Μια ξεχωριστή δασκάλα





H Ελένη Χατζηαργύρη, που έφυγε από τη ζωή το πρωί της περασμένης Παρασκευής, ήταν μία από εκείνες τις ελάχιστες γυναίκες που ήξεραν να συνδυάζουν την τέχνη με τη ζωή. Εχοντας συμπληρώσει έξι δεκαετίες στο θέατρο, έχοντας ερμηνεύσει «όλους» τους ρόλους, παρέμεινε ένας άνθρωπος γεμάτος ενδιαφέροντα για τα μικρά και τα μεγάλα, μια ξεχωριστή Δασκάλα. Δύσκολα να σκεφθεί κανείς το θέατρο χωρίς την παρουσία της στο σανίδι ή στην πλατεία, αφού παρακολουθούσε παραστάσεις όποτε δεν έπαιζε η ίδια. Το 2004 το Πανεπιστήμιο Αθηνών της επεφύλαξε τη μέγιστη τιμή: να είναι η πρώτη ηθοποιός που αναγορεύθηκε επίτιμη διδάκτωρ. H ίδια είχε εκφράσει πολλές φορές τις σκέψεις της σε συνεντεύξεις που είχε παραχωρήσει τα τελευταία χρόνια στο «Βήμα», αποσπάσματα των οποίων παραθέτουμε.




Το χάδι του Κουν


«Δεν νομίζω ότι έχει υπάρξει μαθητής του Κουν που να μη νιώθει υπερήφανος γι’ αυτό. Εγώ τον γνώρισα μαθήτρια της τετάρτης γυμνασίου. Με πήγε η γυναίκα του Σκουλούδη γιατί της άρεσε η φωνή μου. Χρειάστηκε να περάσουν τρεις ημέρες για να καταφέρω να του πω το όνομά μου. Εκείνος με πίστεψε και έτσι έμεινα εκεί. Ανήκω στην πρώτη γενιά αποφοίτων της σχολής του. Για περίπου μία δεκαετία πηγαινοερχόμουν στο Θέατρο Τέχνης. Αν και δεν συμφωνούσε με την ιδέα του γάμου, γιατί δεν ήθελε να ασχολούμαστε με τίποτε άλλο εκτός από το θέατρο – ούτε φλερτ ούτε τίποτε – ήταν εκείνος που με πάντρεψε. Θυμάμαι ότι μου έκανε γαμήλιο δώρο ένα κοχύλι και αυτό το κοχύλι το έχω πάντα. Οπως όλοι, έτσι και εγώ ήμουν γοητευμένη από εκείνον. Μέναμε και οι δύο στην Κυψέλη και τα βράδια γυρίζαμε μαζί με τα πόδια στο σπίτι. Θυμάμαι πάντα ένα χάδι στα μαλλιά μου, όπως θυμάμαι ότι του άρεσε να περπατάμε στη βροχή».


Ο γοητευτικός τύραννος


«Είχα την τύχη να με σκηνοθετήσει ο Δημήτρης Ροντήρης στην τελευταία του παράσταση, το 1981, στην «Ηλέκτρα». Μαζί του κατάλαβα τι θα πει γοητευτικός τύραννος. Οταν πήγαινα στην πρόβα ευχόμουν να πέσει ένα κεραμίδι στο κεφάλι μου και να μην προλάβω να φθάσω. Μόλις άρχιζε όμως μαγευόμουν και εγώ όπως όλοι. Δούλεψα πάρα πολύ και όσο γίνεται με έντιμους τρόπους. Δεν ξέρω αν με βοήθησαν ο χαρακτήρας και το μυαλό μου. Με λένε καλό άνθρωπο, με καλή ψυχή. Θυμάμαι τον Γληνό που με έλεγε Χαζηαργύρη».


Σημαντικές συνεργασίες


«Δεν ξέρω πώς με βλέπουν οι άλλοι. Εγώ προσπάθησα και προσπαθώ να είμαι πάντα εντάξει με τους άλλους και με τον εαυτό μου. Δεν αισθάνομαι ότι κοπίασα στο θέατρο. Νιώθω σαν να ήμουν πάνω σε ένα φτερό και έτσι να συνέβησαν όλα. Το μόνο που θυμάμαι, γιατί ισχύει και σήμερα, είναι το τρακ μου. Κάθε βράδυ όλα αυτά τα χρόνια είχα και έχω τρακ. Για την «Κυρία Κλάιν», τον πιο πρόσφατο και επίσης ιδιαίτερα αγαπημένο μου ρόλο, προτού βγω έπαιρνα ηρεμιστικό. Το τρακ δεν μπόρεσα ποτέ μου να το αντιμετωπίσω. Ημουν όμως πολύ τυχερή στη ζωή μου, στο θέατρο. Συνάντησα σημαντικούς ανθρώπους που με πίστεψαν και δεν θέλησα να τους απογοητεύσω. Οταν με διάλεξε ο Κουν, ο Μινωτής, ο Σολομός, ο Μιχαηλίδης και τόσοι άλλοι, μόνο για τύχη μπορώ να μιλάω».


Ανθρωπος του καθήκοντος


«Είμαι άνθρωπος της πειθαρχίας και η πειθαρχία έπαιξε ρόλο στο θέατρο και στη ζωή μου. H πειθαρχία δεν είναι για μένα, είναι για τους άλλους, είναι γιατί υπάρχει ανάγκη. Πειθαρχώ επειδή σέβομαι τον άλλον, εκείνον που με εμπιστεύθηκε. Δεν έκανα μπάνια το καλοκαίρι στην Επίδαυρο για να μην πατήσω κανέναν αχινό, όπως μου έλεγε η Παξινού, και κουτσαίνω στην παράσταση. Δεν καθόμουν στον ήλιο, δεν έπινα κρύο νερό, δεν ξενυχτούσα. Εκοψα το τσιγάρο, πρόσφατα βέβαια, όταν σκέφθηκα ότι έχω ευθύνη για την παράσταση στην οποία συμμετέχω και δεν πρέπει να πάθω κάτι. Οχι για μένα, για τους άλλους. Και ομολογώ ότι, αν ο Μινωτής μου είχε πει στα νιάτα μου να κόψω το τσιγάρο για το θέατρο, θα το είχα κάνει. Αλλωστε και στον Κουν πήγα γιατί μου είπε η Σκουλούδη να πάω. Εχω μεγάλη συναίσθηση για τον διπλανό μου. Οπως επίσης δεν θέλω να ενοχλώ. Είναι πολύ σημαντικό για μένα. Την πειθαρχία όμως μου τη δίδαξαν οι άνθρωποι που συναναστράφηκα. Είναι βέβαια και θέμα χαρακτήρα. Οπως είμαι και άνθρωπος του καθήκοντος. Το πρέπει είναι για μένα πολύ σημαντικό. Και ακούω, ακούω τον άλλον, με ενδιαφέρει η γνώμη του. Θυμάμαι ότι ο Μαμάκης μου είχε πει να σταματήσω τις μελό ταινίες εφόσον πρόκειται να παίξω στην Επίδαυρο. Και δεν ξανάκανα κινηματογράφο. Πέρασα και από την επιθεώρηση της εποχής μου. Ηταν λίγο μετά αφότου είχα παίξει τη Ρεβέκκα. Και ο Σιδέρης τότε μου είπε περιπαικτικά: «H Ρεβέκκα παίζει επιθεώρηση;». Δεν ξανάπαιξα λοιπόν επιθεώρηση… Γι’ αυτό και δεν έχω μετανιώσει για πράγματα που έκανα. Ισως για πράγματα που δεν έκανα».


Αλλοι καιροί


«Για να προετοιμαστώ για τον ρόλο της Ιούς και να κατεβώ στην Επίδαυρο, το 1963, η Κατίνα Παξινού μου έδωσε τετράδια ολόκληρα με σημειώσεις. Σήμερα πια δεν γίνονται έτσι τα πράγματα, δεν ενδιαφέρονται οι ηθοποιοί. Ξεκίνησα να διδάσκω από το ’64 γιατί ένιωσα την ανάγκη να δώσω στα νέα παιδιά όσα μου είχαν δώσει οι δάσκαλοί μου».


Από το μελό στο πορνό


«Εχω πολύ ανεπτυγμένη την αίσθηση του γελοίου και της φθοράς. Δεν θα ήθελα επ’ ουδενί αυτό που κάνω να μη μου ταιριάζει. Πάντα κάνω ρόλους της ηλικίας μου. Μου αρέσει να γνωρίζω καινούργιους ανθρώπους, ανθρώπους που εκτιμώ και που μπορώ να πάρω από αυτούς. Πάντα θέλω να μαθαίνω. Εφόσον αισθάνομαι υγιής, όποτε μου τύχει κάτι που να με κάνει να ξεφύγω από την ευτέλεια που συναντώ γύρω μου, το κάνω. H δική μας ευτέλεια είναι το χρήμα. Το χρήμα έχει κάνει πολύ κακό – και πολύ καλό, φυσικά. Στην εποχή μας δεν υπήρχε καθόλου. Θυμάμαι ότι είχα γνωρίσει παλιά στο Εθνικό έναν ξένο ηθοποιό που είχε απορήσει με τους μισθούς μας. Φορούσε γυαλιά με σκελετό από χρυσό και μου τα έδειξε. «Μα και να είχα λεφτά» του απάντησα «δεν θα έφτιαχνα χρυσά γυαλιά. Θα με βάραιναν…». H ευτέλεια πάντως προκύπτει από το γεγονός ότι σήμερα εκείνοι που έχουν το παραπάνω δεν ξέρουν τι να το κάνουν… Δεν πλουτίζουν την ψυχή τους. Είναι θέμα παιδείας, ανατροφής, συμπεριφοράς, τρόπων. Φταίει όμως και η τηλεόραση. Εχει κάνει μεγάλο κακό. Παλιά μας κατηγορούσαν για το μελό. Τώρα είμαστε στο πορνό. Αυτή είναι η διαφορά. Από το μελό περάσαμε στο πορνό. Αλλά πόσο να κρατήσει πια αυτό;».


Το παρόν και το μέλλον


«Και όμως δεν αισθάνομαι το βάρος αυτών των χρόνων στους ώμους μου. Ούτε αναπολώ το παρελθόν. Μόνο ορισμένοι άνθρωποι που έχουν χαθεί μου λείπουν, σαν συντροφιά, σαν κουβέντα. H εσωτερική μου νεανικότητα οφείλεται στο ενδιαφέρον μου για τη ζωή. Κινούμαι, ζω, κυκλοφορώ, παρατηρώ, παρακολουθώ τι γίνεται γύρω μου. Θέλω να τα βλέπω όλα».


Γιατί να φύγουμε;


«Θυμώνω όταν ακούω συναδέλφους μου να δηλώνουν ότι πρέπει να φύγουμε. Οσο δεν είμαστε ούτε άρρωστοι ούτε χούφταλα, γιατί να φύγουμε; Βλέπω ορισμένους να λένε ότι θα εγκαταλείψουν το θέατρο και μετά επανέρχονται. Και αν το εγκαταλείψουμε, δηλαδή, τι έγινε;».


Καλό ταξίδι, κυρία Χατζηαργύρη.