Χρήστος Χρυσόπουλος
Η γη του θυμού
Εκδόσεις Νεφέλη
σελ. 64, τιμή 7,92 ευρώ
Εξι ιστορίες που χωρίς να διαχωρίζονται με αυστηρό τρόπο μεταξύ τους αποδεσμεύουν γενναίες δόσεις οργής, θυμού και βίας. Ενας μετανάστης πεθαίνει μαχαιρωμένος έξω από έναν σιδηροδρομικό σταθμό. Μια τηλεφωνήτρια καταγγέλλει μάλλον ψευδώς για σεξουαλική παρενόχληση τον τυραννικό της προϊστάμενο κι όταν εκείνος απολύεται η ίδια πρέπει να υποστεί τον δεσποτισμό του διευθυντή. Ενας πιτσιρικάς βάζει φωτιά στο σπίτι του από μίσος για τους γονείς του αλλά έρχεται γρήγορα αντιμέτωπος με το μένος του κατ’ αρχάς μειλίχιου ψυχιατρικού του συμβούλου. Ενας άντρας και μια γυναίκα ανταλλάσσουν σχεδόν χωρίς να το καταλάβουν σώματα (μια ξαφνική ματιά στο υπερφυσικό) κι αυτό προσδίδει μεγαλύτερη απόγνωση στη σύγκρουσή τους. Κι επίσης, ένας επιβάτης λεωφορείου είναι έτοιμος να ριχτεί στον άνθρωπο που κάθεται απέναντί του επειδή απλώς τον κοίταξε κι ένας αστυνομικός σηκώνει σε μια διαδήλωση απρόκλητα το όπλο του εναντίον ενός νεαρού με κουκούλα.
Συγγραφέας που έχει συχνά καταπιαστεί με θέματα όπως η γραφή και οι εσωτερικές διεργασίες του λογοτεχνικού εργαστηρίου, ο Χρήστος Χρυσόπουλος ανοίγεται με το καινούργιο βιβλίο του στον άμεσο κοινωνικό του περίγυρο. Δεν είναι η πρώτη φορά που το δοκιμάζει. Στη νουβέλα Ο βομβιστής του Παρθενώνα (2010), μιαν ετεροτοπία ιστορικών μνημείων, αποφλοιώνει τη νεοελληνική ιδεολογία του δαφνοστεφούς αρχαίου κλέους ενώ στο Ενα χρονικό για την Αθήνα (2012), κάτι ανάμεσα σε ημερολογιακή αφήγηση, δοκίμιο και μαρτυρία, ξετυλίγει την ιστορία ενός μεσόκοπου αστέγου που παλεύει καθημερινά με τον κίνδυνο του αφανισμού. Και στα τρία βιβλία του Χρυσόπουλου, στα δύο προαναφερθέντα και στην ανά χείρας Γη του θυμού (πρωτοκυκλοφόρησε το 2015 στα γαλλικά σε μετάφραση Anne-Laure Brisac), τον πρωταγωνιστικό ρόλο αναλαμβάνει η πρωτεύουσα (εικονογραφημένη με υλικό από το φωτογραφικό έργο του συγγραφέα Time for curving). Στην αρχή είναι η Αθήνα της δόξας του Παρθενώνα, κατόπιν η Αθήνα της οικονομικής ασφυξίας και της κρίσης και τώρα μια μητροπολιτική και οιονεί ανώνυμη πολιτεία που θα μπορούσαμε να συναντήσουμε ανεξαρτήτως κρίσεως σε οποιοδήποτε πολυσύχναστο μέρος του πλανήτη.
Τα περιστατικά βίας που καταγράφονται στη νουβέλα του Χρυσόπουλου (βασισμένα σε διαλόγους θεατρικής μορφής) έχουν μια καθολικότητα η οποία ανακαλεί εικόνες από την παγκόσμια ειδησεογραφία: τρομοκρατικά χτυπήματα, οπλοφόροι που δρουν για τους δικούς τους, εντελώς προσωπικούς λόγους, επιθέσεις των κρατικών αρχών σε πολιτικές συγκεντρώσεις, ακροδεξιοί ακτιβιστές που δεν διστάζουν να χύσουν αίμα. Εξαλλα αισθήματα που κυκλοφορούν διάχυτα παντού, αυξάνοντας με γεωμετρική ταχύτητα, σε έναν κόσμο όπου κανένας δεν μοιάζει να έχει τη δύναμη να τα ελέγξει και να τα σταματήσει. Κι εκείνο που πρωτίστως κάνει πειστική την αφήγηση του Χρυσόπουλου σε ένα τέτοιο πλαίσιο είναι το γεγονός πως αρνείται εξαρχής να υιοθετήσει οποιαδήποτε λογική θυματοποίησης. Οι ακατονόμαστοι (κυριολεκτικά και μεταφορικά) ήρωές του θα αποδειχθούν δυνητικά εξίσου θύτες και θύματα, ικανοί τόσο να υποστούν το κακό όσο και να το διαπράξουν. Κανένας δεν πρόκειται εδώ ούτε να τους συναισθανθεί και να τους λυπηθεί, προσφέροντας τη συμμετοχή και την υποστήριξή του (αν τους κυνηγούν και τους καταδιώκουν), ούτε όμως και να τους δικαιολογήσει ή να τους νομιμοποιήσει (αν βιαιοπραγούν και θανατώνουν). Γιατί το λογοτεχνικό ζητούμενο δεν είναι η ταύτιση ή η απόρριψη με πρόσωπα θετικά ή αρνητικά φορτισμένα αλλά η απόσταση από πρακτικές και αντιδράσεις που έχοντας καταστεί ενδημικές τείνουν να οδηγήσουν τους πάντες στο χείλος του γκρεμού. Και υπό αυτή την έννοια ο Χρυσόπουλος φέρει εις πέρας ένα απολύτως αξιόπιστο βιβλίο –τόσο στο καλλιτεχνικό όσο και στο ευρύτερα κοινωνικοπολιτικό επίπεδο.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ