Πέτρος Γκολίτσης
Υποβάλλοντας έναν κόσμο
Μελέτη για τις συλλογές του Ντίνου Σιώτη «Αυτοβιογραφία ενός στόχου» και «Εκεί έξω»
Εκδόσεις Κοινωνία των (δε)κάτων, 2017, σελ. 28
Η ποιητική γλώσσα του Ντίνου Σιώτη υποβάλλει έναν κόσμο συνδυάζοντας την πραγματικότητα με τη φαντασία ή ένα μείγμα των δύο, με έναν ανανεωμένο τρόπο που δεν έχει προηγούμενο, γράφει ο Πέτρος Γκολίτσης, ανασκάπτοντας εις βάθος τις υπό έρευνα δύο ποιητικές συλλογές [Κέδρος, 2006, και Κοινωνία των (δε)κάτων, 2012, αντίστοιχα]. Πρόκειται για έναν τύπο γραφής που ανανέωσε στον αγγλοσαξονικό χώρο (αλλά και εδώ μέσω της ποίησης του Βαλαωρίτη και στη συνέχεια του Σιώτη) το ξέφτισμα της προσωπικής, δηλαδή της υποκειμενικής-εξομολογητικής ποίησης ή ακόμη και του «ιδιωτικού οράματος» και των προσωπικών-εγωκεντρικών προτεραιοτήτων στρεφόμενη προς μια κοινωνική έγνοια και αγωνία ή προς τη λεγόμενη «ποίηση της ταραγμένης πραγματικότητας». Ο ποιητής βρίσκεται σε μια διαρκή διάθεση να αφυπνίσει τους «αδύναμους», τοποθετούμενος απέναντι στους έφιππους προστάτες της όποιας μεταφυσικής και κοινωνικοπολιτικής εξουσίας.
Το ποίημα εισρέει ως ακαριαίος χώρος στον χώρο του αναγνώστη, δημιουργώντας ένα ιδιαίτερα εικονοκεντρικό κλίμα, ένα «jazz fusion με εικόνες», που συχνά θυμίζει τη διαδοχή των εικόνων στην ταινία «Κογιανισκάτσι» του Godfrey Reggio υπό τη μουσική του Philip Glass και άλλοτε μορφές του αφηρημένου εξπρεσιονισμού και της ποπ αρτ ή μεταφυσικά τοπία των Μαξ Ερνστ, Πολ Ντελβό και Αντρέι Ταρκόφσκι. Σε αυτή την ποίηση δεν είναι μόνο οι ιστορικές και κοινωνικές συμβάσεις που αμφισβητούνται, αλλά και οι ίδιες οι συλλογικές και ατομικές ταυτότητες. Η ετερότητα περιλαμβάνει και τον εαυτό του ποιητή και τον άλλον. Οταν ο ποιητής αδυνατεί να εξοικειωθεί με τους ξένους που φέρει εντός του, προτάσσει τις «κοινωνικές» περσόνες του ταξιδευτή, του διοργανωτή ή του «καθοδηγητή» των συμπολιτών του. Ούτως ή άλλως οι πρωταγωνιστές αυτής της «γενιάς», υποθέτοντας λανθασμένα πως δεν υπήρχε κάτι στο οποίο να αντισταθούν, οδήγησαν σε μια «υπο-πολιτική», δηλαδή αφαίρεσαν από το κοινωνικό σώμα και από την ίδια την ποίηση την πολιτική της πρόθεση και λειτουργία, σε αντίθεση με την πρώτη μεταπολεμική γενιά (Μανώλης Αναγνωστάκης, Μιχάλης Κατσαρός, Αρης Αλεξάνδρου) ή και τη δεύτερη (Βύρων Λεοντάρης).
Το «εδώ μέσα» αντιπαρατίθεται σχεδόν μόνιμα στο «εκεί έξω», η «ησυχία» στον «θόρυβο», το «υπαρκτό» στο «ανύπαρκτο», η «θάλασσα» στη «στεριά», το «θολό» στη «σκόνη», το «φως» στο «σκότος»· αυτά είναι μερικά από τα δίπολα που βρίσκονται σε συνεχή αντίθεση αλλά και συνδυασμό ή αντιστοιχία μεταξύ τους, σε μια ιδιόμορφη μετασυμβολική αρχιτεκτονική. Από ποίημα σε ποίημα ο Σιώτης ειρωνεύεται και σαρκάζει εαυτόν, γίνεται προσιτός και αντι-ρητορικός, καταφεύγει στην πεζολογικότητα, χλευάζει όσα διαφεύγουν στο απυρόβλητο και κάποτε εκφέρει μια γλώσσα μιας ιδιαίτερης υποβλητικότητας ακαταμάχητης αφηγηματικής ροής. Το τελευταίο αυτό στοιχείο τόνισε ο Νάνος Βαλαωρίτης στην εισαγωγή του στο Εκεί έξω, τονίζοντας ότι «όπως το διατύπωσε ο Σεφέρης, αν η ποιητική γλώσσα δεν υποβάλλει έναν κόσμο, τότε μένει τυφλή και καμιά φορά και βουβή χωρίς ήχο». Σε κάθε περίπτωση, τα ποιήματα του Σιώτη, ενός ποιητή εκτός της πεπατημένης, μπορούν να ιδωθούν και «ως φέτες ζωής», καθώς φαίνεται να αφηγούνται μέσω του ήρωα-ποιητή μια εποχή, χωρίς να στερούνται απαραίτητα και την συνεκτική πλοκή ή το ίδιο το τέλος.
Ο μελετητής Πέτρος Γκολίτσης, ποιητής ο ίδιος, εντοπίζει τα ιδιάζοντα χαρακτηριστικά της καθεμιάς συλλογής και παραθέτει ενδεικτικά ποιήματα και στίχους για να προτείνει διαφορετικές αναγνώσεις αλλά και να εκκινήσει έναν διάλογο πάνω στα εμφανή και τα αφανή κλειδιά τους, ανατρέχοντας σε κείμενα των Φερνάντο Πεσόα, Ζορζ Μπατάιγ, Σλαβόι Ζίζεκ, Ούλριχ Μπεκ, Αντονι Γκίντενς, Πέτρου Θεοδωρίδη κ.ά. Η δοκιμιακή του πρόζα όχι μόνο ανατέμνει αλλά και εμπνέει στον αναγνώστη την επιθυμία να εισέλθει στη σύγχρονη πραγματικότητα μέσα από τον ποιητικό κόσμο του Ντίνου Σιώτη, ενός ποιητή του απόλυτου παρόντος.
Ο κ. Λάμπρος Σκουζάκης είναι διδάκτωρ Ιστορίας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ