H μοναδική φορά που ο Μάρλον Μπράντο κάθησε στην καρέκλα του κινηματογραφικού σκηνοθέτη ήταν στις αρχές της δεκαετίας του ’60, όταν αντικαθιστώντας τον Στάνλεϊ Κιούμπρικ γύρισε το λυρικό, σκοτεινό και ιδιαίτερα απαισιόδοξο γουέστερν «H εκδίκηση είναι δική μου» («One Eyed Jacks», 1961). Ο ελληνικός τίτλος συνοψίζει με τον καλύτερο τρόπο την ιστορία της ταινίας, όπου ο ίδιος ο Μπράντο υποδύεται έναν κακοποιό αποφασισμένο να σκοτώσει τον άνθρωπο που τον πρόδωσε στέλνοντάς τον στη φυλακή. Τα γυρίσματα υπήρξαν χαοτικά και γεμάτα εμπόδια, ο τελικός λογαριασμός υπερπήδησε τον αρχικό προϋπολογισμό και το τελικό αποτέλεσμα ήταν μια ταινία η οποία είχε περάσει μήνες στη μονταζιέρα καθώς το υλικό που ο Μπράντο παρέδωσε ξεπερνούσε τις πέντε ώρες! Αλλά το «H εκδίκηση είναι δική μου» είναι ένα πραγματικά ποιητικό έργο τέχνης, ασυμβίβαστο και αινιγματικό, όπως ακριβώς ήταν και ο άνθρωπος που το γύρισε.


Μεγάλη ιστορία (εκτός γυρισμάτων) έχουν και τα «Μεγάλα δέντρα» («The big trees», 1952) του Φίλιξ Φάιστ. Ενα γουέστερν για το οποίο στην αυτοβιογραφία του, ο πρωταγωνιστής του Κερκ Ντάγκλας δεν μιλάει με τα κολακευτικότερα λόγια. H οικολογικού περιεχομένου ταινία, που θέλει τον Ντάγκλας στον ρόλο ενός αδίστακτου «βαρόνου» ξυλοκόπων, ήταν το «εισιτήριο» του ηθοποιού για να ξεφύγει από τη δαγκάνα της Warner Bros, με την οποία ήταν δεσμευμένος επί πολλά χρόνια. Για την ακρίβεια, ο Ντάγκλας έπαιξε αμισθί, με την προϋπόθεση ότι η κεφαλή της εταιρείας, ο Τζακ Γουόρνερ, θα έσπαζε το συμβόλαιό του και θα τον άφηνε ελεύθερο – κάτι που τελικά έγινε.


H «Κοιλάδα της κατάρας» («Vengeance Valley», 1951) του Ρίτσαρντ Θορπ (έμπειρου σκηνοθέτη του συγκεκριμένου είδους) είναι ένα παραδοσιακό γουέστερν γυρισμένο το 1951, όταν το είδος βρισκόταν ακόμη σε ακμή. Ο Μπαρτ Λάνκαστερ με κορμί-λαμπάδα (καθ’ ότι πρώην ακροβάτης) βρίσκεται στα φόρτε του παίζοντας τον πιστολέρο Οουεν Ντέιμπραϊτ, οι περιπέτειες του οποίου, γραμμένες από τον συγγραφέα γουέστερν Λιουκ Σορτ, εκδίδονταν υπό μορφήν σειράς στη «Saturday Evening Post». Αλλωστε ο Σορτ είχε γράψει το ομότιτλο μυθιστόρημα στο οποίο βασίστηκε η ταινία. Ωστόσο η παράσταση εδώ ανήκει μάλλον στον Ρόμπερτ Γουόκερ (ο δαιμόνιος δολοφόνος στον «Αγνωστο του εξπρές») που παίζει έναν γλοιώδη, αδίστακτο «κακό».


Το «Αντιμέτωποι με την κόλαση» («Ι Crudeli» / «Hellbenders», 1967) του Σέρτζιο Κορμπούτσι θεωρείται ένα από τα πιο βίαια σπαγκέτι γουέστερν στην ιστορία του είδους. Ο Τζόζεφ Κότεν, ένας από τους αγαπημένους ηθοποιούς του Ορσον Γουέλς, υποδύεται έναν πρώην στρατιωτικό των Νοτίων, ο οποίος κατά τη διάρκεια του Αμερικανικού εμφυλίου πολέμου αποφασίζει να κλέψει λεφτά των Βορείων ώστε να θέσει εκ νέου βάσεις για τον αγώνα. H κλοπή συνδυάζεται με μια από τις χειρότερες ομαδικές σφαγές που έχουν αποτυπωθεί ποτέ σε γουέστερν.


Τέλος, οι «Επιδρομείς της νύχτας» («The sundowners», 1950) του Τζορτζ Τέμπλετον είναι ένα ευπρόσωπο b movie με άξονα τη σύγκρουση δύο αδελφών (Ρόμπερτ Πρέστον – Ρόμπερτ Στέρλινγκ) την εποχή που οι κτηματίες αλληλοτρώγονταν για μερικά στρέμματα γης.