Είναι το νέο αίμα, εκείνοι που είναι συντονισμένοι με τη νέα κατάσταση που έρχεται, εκείνοι που θα εκφράσουν το πνεύμα της εποχής, που θα δείξουν τι θα διαβάζουμε στο μέλλον. Κάπως έτσι ορίζουν οι Αγγλοσάξονες τον «νέο συγγραφέα» (young writer), που βολικά στη γλώσσα τους δηλώνει και τον νεαρό στην ηλικία συγγραφέα και τον νέο στα γράμματα. Στα ελληνικά ο όρος πολιτογραφήθηκε ως «πρωτοεμφανιζόμενος συγγραφέας» και τον λανσάρισε θεσμικά το περιοδικό Διαβάζω με το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα το 1996. Απέκτησε μεγαλύτερη εμβέλεια όταν εντάχθηκε ως κατηγορία και στα Κρατικά Βραβεία Λογοτεχνίας με τον σχετικό νόμο του 2010. Εκτοτε, φιλολογικοί σύλλογοι, λογοτεχνικά περιοδικά και βιβλιοπωλεία προκηρύσσουν τους δικούς τους διαγωνισμούς για πρωτοεμφανιζόμενους συγγραφείς και οι εκδότες, δύσπιστοι παλαιότερα στο νέο και άγνωστο, αναζητούν τώρα συστηματικά τα νέα ονόματα που θα ανανεώσουν τους καταλόγους τους, φροντίζοντας να διαφημίσουν τα βιβλία των συγγραφέων τους ως το «πρώτο μυθιστόρημα» ή την «πρώτη συλλογή διηγημάτων».
Με τη λογική ότι η πρώτη εμφάνιση ισοδυναμεί με την παρθενική έκθεση στο κοινό, στον αναγνώστη και στην κριτική, σε ετούτη την παρουσίαση δεν λογαριάσαμε διηγηματογράφους και μυθιστοριογράφους που έχουν ήδη κάνει την πρώτη τους λογοτεχνική εμφάνιση με αυτοεκδόσεις ή άλλες εκδόσεις, καθώς και συγγραφείς που έχουν ήδη εκτεταμένη εκδοτική παραγωγή σε άλλα είδη, όπως η παιδική λογοτεχνία και το μυθιστόρημα για νέους.
Δεν λογαριάσαμε επίσης συγγραφείς που θα λέγαμε ότι όψιμα πραγματοποιούν το πρώτο τους λογοτεχνικό φανέρωμα. Στις περίφημες λίστες των καλύτερων βρετανών πεζογράφων που εγκαινίασε και δημοσιεύει ανά δεκαετία, από το 1983, το βρετανικό περιοδικό Granta, ως συμβατικό ηλικιακό όριο του νέου πεζογράφου τίθενται τα σαράντα χρόνια –τα τριάντα πέντε ορίζει ο ελληνικός νόμος για τα Κρατικά Βραβεία Λογοτεχνίας.
Από την εφετινή εκδοτική παραγωγή ξεχωρίσαμε τέσσερις ενδιαφέρουσες νέες παρουσίες στην πεζογραφία, μεταξύ τριάντα πέντε και σαράντα οκτώ ετών. Δύο μυθιστοριογράφους και δύο διηγηματογράφους. Δύο από αυτούς ζουν εκτός Ελλάδας. Δύο έχουν εκδώσει λογοτεχνικά βιβλία σε άλλες γλώσσες. Δύο προέρχονται από τον χώρο της μηχανικής και της εφασμοσμένης επιστήμης. Ολοι τους εμφανίζονται εκφραστικά ώριμοι, με αυτοπεποίθηση στη γραφή, που μαρτυρεί φιλοδοξία και πρόθεση να συνεχίσουν. Ρεαλιστική αλλά και σουρεαλιστική, λυρική ή εφιαλτική, η γραφή τους, με γλώσσα δουλεμένη, φλερτάρει συχνά με το μη πραγματικό, με το φανταστικό, με κόσμους ονειρικούς ή με κόσμους νοσηρούς. Τα διακριτικά στοιχεία του περιβάλλοντος της κρίσης των τελευταίων ετών, ο κοινωνικός χαρακτήρας και η έμφαση στα συλλογικά δεινά υποχωρούν και επανέρχεται στο προσκήνιο το άτομο.
Η επιστήμη και η τεχνολογία που έχουν διαμορφώσει τη φυσιογνωμία της εποχής μας είναι παρούσες με τον έναν ή τον άλλον τρόπο και συμπορεύονται με την τέχνη σε ένα σύμπαν δημιουργικό. Μαζί με την αγωνία για τον άνθρωπο χωρίς ταυτότητα, τον άνθρωπο που πασχίζει να αποκτήσει πρόσωπο και συναισθηματική συνάφεια με τους άλλους γύρω του στον απρόσωπο κόσμο της διαδικτυακής εποχής, προβάλλει στα κείμενα και η νέα αβεβαιότητα ότι, παρά τις ψευδαισθήσεις μας, δεν ορίζουμε αυτοβούλως τη ζωή μας.

Αντιγράφοντας τη ζωή των άλλων

Γιώργος Κουβας
Καρμπόν
Εκδόσεις Κίχλη 2017
σελ. 248, τιμή 14,50 ευρώ
Μια τέτοια περίπτωση είναι ο Αρης Κοντός. Εσωστρεφής και μοναχικός, θεωρούνταν προβληματικό παιδί όταν ήταν μικρός. Ενήλικος πλέον, με χαμηλή αυτοεκτίμηση, προσπαθεί να κρατηθεί σε απόσταση από τον κόσμο.
Συναρμολογητής σε εταιρεία κατασκευής επίπλων, έχει κόλλημα με τα παζλ και εύχεται να είχε την άνεση και τη γοητεία του μικρασιατικής καταγωγής αιγυπτιώτη παππού του. Ενα ατύχημα του προκαλεί μια σπάνια ωτίτιδα και η ακοή του οξύνεται. Αθελά του συλλαμβάνει όλους τους ήχους των γειτονικών του διαμερισμάτων. Γρήγορα θα τον σαγηνεύσει η μποέμ καθημερινότητα του καταξιωμένου καλλιτέχνη, αγωνιστή και μπον βιβέρ στο ρετιρέ της πολυκατοικίας του, το κομψό πορτοκαλί μπουρνούζι του, οι καλλίκορμες συντροφιές του, η κοινωνική του άνεση, τα γκράντε πάρτι του. Τόσο, που θα βαλθεί να αντιγράψει τη ζωή του και την τέχνη του. Πρωταγωνιστεί στο Καρμπόν (Κίχλη, 2017), το πρώτο μυθιστόρημα του Γιώργου Κούβα (γένν. 1974), ηλεκτρολόγου μηχανικού, με περαιτέρω σπουδές στη Διοίκηση Επιχειρήσεων, ο οποίος από το 2011 ζει στην Ελβετία και εργάζεται ως σχεδιαστής καινοτόμων ιατρικών συσκευών.
Ενας λόγος που εκφέρεται εσωτερικά, αγχωμένος και εμμονικός, με σύντομες προτάσεις, μεταφέρεται σε πρώτο πρόσωπο σε μια αφήγηση που καταγράφει με ευστοχία και ακρίβεια όσα παρατηρεί το μάτι, κυρίως όσα ακούει το αφτί και όσα το μυαλό επεξεργάζεται.

Γκλάμουρ με αβεβαιότητες

Δημήτρης Μεσορράχης
Η ανάβαση
Εκδόσεις Εστία, 2017
σελ. 172,τιμή 12 ευρώ
Κοινωνικά αδέξιος μεν, ευφυής δε, είναι ο Κοσμάς Λούκος, ο πρωταγωνιστής του πρώτου μυθιστορήματος Η ανάβαση (Εστία, 2017) του Δημήτρη Μεσορράχη (γένν. 1982), που καταφέρνει ωστόσο να εξελιχθεί σε προβεβλημένο στέλεχος πολυεθνικής εταιρείας σχεδιασμού βιομηχανικών αντικειμένων. Βόλτες μέσα σε καροτσάκια του σουπερμάρκετ, Πόρσε και γρήγορο σεξ, δρομολόγια με νταλίκα στα Βαλκάνια, επισκέψεις στην Εθνική Πινακοθήκη και ταξίδια στο Μιλάνο.
Ενας σύγχρονος πίκαρο σε διάφορες περιπέτειες, ο οποίος καταφέρνει να πιάσει γρήγορα την καλή σε έναν κόσμο που θυμίζει τον λαμπερό κόσμο του χρηματιστηρίου και τους γιάπηδες της δεκαετίας του 1990, με τη διαφορά ότι η νέα αξία της εποχής μας λέγεται καινοτομία. Η αποστασιοποίηση και ο κυνισμός της δεκαετίας του 1990 επανέρχονται στους συχνούς διαλόγους των ηρώων, που ενσωματώνονται στην πρωτοπρόσωπη αφήγηση του ήρωα. Οξύνοια στην παρατήρηση και γλώσσα σαφής στην περιγραφή εξωτερικών καταστάσεων και εσωτερικών εμπειριών χαρακτηρίζουν τη φωνή του.
Περισσότερο συνδεδεμένος με την άυλη και ευγενή έννοια της δημιουργικότητας και όχι του υλικού χρήματος, ο κόσμος του Λούκου είναι ίσως συμπαθέστερος από τον κόσμο των παλιών γιάπηδων για ένα βασικό στοιχείο: την εισχώρηση της αμφιβολίας και την αμφισβήτηση, έστω στιγμιαία, της ελεύθερης βούλησης.

Το αλλόκοτο γίνεται πραγματικό

Κώστας Βραχνός
Πρώτα ο Θεός
Εκδόσεις Νεφέλη 2017
σελ. 72, τιμή 7,70 ευρώ
Την πρώτη του συλλογή διηγημάτων και το πρώτο του λογοτεχνικό βιβλίο στα ελληνικά εκδίδει ο Κώστας Βραχνός (γένν. 1975). Απόφοιτος της Φιλοσοφικής και της Θεολογικής, διδάκτωρ Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου της Σαλαμάνκα, μεταφραστής από τα ισπανικά, έχει στο βιογραφικό του ένα δοκίμιο (Το μυστήριο ως πρόβλημα, 2010) και δύο ποιητικές συλλογές στα ισπανικά (El hambre del cocinero, 2008 και Encima del subsuelo, 2014). «Ρωπογραφήματα» χαρακτηρίζει ο ίδιος τα διηγήματα του τόμου Πρώτα ο Θεός (Νεφέλη, 2017).
Πρόκειται για μικροδιηγήματα, που πολλά δεν ξεπερνούν τις εκατό λέξεις, στιγμιότυπα υψηλής δραματικής και αναπαραστατικής έντασης και σουρεαλιστικής χροιάς, όπου το παράδοξο, το αλλόκοτο, το μη πραγματικό εισχωρεί στο πραγματικό και ενίοτε αλλάζει θέση μαζί του. Μια παραμελημένη κόρη, που μεγαλώνει μιλώντας με τα σκυλιά, παντρεύεται ένα λυκόσκυλο. Μια καλόγρια τρώει, κυριολεκτικά, τα δάχτυλά της. Ενας κάλπης γερμανός γεωπόνος κι ένας κάλπης λύτης σουντόκου. Διηγήματα που τα διαπερνά η αγωνία της ανυπαρξίας, της απώλειας του προσώπου, της αδιέξοδης αναζήτησης μιας ταυτότητας.
Στο «Κέρασμα», τρεις φίλοι που έχουν βγει για φαγητό μένουν νηστικοί γιατί είναι αόρατοι στον σερβιτόρο του εστιατορίου. Στο «Χωρίς πρόσωπο» ένας έφηβος χάνει σταδιακά τα χαρακτηριστικά του καθώς πλένει το πρόσωπό του. Στο «Ιατροδικαστικό ΙΙ» δύο άνθρωποι πεθαίνουν προσπαθώντας να θυμηθούν τη στιγμή της γέννησής τους.

Επιστροφή στην υδάτινη κατάσταση

Ανδρέα Φιλιππόπουλου-Μιχαλόπουλου
Το βιλίο του Νερού

Εκδόσεις Θινες, 2017
σελ 72, τιμή 15 ευρώ
Ενα μεικτό βιβλίο, με είκοσι σύντομα πεζά κείμενα και εννέα φωτογραφίες, στο οποίο ο καθημερινός κόσμος μετατρέπεται σε ονειρικό υδάτινο σύμπαν, είναι Το βιβλίο του νερού (Θίνες, 2017), το πρώτο βιβλίο στα ελληνικά του Ανδρέα Φιλιππόπουλου-Μιχαλόπουλου (γένν. 1969). Καθηγητής Θεωρίας και Δικαίου στο Πανεπιστήμιο του Ουέστμινστερ στο Λονδίνο, ζει μεταξύ Λονδίνου και Βενετίας και έχει δημοσιεύσει στα αγγλικά την ποιητική συλλογή A fjord is eating its way into my arm (Λονδίνο 2013).
Eνα βιβλίο μουλιάζει και υγροποιείται –και μαζί του και ο αναγνώστης που το κρατά («Το βιβλίο του νερού»). Το νερό έχει φτάσει στη διάρκεια της νύχτας ψηλά και κύματα σκάνε στο κατώφλι. «Τίποτα το άγριο ωστόσο». Φύκια, ψαράκια, πέτρες στον βυθό, πράσινο και χρυσό προσκαλούν τον πρωταγωνιστή της ιστορίας να βυθιστεί στο νερό. Μια γυναίκα εξοικονομεί στον κουμπαρά της χούφτες νερού, που γίνεται αλμυρή θάλασσα το καλοκαίρι («Διακοπές»), ενώ άλλος μαζεύει και φυλάσσει κρυφά κομμάτια άμμου («Ο συλλέκτης»).
Η θάλασσα σαν ένα υπέροχο μπλε πλεκτό πλέκεται κάθε μέρα από τις βελόνες εφτά κοριτσιών («Οι κούκλες»). Φύκια, υδάτινες ρίζες, πλοκάμια, βράγχια και πτερύγια, μπουρμπουλήθρες, μπλε και πράσινα νερά και ξανθή άμμος, το σύμπαν του νερού, του αλμυρού νερού, αντικαθιστά σταδιακά το στεγνό σύμπαν, καθόλου απειλητικά, καθόλου εφιαλτικά, σε ένα ποιητικό σύμπαν μαγικού ρεαλισμού.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ