Τα Βιβλία του «Βήματος» καλωσορίζουν το 2018 συνεχίζοντας τα ετήσια αφιερώματα σε αρχειακούς φορείς της χώρας. Μετά τα Αρχεία της Γενναδείου Βιβλιοθήκης (2016) και τα Ιστορικά Αρχεία του Μουσείου Μπενάκη (2017), παρουσιάζουμε εφέτος εορταστικά κείμενα, έγγραφα, επιστολές, φωτογραφίες, καρτ ποστάλ, διαφημίσεις από τις συλλογές της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) που συμπληρώνει εφέτος 90 χρόνια από την ίδρυσή της. Με ημερίδα στη Βιβλιοθήκη της στις 18 Ιανουαρίου, έκθεση των έργων τέχνης της στο Μουσείο Μπενάκη από τις 14 Μαρτίου και διεθνές οικονομικό συνέδριο στις 18 Νοεμβρίου θα γιορτάσει η ΤτΕ την επέτειό της. Τα τεκμήρια που δημοσιεύονται εδώ προέρχονται από τις συλλογές της ΤτΕ. Ευχαριστούμε την ΤτΕ για την ευγενική παραχώρηση του αρχειακού υλικού προς δημοσίευση, τον διευθυντή του Κέντρου Πολιτισμού, Ερευνας και Τεκμηρίωσης Παναγιώτη Παναγάκη, την προϊσταμένη της Βιβλιοθήκης Εύα Σεμερτζάκη, την προϊσταμένη του Ιστορικού Αρχείου Αντιγόνη Βασιλοπούλου και τον ιστορικό Ανδρέα Κακριδή, την προϊσταμένη της Υπηρεσίας Συλλογών Αναστασία Πεσματζόγλου, το προσωπικό των τμημάτων και την ακαδημαϊκό Κική Δημουλά.
Στις 23 Δεκεμβρίου 1927, παραμονές Χριστουγέννων, ο Αλέξανδρος Διομήδης, διοικητής της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος, γράφει στον υποδιοικητή της Εμμανουήλ Τσουδερό στο Λονδίνο, που συζητεί εκεί τους όρους έκδοσης δανείου από την Κοινωνία των Εθνών προς την Ελλάδα. «Ολίγα μόνον χρόνια έχουν περάσει από την Μικρασιατικήν καταστροφήν του 1922. Τα ερείπια είναι πολλά εις το σώμα της πατρίδος –τα ερείπια που έχουν αφήσει οι αιματηροί απελευθερωτικοί αγώνες της, από την εποχήν των βαλκανικών πολέμων έως την ανταλλαγήν των ελληνοτουρκικών πληθυσμών… Τα οικονομικά της Ελλάδος ήσαν άθλια… Επρεπε να καλυφθούν τα ελλείμματα του παρελθόντος, να αποσβεσθή το κυμαινόμενον χρέος, να ολοκληρωθεί η προσφυγική αποκατάστασις και να επιδιωχθεί η σταθεροποίησις της δραχμής» περιγράφει γλαφυρά την κατάσταση που είχε διαμορφωθεί, με βιωματική θέρμη, ο Ηλίας Βενέζης στο Χρονικό (1955) της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ). Διέξοδο από τη δεινή κατάσταση θα έδινε μια πρακτική οικεία στους Ελληνες: «Η Ελλάς θα έπρεπε να καταφύγη και πάλιν εις δανεισμόν από το εξωτερικόν». Ολο το 1927 τα οικονομικά της Ελλάδας περνούν από το μικροσκόπιο Επιτροπής της Κοινωνίας των Εθνών. Η έκδοση του δανείου σκοντάφτει σε μια βασική θεσμική ανωμαλία: η Ελλάδα δεν διαθέτει εκδοτική τράπεζα, η οποία θα μπορούσε να αναλάβει τη διαχείρισή του και τη ρύθμιση της πιστωτικής πολιτικής του κράτους. Τις αρμοδιότητες αυτές έχει η Εθνική Τράπεζα, η οποία λειτουργεί ταυτόχρονα και ως τράπεζα εμπορική. Η Επιτροπή απαιτεί θεσμικές αλλαγές –μια δρομολόγηση διαδικασιών διάσωσης πολύ οικεία στον σύγχρονο Ελληνα -, απαιτεί τη διακοπή της εμπορικής λειτουργίας της Εθνικής Τράπεζας. Από ελληνικής πλευράς εκτιμάται ότι αυτό θα αποτελούσε μοιραίο πλήγμα στην ήδη ευάλωτη οικονομία και αποφασίζεται η ίδρυση μιας νέας τράπεζας, που θα αναλάβει από την Εθνική τις καθαρά εκδοτικές αρμοδιότητες, με την ονομασία Τράπεζα της Ελλάδος.
Στη χειρόγραφη επιστολή του Διομήδη η οικονομική ιστορία συνδιαλέγεται με την πολιτική ιστορία («Στους προσφυγικούς συνοικισμούς όπου ενεφανίσθη [ο Ελευθέριος Βενιζέλος] τρελλάθηκαν οι άνθρωποι. Φεύγει στις 10-15 Ιαν. Αν έκαμε διαδρομήν της Μακεδονίας η υποδοχή θα ηδύνατο να λάβη μορφήν δημοψηφίσματος με απειλητικά αποτελέσματα διά την Κυβέρνησι»), καθώς και με τη στρατιωτική και την κοινωνική ιστορία της Ελλάδας («Τα προσφυγικά, ταλαίπωρα. Δεν γνωρίζω πώς θα βγούμε απ’ εκεί»). Ο Διομήδης πληροφορεί τον Τσουδερό για την αντιμετώπιση των εξελίξεων του δανείου από τον ελληνικό και ξένο Τύπο και καταλήγει: «Χρόνια πολλά διά σας και την οικογένειά σας. Εχει και κάτι καλό να ευρίσκεται κανείς έξω έστω κι αν έχη μπελάδες».

Γρυψ χρυσοφύλαξ

Η ΤτΕ ιδρύεται, με Παράρτημα του Πρωτοκόλλου της Γενεύης, το 1927 και αρχίζει τη λειτουργία της τον Μάιο του 1928, με πρώτο διοικητή τον Διομήδη και υποδιοικητή τον Τσουδερό. Στα πρακτικά του Γενικού Συμβουλίου της ΤτΕ (14.5.1928) εγκρίνεται το έμβλημα της νέας τράπεζας που έχει σχεδιάσει ο χαράκτης Μιχαήλ Αξελός, που μετατίθεται στην ΤτΕ από την Εθνική Τράπεζα για τη χάραξη τραπεζογραμματίων: «Σχεδιασθέν εν είδει αρχαϊκού νομίσματος παριστά την Αθηνάν καθημένην επί αρχαϊκού καθίσματος εν κατατομή και βλέπουσαν προς τα δεξιά. Επί της κεφαλής φέρει το Αττικόν κράνος, κρατεί δε διά της δεξιάς κλάδον ελαίας, σύμβολον της ειρήνης. Παρά το κάθισμα της Αθηνάς ίσταται το μυθικόν ζώον «Γρυψ» όστις παρ’ αρχαίοις εθεωρείτο «Χρυσοφύλαξ» και «Θησαυροφύλαξ». Εχει σώμα λέοντος πτερωτού και κρατεί βέλος εις το στόμα· στηρίζεται δε διά των τριών ποδών επί στάχυος, συμβόλου της χρυσοφόρου πηγής και ευημερίας».
Εν μέσω της οικονομικής κρίσης που ακολούθησε το κραχ του 1929 και την οικονομική καταιγίδα του 1931, «είναι όντως ευτύχημα», θα γράψει ο Βενέζης, «ότι κατά τα ημέρας ταύτας υπήρχεν εν Ελλάδι Κεντρική Τράπεζα βασιζομένη επί νεωτέρων αρχών, ήτις, μη έχουσα να διεκδικήση δεσμούς ως εμπορική Τράπεζα, ηδύνατο να κατευθύνη την νομισματικήν και πιστωτικήν πολιτικήν προς τα γενικά συμφέροντα της χώρας».

Ναύλα και τραπεζογραμμάτια

Τα Χριστούγεννα του 1941 βρίσκουν την εξόριστη κυβέρνηση και τη νόμιμη διοίκηση της ΤτΕ στο Λονδίνο. Εκεί, στο Dorchester Hotel, τηλεγραφεί τις ευχές του στον διοικητή της Κυριάκο Βαρβαρέσο, στις 22.12.1941, ο ιδιωτικός τραπεζίτης Leo Erlanger. Από εκεί η ΤτΕ υπό τον Βαρβαρέσο διαχειρίζεται τα δημόσια οικονομικά, παρέχει τεχνική βοήθεια στην κυβέρνηση για την εκπροσώπηση της χώρας στους διεθνείς οργανισμούς, φροντίζει για τη συντήρηση των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων που είχαν ακολουθήσει την κυβέρνηση, την περίθαλψη των προσφύγων που διέφευγαν στο εξωτερικό και την εξασφάλιση του επισιτισμού του ελληνικού λαού. Σχετικές διευθετήσεις αποτυπώνονται σε αντίγραφα κρυπτογραφικών τηλεγραφημάτων της 30.12.1942, που απόκεινται στο Ιστορικό Αρχείο της ΤτΕ: καταβολή εγγύησης για 1.500 τόνους πετρελαίου ντίζελ για τα ταξίδια των πλοίων FORMOSA, MONGABARRA, FENRIS και BARDALAND στην Asiatic Petroleum Corporation, καταβολή των οφειλομένων ναύλων στη Νέα Υόρκη και τακτοποίηση των καθυστερούμενων πληρωμών των ναύλων.
Με την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων από την Αθήνα εκδιώκεται από την ΤτΕ ο διορισμένος από τις δυνάμεις κατοχής διοικητής και αναλαμβάνει συνδιοικητής ο Ξενοφών Ζολώτας. Λίγες μέρες μετά φθάνει στην Αθήνα η εξόριστη ελληνική κυβέρνηση φέρνοντας μαζί της χαρτονομίσματα που έχουν τυπωθεί στην Αγγλία από τη νόμιμη διοίκηση της ΤτΕ υπό τον Κυριάκο Βαρβαρέσο. Παραβλέποντας τις κατοχικές εκδόσεις, τα νέα γραμμάτια συνεχίζουν την προπολεμική αρίθμηση. Ωστόσο, οι έκρυθμες ακόμη συνθήκες απαιτούν προσαρμογή στα δεδομένα της πραγματικότητας. Τα γεγονότα των Δεκεμβριανών θα καταστήσουν αδύνατη την εκτύπωση του πενηντάδραχμου της τέταρτης έκδοσης και έτσι τη δεύτερη μέρα του Ιανουαρίου του 1945 θα κυκλοφορήσει το πενηντάδραχμο της τρίτης έκδοσης που είχε τυπωθεί στη διάρκεια της Κατοχής στο εξωτερικό και έφθασε στην Αθήνα μετά την απελευθέρωση.

Δύσκολα οικονομικά προβλήματα

Από τα αρχεία της ΤτΕ φαίνεται ότι η οικονομική κατάσταση της Ελλάδας δεν έπαψε ποτέ να είναι κρίσιμη και να εμπνέει ανησυχία. Την Πρωτοχρονιά του 1946 ο F. W. Leith Ross, οικονομικός σύμβουλος της βρετανικής κυβέρνησης, στέλνει επιστολή στον Εμμανουήλ Τσουδερό καλωσορίζοντάς τον στο Λονδίνο και ζητώντας του συνάντηση: «Η Ελλάδα αντιμετωπίζει πολύ δύσκολα οικονομικά προβλήματα και παρότι δεν εμπλέκομαι άμεσα παρακολουθώ τις εξελίξεις με ενδιαφέρον» του γράφει.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ