» Ο χώρος του τραγουδιού δεν είναι βασίλειο κανενός »





Θεωρείται η μεγαλύτερη λαϊκή τραγουδίστρια της γενιάς της. Θεωρείται κρίκος της χρυσής αλυσίδας που «έδεσαν» ονόματα όπως της Νίνου, της Μπέλλου, της Εσκενάζυ. Ωστόσο δεν είναι μόνο αυτό. Είναι και άνθρωπος των ανατροπών – προσωπικών και καλλιτεχνικών. Είναι και άνθρωπος που γνωρίζει καλά τη διακριτική λεπτή γραμμή ανάμεσα στο γέλιο και στο κλάμα. Δεν δίστασε ποτέ τα θραύσματα της ψυχής της να τα κάνει τραγούδι γραμμένο από την ίδια ή «ιστορία» ερμηνευμένη από την ίδια. Το όνομα Χαρούλα, που της έδωσε ο κόσμος σε ένδειξη μεγάλης οικειότητας και αγάπης, έγινε κώδικας τιμής αλλά και προσωπικός της κωδικός. Ωστόσο πίσω – ή και δίπλα – από την ερωτεύσιμη γυναίκα της σκηνής και των προβολέων υπάρχει η σύζυγος, η μητέρα, η πολίτις Αλεξίου που αρνείται να ζήσει ερήμην της πραγματικότητας του καιρού της. Φόβοι που άλλαξαν μορφή, σκέψεις που εξελίχθηκαν, γαλήνη και χαρά που κατακτήθηκαν ήταν μερικά από τα πράγματα που συζητήσαμε ένα ζεστό μεσημέρι του Ιουνίου, παραμονές της μεγάλης της περιοδείας ανά την Ελλάδα.





– Με αφετηρία τις δύο συναυλίες στον Λυκαβηττό θα οργώσετε πάλι όλη τη χώρα.
Το κάνατε και πέρυσι. Δεν σας κουράζει;


«Μολονότι περνάνε τα χρόνια, η ιστορία αυτή της περιοδείας στην Ελλάδα, τουλάχιστον το καλοκαίρι, είναι σαν εκδρομή πια για μένα. Ισως οφείλεται στην πολύ καλή οργάνωση που υπάρχει πλέον· ότι παίζουμε με άλλα μέσα πια».


– Εννοείτε την τεχνική υποδομή;


«Οχι μόνο. Και την υποδομή της οργάνωσης· πώς θα κινηθεί το γκρουπ, σε ποιους χώρους θα παίξουμε, η ροή των συναυλιών· γιατί είναι πάρα πολύ σκληρή ζωή αυτή».


– Περιπλανώμενη ζωή…


«Ακριβώς, και αν δεν έχεις τη φιλοσοφία τού απολύτως ταγμένου σ’ αυτό που κάνεις, του αφοσιωμένου, τότε η κατάσταση είναι πιο δύσκολη. Εγώ δηλαδή βάζω τον εαυτό μου σε πρόγραμμα λες και είμαι στρατιώτης. Δεν θα βγω το βράδυ μετά τη συναυλία να φάω, δεν θα πάω για ένα ποτό με τα παιδιά· από τον χώρο της συναυλίας μπαίνω σ’ ένα αυτοκίνητο και πηγαίνω απευθείας στο δωμάτιό μου, στο ξενοδοχείο. Το μόνο που κερδίζω είναι να κοιμηθώ μια ώρα παραπάνω, ωστόσο δεν μου επιτρέπεται η κραιπάλη, ακόμη και τα πιο απλά πράγματα».


– Η φιλοσοφία των φετινών συναυλιών θα είναι παρόμοια με του Κεραμεικού;


«Βεβαίως».


– Θα είναι λοιπόν Χαρούλα και όχι… Χάρις.


«Μα δεν ήταν από την αρχή το Χάρις;».


– Οχι, αυτό μας το «επιβάλατε» από το Δι’ Ευχών και μετά.


«Κάνετε λάθος. Με το Χάρις βγήκα στο τραγούδι, το Χαρούλα ήρθε σιγά σιγά».


– Παίζοντας με τις λέξεις, ουσιαστικά θέλω να τονίσω την επιστροφή σας στη λαϊκή σας, περισσότερο, έκφραση.


«Ναι, μόνο να μην τρελαθούμε και μ’ αυτό. Το πρόγραμμα που παρουσίασα φέτος τον χειμώνα το έκανα πάρα πολύ κέφι. Το είχα ξεκινήσει από το προηγούμενο καλοκαίρι. Να σας πω την αλήθεια, επειδή έκανα κι ένα δίσκο ο οποίος δεν είχε πάρα πολύ μεγάλη επιτυχία…».


– Δεν πήγε καλά το Παράξενο φως;


«Για τις πωλήσεις τις δικές μου, όχι και τόσο καλά. Βέβαια να μην ξεχνάμε ότι έκανα και δύο δίσκους μαζί σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Αφού παρουσίασα εκείνη τη δουλειά μου στα χειμωνιάτικα θέατρα, ήθελα να βγάλω από πάνω μου κι αυτή την ιστορία τού θα υποστηρίξω πάρα πολύ τα καινούργια πράγματα, πάνε δεν πάνε. Εχω την πείρα πια να καταλαβαίνω πολύ γρήγορα, να παίρνω δηλαδή το σήμα από τον κόσμο, αν πρέπει να τα δώσεις όλα για μια δουλειά ή όχι. Αυτό από τη μια δεν μου ήταν και το πιο ευχάριστο αλλά από την άλλη με έκανε να κινηθώ λίγο πιο ελεύθερα.


Πάντοτε έχουμε στον νου μας να επικοινωνήσουμε την καινούργια μας δουλειά. Τέλος πάντων, δεν ξέρω πώς ήταν η συγκυρία, είπα παίρνω τα τραγούδια μου όλα, το ρεπερτόριό μου, την ιστορία μου, και βγαίνω και παίζω στον κόσμο. Οταν έρθει το καινούργιο, αν είναι σημαντικό και αν είναι το τραγούδι αυτό που θα μπει στην ψυχή του κόσμου, θα μπει λοιπόν. Αυτό φαίνεται ήταν το πρώτο πράγμα που με έκανε να ελευθερωθώ, να ανοίξω πλέον το σπίτι μου, την πόρτα μου και να δουλέψω και να δεχτώ τον κόσμο χωρίς περιορισμούς, αυτό μέσα, αυτό έξω, τι ταιριάζει και τι δεν ταιριάζει. Ποτέ δεν φανταζόμουνα ότι θα είχε τέτοια αποδοχή αυτή μου η ενέργεια. Ξέρετε γιατί; Οταν είσαι τόσα πολλά χρόνια μέσα στη δουλειά και έχεις τριφτεί με τα τραγούδια σου, αρχίζουνε και σε κουράζουνε. Εχεις λοιπόν πολλές φορές την εντύπωση ότι το ίδιο συμβαίνει και με τον κόσμο. Ετσι, θέλεις να έχεις πολύ μεγάλο ποσοστό καινούργιας δουλειάς σε κάθε σου εμφάνιση.


Αυτό λοιπόν με έκανε να περάσω ένα καλοκαίρι φανταστικό πέρυσι, με ώθησε στο να βρω οπωσδήποτε ένα χώρο στην Αθήνα, να παίξω στην πόλη μου. Ημουν πολύ τυχερή που χτίστηκε ένας καινούργιος χώρος και έγινε αυτό που έγινε, και εν πάση περιπτώσει έκλεισε ένας κύκλος. Εγινε και η ηχογράφηση του προγράμματος και τώρα είμαι πάλι έτοιμη να ξαναβγώ να κάνω το παιχνίδι μου με τον κόσμο».


– Τα τελευταία 10-15 χρόνια η γενιά σας κάνει εμφανίσεις 30-40 ημερών με τις… απαιτούμενες παρατάσεις τους. Σαν να τη φοβάστε λίγο τη σεζόν μου φαίνεται.


«Ξέρετε τι σημαίνει πια να πας και να δουλεύεις μια ολόκληρη σεζόν σ’ ένα μαγαζί; Σημαίνει ότι κάνεις μια συμφωνία με τον επιχειρηματία που έχει την οργάνωση να φέρει κόσμο οργανωμένο…».


-… χορούς, συνεστιάσεις και όλα αυτά;


«Ναι. Δεν πας δηλαδή σ’ ένα χώρο με ελεύθερη είσοδο, να μπει ο άλλος γιατί γουστάρει να μπει, όπως δούλεψα εγώ φέτος, που ήτανε θαύμα αυτό το οποίο έγινε· ότι μπήκε τόσος κόσμος γι’ αυτό το διάστημα».


– Δεν καταλαβαίνω γιατί είναι θαύμα το να γεμίζει ένα μαγαζί η Αλεξίου.


«Εκεί έχει φτάσει όμως η δουλειά. Από την άλλη, το να προαποφασίζεις ότι θα πας να παίξεις για πέντε μήνες σερί δεν σου αφήνει χώρο για τίποτα άλλο. Πολύ παλιά το ‘χω κάνει, όλοι το κάναμε, και μάλιστα επί πάρα πολύ. Ξεκινάγαμε Οκτώβριο και τελειώναμε Μάιο· το θέμα όμως είναι να κάνεις και κάτι καλύτερο. Να ‘χεις κι ένα χρόνο να κάνεις κι άλλα πράγματα, δεν γίνεται να μπεις στο μεροκάματο, στη ρουτίνα».


– Αυτό βεβαίως έχει αφήσει το πεδίο ελεύθερο στους «απέναντι»…


«Δεν είναι βασίλειο κανενός ο χώρος του τραγουδιού. Πάντοτε υπήρχαν όλες οι τάσεις και το κοινό διάλεγε σε ποιον θα πάει – τουλάχιστον από τότε που ξεκίνησα εγώ να τραγουδάω. Σας θυμίζω ότι τα χρόνια που γινόταν χαμός στην Πλάκα, υπήρχε και η παραλία. Πάντα έτσι ήτανε. Τι θα πει τι χώρο αφήνεις; Το θέμα είναι τι χώρο θέλεις εσύ να καταλάβεις, εσύ πού θέλεις να είσαι. Τι είσαι εσύ δηλαδή, για ν’ αφήσεις τον χώρο στον άλλον;».


– Είστε οι λεγόμενοι έντεχνοι.


«Αυτό πια έχει γίνει σαν βρισιά. Τι θα πει έντεχνοι;».


– Εσείς που υπερασπίζεστε ακόμη το καλό μας γούστο.


«Πάρα πολύ ωραία διατύπωση αυτή. Να που μια φορά ακούω και τι είναι το έντεχνο. Γιατί φαίνεται ότι κάτι έχει γίνει με το είδος αυτό και έχουμε αρχίσει πια να παρεξηγιόμαστε, θεωρούμαστε οι κουλτουριάρηδες, οι βαρετοί».


– Τι φοβάστε περισσότερο σήμερα;


«Νομίζω πως είναι διαφορετικός ο φόβος μου τώρα. Δηλαδή δεν φοβάμαι σε σχέση με τον εαυτό μου. Φοβάμαι για το παιδί μου, ας πούμε. Επειδή ξεκίνησα σχετικά πιτσιρίκα, μεγάλωνα μέσα στο τραγούδι και μάθαινα τη ζωή μαζί μ’ αυτό. Αλλο στα 19 που ξεκίνησα κι άλλο στα 50 τώρα, που είσαι και μάνα και κουβαλάς και ιστορία πίσω σου. Δεν είχα μπει τότε στην έννοια μη μου πάθει ένας δικός μου κάτι. Τώρα νιώθω ευθύνη για το παιδί μου. Είμαι περισσότερο εύθραυστη σήμερα απέναντι στους δικούς μου ανθρώπους».


– Πέρα από την ιστορία σας στο λαϊκό τραγούδι, είστε συνδεδεμένη και με μια μελαγχολική παρουσία. Κόντρα πράγματα. Πώς συνυπήρχαν αυτά τα άκρα; Κατ’ αρχάς, είναι σωστή η παρατήρησή μου;


«Σωστή είναι. Αυτό το κουβάλησα πάρα πολύ και έπρεπε πολλές φορές να το απαντήσω. Μπορώ να σας πω ότι, από μια στιγμή κι ύστερα, πήγα να το παίξω και λίγο ευτυχείτε, smile, είμαστε όλοι γεμάτοι θετική ενέργεια και τέτοια. Ισως και να υπερέβαλλα· και αυτό έγινε, αν θέλετε, για να ξορκίσω κάτι. Πρέπει κανείς να δεχτεί αυτό που έχει μέσα του και το οποίο μπορεί να μην το ορίζει. Εγώ δεν τα πήγα τελικά άσχημα με τη μελαγχολία μου, όποτε την είχα. Μπορεί να με έχει ταλαιπωρήσει γιατί έχω ένα μυαλό το οποίο συνέχεια σκέφτεται, ψάχνεται… Το διάστημα πριν κοιμηθώ, αυτή η στιγμή του μαξιλαριού, είναι αρκετά δυνατή. Εκείνη τη στιγμή, πριν μας πάρει ο ύπνος, νομίζω ότι μπαίνουμε σε μιαν άλλη σφαίρα. Πιστεύω ότι είμαι τόσο ανοιχτή ώστε να δεχτώ την απόλυτη χαρά, την απόλυτη ευτυχία, αλλά είμαι και ευάλωτη στο να μου συμβεί και ο απίστευτος πόνος. Εχω μάθει να ζω και με τα δύο. Αυτό νομίζω ότι μπορεί να με έχει κάνει πιο σοβαρή, πιο σιωπηλή. Αλλά όπως δεν τσιγκουνεύομαι τον χορό έτσι δεν τσιγκουνεύομαι και το κλάμα. Δηλαδή είμαι άνθρωπος που θα κλάψω πολύ βαθιά, θα σπαράξω, αλλά και που θα γελάσω πολύ βαθιά· που θα κάνω τους ανθρώπους δίπλα μου να γελάσουν και θα τους ψυχαγωγήσω και θα πω τα αστεία μου και θα γίνω θεατρίνα ή που θα τους στείλω στον Καιάδα. Υπάρχουν και τα μεσοδιαστήματα που αισθάνομαι ηλίθια ας πούμε, που δεν είμαι τίποτα. Αλλά όταν είμαι σε «δράση», τα θέλω όλα σε μεγάλη δόση, σε πληρότητα».


– Παντρευτήκατε δύο άντρες που, κατά σύμπτωση, η κύρια δουλειά τους ήταν η καριέρα σας. Χωρίς να αμφισβητώ το συναισθηματικό μέρος, είναι μια περίεργη σύμπτωση· είναι σαν να λέτε «όποιος μ’ αγαπήσει πρέπει να μπει και στο προσωπικό μου όνειρο, στην πορεία μου».


«Μωρέ, δεν είναι έτσι. Ο άντρας στη δική μου τη ζωή είναι κάτι πολύ ιερό. Από τη σχέση που είχα με τον πατέρα μου μέχρι και τη σχέση που έχω με το γιο μου… Δηλαδή δεν θα μπορούσα να φαντασθώ τη ζωή μου χωρίς την παντρειά, ας πούμε. Ακούγεται λίγο…».


– …την οικογένεια θέλετε να πείτε;


«Το ταίριασμα».


– Κατά σύμπτωση πάντως, και οι δυο σας σύζυγοι είναι στις παρυφές της καριέρας σας.


«Δεν ήμουνα ποτέ ιδιαίτερα κοινωνικό άτομο για να ανοίγομαι σε παρέες, δεν έτυχε κιόλας. Είναι καθαρή σύμπτωση. Και στον πρώτο μου γάμο ερωτεύθηκα πολύ τον Αχιλλέα (σ.σ.: Θεοφίλου, παραγωγός δισκογραφίας) και στον δεύτερο ερωτεύθηκα πολύ τον Σωτήρη (σ.σ.: Μπασιάκος, παραγωγός θεαμάτων και προσωπικός μάνατζερ της κυρίας Αλεξίου τα τελευταία 12 χρόνια). Και στις δύο περιπτώσεις δεν μας ένωσε η δουλειά. Μπορεί μέσα από τη δουλειά να γνωριστήκαμε, μα δεν μας ένωσε αυτό. Δεν θα το έκανα αυτό το κακό στον εαυτό μου».


– Κάνετε τα τελευταία χρόνια κάποιες – λίγες – συναυλίες διαμαρτυρίας, για τον Οτσαλάν, για τους Παλαιστινίους… Τι νόημα έχουν αφού μετά θα γυρίσετε στα μαγαζιά σας και θα συνεχίσετε τη δουλειά σας;


«Δεν πειράζει αυτό. Εκείνο που σας λέω είναι πως όταν όλα αυτά δεν συνοδεύονται και από ένα κοινωνικό κίνημα, δεν γίνεται τίποτα. Ο τραγουδιστής ή οποιοσδήποτε πάει να προσφέρει κάτι και να ενωθεί με τους άλλους, την άλλη μέρα θα γυρίσει στη δουλειά του. Το ίδιο θα κάνει και ο πολίτης που έρχεται με το πλακάτ. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχει κάνει μια παρουσία, δεν έχει μπει μέσα σε μια ομάδα, δεν έχει κινητοποιηθεί. Μην περιμένετε από τον τραγουδιστή να ανατρέψει πράγματα, αλλά οφείλει να συμμετέχει σ’ αυτό που λέγεται κοινωνικός αγώνας».


– Εσείς στο μαγαζί σας θα διακόπτατε τη ροή του προγράμματός σας λέγοντας: «Το επόμενο τραγούδι θα το πω για τους Παλαιστινίους που σφαγιάστηκαν χθες βράδυ»;


«Δεν το έχω κάνει αλλά θα ήταν σωστό να το έχω κάνει».


– Αν έπρεπε να αφιερώσετε κάπου τη ζωή σας έξω από το τραγούδι, πού θα ήταν αυτό;


«Θα ασχολιόμουνα με τα παιδιά χωρίς οικογένεια».


– Η γενιά σας κυριαρχεί 30 χρόνια. Δεν σας κούρασε η κορυφή; Εσάς προσωπικά τι θα σας έκανε ποτέ να αποσυρθείτε, να πείτε φεύγω, δεν θέλω άλλο να τραγουδήσω;


«Είμαστε αρκετοί πενηντάρηδες πια στο τραγούδι· υπάρχουν κάποιοι που εξακολουθεί να τους αντέχει ο χώρος. Αυτό δεν σε κουράζει, άλλα πράγματα σε κουράζουν. Να μη σου ταιριάζει το ήθος της εποχής, το ύφος της. Δηλαδή το να βρω εγώ πάλι ένα τραγούδι που να με αναστατώσει, να κάνει να κτυπήσει πάλι η καρδιά μου, μπορεί αυτό τραγούδι να είναι ντεμοντέ γι’ αυτό που έχει μάθει ο κόσμος ν’ ακούει σήμερα. Το να πεις «κουράστηκα και θέλω να τα παρατήσω», το ‘χω πει πολλές φορές, γιατί η κούραση έρχεται· και έρχεται κάποια στιγμή που βλέπεις ένα αδιέξοδο, βλέπεις ότι δεν προχωράς. Δεν είναι μια δουλειά η οποία επαναλαμβάνεται αυτή που κάνουμε, έχει τη γέννα μέσα της και αν δεν γεννάει κάτι δεν νιώθεις καλά. Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν προσπαθήσει να προχωρήσουν τα πράγματα με βία και δεν έχει συμβεί τίποτα και άλλοι που μπορεί να ‘ναι πιο χαλαροί.


Εγώ είμαι πιο χαλαρή, δεν έχω σπρώξει με το ζόρι τα πράγματα να γίνουν. Και να σας πω, αν δεν ήταν ο Σωτήρης δίπλα μου, ο οποίος με ξέρει πάρα πολύ καλά και γνωρίζει το σαράκι που έχω μέσα μου, ότι στην ουσία δεν είμαι ένας άνθρωπος που θέλει να τα παρατήσει, ξέρει ότι είμαι πολύ βαθιά ερωτευμένη μ’ αυτό που κάνω και δεν μ’ αρέσει να φύγω από τα πράγματα, δεν ξέρω πώς θα τα έκανα σήμερα. Ο Σωτήρης με κινητοποιεί. Εκείνο που επίσης σε φέρνει σε αμηχανία είναι πως δεν θέλεις να παίξεις το παιχνίδι όπως παίζεται σήμερα. Κατ’ αρχάς δεν μπορείς ν’ ανταγωνιστείς τον εαυτό σου των 25 χρόνων, από την άλλη δεν μπορείς ν’ ανταγωνιστείς την ποιότητα και το νέο ήθος των πραγμάτων».


– Πώς το ορίζετε εσείς αυτό το νέο ήθος;


«Δεν υπάρχει κριτήριο με την έννοια ότι διαλέγω μια ωραία μουσική, διαλέγω έναν ωραίο στίχο, ηχογραφώ το τραγούδι και απλώς βγαίνει σ’ ένα δίσκο. Σήμερα αναζητείται ο παραγωγός, ο οποίος θα έχει το εύρημα, το ηχητικό-ρυθμικό και της εικόνας παράλληλα, για να στήσει ένα ολόκληρο concept του τραγουδιού. Ποιο concept; Δυστυχώς έχω μάθει, και εγώ και η γενιά μου, να δουλεύουμε μ’ έναν άλλο τρόπο. Δεν μπορείς να προσαρμοστείς σ’ αυτό και δεν θέλεις κιόλας. Απλά, επειδή, φαίνεται, είμαστε ισχυρά κύτταρα γι’ αυτό και είμαστε ακόμα μέσα στη δουλειά· μπορούμε ακόμα και έχουμε κοινό επειδή δεν γίνονται τα πράγματα στο περίπου. Από την άλλη πρέπει να σας πω, για μένα τουλάχιστον, ότι δεν αισθάνομαι χαμένη όταν δεν είμαι μέσα στο τραγούδι. Περνάω πάρα πολύ ωραία».


Η Χάρις Αλεξίου θα δώσει μαζί με τον Λαυρέντη Μαχαιρίτσα δύο συναυλίες στον Λυκαβηττό, τη Δευτέρα 1 και την Τρίτη 2 Ιουλίου. Εισητήρια προπωλούνται προς 20 και 15 ευρώ (φοιτητικά) από τα δισκοπωλεία Metropolis, τα ταμεία του Φεστιβάλ Αθηνών (Πανεπιστημίου 39) και την Ticket Hellas, τηλ. 010 6189.300.