Το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών αποτελεί το παλαιότερο (1847) αλλά και μεγαλύτερο πανεπιστημιακό ίδρυμα της χώρας. Η περιουσία του ανέρχεται σε δεκάδες εκατομμυρίων ευρώ και περιλαμβάνει τα ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητα τα οποία καλύπτουν τις εκπαιδευτικές του ανάγκες καθώς και ένα μεγάλο αριθμό ακινήτων τα οποία έχουν κληροδοτηθεί σ’ αυτό. Σε ό,τι αφορά τα κληροδοτήματα συγκεκριμένα, το ΕΚΠΑ έχει στην κατοχή του διατηρητέα κτίρια μοναδικής αξίας (λόγω θέσης και όγκου) καθώς και δεκάδες αυτοτελών ακινήτων, διαμερισμάτων, καταστημάτων, οικοπέδων που βρίσκονται κυρίως στο κέντρο της Αθήνας αλλά και στους γύρω δήμους. Τα ιδιαίτερης αξίας ακίνητα (ιδιοχρησιμοποιούμενα και κληροδοτήματα) υπολογίζονται περί τα 190. Η αξία τους είναι αμύθητη. Αναφέρω μερικά από τα «φιλέτα»:


Κτίριο στη γωνία των οδών Σταδίου και Παπαρρηγοπούλου. Ακίνητο στην οδό Αιόλου 89. Ακίνητο στην οδό Μητροπόλεως 67. Ακίνητο στην οδό Σταδίου 5. Ακίνητο στην οδό Σοφοκλέους 2. Ακίνητο στη γωνία των οδών Σταδίου και Χρ. Λαδά. Πολυκατοικία στην οδό Ιπποκράτους 20. Ακίνητο στην οδό Πειραιώς 33. Ακίνητο επί των οδών Πατησίων – Σατωβριάνδου – Δώρου. Ακίνητο επί των οδών Αιόλου και Κολοκοτρώνη.


Παραδείγματα αδιαφορίας


Θα περίμενε κανείς ότι με τα εισοδήματα από την εκμετάλλευση των ακινήτων αυτών το Πανεπιστήμιο θα μπορούσε να χρηματοδοτήσει πολλά ερευνητικά προγράμματα αλλά και άλλες επιστημονικές του δραστηριότητες. Δυστυχώς όμως η αλήθεια είναι αδυσώπητη. Το 1997 (δυστυχώς παρά τις προσπάθειές μου δεν μπόρεσα να βρω νεότερα στοιχεία) τα μηνιαία έσοδα του Πανεπιστημίου από επτά ακίνητα στο κέντρο της Αθήνας ήταν μόλις 10 εκατ. δρχ. Ενώ την ίδια στιγμή το σύνολο μηνιαίων εσόδων από τα 280 ακίνητα δεν ξεπερνούσε τα 40 εκατ. δρχ. Τα σχόλια είναι περιττά. Οι αριθμοί μιλάνε μόνοι τους.


Ακόμη, στα παραδείγματα αδιαφορίας μπορούν να ενταχθούν τα παρακάτω: Το κληροδότημα Μεταξάτου, ένα τεράστιο ακίνητο στη γωνία των οδών Δροσοπούλου και Λέλας Καραγιάννη στην Κυψέλη. Εχει καταληφθεί εδώ και δέκα περίπου χρόνια από διάφορα υπόπτου προελεύσεως άτομα. Οι καταληψίες ανενόχλητα το χρησιμοποιούν και μάλιστα πληρώνουν φως, νερό και τηλέφωνο, το δε Πανεπιστήμιο δεν έχει προβεί εναντίον τους σε καμία ενέργεια αποβολής τους.


Στη γωνία των οδών Σοφοκλέους και Αριστείδου (εμβαδόν οικοπέδου 1.300 τ.μ., υπόγειο 19 καταστήματα και ένας κινηματογράφος, ισόγειο 22 καταστήματα και 6 όροφοι με σύνολο γραφείων 160) στην καρδιά της Αθήνας, το τεράστιο κτίριο που άλλοτε στέγαζε τα Διοικητικά Δικαστήρια ανήκει στο Πανεπιστήμιο. Τα Δικαστήρια έχουν εγκαταλείψει το κτίριο αυτό εδώ και αρκετό καιρό. Το κτίριο παραμένει αναξιοποίητο. Το Πανεπιστήμιο δεν το χρειάζεται για τις ανάγκες του; Νοικιάζει όμως κτίρια πληρώνοντας υψηλότατα ενοίκια.


Το «Μέγαρο του Χημείου» στην οδό Σόλωνος, το οποίο εδώ και αρκετά χρόνια δεν χρησιμοποιείται στην εκπαιδευτική διαδικασία, έχει αφεθεί στην τύχη του, ενώ τα πρώτα έντονα σημάδια κατάρρευσής του έκαναν την εμφάνισή τους. Το Πανεπιστήμιο όμως ακόμη σκέπτεται πώς θα το αξιοποιήσει!!!


Ετσι όμως η βούληση των ευεργετών απαξιώνεται ολοκληρωτικά. Το δε ίδρυμα φαίνεται να βρίσκεται εκτός πραγματικότητας αφού αφενός δεν δείχνει κανένα σεβασμό προς τους δωρητές, αφετέρου θεωρεί ότι τα κυριολεκτικά «ψίχουλα» που εισπράττει από τα 190 «φιλέτα» ακίνητα αποτελούν αποτελεσματική αξιοποίηση της περιουσίας του. Βέβαια, όλα αυτά συμβαίνουν τη στιγμή που το Πανεπιστήμιο ενοικιάζει από τρίτους οικήματα για να στεγάσει τμήματά του… Είναι γνωστή η περίπτωση του Τμήματος Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Ο νοών νοείτω.


Κρίσιμα ερωτήματα


Μία άλλη «ωραία» ιστορία σχετική με την περιουσία του Πανεπιστημίου είναι η ακόλουθη: Στο Πανεπιστήμιο Αθηνών περιήλθε από την κληρονομιά Π. Παυλόπουλου έκταση 110 περίπου στρεμμάτων στα Τουρκοβούνια, περιοχή που εδώ και πολλά χρόνια έχει ενταχθεί στο σχέδιο πόλεως. Περισσότερα από 20 στρέμματα έχουν καταπατηθεί. Το Πανεπιστήμιο όμως, παρά το γεγονός ότι διαθέτει οργανωμένη νομική υπηρεσία καθώς και οικονομική διεύθυνση, αδρανεί πλήρως.


Το 1993 ιδρύθηκε η Εταιρεία Αξιοποιήσεως και Διαχείρισης της περιουσίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Οι γνώμες για την αποτελεσματικότητά της διίστανται. Οι εκπρόσωποι της εταιρείας ισχυρίζονται ότι αυξήθηκαν τα έσοδα από τα μισθώματα, οι δε υποστηρίζουν ότι η εταιρεία δεν υποβάλλει ισολογισμούς, ότι το προσωπικό αυξήθηκε, με αποτέλεσμα και οι σχετικές δαπάνες να εκτιναχθούν, και άλλα παρόμοια. Γεγονός πάντως είναι ότι η πρυτανεία προσπαθεί να απονευρώσει τη διοίκηση της εταιρείας, την οποία όμως η ίδια επέλεξε για την αξιοποίηση της περιουσίας της. Δεν ξέρω ποιος έχει δίκαιο και ποιος άδικο στη διαμάχη αυτή. Πάντως η διένεξη αυτή δεν πρέπει να συνεχισθεί.


Περίεργες ιστορίες


Από την έρευνα όμως που έκανα δεν έχω πεισθεί ότι ορισμένες ενέργειες της εταιρείας έχουν την απαιτούμενη διαφάνεια. Συγκεκριμένα, η εταιρεία παρεχώρησε για εκμετάλλευση σε συγκεκριμένη τεχνική εταιρεία (την Ελληνική Τεχνοδομική) τα ακόλουθα διατηρητέα ακίνητα: στην οδό Σοφοκλέους 2 εκτάσεως 1.874 τ.μ., στην 3ης Σεπτεμβρίου 42 εκτάσεως 3.198 τ.μ., στην Πειραιώς 33 εκτάσεως 591 τ.μ., στην οδό Αιόλου 89 εκτάσεως 2.285 τ.μ., στην οδό Μητροπόλεως 67 εκτάσεως 230 τ.μ. και στην Πανεπιστημίου και Σανταρόζα εκτάσεως 4.680 τ.μ.


Σημειωτέον ότι σε ένα από τα νεοκλασικά αυτά κτίρια (3ης Σεπτεμβρίου 42) δεν έγινε διαγωνισμός αλλά απευθείας ανάθεση ενώ καχυποψία δημιουργεί το γεγονός ότι μειοδότης και στις πέντε λοιπές περιπτώσεις είναι ο ίδιος Ομιλος, η Ελληνική Τεχνοδομική.


Η διάρκεια της εκμετάλλευσης από πλευράς του Ομίλου ορίστηκε στα 20 χρόνια, με την υποχρέωση βέβαια να επενδύσει για εργασίες αναπαλαίωσης και επισκευής ύψους 5 δισ. δρχ. Με την πάροδο των 20 αυτών ετών ο Ομιλος θα έχει το δικαίωμα της επαναδιαπραγμάτευσης με το Πανεπιστήμιο και την εκ νέου επένδυση και εκμετάλλευση για 10 ακόμη έτη.


Ούτε λίγο ούτε πολύ, το Πανεπιστήμιο Αθηνών, εφόσον δεν μπορεί το ίδιο από ό,τι φαίνεται να ανακαινίσει και να αξιοποιήσει από μόνο του τα ακίνητά του, διατίθεται να περιμένει 30 χρόνια! μέχρι που να ξαναμπεί στα κτίριά του και στο μεταξύ να εισπράξει ένα ενοίκιο δυσανάλογο πάντα τόσο της αξίας των ακινήτων όσο και της θέσης, της έκτασης και φυσικά του εναλλακτικού κόστους από τη χρησιμοποίησή τους! Ολα αυτά είναι ιδιαιτέρως περίεργα. Η ιστορία της αξιοποίησης των πανεπιστημιακών κληροδοτημάτων είναι πολύ μεγάλη. Αρκέστηκα σήμερα σε ορισμένες μόνον κρίσιμες επισημάνσεις.


Τι μπορεί και πρέπει να γίνει


Δυστυχώς, σε αυτή τη χώρα, και συγκεκριμένα σε ό,τι αφορά τη συγκεκριμένη κυβέρνηση και τα εκτελεστικά «ανάπηρα και ανίκανα» όργανά της, τα αυτονόητα δυστυχώς δεν παραλείπονται. Εάν παρελείποντο, η υπηρεσία που λειτουργεί εδώ και 60 χρόνια θα έπρεπε να ήταν τουλάχιστον σε θέση να γνωρίζει ποια είναι τα εθνικά κληροδοτήματα και τα ιδρύματα αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα.


Σε ό,τι έχει να κάνει με τον Ν. 2039 του 1939, είναι σαφές ότι πρέπει να τροποποιηθεί. Η νομοθεσία σχετικά με τα εθνικά κληροδοτήματα, εκτός του ότι είναι αναχρονιστική, διαπνέεται από ένα συγκεντρωτισμό. Πρέπει να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα. Χρειάζεται εκσυγχρονισμός για να συμβαδίζουμε με την ιστορία και τις ανάγκες που παρουσιάζονται.


Επιβεβλημένη αλλά και άμεση είναι η ανάγκη οργάνωσης και στελέχωσης των αρμοδίων υπηρεσιών (Διεύθυνση Κληροδοτημάτων Υπουργείων Οικονομίας και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων) με παράλληλη προσπάθεια για αποκέντρωση, με την προοπτική άμεσης εποπτείας και καλύτερης λειτουργίας αλλά και παρέμβασης των τοπικών φορέων στο εκάστοτε κληροδότημα.


Φυσικό είναι να πρέπει επιτέλους να αρχίσει να ξεκαθαρίζει και το τοπίο με τις διοικήσεις των κληροδοτημάτων ώστε να αποκατασταθεί τόσο το καθεστώς με το οποίο λειτουργούν όσο και να εξακριβωθεί ο βαθμός που τα πρόσωπα τα οποία συμμετέχουν σε αυτές αδρανούν ή δεν ανταποκρίνονται στις εκ της διαθήκης και του νόμου υποχρεώσεις τους (είτε από ιδιοτέλεια είτε εκμεταλλευόμενοι την «ανοχή» και την έλλειψη αποτελεσματικότητας των αρμοδίων υπηρεσιών είτε από αδιαφορία) και να αντικατασταθούν από τις διοικήσεις των κληροδοτημάτων.


Τέλος, πρέπει να αναδειχθεί η ιστορική μνήμη για τους εθνικούς ευεργέτες και η συνεισφορά τους στο Εθνος. Αποτελεί καθήκον της πολιτείας να προβάλει και να εξάρει την προσφορά των εθνικών ευεργετών όχι μόνο για την απόδοση της οφειλόμενης τιμής αλλά και ως κίνητρο για να υπάρξουν μιμητές τους.


Το θέμα της διαχείρισης των κληροδοτημάτων είναι ζήτημα με πτυχές νομικές, πολιτικές, κοινωνικές, οικονομικές και ιδεολογικές. Σε κάθε περίπτωση, οποιαδήποτε αποσπασματική κίνηση από την αρμόδια Διεύθυνση Κληροδοτημάτων θα αποτελούσε άλλη μία λανθασμένη ενέργεια από πλευράς της κυβέρνησης. Κάθε λάθος κίνηση αποτελεί άλλο ένα πλήγμα στην ιδεολογική βάση, στις αρχές και τις αξίες της ευποιίας και της ευεργεσίας, πάνω στην οποία στηρίχθηκε το οικοδόμημα των κληροδοτημάτων.


Ο κ. Ιωάννης Μ. Βαρβιτσιώτης είναι βουλευτής και πρόεδρος του Ινστιτούτου Δημοκρατίας «Κωνσταντίνος Καραμανλής»