Η είδηση της ανακάλυψης πήλινης πλάκας στην περιοχή της Ολυμπίας, η οποία διασώζει 13 στίχους της ξ ραψωδίας της Οδύσσειας, έκανε τον γύρο του κόσμου την περασμένη εβδομάδα με αφετηρία το επίσημο δελτίο Τύπου του ελληνικού υπουργείου Πολιτισμού (ΥΠΠΟ). Οπωσδήποτε είναι ένα εύρημα το οποίο έχει ενδιαφέρον, «όχι μόνο αναφορικά με τη διερεύνηση του πλαισίου δημιουργίας και χρήσης της πήλινης πλάκας με ομηρικούς στίχους αλλά και από την άποψη της ιστορίας του ομηρικού κειμένου, καθώς περιέχει τουλάχιστον μία αμάρτυρη γραφή» σχολιάζει στο «Βήμα» ο ομηριστής Χρήστος Κ. Τσαγγάλης, καθηγητής Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
Οι πρώτες εκτιμήσεις της ανασκαφικής ομάδας ελλήνων και γερμανών αρχαιολόγων υπό τη δρα Ερωφίλη-Ιριδα Κόλλια, προϊσταμένη Εφορείας Αρχαιοτήτων Ηλείας, ήταν ότι η πλάκα χρονολογείται «πιθανώς πριν από τον 3ο αι. μ.Χ.», για να καταλήξει εμφατικά και πανηγυρικά το ελληνικό ΥΠΠΟ ότι «διασώζει ίσως το παλαιότερο σωζόμενο γραπτό απόσπασμα των Ομηρικών Επών που έχει έρθει στο φως». Ακόμη και ο μέσος κλασικός φιλόλογος, που έχει διαβάσει επιμελώς τα σχετικά με την παράδοση των επών, αντιλαμβάνεται ότι ο ισχυρισμός αυτός δεν ευσταθεί. Παρ’ όλα αυτά, η είδηση διαδόθηκε έτσι μέσω του διεθνούς πρακτορείου Reuters στα παγκόσμια μέσα –πώς να αμφισβητηθεί άλλωστε η αξιοπιστία της πηγής, του αρμόδιου ΥΠΠΟ;
Δεν χρειάστηκε πολύ για να διατυπωθούν οι πρώτες ενστάσεις. Στην Ελλάδα επιφυλάξεις είχαν εκφράσει στο σχετικό ρεπορτάζ τους Τα Νέα (11.7.2018), η ιταλική La Repubblica (12.7.2018) προβληματίστηκε και επικοινώνησε με την ελληνική πρεσβεία για διευκρινίσεις και διορθώσεις ενώ η αμερικανική Εταιρεία Κλασικών Σπουδών ειδοποίησε μέσω Τwitter τα μέλη της να μην πιστεύουν όσα διαβάζουν.
«Αυτό που θα πρέπει να τονιστεί είναι πως, εφόσον η χρονολόγηση της επιγραφής έχει ως terminus ante quem τον 3ο αιώνα μ.Χ. (όπως αναφέρεται στην επίσημη ανακοίνωση του υπουργείου Πολιτισμού), φυσικά και δεν πρόκειται για το παλαιότερο γραπτό δείγμα ομηρικής ποίησης» μας εξηγεί ο καθηγητής Χρήστος Κ. Τσαγγάλης. «Οι παλαιότεροι πάπυροι που παραδίδουν ομηρικό κείμενο χρονολογούνται στον 3ο αιώνα π.Χ. Aκόμα όμως και αν η αρχική ανακοίνωση του υπουργείου Πολιτισμού αναφερόταν σε επιγραφή (και εννoούσε την παλαιότερη επιγραφή, όχι παπυρικό εύρημα, με ομηρικό κείμενο), ο ισχυρισμός παραμένει εσφαλμένος (σώζεται o στίχος 39 από την 9η ραψωδία της Οδύσσειας σε θραύσμα αγγείου του 5ου αιώνα π.Χ. από την αρχαία Ολβία στις βορειοδυτικές ακτές της Μαύρης Θάλασσας στη σημερινή Ουκρανία και επίσης υπάρχουν αγγεία της ελληνιστικής περιόδου με εγχάρακτους ομηρικούς στίχους). Μόνο αν χρησιμοποιήσουμε δύο περιορισμούς (γεωγραφικό και είδος υλικού) θα μπορούσαμε (ενδεχομένως) να μιλήσουμε για το παλαιότερο κείμενο των ομηρικών επών που έχει βρεθεί στον ελληνικό χώρο και εφόσον εξαιρέσουμε άλλου τύπου υλικό».

Η διεθνής κατακραυγή για το χονδροειδές λάθος προκάλεσε την ανακοίνωση της ανασκαφικής ομάδας μία εβδομάδα αργότερα (17.7.2018) με «ορισμένες διευκρινίσεις», στην ουσία ένα άθροισμα περιορισμών (στίχων, γεωγραφικό, υλικού) με σκοπό να δικαιολογηθεί κάπως η διατύπωση του ΥΠΠΟ: το εύρημα «αποτελεί το παλαιότερο σωζόμενο απόσπασμα των στίχων αυτών, σε κάθε περίπτωση των στίχων 1-8», με τα μέχρι στιγμής δεδομένα, «είναι η πρώτη φορά που εντοπίζεται απόσπασμα της Οδύσσειας σε πήλινη πλάκα, ενώ η ερευνητική ομάδα διερευνά το ενδεχόμενο να πρόκειται για το παλαιότερο κείμενο ομηρικών επών που έχει βρεθεί στον ελληνικό χώρο (πλην οστράκων με 1-2 στίχους)».
Μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, το ΥΠΠΟ δεν έχει προβεί σε κάποια επίσημη επανόρθωση. Αναρωτιέται κανείς αν το ΥΠΠΟ αντιλαμβάνεται ότι η αρχαιότητα δεν μπορεί να είναι εργαλείο εντυπωσιοθηρικού πολιτισμικού και πολιτικού μάρκετινγκ και ότι απαιτείται σοβαρότητα στον χειρισμό των θεμάτων αυτών για να καλλιεργηθεί η αξιοπιστία στην ελλαδική αρχαιογνωσία και να υποστηριχθεί η προνομιακή θέση που διεκδικεί η Ελλάδα στον χώρο της έρευνας και των κλασικών σπουδών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ