Δημήτρης Καργιώτης
Γεωγραφίες της μετάφρασης. Χώροι, κανόνες, ιδεολογίες
Κάπα Εκδοτική
σελ. 110, τιμή 14,84 ευρώ
Η μετάφραση είναι τόπος συνάντησης και συνεύρεσης, μέσον μετακίνησης και μετάβασης, επικοινωνία ανάμεσα σε γλώσσες και πολιτισμούς, ανταλλαγή κουλτούρας και παραδόσεων αλλά και πεδίο εντός του οποίου αναπτύσσεται μια διάστικτη γεωγραφία. Τα μελετήματα που συγκεντρώνει στην ανά χείρας έκδοση ο Δημήτρης Καργιώτης δεν μιλούν για τη μετάφραση εν γένει ούτε αποτελούν μεταφρασιολογικές προσεγγίσεις. Σκοπός τους είναι να εξετάσουν τον ρόλο τον οποίο αναλαμβάνει η μετάφραση σε σχέση με τη νεοελληνική λογοτεχνία, υποδεικνύοντας εκ παραλλήλου το γενικότερο πολιτισμικό και ιδεολογικό της πλαίσιο.
Κάθε μετάφραση λειτουργεί ως μεσολάβηση αλλά καμιά μεταφραστική μεσολάβηση δεν μπορεί να παραβλέψει τα χαρακτηριστικά του τόπου της παραγωγής της ή να απαλλαγεί από το βάρος του ιστορικού χρόνου της. Το πιο εύλογο παράδειγμα εδώ είναι ο Σεφέρης που δοκίμασε τόσο τη διαγλωσσική (από ξένη γλώσσα) όσο και την ενδογλωσσική (από παλαιότερα στρώματα της ίδιας γλώσσας) μετάφραση. Και στις δύο περιπτώσεις ο ποιητής μεταφράζει, όπως εύστοχα παρατηρεί ο Καργιώτης, έχοντας κατά νουν μιαν ευρύτερη ατζέντα που δεν είναι άλλη από την ατζέντα του μοντερνισμού: του αγγλοσαξονικού μοντερνισμού τον οποίο εισηγείται ο Σεφέρης στα καθ’ ημάς με τη μετάφραση της Ερημης χώρας του Ελιοτ, αλλά και ενός προς τα έσω στραμμένου μοντερνισμού που θα συνομιλήσει διαμέσου της μετάφρασης του Ασματος Ασμάτων με τον λαϊκό λόγο και τη δημώδη παράδοση. Μοντερνισμός σαφώς επηρεασμένος από έναν άξιο πρόγονο: τον μοντερνισμό του Γιωσέφ Ελιγιά που μετέφερε νωρίτερα στα ελληνικά (βασισμένος στο εβραϊκό πρωτότυπο και όχι στο ελληνικό κείμενο των Εβδομήκοντα όπως ο Σεφέρης) το Ασμα Ασμάτων, μεταγγίζοντας στο μεταφραστικό του αποτέλεσμα κάτι από το ανανεωτικό πνεύμα και κλίμα της ποιητικής γενιάς του 1920.
Η μετάφραση της νεοελληνικής λογοτεχνίας, που σχετίζεται πάντοτε και με τη χάραξη μιας πολιτικής για την προβολή της στο εξωτερικό, δεν υπήρξε ποτέ απλή ή αυτονόητη υπόθεση. Η μικρή εμβέλεια της ελληνικής γλώσσας ήταν ανέκαθεν ένας σοβαρός περιοριστικός παράγοντας για τη μεταφραστική της ζήτηση, καθεστώς που ισχύει και για όλες τις λογοτεχνίες των Βαλκανίων οι οποίες, όντας εξαρτημένες από τις μεγάλες γλώσσες, δυσκολεύονται να επικοινωνήσουν μεταξύ τους. Ο Καργιώτης δείχνει με αφορμή τον τόμο Αίμος. Ανθολογία Βαλκανικής Ποίησης (κυκλοφόρησε το 2007 χάρη σε πρωτοβουλία του εκδότη του περιοδικού Αντί Χρήστου Παπουτσάκη και με επιμέλεια του Παντελή Μπουκάλα) τις ιδεολογικοπολιτικές και εθνοφυλετικές συγκρούσεις στις οποίες μπορεί να οδηγήσει η λογοτεχνική μετάφραση, ενώ από την άλλη παρακολουθεί τις μεταφραστικές τύχες των ελλήνων συγγραφέων σε μια κατ’ εξοχήν ευνοϊκή για την Ελλάδα εκδοτική αγορά: τη Γαλλία. Η ελληνική τύχη εκεί δεν έχει χάσει ακόμη τα ερείσματά της, με τη διαφορά πως η κρίση πρόλαβε να επηρεάσει τους πάντες και τα πάντα με ανεπανόρθωτο ενδεχομένως τρόπο.
Ο Καργιώτης ξέρει πως οιαδήποτε συζήτηση για τη μετάφραση προϋποθέτει έναν ισχυρό βόρειο πόλο, τον πόλο της Δύσης, με τον οποίο πρέπει να λογαριαστεί κάθε νότιος εμπλεκόμενος, αρνείται όμως να περιοριστεί στο αντιθετικό σχήμα «Η Δύση και οι άλλοι» γιατί έτσι θα ενδώσουμε αμέσως στον προφανή κίνδυνο του να αντικαταστήσουμε μια μυθολογία με μιαν άλλη. Και αυτή η παραδοχή συνιστά τον επαρκέστερο όρο προκειμένου να εξακολουθήσουμε να μιλάμε για τη μετάφραση: μακριά από ετοιμοπαράδοτα μοντέλα και παραμένοντας όσο πιο κοντά μπορούμε στην πραγματικότητα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ