Ερνάν Ρονσίνο
Το τελευταίο τρένο από το Μπουένος Αϊρες

Μετάφραση Αχιλλέας Κυριακίδης
Εκδόσεις Opera, 2017
σελ. 80, τιμή 7,42 ευρώ

Τι μπορεί να απορροφήσει τον αναγνώστη λογοτεχνίας σε μια εποχή –όπως η δική μας, ιδίως η δική μας –κατά την οποία η προσοχή του κατακερματίζεται με ταχύτατους ρυθμούς; Η διεθνής τάση στις μέρες μας –χωρίς ωστόσο να διεκδικεί κάποια πρωτοτυπία –διακλαδίζεται εν πολλοίς προς δύο κατευθύνσεις: από τη μια μεριά έχουμε τα ογκώδη και πολυδιάστατα βιβλία (μυθιστορήματα συνήθως, εδώ εννοούμε μονάχα τα καλά που εκδίδονται σήμερα και όχι τους «ασφαλείς» κλασικούς τίτλους) και από την άλλη, έχουμε τα πιο σύντομα πεζογραφήματα (συλλογές διηγημάτων ή νουβέλες) που καμιά φορά έρχονται να μας εκπλήξουν με τη δυσανάλογη (του μεγέθους τους) προσήλωση που απαιτούν στο τέλος από εμάς.

Διότι, είναι γεγονός, ανακύπτει ενίοτε κάποιο κείμενο που καλούμαστε να το διαβάσουμε με τον τρόπο ακριβώς που περιεργαζόμαστε –αργά, ψηλαφιστά, με το ενδιαφέρον μας τεταμένο –μια κομψή μινιατούρα ή ένα μικρό τεχνούργημα. Αυτό συμβαίνει με το βιβλίο «Το τελευταίο τρένο από το Μπουένος Αϊρες» του 43χρονου Ερνάν Ρονσίνο, που μεταφράζεται για πρώτη φορά στα ελληνικά. Στην πρώτη κιόλας σελίδα του –ουσιαστικά είναι μια παράγραφος ελεγειακού τόνου και εικονοπλαστικής ζωηρότητας, οκτώ περίπου αράδες όλες κι όλες –αναγνωρίζουμε τη λογοτεχνία. Ακαριαία. Το βιβλίο του αργεντινού συγγραφέα, καθηγητή Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μπουένος Αϊρες και συνεκδότη του πολιτιστικού περιοδικού «Carapachay», χαρακτηρίζεται «μυθιστόρημα». Μάλλον σωστά. Εν προκειμένω, ο όρος αφορά ευθέως την ποιότητά του –την πνοή του, αν προτιμάτε.

Η τελευταία είναι αρκούντως μυθιστορηματική, ως προς το εύρος που διαχέεται μέσα στην ίδια τη δομή του, στον χειρισμό του χρόνου, στην πολυφωνία του, στις υπολογισμένες επαναλήψεις της πυκνής γλώσσας του. Τούτα είναι τα βασικά κριτήρια και όχι η έκταση, γιατί η έκταση είναι εντέλει σχετική. Και ο προσεκτικός αναγνώστης δεν θα διστάσει να διαβάσει αυτό το κείμενο δύο φορές: την πρώτη για να παραπλανηθεί και τη δεύτερη για να καταλάβει πώς –και πόσο έντεχνα –συντελέστηκε η πλάνη. Μια λογοτεχνική πλάνη που μοιάζει με μια νυχτερινή, φευγαλέα, συνωμοτική χειραψία ανάμεσα στον Κόρμακ Μακ Κάρθι και τον Ρομπέρτο Μπολάνιο που, φορώντας καουμπόικα καπέλα, συναντιούνται σε κάποιο μέρος χαμένο στην αργεντίνικη πάμπα.

Ρεαλισμός και μυθοπλασία

Ο πρωτότυπος τίτλος του βιβλίου που κυκλοφόρησε το 2009 είναι «Glaxo» και παραπέμπει ακριβώς στο εργοστάσιο της ομώνυμης πολυεθνικής φαρμακο-και γαλακτοβιομηχανίας, το οποίο χτίστηκε έξω από το χωριό Τσιβιλκόι (τυγχάνει γενέτειρα του συγγραφέα) στην επαρχία του Μπουένος Αϊρες. Με τον καιρό, η γύρω περιοχή κατοικήθηκε από τους εργαζομένους και σχηματίστηκε ένας οικισμός που πήρε το όνομά του από την επιχείρηση. Αυτό είναι το ρεαλιστικό φόντο για τις τέσσερις διακριτές αφηγήσεις του Ερνάν Ρονσίνο που καλύπτουν το διάστημα μιας εικοσιπενταετίας, από τα τέλη της δεκαετίας του 1950 ως τα μέσα της δεκαετίας του 1980. Το άλλο φόντο της μυθοπλασίας, που τρέχει παράλληλα με την πλοκή της, προέρχεται από ένα άλλο είδος μυθοπλασίας, τον κινηματογράφο: είναι η ταινία «Τελευταίο τρένο από τον Γκαν Χιλ» [Last Train from Gun Hill (1959)], το κλασικό γουέστερν του Τζον Στέρτζες.
Οι αφηγήσεις του Ερνάν Ρονσίνο δεν διαπλέκονται απλώς μεταξύ τους, αντιθέτως αλληλοεισχωρούν η μία μέσα στην άλλη τόσο καταλυτικά, τόσο απόλυτα, ώστε η καθεμιά μόνη της, ξεχωριστά, φαντάζει λειψή. Το νόημα εντοπίζεται στην ενιαία άρθρωση του συνόλου, το οποίο αποκαλύπτεται μονάχα στην τελευταία ιστορία, και μάλιστα στην έσχατη γραμμή της. Και αν όντως έχουμε να κάνουμε με ένα θρίλερ, τότε πρόκειται για το θρίλερ της ανθρώπινης μνήμης. Εκεί διοχετεύει όλη του την ενέργεια ο ταλαντούχος αυτός συγγραφέας, στο να περιγράψει και να αποτυπώσει τις λεπτές και μύχιες διακυμάνσεις στη συνείδηση των ηρώων του, και όχι τόσο στο έγκλημα που διαπράττεται την πιο σημαδιακή –θα έλεγε κανείς τελετουργική –στιγμή του βιβλίου, όταν, νωρίς το πρωί, μια σφαίρα καρφώνεται στο κεφάλι του μικροκαμωμένου Κλίφτον Μόρις, που δολοφονείται από κάποιον που τον θεωρεί «κωλομορμόνο» και «γιάνκη βρωμοκατάσκοπο» της CIA. Κατά τα λοιπά, όλα φαίνεται πως εξελίσσονται μέσα σε μια παραλυτική ατμόσφαιρα αποσύνθεσης και παρακμής, η οποία όμως αντισταθμίζεται από την αιχμηρή εσωτερικότητα που διαθέτουν οι χαρακτήρες.

Τέσσερις άνδρες με κοινό παρελθόν

Τέσσερις ανδρικές φωνές μιλούν, λοιπόν, τέσσερις άνθρωποι που έχουν ένα κοινό παρελθόν και, επιπροσθέτως, τις παραξενιές τους, τις έμμονες ιδέες τους. Ο «Τσίρος» Βισέντε Βάρδεμαν είναι ο κουρέας που ονειρεύεται τρένα και βαγόνια που εκτροχιάζονται. Ο Μπίτσο Σόουσα πιστεύει πως «τα δάχτυλα των ποδιών δείχνουν τι σόι είναι κάθε άνθρωπος». Ο Μιγκελίτο Μπάριος ισχυρίζεται ότι «με αποσπά, με διασκεδάζει να σκέφτομαι τον θάνατο των άλλων». Στον τέταρτο της συντροφιάς, τον Ραμόν Φολκάδα, αρέσουν οι μεγάλες περιπέτειες, οι μάχες και πολεμιστές όπως ο Ιουγούρθας. Βέβαια, συμμετείχε και ο ίδιος σε μια αιματηρή ιστορία: στη μαζική εκτέλεση πολιτών, στην κοινότητα Χοσέ Λεόν Σουάρες, κοντά στην πρωτεύουσα της Αργεντινής, από άνδρες της πολιτοφυλακής, επειδή υπήρχαν υποψίες ότι ανήκαν σε μια οργάνωση που αποσκοπούσε να ανατρέψει τη στρατιωτική δικτατορία του 1955 και να επαναφέρει στην εξουσία τον Χουάν Περόν. Πλην όμως, όταν μας συστήνεται τον Δεκέμβριο του 1959, ο macho Ραμόν Φολκάδα έχει άλλες σκοτούρες. Για την ακρίβεια, το κόβει το κεφάλι του: η σύντροφός του, η Νέγρα Μιράντα, πηδιέται με ένα εσωστρεφές παιδαρέλι και δεν υπάρχει περίπτωση να ησυχάσει αν δεν τους τσακώσει επ’ αυτοφώρω. Αυτό θα οδηγήσει σε μια προδοσία και, μετά από αρκετά χρόνια, σε μια συγχώρεση μπροστά στο νεκροκρέβατο.

Απάτη και μυθοπλασία

Σιγά-σιγά όλα τα κομμάτια αυτού του λογοτεχνικού παζλ θα μπουν στη θέση τους. Η λύτρωση όμως δεν θα βρει τη δική της σε αυτή την ιστορία. Στο σημείο αυτό, ας ακούσουμε προσεκτικά αυτό που λέει κάπου ο Ραμόν Φολκάδα: «Η απάτη είναι θεμέλιο της εξουσίας. Ετσι προχωράει η Ιστορία». Κι εμείς δεν μπορούμε παρά να το σκεφτούμε αλλιώς στην περίπτωση του εν λόγω συγγραφέα: Η απάτη είναι θεμέλιο της μυθοπλασίας. Ετσι προχωρά η λογοτεχνία. Με την απαραίτητη υποσημείωση ότι λογοτεχνία είναι μια πλάνη που λέει την αλήθεια. Το 2011 η Διεθνής Εκθεση Βιβλίου της Γουαδαλαχάρα επέλεξε τον Ερνάν Ρονσίνο ως έναν από τους νέους πρωτοπόρους συγγραφείς της Λατινικής Αμερικής. Τα βιβλία του έχουν μεταφραστεί πλέον σε περισσότερες από δέκα χώρες.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ