες, αράγιστες, μεταφέροντας το ελπιδοφόρο μήνυμα της επιβίωσης του ανθρωπισμού, κλεισμένο μέσα στην ίδια την πλαστική τους πυκνότητα, σε αυτό που ο Herbert Read, ο οποίος αφιέρωσε ένα ωραίο δοκίμιο στον Μαρίνι, ονόμαζε ζωτική μάζα (vital mass).


H ΕΚΘΕΣΗ


H αναδρομική έκθεση Μαρίνο Μαρίνι παρουσιάζει 56 γλυπτά, 13 πίνακες ζωγραφικής και 11 χαρακτικά του καλλιτέχνη. Τα έργα προέρχονται από το Ιδρυμα Μαρίνο Μαρίνι της Πιστόια, από το Μουσείο Μαρίνο Μαρίνι-Σαν Πανκράτσιο της Φλωρεντίας, από το Μουσείο Μαρίνι των Δημοτικών Συλλογών Τέχνης του Μιλάνου και από τη Συλλογή Εστόρικ του Λονδίνου.


Επιμελητής της έκθεσης είναι ο ιταλός ιστορικός και κριτικός της τέχνης Τζουλιάνο Σεραφίνι και βοηθός του η επιμελήτρια της Εθνικής Πινακοθήκης Αρτεμις Ζερβού.


H έκθεση, που πραγματοποιήθηκε χάρη στην υποστήριξη του υπουργείου Πολιτισμού, θα διαρκέσει ως τις 30 Οκτωβρίου 2006. H έκθεση Μαρίνο Μαρίνι εγκαινιάζεται μαζί με τις μόνιμες συλλογές γλυπτικής από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας την Τρίτη 27 Ιουνίου.


H κυρία Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα είναι καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης και διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης.