Η σημασία τού να έχεις χρώμα Μια συνάντηση με τη σιδηρά κυρία της αμερικανικής τηλεόρασης, την πρώτη μαύρη δισεκατομμυριούχο και την πρωταγωνίστρια της ταινίας «Αγαπημένη» του Τζόναθαν Ντέμι έχει πάντα ενδιαφέρον. Γιατί οι τρεις αυτές γυναίκες είναι η μία και μοναδική





«Είδα τον Θεό. Είναι μαύρη»


Από τη Σημειολογία στην καθημερινή ζωή του Ουμπέρτο Εκο


«Οταν ήμουν εκεί γύρω στα 20 και κάτι, είχα έναν γκόμενο που μου ‘λεγε και μου ξανάλεγε: «Το πρόβλημα με σένα είναι ότι νομίζεις πως είσαι κάτι το ιδιαίτερο». Μόνο γι’ αυτό τρελαίνομαι να ποζάρω στο εξώφυλλο του «Vogue» ή του «Time». Τελικά το πιστεύω ότι η επιτυχία είναι η μεγαλύτερη εκδίκηση». Η Οπρα Γουίνφρεϊ δείχνει, σαν αγρίμι, τα δόντια της και η αίθουσα του λονδρέζικου ξενοδοχείου «Dorchester» γεμίζει από το κελαριστό, μαύρικο γέλιο της. Μια «επιτυχία» καθαρής αξίας 125 εκατ. δολαρίων ετησίως, σύμφωνα με το αμερικανικό περιοδικό «Forbes» (τεύχος 22ας Μαρτίου 1999), που της παραχωρεί τη δεύτερη θέση στη λίστα με τους 100 πιο ισχυρούς παράγοντες των σόου μπιζ και του αθλητισμού. Ητοι, οκτώ εξώφυλλα σε περιοδικά, 14.018 αναφορές του ονόματός της στον Τύπο, 298 σε τηλεοπτικές ή ραδιοφωνικές εκπομπές, 294 ψηφιακές βόλτες στο Δίκτυο. Σήμερα η πρώτη μαύρη δισεκατομμυριούχος του Νέου Κόσμου, η οικοδέσποινα του πιο δημοφιλούς επί 13 συναπτά έτη τοκ σόου της αμερικανικής τηλεόρασης («The Oprah Winfrey Show»), η αφροαμερικανή σιδηρά κυρία των ηλεκτρονικών μίντια έχει τα γενέθλιά της: 29 Ιανουαρίου. «Ναι, ναι, σήμερα κλείνω τα 45 μου χρόνια και κοιτάξτε πώς τα γιορτάζω… Με εσάς!».


Παρέα με την Τόνι Μόρισον


Τι να γίνει, σήμερα λέει το πρόγραμμα ότι πρέπει να ενημερώσει τους δημοσιογράφους για τη νέα ταινία της «Αγαπημένη» (εντάξει, ο Τζόναθαν Ντέμι της «Σιωπής των αμνών» σκηνοθετεί αλλά η ίδια είναι παραγωγός και πρωταγωνίστρια). Διότι η Οπρα πρόλαβε και ξέκλεψε έξι μήνες για να μετουσιώσει το βιβλίο της βραβευμένης με Νομπέλ Τόνι Μόρισον σε σελιλόιντ. Ενα όνειρο ζωής για εκείνη εδώ και 10 χρόνια. Μας μιλάει για εκείνο το Σαββατοκύριακο που πέρασε στη φάρμα της φιλοξενώντας τη μεγάλη κυρία της αφροαμερικανικής λογοτεχνίας. «Συζητούσαμε επί ώρες ολόκληρες για τη Σέθε, την ηρωίδα που θα υποδυόμουν. Τη ρώτησα για τα πάντα, για τη ζωή στο Κεντάκι στα μέσα του περασμένου αιώνα, για τη σκλαβιά, για τη ζωή με τα φαντάσματα, για το πώς έπρεπε να κινούμαι, ακόμη και για το πώς έπρεπε να προφέρω τις λέξεις. Μου είπε ότι πάνω από όλα έπρεπε να απομακρύνω το δικό μου εγώ, να αδειάσω τελείως για να επιτρέψω στη Σέθε να εγκατασταθεί με το πάσο της μέσα μου».


Διακοπές από την Οπρα


Η Γουίνφρεϊ ακολούθησε πιστά τις οδηγίες. Αλλωστε δεν είναι πρωτάρα στη μεγάλη οθόνη. Στο «Πορφυρό χρώμα» (1985) του Σπίλμπεργκ, το έτερο «μαύρο έπος» του Χόλιγουντ, προτάθηκε για Οσκαρ β’ γυναικείου ρόλου. «Βέβαια στο σινεμά τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά από ό,τι στην τηλεόραση. Και για κακή μου τύχη, την πρώτη ημέρα των γυρισμάτων του «Πορφυρού χρώματος» υπήρχε μια δική μου σκηνή. Μπήκα στο σετ και κοίταξα κατευθείαν μέσα στην κάμερα, όπως ήξερα να κάνω. Μου είπε ο Στίβεν: «Καλημέρα, κυρία Ανόητη!». Επρεπε να τα μάθω όλα από την αρχή. Ενιωσα τόσο ταπεινωμένη!».


Η κινηματογραφική «Αγαπημένη» ήταν «ένα διάλειμμα από την Οπρα Γουίνφρεϊ, αληθινές διακοπές από τον εαυτό μου». Η πρόεδρος της εταιρείας παραγωγής Harpo (το όνομά της από την ανάποδη)… ξεκουράζεται υποδυόμενη μια μαύρη σκλάβα με ένα δέντρο στην πλάτη της και ένα φάντασμα στο σπίτι της.


Ομολογεί ότι της ήταν εξαιρετικά δύσκολο να υποδυθεί τον ρόλο χωρίς να μεταφέρει στο σετ ένα κομμάτι από το δικό της συναισθηματικό φορτίο: «Ο προ-προ-προ-πάππος μου ήταν σκλάβος, ο προ-προ-πάππος μου ήταν σκλάβος, ο προπάππος μου ήταν σκλάβος». Στα γυρίσματα δεν μπορούσε έτσι εύκολα να κόψει τις ρίζες της. «Στη σκηνή που οι λευκοί παίρνουν το γάλα από το στήθος της Σέθε έκλαιγα ακατάπαυστα. Ο Τζόναθαν και η Τόνι μου έλεγαν και μου ξανάλεγαν: «Αισθάνεσαι οίκτο γι’ αυτήν, κυριαρχείσαι από αυτά που νιώθεις για εκείνη και έτσι δεν μπορείς να γίνεις εκείνη»». Ισως αυτό ήταν και το μεγαλύτερο μάθημα που πήρε η πολυσχιδής Οπρα από την «Αγαπημένη». «Σκέφτηκα ότι, ενώ ο καθένας μας έχει τον δικό του πόνο, τα δικά του φαντάσματα, τίποτε δεν μπορεί να συγκριθεί με την έλλειψη της ελευθερίας της σκέψης και της έκφρασης. Τη σωματική καταδυνάστευση μπορείς να την αντέξεις ­ την καταναγκαστική εργασία στα χωράφια, το μαστίγωμα, ακόμη και τον βιασμό ­, όχι όμως και την πνευματική, όταν γνωρίζεις ότι ολόκληρη η ύπαρξή σου είναι κτήμα κάποιου».


Οχι άλλες άσπρες κουκούλες


Η σάρκινη Οπρα επιμένει ότι δεν έχει το κουράγιο, τα «guts», της κινηματογραφικής Σέθε. Και όμως η δική της προσωπική ιστορία μαρτυρά ακριβώς το αντίθετο. Γεννημένη στο Koscuisko του Μισισίπι, πέρασε τα πρώτα έξι χρόνια της ζωής της στη φάρμα της γιαγιάς της. Παιδί άγαμων γονιών (η μητέρα της ακολούθησε το μεγάλο μεταναστευτικό ρεύμα των 50ς προς τον Βορρά), αναγκάστηκε να αναπτύξει μια δική της φιλοσοφία επιβίωσης: «Η γιαγιά μου με προειδοποίησε αρκετά νωρίς ότι δεν ήμουν όμορφη και ότι καλά θα έκανα να γίνω έξυπνη» λέει γελώντας δυνατά. Παλαιότερα όταν τη ρωτούσαν αν είχε ποτέ πέσει θύμα ρατσισμού απαντούσε «όχι». «Σήμερα απαντώ «ναι, αλλά εγώ δεν είχα συναίσθηση». Γιατί είναι αδύνατον να έχεις μεγαλώσει στο Μισισίπι και να μη σου έχουν κάνει κάποιου είδους ρατσιστικό σχόλιο». Περισυνέλεξε όμως έγκαιρα τα εφόδιά της. «Πιτσιρίκα ακόμη άκουσα τον αιδεσιμώτατο Τζέσι Τζάκσον να λέει ότι «η τελειότητα είναι το καλύτερο αντίδοτο για τον ρατσισμό». Και το ακολούθησα πιστά. Προσπαθούσα να ξεχωρίζω σε οτιδήποτε και αν δοκίμαζα».


Στο σχολείο πήδηξε δύο τάξεις (από την Α’ δημοτικού βρέθηκε στη Γ’): «Την ώρα που τα άλλα παιδιά προσπαθούσαν ακόμη να μάθουν το άλφα και το βήτα, εγώ έστειλα θυμωμένη στη δασκάλα μου ένα γράμμα: «Αγαπητή κυρία Νιου, δεν νομίζω ότι ανήκω σε αυτή την τάξη»!». Τα επόμενα χρόνια θα είναι τα πιο επώδυνα. Κανένας δεν τολμάει να της χαλάσει σήμερα στο Λονδίνο το κέφι. Ολοι μας όμως γνωρίζουμε το ζοφερό βιογραφικό της, τα «φαντάσματά» της, όπως προτιμά η ίδια να τα αποκαλεί. Ο βιασμός της σε ηλικία εννέα ετών από έναν εξάδελφό της και η σεξουαλική κακοποίηση που θα υποστεί σε όλη τη διάρκεια της εφηβείας της δεν μπορεί παρά να έχουν αφήσει τα σημάδια τους. Και ύστερα το πτυχίο Επικοινωνίας του Λόγου από το Πανεπιστήμιο του Τενεσί και η καριέρα της σιδηράς κυρίας. Που από μια ραδιοφωνική εκπομπή σε ένα σταθμό του Νάσβιλ βρέθηκε να μαζεύει από ‘δώ και από ‘κεί τα βραβεία Γκράμι για το πιο λαοφιλές τοκ σόου που έχει φιλοξενήσει η αμερικανική τηλεόραση από καταβολής της.


Τη ρωτάω τι είναι εκείνο που της απαγορεύει διά ροπάλου ο τηλεοπτικός κώδικας ηθικής της, τι τέλος πάντων δεν θα έκανε ποτέ μπροστά στο γυαλί. «Εχω αλλάξει πολύ. Οταν πρωτοξεκίνησα το σόου, αισθανόμουν ότι είχα μια τεράστια ευθύνη απέναντι στη φυλή μου, απέναντι στο φύλο μου, απέναντι σε όλα αυτά που θεωρούσα ότι απειλούσαν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Πίστευα ότι έπρεπε πάση θυσία να φιλοξενήσω skinheads, μέλη της Κου Κλουξ Κλαν κ.ο.κ., να έρθω αντιμέτωπη με τέτοια άτομα και να κάνω το παν για να τους μεταπείσω. Ωσπου μια ημέρα στη διάρκεια μιας τέτοιας εκπομπής πριν από κάμποσα χρόνια κοντοστάθηκα: «Μα τι κάνω; Δεν υπάρχει απολύτως καμία περίπτωση να τους πείσω για οτιδήποτε, αντιθέτως τους παρέχω και δημοσιότητα». Στο διάλειμμα που έγινε για τα διαφημιστικά σποτ είχα πάρει την απόφασή μου. Δεν θα έβαζα ξανά στην εκπομπή μου κανέναν τους. Κανέναν που να έχει σχέση με ρατσισμό, με σατανισμό, με σαδομαζοχισμό… Προτιμώ να κάνω εκπομπές ενθαρρύνοντας τον κόσμο να διαβάζει βιβλία. Εχω διαβάσει χιλιάδες e-mail από ανθρώπους που δεν είχαν διαβάσει βιβλίο στη ζωή τους και χάρη στο «Oprah Winfrey Show» διαβάζουν. Μου φτάνει να γνωρίζω ότι άνοιξα για κάποιον μια πόρτα». Οσο για τον αντίπαλό της Τζέρι Σπρίνγκερ, «αυτός προτιμά να ανεβάζει τις θεαματικότητες δείχνοντας πέη. Τι να κάνουμε, έχουμε διαφορετικές προτεραιότητες».


Ανεξίτηλη φήμη


Και μια τελευταία ερώτηση προτού η σιδηρά κυρία τρέξει να σβήσει τα κεριά της στη σουίτα του «Dorchester»: Τι σημαίνει να είσαι σήμερα Αφροαμερικανίδα; «Στα γυρίσματα της «Αγαπημένης» είχα τα μαλλιά μου μαζεμένα και κανένας δεν με αναγνώριζε. Ενα πρωί πήγα σε ένα μαγαζί στο κέντρο της Φιλαδέλφειας και η πωλήτρια μιλούσε μασώντας τσίκλα στο τηλέφωνο. Ούτε που μου έδωσε σημασία. Εφυγα, ξαναγύρισα, τίποτε. Κάποια στιγμή αναγκάστηκα να της μιλήσω και αναγνώρισε τη φωνή μου. Κατέβασε το ακουστικό και άρχισε τα «Αχ, μα πόσο σας λατρεύω!». Κι όμως δεν με αγαπούσε το ίδιο 15 λεπτά νωρίτερα! Αναγνωρίζω ότι η φήμη είναι μεγάλο προνόμιο για όποιον την έχει κατακτήσει. Γνωρίζω όμως ότι πάνω από όλα παραμένω γυναίκα και μάλιστα με μαύρο χρώμα».





Γεννήθηκε στις 29 Ιανουαρίου 1954 στο Kosciusko του Μισισίπι. Δύσκολα παιδικά χρόνια, σε ηλικία εννέα ετών θύμα βιασμού. Σπούδασε Επικοινωνία του Λόγου στο Πανεπιστήμιο του Τενεσί έχοντας παράλληλα τη δική της εκπομπή σε ένα ραδιοφωνικό σταθμό του Νάσβιλ. Το 1974 βρέθηκε στη Βαλτιμόρη και δύο χρόνια αργότερα ήταν η συνοικοδέσποινα της τηλεοπτικής εκπομπής «People Are Talking». Η δεκαετία του ’80 τη βρίσκει στο Σικάγο. Εκεί εν έτει 1984 παίρνει ένα αδιάφορο ντόπιο τοκ σόου ονόματι «ΑΜ Chicago» και το μετατρέπει στην πιο hot εκπομπή της πόλης. Το 1985 μετονομάζεται «Oprah Winfrey Show» και έκτοτε είναι η πιο λαοφιλής εκπομπή της αμερικανικής τηλεόρασης. Βροχή τα βραβεία Γκράμι, όλοι θέλουν να προσκληθούν στο σόου της Οπρα: από τη Χίλαρι Κλίντον και τον Τζον Τραβόλτα ως τη Σελίν Ντιόν και μέλη της Κου Κλουξ Κλαν! Το 1985 είναι υποψήφια για Οσκαρ β’ γυναικείου ρόλου για το «Πορφυρό χρώμα» του Στίβεν Σπίλμπεργκ. Σήμερα έχει τη δική της εταιρεία παραγωγής (Harpo) και τον δραστήριο φιλανθρωπικό οργανισμό Angel Network, τα αμερικανικά περιοδικά «Forbes» και «Fortune» την τοποθετούν κάθε χρόνο στην κορυφή σχεδόν της λίστας των πιο ισχυρών παραγόντων των μίντια (πέρυσι η καθαρή της… αξία άγγιξε τα 125 εκατ. δολάρια). Εφέτος ανέλαβε τον πρωταγωνιστικό ρόλο και την παραγωγή στην «Αγαπημένη» του Τζόναθαν Ντέμι (βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο της νομπελίστριας Τόνι Μόρισον).