Ενας καθυστερημένος θρίαμβος


«Το χιούμορ είναι μία ακόμη άμυνα εναντίον του Σύμπαντος»


Μελ Μπρουκς




Οκαθένας δικαιούται μια δεύτερη ευκαιρία, πόσο μάλλον ο Μελ Μπρουκς, ο οποίος μας προσέφερε απλόχερα το γέλιο σε πολλές από τις ταινίες του. Εχω γελάσει μέχρι δακρύων στις ταινίες «Οι παραγωγοί», «Το μυστήριο με τις 12 καρέκλες» και «Φρανκενστάιν τζούνιορ» και μέσα μου είναι πάντα συνδεδεμένες με καλοκαιρινούς κινηματογράφους, γρανίτες και εφήμερες γνωριμίες. Πολύ καλά έχω περάσει επίσης με τις ταινίες του «Η τελευταία τρέλα του Μελ Μπρουκς» και «Η ιστορία του κόσμου, μέρος πρώτο».


Εχοντας πάρει από αυτόν το θείο δώρο του γέλιου αισθανόμουν άσχημα για την ανεπανόρθωτη φθορά του χιούμορ του στις τελευταίες του ταινίες. Σαν να ήταν δικός μου άνθρωπος.


Αναπάντεχη επιτυχία


Να όμως που στα 75, ξεγραμμένος από όλους, γνωρίζει αναπάντεχη επιτυχία μετατρέποντας σε μιούζικαλ την ταινία που τον ανέδειξε και για την οποία βραβεύθηκε με Οσκαρ σεναρίου το 1968. «Οι παραγωγοί» είχαν πρωταγωνιστή τον Ζίρο Μόστελ ενώ ανέδειξαν τον Τζιν Γουάιλντερ (με τον οποίο ο σκηνοθέτης συνεργάστηκε αρκετές φορές έκτοτε).


Η ταινία αφηγείται την ιστορία δύο παραγωγών του θεάτρου οι οποίοι αποφασίζουν να ανεβάσουν το χειρότερο έργο στο Μπρόντγουεϊ για να «φάνε» τα χρήματα από διάφορες γηραιές κυρίες που τις έπεισαν να το χρηματοδοτήσουν. Το έργο, όμως, ένα μιούζικαλ για τον Χίτλερ, θριαμβεύει και τα δεδομένα μπερδεύονται πολύ. Τώρα κάθεται στο σαλόνι του και μετράει τα βραβεία Τόνι που κέρδισε το μιούζικαλ «Οι παραγωγοί», το οποίο είναι αναμφίβολα το θεατρικό γεγονός στη Νέα Υόρκη από τις 19 Απριλίου που έκανε πρεμιέρα.


Με το χάρισμα του κωμικού


Η βραδιά ήταν λαμπρή και με σπουδαίους προσκεκλημένους, όπως η Ντέμι Μουρ, ο Αλεκ Μπόλντουιν, η Γκλεν Κλόουζ και η Σάρα Τζέσικα Πάρκερ, σύζυγος του Μάθιου Μπρόντερικ που πρωταγωνιστεί στο μιούζικαλ μαζί με τον παλαίμαχο Νέιθαν Λέιν, ο οποίος κέρδισε ένα από τα 12 συνολικά βραβεία που δόθηκαν στους «Παραγωγούς».


Η καλλιτεχνική ιστορία του Μελ Μπρουκς ξεκινά τη δεκαετία του ’50 και είναι γεμάτη σκαμπανεβάσματα, σαν δείκτης χρηματιστηρίου.


Γεννήθηκε στο Μπρούκλιν στις 28 Ιουνίου 1926 και πέρασε την παιδική του ηλικία δραπετεύοντας στο γειτονικό σινεμά όπου κατανάλωνε τεράστιες ποσότητες Τσάρλι Τσάπλιν και Μπάστερ Κίτον, οι οποίοι υπήρξαν και οι κινηματογραφιστές που τον ενέπνευσαν. Αναφερόμενος στο έμφυτο κωμικό ταλέντο των «δασκάλων» του ο Μπρουκς λέει συχνά: «Το χιούμορ είναι ευλογία και νομίζω ότι είναι αδύνατον να κάνεις κωμωδία αν δεν έχεις γεννηθεί με αυτό».


Αλλά και ο ίδιος φαίνεται να γεννήθηκε με έμφυτο το χάρισμα του κωμικού. Γι’ αυτό και στην καλλιτεχνική διαδρομή του προσπάθησε να ζήσει γράφοντας αστεία για άλλους. Αλλαξε το όνομά του από Μέλβιν Καμίνσκι σε Μελ Μπρουκς και συνεργάστηκε με τον Σιντ Σίζαρ γράφοντάς του κείμενα για το τηλεοπτικό event «Your show of shows». Στο ίδιο σόου συνεργάζονταν και ο Γούντι Αλεν, ο Πολ Σάιμον και ο Καρλ Ρέινερ.


Για τη συμβολή του στην πνευματικότητα και στην επιτυχία εκείνης της τηλεοπτικής εκπομπής ο Μπρουκς τιμήθηκε με βραβείο Εμι. Μετά τη βράβευσή του αποχώρησε για να δημιουργήσει έναν τηλεοπτικό χαρακτήρα, σε συνεργασία με τον Καρλ Ρέινερ, που βασιζόταν σε φανταστικές συνεντεύξεις. Στη νέα του τηλεοπτική ενασχόληση ο Ρέινερ ήταν ο δημοσιογράφος και ο Μπρουκς ο «2000 years-old man» που απαντούσε. Τρία ακόμη βραβεία Εμι ήρθαν να στολίσουν το τζάκι του ως το 1964, οπότε εμφανίστηκε στη ζωή του η ηθοποιός Ανν Μπάνκροφτ που έγινε γυναίκα του.


Από το 1965 ως το 1970 δημιούργησε τη σειρά «Get Smart», μια σάτιρα των κατασκοπικών ταινιών. Το μεγάλο άλμα για τον κινηματογράφο το έκανε το 1968, δεν κατόρθωσε όμως να «πηδήξει το χαντάκι» αφού η ταινία του «Οι παραγωγοί» κέρδισε τις εντυπώσεις, τους κριτικούς, το Οσκαρ σεναρίου, όχι όμως και τους θεατές. Αυτό το ίδιο έργο που οδήγησε τον Μπρουκς στο περιθώριο (ζούσε από τα έσοδα της γυναίκας του πάνω από πέντε χρόνια) τον οδηγεί 33 χρόνια μετά σε έναν καθυστερημένο αλλά οπωσδήποτε ευπρόσδεκτο θρίαμβο.


Διαδοχικές βραβεύσεις


Οι αμερικανοί κριτικοί εκθείασαν την παράσταση που τους έκανε εθνικά υπερήφανους επειδή πρόκειται για ένα καθαρόαιμο αμερικανικό έργο στη χώρα που ανέθρεψε τα μιούζικαλ και είχε βαρεθεί τα τελευταία χρόνια να βλέπει τις μεγάλες αγγλικές παραγωγές. Η πρόσφατη μετάδοση της απονομής των βραβείων Τόνι από την τηλεόραση, με παρουσιαστές τους δύο πρωταγωνιστές του μιούζικαλ, έκανε ρεκόρ τηλεθέασης.


Είναι προφανές: η Αμερική αυτόν τον καιρό υποκλίνεται σε έναν δημιουργό στον οποίο δεν είχε δώσει και μεγάλη σημασία τα προηγούμενα 50 χρόνια. Από το περιθώριο στο οποίο είχε μπει με την ταινία «Οι παραγωγοί» βγήκε χάρη σε ένα συμβόλαιο με τη Warner που του έδωσε τη δυνατότητα να κάνει το «Φρανκενστάιν τζούνιορ», την ταινία που αποτελεί τον καλλιτεχνικό αλλά και τον εισπρακτικό του θρίαμβο.


Οι ταινίες που ακολούθησαν κερδίζουν εύκολα τον χαρακτηρισμό «συμπαθητικές». Τα αστεία όμως που επαναλαμβάνονταν συχνά και οι εμφανείς αδυναμίες τους που τις καθιστούσαν άνισες τον οδήγησαν βαθμιαία σε μια δημιουργική κρίση τη δεκαετία του ’90, όταν οι ταινίες του εκείνης της εποχής δύσκολα κατάφερναν να κάνουν τα χείλη των θεατών να σκάσουν έστω ένα βεβιασμένο χαμόγελο. Και εκεί που φαινόταν ότι θα επεβίωνε και πάλι με τη βοήθεια της γυναίκας του, τον έσωσε μια παλιά ιστορία που ανακατεύει τους αγαπημένους του χαρακτήρες: ναζιστές, μαύρους, εβραίους, ομοφυλοφίλους και αδύναμες γριούλες. Πού βρίσκονται λοιπόν τώρα τα 12 βραβεία που μόλις κέρδισε το μιούζικαλ «Οι παραγωγοί»; Μάλλον εκεί όπου βρίσκονται και τα υπόλοιπα βραβεία που έχει κερδίσει στη ζωή του. «Οσο ζούσε η μητέρα μου αναπαύονταν πάνω στην τηλεόρασή της στη Φλόριδα. Εφερνε ανθρώπους από την πολυκατοικία ή κάποιους που γνώριζε στον δρόμο, τους προσέφερε τσάι και κουλουράκια και τους έδειχνε τα βραβεία. Τώρα βρίσκονται σε κάποιο συρτάρι. Αν κάποιος θέλει να τα δει, ας το ανοίξει».