Perry Anderson
H λέξη από «Η». Η περιπέτεια της ηγεμονίας
Μετάφραση Γιώργος Καράμπελας
Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, 2017
σελ. 248, τιμή 16,96 ευρώ
Είναι μια έννοια αρχαία και νέα ταυτόχρονα. Πρωτοεμφανίζεται στην αρχαιοελληνική γραμματεία, αποκτά όμως το σημερινό της περιεχόμενο χάρη στην επανεπεξεργασία της τον 20ό αιώνα. Αν ο Πέρι Αντερσον, καθηγητής Ιστορίας και Κοινωνιολογίας του UCLA και τελευταίος επιζών της βρετανικής «Νέας Αριστεράς» της δεκαετίας του ’60, στην εξαντλητική γενεαλογία της ηγεμονίας από τον Ηρόδοτο ως τους διανοητές του 21ου αιώνα δεν αναφέρεται καθόλου στον Μακιαβέλι, αυτό συμβαίνει γιατί αντικείμενό του δεν είναι η λατινική κληρονομιά του «princeps»: η πορεία που αφηγείται στο «Η λέξη από «Η»» εκκινεί από την ελληνική ρίζα και ακολουθεί τις δολιχοδρομίες της σύγχρονης φιλελεύθερης, συντηρητικής και αριστερής σκέψης.
Οι χρήσεις της ηγεμονίας συγκροτούν ένα πρωτεϊκό πλέγμα. Ενδεικτικά ο Αντερσον σημειώνει ότι «γεωγραφικά, μετά τη γέννησή της στην κλασική Ελλάδα, η ηγεμονία ταξίδεψε με διαφορετικές μορφές στην κοινοβουλευτική Γερμανία, στην τσαρική Ρωσία, στη Γαλλία της Αντάντ, στην Αμερική του Ψυχρού Πολέμου, στη νεοφιλελεύθερη Αγγλία, στη ρετρό μοναρχική Ισπανία, στη μεταποικιοκρατική Ινδία, στη φεουδαρχική Ιαπωνία, στην επαναστατική Κίνα και ξανά πίσω σε μια υποτελή Βρετανία, σε μια φιλόδοξη Γερμανία και στις μονοπολιτικές ΗΠΑ. Πολιτικά, οι θεωρητικοί της ηγεμονίας υπήρξαν, σε διάφορους χρόνους και τόπους, φιλελεύθεροι, συντηρητικοί, σοσιαλιστές, κομμουνιστές, λαϊκιστές, πυλώνες της αντίδρασης στο ένα άκρο και ρομφαίες της επανάστασης στο άλλο». Το ερώτημα για το τι υπαινίσσεται το εύπλαστο της λέξης για την ουσία της θα απαντηθεί αργότερα.

Τάξη και ηγεμονία

Τα δύο κυριότερα νήματα της αφήγησης του Πέρι Αντερσον έχουν να κάνουν με το ζήτημα της τάξης και το πρόβλημα της αυτοκρατορίας, την εσωτερική και τη διακρατική διάσταση του νοήματος της ηγεμονίας αντίστοιχα. Ο περί τάξης λόγος φέρει τη σφραγίδα της ανάλυσης της μαρξιστικής Αριστεράς: το πεδίο θα σημαδέψει ως και σήμερα το έργο του Αντόνιο Γκράμσι, ο οποίος θα ορίσει την ηγεμονία ως τις «σταθερές μορφές εξουσίας οποιασδήποτε κοινωνικής τάξης», συμπεριλαμβάνοντας μάλιστα «τόσο την απόσπαση της συναίνεσης των κυβερνώμενων από τους κυβερνώντες όσο και τη χρήση του καταναγκασμού για την επιβολή της εξουσίας των τελευταίων». Κατά τον Αντερσον, η γκραμσιανή προσέγγιση έζησε έναν διττό βίο –του στείρου σχολιασμού και της εργαλειοποίησης από το ΚΚΙ που την αξιοποίησε για να επιβεβαιώσει τις κομματικές στροφές (ευρωκομμουνισμός, «ιστορικός συμβιβασμός» με τη χριστιανοδημοκρατία, αποκήρυξη του ολοκληρωτικού κομμουνιστικού παρελθόντος), της δημιουργικής αναπροσαρμογής από στοχαστές όπως οι Στιούαρτ Χολ, Τομ Νερν και Ερνέστο Λακλάου προκειμένου να αναιρεθεί ο θατσερισμός, να τεθεί ήδη από τη δεκαετία του ’70 το αναδυόμενο πρόβλημα της μελλοντικής ενότητας του Ηνωμένου Βασιλείου, να εντοπιστεί τρεις δεκαετίες πρωτύτερα η επερχόμενη εξέγερση κατά του νεοφιλελευθερισμού.
Παρεμπιπτόντως, ο μαρξιστής Αντερσον δεν χαρίζεται στον μεταμαρξιστή Λακλάου: το όψιμο βιβλίο του «Για την ορθολογικότητα του λαϊκισμού» (2004), το οποίο ενέπνευσε προγραμματικά τους ισπανούς Podemos, μπορεί να υπήρξε «πολιτικά αποτελεσματικό», θεωρητικά όμως χωλαίνει –ο λαϊκισμός αναβαπτίζεται ενώ ο σοσιαλισμός εξαφανίζεται ως όρος, οι «από πάνω» καθίστανται «ισχνότατη αφαίρεση», τα πάντα αποβαίνουν λογοθεσίες.

Αυτοκρατορία και ηγεμονία

Η λεπτή διαφορά μεταξύ αυτοκρατορίας και ηγεμονίας αποτελεί το δεύτερο σημαντικό επίμαχο πεδίο. Συνώνυμες στον Ηρόδοτο και τον Ξενοφώντα, μέρη του ίδιου συνεχούς στον Θουκυδίδη, «αρχή» και «ηγεμονία» διακρίνονται από τον Ισοκράτη: η μια αντίκειται στο δίκαιο, η άλλη είναι αποτέλεσμα ελεύθερης εκλογής. Παρόμοιες πεποιθήσεις βρίσκονται στο υπόβαθρο του έργου πλήθους αναλυτών επί των διεθνών σχέσεων που γράφουν στο πλαίσιο του Ψυχρού Πολέμου στοχαζόμενοι κατά κανόνα τη μεταπολεμική συνθήκη και το παράδειγμα των Ηνωμένων Πολιτειών. Ο Χανς Μοργκεντάου έκλινε προς την ταύτιση των δύο εννοιών, ο Ρεϊμόν Αρόν προς τη διάστιξή τους.
Ο Στάνλεϊ Χόφμαν αποδεχόταν την αμερικανική ηγεμονία ως γεγονός, προέκρινε ωστόσο για το μέλλον μια «ηγεσία χωρίς ηγεμονία», ο Τζόζεφ Νάι ισχυριζόταν ότι οι ΗΠΑ δεν είχαν υπάρξει ποτέ τους ηγεμονία, πόσω μάλλον αυτοκρατορία, και επικαλούνταν ως πάγια πρακτική τους τη συναινετική, όχι καταπιεστική, «ήπια ισχύ». Μετά την 11η Σεπτεμβρίου ο Τζον Αϊκενμπερι θα συνηγορούσε υπέρ μιας «φιλελεύθερης ηγεμονίας», την οποία ο Τζορτζ Μπους είχε καταστήσει «μη φιλελεύθερη», ενώ ο Νάιαλ Φέργκιουσον «με έναν ευρύτερο και πιο εκλεπτυσμένο ορισμό» θεωρούσε προτιμότερο να ταχθεί αναφανδόν υπέρ της αυτοκρατορίας. Στις μέρες μας ο Αντερσον διακρίνει μάλιστα την έλευση ενός όψιμου γερμανικού λόγου περί ηγεμονίας εντός της Ευρωπαϊκής Ενωσης με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το έργο του Χέρφριντ Μίνκλερ.
Η απροθυμία και ο υποτιθέμενος δισταγμός της γερμανικής ρητορικής μπροστά στο βάρος της ευθύνης αποτελούν για τον συγγραφέα τα κατάλληλα σχήματα με τα οποία «η ισχύς δημιουργεί τη συγκινησιακή φόρτιση που τη βολεύει». Η σύντομη τελική γνωμάτευση του Αντερσον είναι πως αυτοκρατορία και ηγεμονία δεν απέχουν ουσιαστικά: «τα δίδυμα αδελφάκια δεν εχθρεύονται το ένα το άλλο· μοιάζουν να τα βρίσκουν μεταξύ τους μια χαρά». Η «ηγεμονία» κατά βάθος συνιστά απλό ευφημισμό με πρόσχημα τη συναίνεση και στόχο την κάλυψη της επιδιωκόμενης ή αποκτημένης εξουσίας που «ανθίσταται στο να εκτεθεί πλήρως».

Ο επίκαιρος κριτικός

Η ποιότητα των πρόσφατων έργων του Πέρι Αντερσον προέρχεται από την ικανότητά του να δίνει στον αναγνώστη μια σφαιρική οπτική των ζητημάτων που πραγματεύεται. Εδώ, για παράδειγμα, προσθέτει την ασιατική σκοπιά παραθέτοντας ινδούς, ιάπωνες και, κυρίως, κινέζους διανοουμένους, καταγράφοντας τις κλασικές απαρχές και τη σημερινή γραμματεία πολιτειολόγων που εκφράζουν τη σκέψη της μόνης χώρας στον κόσμο όπου η ηγεμονία, όντας εγγεγραμμένη στο Σύνταγμα, είναι «κεντρικός όρος στην επίσημη γλώσσα του κράτους».
Τόσο το περιεχόμενο όσο και ο τρόπος επεξεργασίας θυμίζουν, αν και σε σαφώς πιο λόγια μορφή, τα εξαιρετικά διεισδυτικά δοκίμιά του στο «London Review of Books», με τα οποία κατά καιρούς επισκοπεί το τοπίο της Ευρωπαϊκής Ενωσης από τη γωνία της χώρας που βρίσκεται τη δεδομένη στιγμή στο επίκεντρο των εξελίξεων, ασκώντας δριμεία όσο και εύστοχη κριτική στις ευρωπαϊκές οικονομικές και πολιτικές πρακτικές. Σε αυτή βέβαια, όπως και εδώ, δικαιούται κανείς να εκφέρει τις αντιρρήσεις του: υπήρξε τελικά η προεδρία του Μπαράκ Ομπάμα η ενσάρκωση της μετάβασης από τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας στον «πόλεμο ως τρομοκρατία», εδραιώνοντας μια πολεμική «φιλελεύθερη ηγεμονία» θεμελιωμένη στον «φόβον» και στην «κατάπληξιν» (παραλυτικός τρόμος) που ο αρχαίος ιστορικός Διόδωρος Σικελιώτης θεωρούσε ταυτισμένη με τον όρο; Το ερώτημα μάλλον παραμένει περισσότερο ανοικτό από όσο κρίνει ο Πέρι Αντερσον, ωστόσο όποιος επιχειρήσει να του αντιταχθεί θα πρέπει να είναι προετοιμασμένος να αντιπαρατάξει ευρυμάθεια, συγκροτημένη σκέψη, καθαρότητα λόγου, οξυδέρκεια και δηκτική γραφίδα, τις αρετές δηλαδή που ο βρετανός διανοούμενος αποδεδειγμένα διαθέτει σε αφθονία.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ