Οι πιο «μοδάτες» μπότες του αιώνα κλείνουν 40 χρόνια παρουσίας στον κόσμο των υποδημάτων. Πρόκειται για τα πιο πολυφορεμένα πατούμενα της ιστορίας που «περπάτησαν» σε όλες τις γωνιές του πλανήτη Γη




Κυριακή πρωί, ώρα 11.00. Και η οδός Ηφαίστου στο Μοναστηράκι πλημμυρίζει από άτομα κάθε ηλικίας που προβάρουν τις διάσημες αρβύλες Dr Martens ώσπου να βρουν το ιδανικό ζευγάρι που να τους ταιριάζει στο πόδι. Ανάμεσα στο πλήθος συναντήσαμε την 20χρονη Κατερίνα, φοιτήτρια της Σχολής Καλών Τεχνών, η οποία δοκίμαζε ένα μπορντό ζεύγος «Μαρτινάκια», όπως τα αποκάλεσε η ίδια. Η Κατερίνα έχει ήδη 4 ζευγάρια Martens στην παπουτσοθήκη της, όμως δεν μπορούσε να αντισταθεί στο μπορντό ζευγάρι που αντίκρισε στο ράφι του καταστήματος. «Δεν μπορώ να φαντασθώ τα πόδια μου χωρίς τα Μαρτινάκια. Νομίζω ότι το βήμα μου δεν είναι σωστό όταν λείπουν τα μποτάκια μου» μας είπε πάνω στην προσπάθειά της να μας δώσει να καταλάβουμε τη σημασία έχουν για εκείνη τα συγκεκριμένα υποδήματα. «Η μητέρα μου όταν τα πρωταντίκρισε έπαθε σοκ. Αρχισε να μου φωνάζει και να μου λέει ότι αυτά τα «άρβυλα» είναι για φαντάρους και όχι για τα κορίτσια. Τώρα όμως τα έχει συνηθίσει. Καμιά φορά αναρωτιέται πώς μπορώ να περπατώ με τόσο βάρος στα πόδια μου ή πώς τα καταφέρνω τους καλοκαιρινούς μήνες και δεν «σκάει» το πόδι μου. Εγώ όμως της εξηγώ ότι χωρίς τα Μαρτινάκια δεν υπάρχει λόγος να περπατώ!».


Η Κατερίνα δεν είναι η μόνη ανάμεσα στους χιλιάδες νέους που επισκέπτονται καθημερινά το Μοναστηράκι προκειμένου να προμηθευθούν ένας ζεύγος Dr Martens. Ο Νίκος είναι μόλις 14 ετών, τον βρήκαμε να ψάχνει για το κατάλληλο ζεύγος «Μαρτινάκια» παρέα με τη μητέρα του. Παρά το γεγονός ότι είναι αρκετά μικρός στην ηλικία, μας φάνηκε πολύ «προχωρημένος» σχετικά με τις γνώσεις που είχε στον τομέα των Dr Martens. «Αν θέλει κανείς να βρει πρωτότυπα Μαρτινάκια, πρέπει να ταξιδέψει στο Λονδίνο. Εκεί θα συναντήσει τα πιο φανταχτερά χρώματα και σχέδια. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει τόσο μεγάλη ζήτηση όσο στο εξωτερικό. Αλλά μην το ψάχνετε το θέμα, είναι γνωστό ότι πάμε 100 χρόνια πίσω. Εδώ όποιος φοράει αρβύλες τον λένε αναρχικό. Στο Λονδίνο τα φοράνε οι μαθητές, οι εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι, οι καθηγητές, οι γιατροί και γενικά όλοι όσοι ξέρουν από καλό πράμα».


Ο Νίκος φάνηκε να γνωρίζει περισσότερες λεπτομέρειες ακόμη και από τον κ. Στέλιο, που εμπορεύεται χρόνια ολόκληρα τα διάσημα μποτάκια στο Μοναστηράκι. Μόνο από το μαγαζί του αγοράζονται καθημερινά γύρω στα δέκα με δεκαπέντε ζευγάρια Martens, ενώ στα υπόλοιπα καταστήματα, που βρίσκονται επίσης επί της οδού Ηφαίστου, ο χορός των πωλήσεων καλά κρατεί. «Εχω την εντύπωση ότι οι συγκεκριμένες μπότες δεν πρόκειται να φύγουν ποτέ από τη μόδα» λέει ο κ. Στέλιος και συνεχίζει: «Το μεγάλο μπαμ στις πωλήσεις είχε γίνει το 1985. Πουλούσαμε ως και 50 ζευγάρια την ημέρα. Δεν προλαβαίναμε τις παραγγελίες. Γινόταν ένας χαμός από πιτσιρικάδες, αναρχικούς, χούλιγκαν και πανκ. Οι μεγάλες πωλήσεις κράτησαν ως και το 1987-88. Μετά ηρέμησαν τα πράγματα. Οχι όμως ότι σταμάτησαν οι πωλήσεις. Αυτές συνεχίζουν κανονικά και με το νόμο. Δεν μπορώ να καταλάβω τι βρίσκει η νεολαία σε αυτές τις αρβύλες. Πάντως εγώ προσωπικά έχω την εντύπωση ότι όσο υπάρχουν παπούτσια θα υπάρχουν και τα Martens».


Η καρδιά των Dr Martens βρίσκεται στην πρωτεύουσα της Αγγλίας, στο Λονδίνο, και συγκεκριμένα στο Covent Garden, όπου χιλιάδες κόσμος καταφθάνει καθημερινά προκειμένου να αγοράσει και ένα… και δύο… και τρία ζευγάρια «Μαρτινάκια». Μόνο που εκεί τα εν λόγω μποτάκια έχουν άλλου είδους μεταχείριση από ό,τι στην Ελλάδα. Για το Λονδίνο τα «Μαρτινάκια» είναι ό,τι ακριβώς η Ακρόπολη για την Ελλάδα, ό,τι το Μουσείο του Λούβρου για τη Γαλλία, ό,τι το Αγαλμα της Ελευθερίας για τις ΗΠΑ. Διότι τα συγκεκριμένα διάσημα αρβυλάκια είναι εδώ και 40 ολόκληρα χρόνια το σήμα κατατεθέν της Βρετανίας, κυρίως για τους δεκάδες τουρίστες που επισκέπτονται την κεντρική Carnaby Street του Λονδίνου για τις αγορές τους. Εκεί μπορεί κανείς να καταλάβει αν κάποιος είναι γνήσιος Βρετανός από το πόσα ζευγάρια Dr Martens έχει στο σπίτι του. «Οσο πιο πολλά Martens… τόσο περισσότερο Αγγλος» ήταν το σύνθημα που επικρατούσε τη δεκαετία του ’80, όπου κάθε Βρετανός που σεβόταν τον εαυτό του είχε όλη την γκάμα τον Martens.


Πώς ξεκίνησε όμως η όλη ιστορία των Dr Martens; Ηταν αρχές του 1945 όταν ο Γερμανός Dr Klaus Maertens του Μονάχου, μετά από ατύχημα που υπέστη με τα σκι σε κάποιο χιονισμένο βουνό, επινόησε μια ειδική σόλα για μπότες που θα είχαν γερή βάση, θα πατούσαν σταθερά στο έδαφος, δεν θα πίεζαν εσωτερικά το πόδι και δεν θα γλιστρούσαν στην άσφαλτο. Μπορεί να θεωρηθεί λίγο περίεργο για το πώς τα συγκεκριμένα μποτάκια κλείνουν μόνο 40 χρόνια αφού πρωτοεμφανίστηκαν το 1945. Αυτό γίνεται επειδή ο τόπος γέννησής τους ήταν η Γερμανία και όχι η Αγγλία. Το 1946 ο γερμανός εφευρέτης μαζί με έναν φίλο του, επίσης επιστήμονα, τον Dr Herbert Funck, έκαναν μαζική παραγωγή της εν λόγω σόλας, η οποία χρησιμοποιήθηκε από τους άνδρες της γερμανικής αεροπορίας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το 1959 η επιχείρηση αλλάζει χέρια, και πηγαίνει σε αγγλικό έδαφος, στην οικογένεια Griggs.


Στην αρχή φορούσαν τις Dr Martens μόνο οι ταχυδρόμοι της Αγγλίας, επειδή ήταν συνέχεια στους δρόμους και τα Martens ήταν ό,τι έπρεπε για την ορθοστασία και το περπάτημα. Κατόπιν έγιναν σήμα κατατεθέν των «χούλιγκαν», πέρασαν στα γήπεδα, κατόπιν φορέθηκαν από τους «πανκ» και τους «skinheads» ενώ οι αναρχικές ομάδες δεν έκαναν βήμα χωρίς τις αρβύλες. Ολα αυτά ως το 1980, όπου ξαφνικά τα «Μαρτινάκια» ανέβηκαν στις πασαρέλες των πιο διάσημων μόδιστρων, φορέθηκαν από επώνυμα μοντέλα, από γνωστούς ηθοποιούς και τραγουδιστές, γαλαζοαίματους, επιχειρηματίες, επιστήμονες, νοικοκυρές, καθηγητές, φοιτητές και μαθητές. Εκαναν τον γύρο του κόσμου, κατάφεραν να γίνουν «διαχρονικές», ενώ κάποιοι τις αποκαλούν «φαινόμενο», που κατόρθωσαν να γίνουν σήμα κατατεθέν μιας ολόκληρης χώρας.