Ο υγρός τάφος του αρχαίου Ηρακλείου


Στον κόλπο του Αμπουκίρ, κάπου 20 χλμ. ανατολικά από την Αλεξάνδρεια, όπου πριν από 200 χρόνια ο Νέλσον κατέστρεψε τον στόλο του Βοναπάρτη, υπήρχαν στην αρχαιότητα τρεις πόλεις. Η πιο γνωστή ήταν η Κάνωπος στον δυτικό βραχίονα του Νείλου, στο σημερινό ακρωτήριο του Αμπουκίρ. Μετά ήταν το Ηράκλειο (στα φαραωνικά Θόνις) και πιο κάτω η φαραωνική πόλη Μένουθις. Και οι τρεις πόλεις βρίσκονταν σε έκταση μήκους 8 χλμ. στην ακτή του κόλπου που τότε σχηματιζόταν στις εκβολές του Νείλου. Με την πάροδο των αιώνων οι εκβολές μετατοπίστηκαν ανατολικότερα, οι πόλεις καταστράφηκαν από σεισμούς και τα νερά της Μεσογείου ανέβηκαν και τις σκέπασαν. Εκεί λοιπόν, στον βυθό του κόλπου του Αμπουκίρ, σε απόσταση περίπου 6,5 χλμ. από την τωρινή ακτογραμμή, η ερευνητική ομάδα του Franck Goddio σε συνεργασία με το Ανώτατο Αρχαιολογικό Συμβούλιο της Αιγύπτου εντόπισε την αρχαία πόλη Ηράκλειο όπου προτού κτιστεί το 331 π.Χ. η Αλεξάνδρεια υπήρχε το λιμάνι για τα πλοία των Ελλήνων που έρχονταν στην Αίγυπτο. Και μετά την ίδρυση της Αλεξάνδρειας όμως το λιμάνι του Ηρακλείου υπερτερούσε και των δύο λιμανιών της πόλης του Αλεξάνδρου τα οποία θεωρούνταν επικίνδυνα καθώς ήταν εκτεθειμένα στον βοριά και η πρόσβασή τους ήταν γεμάτη ξέρες.



Γιατί όμως Ηράκλειο στη βόρεια ακτή της Αιγύπτου και τι σχέση μπορεί να έχει ο μυθικός ήρωας των Ελλήνων με τη χώρα των Φαραώ; Ο Ηρόδοτος μνημονεύει την πόλη Ηράκλειο, ενώ ο Διόδωρος αναφέρεται στον μύθο σύμφωνα με τον οποίο η φαραωνική πόλη Θόνις πήρε το όνομα του ήρωα όταν ο Ηρακλής σε μια μεγάλη πλημμύρα του Νείλου άνοιξε κανάλια διαφυγής των νερών και έσωσε την πόλη. Σε ένδειξη ευγνωμοσύνης οι κάτοικοι έδωσαν στην πόλη τους το όνομά του και έκτισαν έναν μεγάλο ναό αφιερωμένο στον Ηρακλή. Στην αρχαιότητα οι αλήθειες και οι θρύλοι βρίσκονται συχνά πολύ κοντά…


Ο Franck Goddio δεν είναι ο πρώτος που ερευνά τη θάλασσα του Αμπουκίρ. Γύρω στα 1930 ο ξάδελφος του Φαρούκ πρίγκιπας Τουσού, ο οποίος θεωρείται στην Αίγυπτο πρωτοπόρος στην υποβρύχια έρευνα, είχε εντοπίσει αρχαία στον βυθό του Αμπουκίρ και με τη βοήθεια ελλήνων σφουγγαράδων που δούλευαν εκεί κοντά ανέσυρε τρία γλυπτά: μία κεφαλή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ένα άγαλμα της Ισιδος και μία Σφίγγα. Ιταλοί αρχαιολόγοι δημοσίευσαν τότε τα ευρήματα και μετά η υπόθεση ξεχάστηκε και κανένας δεν ασχολήθηκε ξανά με τη θάλασσα του Αμπουκίρ, ώσπου 70 χρόνια αργότερα εμφανίστηκε ο Goddio.


Οι έρευνες


Ο Franck Goddio δεν είναι αρχαιολόγος. Σπούδασε οικονομικά και στατιστική και για ένα διάστημα εργάστηκε ως σύμβουλος στον ΟΗΕ στην Απω Ανατολή και κατόπιν βρέθηκε στην Αραβία την εποχή των «χρυσών» (και όχι «τρελών») αγελάδων. Εκανε μεγάλη περιουσία που τη χρησιμοποίησε για να ιδρύσει το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Εναλίας Αρχαιολογίας, ένα «εργαλείο» για να ικανοποιήσει το πάθος του για υποβρύχιες έρευνες. Οπως είπαμε, ο Goddio δεν είναι αρχαιολόγος, δεν κάνει επιστήμη και δεν ακολουθεί τους αυστηρούς κανόνες της αρχαιολογικής ανασκαφής. Στους βυθούς ψάχνει για βουλιαγμένα καράβια, χαμένες πόλεις και θησαυρούς, χωρίς να ενδιαφέρεται για το ιστορικό υπόβαθρο των ευρημάτων του, χωρίς να εργάζεται σε κάναβο ή να ακολουθεί την όποια έστω και υποτυπώδη στρωματογραφία. Απλώς για τον σκοπό του χρησιμοποιεί την τελευταία λέξη της υπερσύγχρονης τεχνολογίας και φυσικά πάμπλουτους χορηγούς, όπως στην περίπτωση των αιγυπτιακών ερευνών του το Ιδρυμα Hilti και το κανάλι Discovery.


Ο Goddio διεξάγει έρευνες στις ακτές της Αλεξάνδρειας από το 1992. Για ένα διάστημα συνεργάστηκε με τη γαλλική αρχαιολογική αποστολή του Jean Yves Empereur, ο οποίος το 1997 ανέλκυσε γλυπτά και αρχιτεκτονικά μέλη του Φάρου της Αλεξάνδρειας. Η συνεργασία διαλύθηκε και ο Goddio, χάρη πάντα στην τελειότατη τεχνολογία που διαθέτει, ανέλαβε να ερευνήσει το κεντρικό τμήμα του ανατολικού λιμένα της Αλεξάνδρειας, όπου εντόπισε αρχαία γλυπτά και, όπως υποστήριξε, βρήκε και το ανάκτορο της Κλεοπάτρας. Παράλληλα διενήργησε και τρεις έρευνες στον κόλπο του Αμπουκίρ, όπου τελικά σε βάθος 6-12 μ. βρήκε έναν αρχαίο ναό και πολλά κεραμικά, γλυπτά και χάλκινα αντικείμενα καθώς και χρυσά κοσμήματα και νομίσματα, υπερμεγέθη κολοσσικά αγάλματα και δέκα αρχαία ναυάγια σκεπασμένα από την ιλύ που καλύπτει τον βυθό. Στην ανακοίνωση των ευρημάτων που έγινε πριν έναν μήνα ήταν παρών και ο κ. Χάρης Τζάλας, ο οποίος διευθύνει τις ελληνικές ενάλιες έρευνες στην Αλεξάνδρεια. Καθώς είχε την ευκαιρία να εξετάσει από κοντά τα ευρήματα που συντηρούνται στα εργαστήρια της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας της Αιγύπτου ο κ. Τζάλας μίλησε στο «Βήμα» για την πληθώρα των αττικών αγγείων των κλασικών χρόνων, για τα κεραμικά και χάλκινα σκεύη, τα μεγάλα και τα μικρά γλυπτά και κυρίως για τις άγκυρες και τα δέκα πλοία που τα σκαριά τους συντηρήθηκαν θαυμάσια μέσα στην ιλύ.


Ενδιαφέροντα ευρήματα



Δεν είναι όμως μόνο αυτά. Ανάμεσα στα πολλά και σημαντικά ευρήματα του κόλπου του Αμπουκίρ είναι και μια στήλη από μαύρο γρανίτη ύψους 1,95 μ. πανομοιότυπη με τη στήλη της Ναυκράτιδος που βρίσκεται σήμερα στο Μουσείο του Καΐρου. Και σε αυτήν όπως και στη στήλη της Ναυκράτιδος είναι χαραγμένο με ιερογλυφικά το διάταγμα του Φαραώ Νεκτά Α´ (378-362 π.Χ.) για την επιβολή δασμών 10% σε όλα τα αγαθά που προέρχονται από την Ελλάδα. Η μόνη διαφορά είναι ότι αντίθετα με τη στήλη του Μουσείου του Καΐρου όπου υπάρχει η εντολή της αναρτήσεώς της στη Ναυκράτιδα, στη στήλη που βρήκε ο Goddio αναφέρεται η πόλη Θόνις, δηλαδή το Ηράκλειο, ως σημείο αναρτήσεως του διατάγματος, ταυτίζοντας έτσι τη θέση με την αρχαία ελληνική πόλη. Κατά τα άλλα οι δύο στήλες είναι πανομοιότυπες, πράγμα που θεωρείται μοναδικό στην ιστορία της αιγυπτιολογίας.


Υπάρχουν όμως και άλλα ευρήματα. Στον βυθό, κοντά στα κατάλοιπα χονδρών τοίχων, ο Goddio βρήκε και ανέσυρε τρία υπερμεγέθη κολοσσικά αγάλματα από κόκκινο γρανίτη: τον θεό Χάπι, που ήταν η θεότητα του Νείλου, έναν Φαραώ και μια γυναικεία μορφή βασίλισσας. Βρήκε επίσης ένα γλυπτό· πρόκειται για ολόγλυφο σε μονόλιθο από γρανίτη που μιμείται ναό και στη βάση του υπάρχει επιγραφή με ιερογλυφικά την οποία αποκρυπτογράφησε ο επιγραφολόγος καθηγητής του College de France του Παρισιού Jean Yoyotte. Σύμφωνα με την επιγραφή, ο ναός ήταν αφιερωμένος στον Αμμωνα, του οποίου γιος ήταν ο Κόνσου. Δύο αιγυπτιακές θεότητες δηλαδή αντίστοιχες με τον Δία και τον γιο του Ηρακλή.


Τα αίτια της βύθισης


Περίπου 300 μικροαντικείμενα έχουν βρεθεί και συντηρούνται. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν έξι ελληνιστικές χάλκινες κουτάλες με χαραγμένα επάνω τους μοτίβα, δύο χάλκινα σκεύη με επιγραφές, κοσμήματα και ακόμη μία στήλη με δίγλωσση επιγραφή σε ελληνικά και ιερογλυφικά που είναι σπασμένη σε 14 κομμάτια και δεν έχει διαβαστεί ακόμη. Είναι σπάνιες τέτοιες στήλες. Γενικά όμως, και αυτό αφορά όλα τα ευρήματα, χρειάζονται πολλοί επιστήμονες και πολλά χρόνια για να μελετηθεί αυτός ο θησαυρός.


Η ποιότητα και ο αριθμός των ευρημάτων είναι βεβαίως εντυπωσιακά, όπως και η ταύτιση της θέσης με το αρχαίο Ηράκλειο και το λιμάνι του. Υπολείπεται ωστόσο να εξηγηθεί τι ακριβώς συνέβη, πώς, γιατί και πότε καταποντίστηκε η αρχαία πόλη. Στα μηχανήματα που κατέγραψαν όλο τον βυθό έχουν βρεθεί ρωγμές, σαν να οφείλονται σε σεισμό. Από την άλλη μεριά πολλά από τα αγάλματα είναι κατεστραμμένα, κυρίως στο κεφάλι, που δείχνει σκόπιμη επέμβαση και θα μπορούσε να αποδοθεί ακόμη και στον πουριτανισμό των πρώτων χριστιανών που θεωρούσαν τις αρχαίες πόλεις του Αμπουκίρ πόλεις και κυρίως λιμάνια της ακολασίας. Ως ναυτικός, εμπειρογνώμων, ο κ. Τζάλας εντυπωσιάστηκε περισσότερο από τα δέκα αρχαία ναυάγια και από δύο, από τις 17 συνολικά, λίθινες άγκυρες· από τη μία επειδή πρέπει να είναι η μεγαλύτερη που έχει βρεθεί στη Μεσόγειο και ζυγίζει έναν τόνο και από την άλλη επειδή σε μια από τις τρύπες της σώθηκε τμήμα του ξύλινου «νυχιού» με το οποίο γαντζώνονταν στον βυθό. «Πάντα υποθέταμε ότι οι άγκυρες είχαν ξύλινα «νύχια» για να πιάνονται στον βυθό, ποτέ όμως δεν βρήκαμε ολόκληρο κομμάτι ξύλου. Αυτή τη φορά το «νύχι» από σκληρό πουρνάρι είναι μήκους 27 εκ. και μια σκλήθρα του έχει ήδη σταλεί για δενδροχρονολόγηση» επισήμανε ο κ. Τζάλας μιλώντας στο «Βήμα».