Bodo Kirchhoff
Οταν δεν το περιμένεις
Μετάφραση Δέσποινα Κανελλοπούλου
Εκδόσεις Αιώρα, 2018
σελ. 270, τιμή 14,80 ευρώ
Επρεπε να περάσουν περισσότερες από τέσσερις δεκαετίες για να επιστρέψει ο Μπόντο Κίρχοφ στην Αθήνα. «Τότε, την πρώτη φορά, είχα έρθει ως τουρίστας με την κοπέλα μου. Μείναμε λίγες μέρες εδώ και μετά πήγαμε στα νησιά. Θυμάμαι ότι ήμουν νέος, δεν είχα πολλά χρήματα. Θυμάμαι ότι ήταν Αύγουστος, επικρατούσε μια αφόρητη ζέστη, ένα γλυκό χάος» είπε στο «Βήμα» ο 70χρονος γερμανός συγγραφέας ατενίζοντας την Ακρόπολη.
Το προηγούμενο βράδυ είχε παρουσιάσει στο Ινστιτούτο Γκαίτε το μυθιστόρημά του Οταν δεν το περιμένεις (πρωτότυπος τίτλος: Widerfahrnis) με το οποίο απέσπασε το Γερμανικό Βραβείο Λογοτεχνίας το 2016. «Νομίζω ότι αυτό που εκτίμησαν περισσότερο οι κριτές είναι ο ήρεμος και λειτουργικός τρόπος με τον οποίο συνδυάζονται στο βιβλίο οι μικρές λεπτομέρειες της ιδιωτικής ζωής με ένα μεγάλο ζήτημα της σημερινής πολιτικής. Το άλλο είναι –όπως μου λένε –η μουσικότητα της γλώσσας μου, των γερμανικών που γράφω».
Ο ίδιος θεωρεί ότι «ο ήχος ενός κειμένου είναι εξαιρετικά σημαντικός» και, μεταξύ άλλων, αυτό προσπαθεί να περάσει στα εργαστήρια λογοτεχνικής γραφής που διοργανώνει μαζί με τη γυναίκα του στη Βόρεια Ιταλία.

Γερμανικός ρομαντισμός


«Πριν από είκοσι χρόνια χτίσαμε εκεί ένα σπίτι για να κάνουμε τις διακοπές μας. Ωστόσο, τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια το έχουμε μετατρέψει σε χώρο κανονικότατης καλοκαιρινής εργασίας. Η επιλογή μας τότε δεν είχε να κάνει μόνο με την ομορφιά του τοπίου. Ξέραμε, επιπλέον, ότι μπορούσαμε να φτάσουμε εκεί ύστερα από μερικές ώρες ταξιδιού με το αυτοκίνητο από τη Φρανκφούρτη. Λοιπόν, φανταστείτε ότι στη μέση της λίμνης Γκάρντα, που είναι η μεγαλύτερη στην Ιταλία, υπάρχει μια νοητή γραμμή που χωρίζει τη Βόρεια από τη Νότια Ευρώπη. Σε εκείνο ακριβώς το σημείο, ας πούμε, βρίσκεται το σπίτι μας. Είναι ένα όριο που μου αρέσει πολύ. Και με απασχολεί έντονα στο βιβλίο. Γιατί ο πρωταγωνιστής μου, διασχίζοντας αυτό το όριο, αλλάζει εκεί που δεν το περιμένει» υπογράμμισε ο Μπόντο Κίρχοφ.
Αυτή η συμβολική πορεία, του επισημάναμε, μας παραπέμπει και στον γερμανικό ρομαντισμό. «Ασφαλώς. Εχω δε την αίσθηση ότι, επί της ουσίας, το νόημα μιας τέτοιας πορείας –μιας τέτοιας πνευματικής διαδρομής –δεν έχει αλλάξει και πολύ έκτοτε. Διότι μιλάμε για την ίδια ανθρώπινη επιθυμία να βιώσει κάποιος αυτό που λέμε αληθινή ζωή, να βρει τον αυθεντικό του εαυτό».
Στο μυθιστόρημά του παρακολουθούμε δύο αρκετά ώριμους ενηλίκους, τον Ράιτερ και τη Λεώνη Παλμ. Ο πρώτος είχε έναν μικρό εκδοτικό οίκο που έκλεισε. Η δεύτερη υπήρξε ιδιοκτήτρια καπελάδικου. Ο καθένας έχει τα βιώματά του, το επίπονο παρελθόν του. Η νυχτερινή συνάντησή τους συντελείται μέσα σε μια ατμόσφαιρα μυστηρίου. Εντελώς αυθόρμητα και αβίαστα ξεκινούν μαζί ένα παράξενο οδοιπορικό από τους πρόποδες των Αλπεων μέχρι τη Σικελία.
«Η αρχική μου ιδέα αφορούσε έναν μοναχικό άντρα –με τα ίδια χαρακτηριστικά, αν και πιο μεγάλο ηλικιακά –που δεν είχε καν το κουράγιο να τραβήξει τον φελλό από ένα μπουκάλι κρασί. Μετά ήρθε εκείνη η ιδέα με τα βήματα που ακούγονται έξω από την πόρτα του. Εκείνος σκέφτεται αρκετή ώρα αν πρέπει να ανοίξει. Ανοίγει όμως και όλα παίρνουν τον απρόβλεπτο δρόμο τους. Εκπλήσσονται οι ήρωες με τον τρόπο που εξελίσσονται τα πράγματα. Την ίδια ακριβώς έκπληξη δοκίμασα και εγώ γράφοντας το βιβλίο» ανέφερε ο Μπόντο Κίρχοφ.

Παραλληλισμός για τη ζωή

Δύο άνθρωποι, ένας άντρας και μια γυναίκα, συνεχίζουν ένα ταξίδι που δεν έχει συγκεκριμένο προορισμό. Το ενδιαφέρον είναι ότι το ταξίδι αυτό δεν φαίνεται να το πολυσκέφτονται. Τι είναι αυτό; Ενας παραλληλισμός για την ίδια τη ζωή; «Συμφωνώ, είναι ένας πολύ ταιριαστός παραλληλισμός για τη ζωή την ίδια. Σκεφθείτε μια ρωγμή στον χρόνο. Τη ζωή ολόκληρη να συμπυκνώνεται σε μερικές μονάχα μέρες. Στην αρχή, κανένας από τους δύο δεν συναισθάνεται, λ.χ., ότι μια ερωτική ιστορία αρχίζει ερήμην τους. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν συμβαίνει κιόλας, ακόμα και πίσω από την πλάτη τους».
Πέραν τούτου οι ήρωες είναι, επί της ουσίας, σχεδόν άγνωστοι μεταξύ τους. «Πράγματι, γιατί όταν ερωτευόμαστε κάποιον, δεν τον ερωτευόμαστε επειδή τον γνωρίζουμε καλά. Αν τον γνωρίζαμε καλά, μπορεί και να μην τον ερωτευόμασταν. Τον ερωτευόμαστε όμως εξαιτίας κάποιων μικρών, ανεπαίσθητων σημαδιών, εξαιτίας κάποιων κρίσιμων λεπτομερειών που μας παρέχει, λ.χ., η μορφή του προσώπου του, η κίνηση του σώματός του, το χρώμα της φωνής του. Δεν το συνειδητοποιούμε αυτό, αλλά σίγουρα μας συμβαίνει. Και θέλησα να αφηγηθώ πώς λειτουργεί αυτή η συνθήκη, να γράψω κάτι που να μοιάζει με το μεγάλο δράμα των λεπτομερειών» εξήγησε ο συγγραφέας.
Στην απέριττη αφήγηση του Μπόντο Κίρχοφ, ένα ξένο κοριτσάκι που ζητιανεύει αμίλητο στην Κατάνια, μια ρεσεψιονίστ από την Ερυθραία και ένας καλός Σαμαρείτης από τη Νιγηρία είναι οι μορφές που ενσαρκώνουν τα φλέγοντα προβλήματα του καιρού μας, το Μεταναστευτικό και το Προσφυγικό. Ο γερμανός συγγραφέας, χωρίς να πολιτικολογεί, στρέφει το βλέμμα μας στα ουσιώδη, «στους εκπροσώπους της πραγματικής ζωής», όπως σημείωσε ο ίδιος, και στα δικά τους δράματα, ακόμα μεγαλύτερα, που ξεδιπλώνονται μπροστά στα μάτια μας, δίπλα μας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ