Μνήμη και τέχνη στη ζωγραφική


Τη ζωγραφική τέχνη του Σωτήρη Σόρογκα την έχουν τιμήσει έγκυροι κριτικοί με αναλύσεις που άγγιξαν το στοχαστικό της βάθος. Ανατρέχοντας σ’ αυτές τις κριτικές, αναρωτιέσαι ποια αθέατη πλευρά του έργου του μπορεί ακόμη να εξερευνήσει ένα άλλο βλέμμα. Σχεδόν αποθαρρύνεσαι. Δεν σου απομένει άλλη επιλογή από το να ξαναζήσεις τη συνάντηση με το έργο, ριψοκινδυνεύοντας μια επανάληψη ή μια κοινοτοπία.


Η ζωγραφική του Σωτήρη Σόρογκα ανθεί μέσα στο κλίμα που δημιούργησαν στη δεκαετία του ’70 δύο συγκλίνοντα ρεύματα: η αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος για το σχέδιο και το μινιμαλιστικό κίνημα, που αναπτύσσεται ως αντίδραση προς τις ασωτίες και τις υπερβολές της ποπ-αρτ. Το σχέδιο από την ίδια του τη φύση τείνει προς τη λιτότητα και τη μονοχρωμία. Ο μινιμαλισμός (η τέχνη του ελάχιστου) το ευνοεί και το κατευθύνει προς θεματικές εμμονές, αποκλείοντας τη διασπορά και την ποικιλία.


Ο Σόρογκας βρίσκει μέσα σ’ αυτό το ιστορικό κλίμα το άλλοθι των δικών του εξερευνήσεων ή καλύτερα, για να ακριβολογούμε, των δικών του καταδύσεων. Γιατί οι εικόνες που μας προτείνει ο ζωγράφος είναι πολύ περισσότερο εσωτερικές. Αντικατοπτρισμοί μιας πραγματικότητας που την ψηλαφεί ένα στοχαστικό βλέμμα και τη μετουσιώνει σε καθαρό πνεύμα.


Μιλήσαμε πιο πάνω για θεματικές εμμονές. Πράγματι, ο Σωτήρης Σόρογκας από την αρχή της δημιουργίας του εστιάζει την προσοχή του σε ελάχιστα μοτίβα που επανέρχονται με παραλλαγές σε σειρές από έργα: πέτρες, μάρμαρα, ξερολιθιές, παλιά αποσαθρωμένα ξύλα, που κάποτε στήριξαν στέγες, γκρεμισμένες τώρα, παλιά σκουριασμένα σιδερικά από άχρηστα πια εργαλεία και μηχανές, γυναικείες μορφές από παλιές ξεθωριασμένες φωτογραφίες.


Ποιο μυστικό νήμα διαπλέκει αθέατους δεσμούς ανάμεσα σ’ αυτά τα μοτίβα; Ολα τα θέματα, κάθε μορφή ύλης ­ πέτρα, ξύλο, σίδερο ­, φέρουν έκτυπα τ’ αχνάρια του ανθρώπινου μόχθου, που κάποτε τα σύνταξε για να υπηρετήσουν τους σκοπούς της ζωής: ένας φράχτης, μια ξερολιθιά, ένας τοίχος, ένα δοκάρι, μια στέγη, ένα αλέτρι, μια μηχανή, μια φωτογραφία που κράτησε αμάραντη τη νιότη μιας όμορφης κόρης. Και ύστερα ήρθε ο χρόνος, ο πανδαμάτωρ, ο αμείλικτος. Γκρέμισε τοίχους και ξερολιθιές, άνοιξε μαύρα απειλητικά ρήγματα, έριξε κάτω στέγες και δοκάρια, ροκάνισε τα σίδερα με τη σκουριά, κιτρίνισε τις παλιές φωτογραφίες.


Ο χρόνος, «γλύπτης των ανθρώπων παράφορος», όπως τον είδε ο Ελύτης, είναι ο πρωταγωνιστής σ’ αυτή τη ζωγραφική. Ο χρόνος και ο τελεσίδικος σκοπός του: η φθορά, ο θάνατος. Η σιωπή είναι το οικείο κλίμα της παρακμής, το οικείο κλίμα της ζωγραφικής του Σόρογκα. Μια σιωπή που λειτουργεί ως αναγκαία συνθήκη για τη βίωση της εικόνας από τον θεατή. Μια σιωπή που μας αιχμαλωτίζει με πανουργία στη δίνη της, στην ανήκουστη ηχώ της, οδηγώντας μας μπροστά στο αίνιγμα της ίδιας μας της ύπαρξης.


Ποιο είναι το αντίδοτο στον χρόνο, στη φθορά, στον θάνατο; Η μνήμη και η τέχνη, η τέχνη ως κιβωτός της μνήμης. Η ζωγραφική του Σόρογκα αντιτάσσει στη φθορά, στον θάνατο, αυτό το διπλό και δοκιμασμένο ξόρκι.


Αυτό είναι, κατά τη γνώμη μου, το μήνυμα που ψιθυρίζει χαμηλόφωνα η τέχνη του Σόρογκα. Ανάλογοι είναι και οι πλαστικοί κώδικες που το υποβάλλουν. Ο ζωγράφος κατάφερε να δημιουργήσει ένα είδος ζωγραφικού σχεδίου, μια σχεδόν αχειροποίητη ασκητική γραφή που μοιάζει περισσότερο με μνημονική ανάκληση της εικόνας παρά με μιμητική αποτύπωση της ορατής πραγματικότητας.


Είναι επίσης αξιοθαύμαστο πώς ο καλλιτέχνης κατόρθωσε να διατηρήσει σ’ αυτές τις αβρές μονοχρωμίες την απτική ποιότητα της ύλης, τα ίχνη της αλλοτινής χρήσης των πραγμάτων. Και αυτό το οφείλει στην επιδέξια, στην τόσο ευαίσθητη ερμηνεία του φωτός. Οι απτικές ποιότητες (οι tactile values του Berenson) μεταφράζουν την τοπογραφία του φωτός πάνω σε μια επιφάνεια. Οι κουρασμένες, γερασμένες, ρυτιδωμένες από τη χρήση και τον χρόνο επιφάνειες των πραγμάτων που επιλέγει ο Σόρογκας προκαλούν το φως να τις χαϊδέψει, να αναδείξει μέσα από τα επεισόδια της φθοράς, με ίσκιους και μεσόφωτα, την υλική τους υπόσταση, την ιδιαίτερη σχέση τους με τον χρόνο. Αυτό το φως, το ανελέητο, είναι φως ελληνικό. Φως που ξορκίζει τα φαντάσματα και τον φόβο του θανάτου. Κάτω απ’ αυτό το φως ακόμη και η εικόνα της φθοράς μεταστοιχειώνεται σε θεοφάνεια.


Η έκθεση του Σωτήρη Σόρογκα «Σημειώσεις από τα λατομεία της Πεντέλης» εγκαινιάζεται την Πέμπτη 8 Νοεμβρίου, στις 8 μ.μ., στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης (Νεοφύτου Δούκα 4, Κολωνάκι).


Η κυρία Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα είναι διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης και καθηγήτρια της Ιστορίας της Τέχνης.