Εμμανουήλ Ροΐδης
Η Πάπισσα Ιωάννα

Εικονογράφηση: Δημήτρης Χαντζόπουλος
Επιμέλεια Μανώλης Βασιλάκης
Εκδόσεις The Athens Review of Books, 2018
σελ. 208, τιμή 22 ευρώ

Εικονογραφικό ή εικονογραφημένο μυθιστόρημα, σκιτσογραφικό μυθιστόρημα, εικονογραφήγημα, εικονιστόρημα, όπως και αν αποδώσουμε στα ελληνικά το αγγλικό graphic novel –ας μείνουμε πάντως μακριά από το ατυχές «γραφικό μυθιστόρημα» -, παρατηρούμε ότι τα τελευταία χρόνια ευνοείται από τους έλληνες εκδότες. Εχουμε ικανούς καλλιτέχνες, πάσχουμε στο σενάριο, εκτιμούν οι μελετητές του είδους, το οποίο είναι πιο περίπλοκο και πολυεπίπεδο από το κόμικ. Ισως γι’ αυτό οι ικανοί καλλιτέχνες στράφηκαν στη λογοτεχνία. Κλασικά κείμενα του Βιτσέντζου Κορνάρου, του Δημοσθένη Βουτυρά, του Φώτη Κόντογλου, της Πηνελόπης Δέλτα, του Ηλία Βενέζη, του Μ. Καραγάτση μεταγλωττίστηκαν στη γλώσσα της εικόνας και κυκλοφορούν σε νέα μορφή για ένα σύγχρονο κοινό, ελληνόφωνο αλλά και ξενόφωνο.
Τέτοια είναι η περίπτωση της Πάπισσας Ιωάννας του Εμμανουήλ Ροΐδη που κυκλοφορεί σε ένα εντυπωσιακό, ατμοσφαιρικό και ποικιλοτρόπως ερεθιστικό graphic novel από το χέρι του σκιτσογράφου Δημήτρη Χαντζόπουλου (The Athens Review of Books, 2018). Γνωστός από τις πολιτικές γελοιογραφίες του στα «Νέα» και στην «Καθημερινή», ο Χαντζόπουλος κατέχει εξ επαγγέλματος την παιγνιώδη, σκανταλιάρικη και ενίοτε βέβηλη ματιά στα πράγματα, το δηκτικό χιούμορ και την καυστική γλώσσα που χαρακτηρίζουν τη ροϊδική γραφή, έχοντας το πλεονέκτημα της δημιουργικής συγγένειας με τον συγγραφέα του 19ου αιώνα.
Το κείμενο το ίδιο είναι αβανταδόρικο. Αυτή η «μεσαιωνική μελέτη», όπως την αποκαλούσε ο Ροΐδης, αφηγείται την ιστορία μιας γυναίκας η οποία κατάφερε να αναρριχηθεί στο παπικό αξίωμα. Κόρη άγγλου μοναχού, ερωτεύεται τον νεαρό μοναχό Φρουμέντιο και τον ακολουθεί στο μοναστήρι του μεταμφιεσμένη σε άνδρα. Οταν η μεταμφίεσή της αποκαλύπτεται, οι δυο εραστές δραπετεύουν από το μοναστήρι και περιπλανιούνται στην Ευρώπη του 9ου αιώνα.

Υστερα από πολλές περιπέτειες, φτάνουν και στην Αθήνα. Ομως οκτώ χρόνια αργότερα η Ιωάννα θα εγκαταλείψει τον Φρουμέντιο και θα αναχωρήσει για τη Ρώμη, για να κατακτήσει με την ομορφιά και την ευφυΐα της –μεταμφιεσμένη ως άνδρας –τον πάπα Λέοντα Δ’ και να γίνει διάδοχός του. Αισθησιακή και φιλήδονη, συνάπτει ερωτικές σχέσεις με τον θαλαμηπόλο της και μένει έγκυος. Ακρίδες κι άλλες συμφορές πλήττουν την πόλη και ο πάπας (πάπισσα) κάνει λιτανεία για να τις απομακρύνει. Ενώ ο ποντίφικας ξορκίζει το κακό, του πέφτει ο σταυρός από τα χέρια και γίνεται κομμάτια, και ο ίδιος σωριάζεται. Για την Ιωάννα έχει έρθει η ώρα του τοκετού. Κάτω από το ράσο του ποντίφικα γλιστρά ένα βρέφος. Το συγκεντρωμένο πλήθος φρικιά, σταυροκοπιέται, αλαλάζει για το «θαύμα». Εντός ολίγου πάπισσα και παπίδιο πεθαίνουν και κάπως έτσι κλείνει ο μύθος της ανίερης πάπισσας, ένας μύθος πολύ δημοφιλής σε όλη τη μεσαιωνική Ευρώπη. Η Πάπισσα Ιωάννα του Ροΐδη ήταν μία από τις πολλές μεταπλάσεις του μύθου αυτού, μια αντικληρική σάτιρα δραστική όλες τις εποχές. Ο συγγραφέας εξηγεί ότι ανασύρει τον μύθο από μεσαιωνικά χειρόγραφα. Οταν κυκλοφορεί το 1866, το βιβλίο διχάζει την κριτική και την κοινή γνώμη και αναθεματίζεται από την Ιερά Σύνοδο.

Αυτό το προκλητικό κείμενο, γραμμένο στην καθαρεύουσα και απολαυστικό για την ευθύβολη ειρωνεία του συγγραφέα, παραλαμβάνει ο Χαντζόπουλος. Επιλέγει κομβικά επεισόδια για να διατηρήσει ανέπαφη την πλοκή και ερανίζεται φράσεις αυτούσιες για να αφηγηθεί την ιστορία. Οσοι είναι ήδη εξοικειωμένοι με το ύφος του, θα αναγνωρίσουν αμέσως τις μελανόμορφες φιγούρες χωρίς χαρακτηριστικά προσώπου, την παλέτα των καθαρών ζωηρών χρωμάτων –κόκκινο, ώχρα, χρώματα γήινα, φωτεινό γκρίζο -, την ποπ αισθητική, το πνευματώδες σκίτσο. Θα διαπιστώσουν επίσης ότι ο Χαντζόπουλος δουλεύει εδώ όπως και στις γελοιογραφίες του: κάθε σκίτσο έχει αυτοτέλεια ενώ λειτουργεί σε πολλαπλά επίπεδα.
Ο εικονογράφος τηρεί στο κείμενο το γράμμα του Ροΐδη και στην ατμόσφαιρα το πνεύμα του: σαρκαστικό, παιγνιώδες, σκανδαλιστικό. Οπως ο Ροΐδης διατηρεί τον αναγνώστη σε διαρκή εγρήγορση, με φιγούρες διακριτικά κρυμμένες που ανακαλούν πρόσωπα, γεγονότα, έννοιες της δικής μας εποχής και προκαλούν συσχετισμούς και προβληματισμούς. Η νύξη στον βυρωνομανή Ροΐδη –η Ιωάννα του έχει χαρακτηριστεί θηλυκός Δον Ζουάν –γίνεται με ένα πορτρέτο του Μπάιρον (εικ. 1) που ανακαλεί το γνωστό πορτρέτο του Τόμας Φίλιπς. Δύο καρδινάλιοι αποκτούν πρόσωπα με τα χαρακτηριστικά του Χάιντεγκερ και του Σαρτρ (εικ. 2). Πίσω από έναν Ναπολέοντα α λα Ζακ-Λουί Νταβίντ ο Μαρξ μας κοιτάζει βλοσυρά από μια κορνίζα στον τοίχο, όπως αλλού ο Οσκαρ Ουάιλντ και ο Λάιμπνιτς.

Πικαρικό εικονογραφικό αφήγημα

Ολοσέλιδα τοπία θυμίζουν τα αγιορείτικα και τα νησιωτικά τοπία του Παπαλουκά. Σε μια μαύρη σιλουέτα αναγνωρίζουμε τη χαρακτηριστική πλάτη της οδαλίσκης του Ενγκρ. Αλλού, βλέπουμε την Ιωάννα που τρέχει ως «διωκόμενη έλαφος» στους καθρέφτες ενός πραξινοσκόπιου του Εμίλ Ρεϊνό, μίας από τις προδρομικές μηχανές κινηματογραφικής προβολής. Ρόδακες αρχαιοελληνικών τοιχογραφιών και μικρογραφίες μεσαιωνικών χειρογράφων μπλέκουν με το «Γεύμα στη χλόη» του Μανέ (εικ. 3) και τα ψάρια του Μποκόρου. Ο ανθρώπινος όφις της λιτανείας συνδυάζει αναμνήσεις από μεσαιωνικές παραστάσεις dance macabre και την εικονογραφία του καταραμένου όφι στο θέατρο σκιών. Φόρος τιμής στον Ροΐδη, οι εικόνες του Χαντζόπουλου συνθέτουν ένα πικαρικό εικονογραφικό αφήγημα, σαν την πικαρική μυθιστορία του Ροΐδη, και διαβάζονται, σε ένα δεύτερο μεταφορικό επίπεδο, ως μια περιδιάβαση στην ιστορία της εικόνας, μια υπαινικτική και γοητευτική εξιστόρηση των περιπετειών και των μεταμορφώσεων της δικής του τέχνης με όχημα ένα κλασικό κείμενο της νεοελληνικής λογοτεχνίας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ