Νikos Εngonopoulos
Selected Poems
Translated with an Introduction and Notes by David Connolly
«Harvard Early Modern and Modern Greek Library»
Harvard University Press, 2016
σελ. 311
Κάθε μετάφραση οποιουδήποτε νεοέλληνα συγγραφέως σε μια ξένη γλώσσα πρέπει να θεωρείται κέρδος για όλη τη νεοελληνική λογοτεχνία. Ειδικά όταν αυτή η μετάφραση τιμά το πρωτότυπο, όπως η παρουσιαζόμενη εδώ, και όταν δημοσιεύεται από μια έγκυρη σειρά όπως είναι η «Harvard Early Modern and Modern Greek Library» που διευθύνουν ο Π. Ροϊλός και ο Δ. Γιατρομανωλάκης. Στη σειρά αυτή κυκλοφορούν ήδη τα Ποιήματα (ο «Κανόνας») του Καβάφη σε έκδοση του Δ. Γιατρομανωλάκη και μετάφραση του Γιάννη Τσιώλη και οι δύο συλλογές του Ελύτη Τα Ελεγεία της Οξώπετρας και Δυτικά της Λύπης σε μετάφραση και Εισαγωγή του David Connolly (2012). Ο παρών τόμος περιλαμβάνει Εισαγωγή 56 σελίδες με βιβλιογραφία, 70 μεταφρασμένα ποιήματα –από τα 166 ελληνικά ποιήματα του N. Εγγονόπουλου (Ν.Ε.) -, ανάμεσα στα οποία ο Μπολιβάρ, ο Ατλαντικός και ένα ποίημα από τη μεταθανάτια συλλογή Το μέτρον. Ο άνθρωπος (2005). Ο τόμος κλείνει με Σημειώσεις και ένα βιογραφικό σημείωμα για τον ποιητή. Σύμφωνα με τον ενημερωτικό κατάλογο του Connolly ο Ν.Ε. φαίνεται να είναι ένας από τους πλέον μεταφρασμένους νεοέλληνες ποιητές στα αγγλικά. Η πρώτη καταγεγραμμένη αγγλική μετάφραση είναι ο Bolivar του Κimon Friar (1951). Τελευταία η μετάφραση του Philip Ramp The Collected Works of Nikos Engonopoulos (2011). Ο Ramp μεταφράζει όλα τα ελληνικά ποιήματα του Ν.Ε., με την εξαίρεση της μεταθανάτιας συλλογής.
Εξ όσων γνωρίζω μόνο στην παρούσα έκδοση έχουμε τη μετάφραση των ποιημάτων του Ν.Ε. τοποθετημένων αντίκρυ στο πρωτότυπο. Αυτό δίδει τη δυνατότητα στον επαρκή αναγνώστη (ελληνόφωνο ή αγγλόφωνο) να ελέγχει, στον όποιον βαθμό, τη σχέση πρωτοτύπου και μετάφρασης. Πρόκειται για πρακτική που ακολουθεί η διάσημη σειρά «Loeb Classical Library» για τα κλασικά (ελληνικά και λατινικά) κείμενα. Η ευθεία αντιπαράθεση πρωτοτύπου-μετάφρασης ενδεχομένως να δείχνει, όπως πιστεύουν μερικοί, τις «ατέλειες» και αδυναμίες της μετάφρασης. Για τούτο και συνήθως αποφεύγεται αυτή η αντιπαράθεση. Ωστόσο όλες οι μεταφράσεις πρέπει να κρίνονται πρωτίστως ως κείμενα «πρωτότυπα» και αυτοτελή. Μόνο οι ειδικοί νοιάζονται για την «ακρίβεια» της μετάφρασης των Εβδομήκοντα, η οποία ωστόσο ακυρώνει ad hoc τη βαβελική κατάρα.
Στο πρώτο από τα δύο Μέρη της Εισαγωγής («The Μarvel of Elbasan and of the Bosphorus…») αναπτύσσονται θέματα που αφορούν στο πρόσωπο και στην ποίηση του Ν.Ε. Αλλά όχι μόνο. Συζητείται το λεγόμενο «σουρεαλιστικό σκάνδαλο», ήτοι ο σκανδαλώδης τρόπος με τον οποίο κριτικοί και κοινό του Μεσοπολέμου υποδέχθηκαν αρχικά την αιρετική Υψικάμινο (1935) του Εμπειρίκου και αργότερα τις δύο συλλογές του Εγγονόπουλου Μην ομιλείτε εις τον οδηγόν (1938) και Τα κλειδοκύμβαλα της σιωπής (1939). Εδώ επίσης συζητούνται ο αντι-λογικός και ανατρεπτικός χαρακτήρας της ποίησης του Ν.Ε., η «μεικτή», πολυεπίπεδη γλώσσα του (γεγονός που κάνει το έργο του μεταφραστή εξαιρετικά δύσκολο) και το ζήτημα της «ελληνικότητας», όπως τίθεται από τον ίδιο τον Ν.Ε. σε σχέση με την ποίηση και τη ζωγραφική του. Το δεύτερο Μέρος («On Translating Engonopoulos») αναφέρεται στα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο μεταφραστής της νεοελληνικής ποίησης σε μια ξένη γλώσσα και ειδικά σε όσα αφορούν στον Εγγονόπουλο.
Ο Connolly δεν είναι απλώς ένας μεταφραστής –είναι και ένας επαρκέστατος φιλόλογος ερευνητής. Από αυτό το μέρος της Εισαγωγής τόσο ο ξενόγλωσσος όσο και ο έλληνας αναγνώστης του Ν.Ε. έχουν να μάθουν πολλά για την ιδιότροπη φύση και τις δυσκολίες ενός ποιήματος του Εγγονόπουλου. Αλλωστε ο Connolly γνωρίζει πολύ καλά τα σημαντικότερα κείμενα των ελλήνων φιλολόγων και κριτικών για τον Εγγονόπουλο και συχνά προστρέχει σε αυτά. Τα δύο κεφάλαια «Culturar problems» και «Linguistic problems» προφανώς δεν παρέχουν μεταφραστικές οδηγίες: εκθέτουν όμως με σαφή παραδείγματα τις δυσκολίες και (τελικά) το «αμετάφραστο» ενός πολιτισμού σε έναν άλλον, την περιπέτεια της μετάβασης από μια γλώσσα σε μιαν άλλη. Είναι σαφές ότι το πρόβλημα εμφανίζεται οξύτερο όταν η γλώσσα-πηγή είναι η δύστροπη νεοελληνική του Ν.Ε. Η μετάφραση, ούτως ή άλλως, είναι μια «παρακεκινδυνευμένη» διαδικασία, όπως, εξάλλου, ομολογεί και ο ίδιος ο Εγγονόπουλος αναφερόμενος σε δικές του μεταφραστικές απόπειρες.
Οι λύσεις που προτείνει ο γνώστης των μεταφραστικών δυσκολιών Connolly είναι επιτυχείς, όμως (πράγμα που ομολογεί και ο ίδιος) σε όλες τις μεταφραστικές και μεταγραφικές δοκιμές το πρωτότυπο, ως από τη φύση του, «αρνείται» να παραδοθεί εντελώς. Το γενετικό υλικό, το DΝΑ μιας γλώσσας (όσο «υψηλής» ή «χαμηλής»), έχει το δικό του κληρονομικό βάρος και τις εγγενείς «ιδιοτροπίες» του. Και είναι προφανές ότι αυτές οι γλωσσικές και πολιτισμικές «ιδιοτροπίες» δύσκολα αποδέχονται να καταστούν «συμβατές» προς μια ξένη γλώσσα. Δεν συμφωνώ (όπως άλλωστε και ο ειδικότερος εμού Ν. Βαγενάς) ότι ισχύει το λεχθέν ότι «ποίηση είναι αυτό που χάνεται στη μετάφραση», ωστόσο η μετάφραση ενός ποιήματος δεν μπορεί παρά να συνιστά και η ίδια ένα ομόλογο ή ανάλογο κείμενο. Αυτό, νομίζω, συμβαίνει με την παρούσα μετάφραση.
Ολα τα παραπάνω γνωρίζει ο Connolly αλλά, όπως συμβαίνει και με τους ποιητές, έτσι και ο ίδιος ως μεταφραστής πορεύεται ολωσδιόλου μοναχός. Το χειρότερο: ευρίσκεται κάτω από τη βαριά σκιά ενός δύστροπου πρωτοτύπου, όπως η ποίηση του Εγγονόπουλου. Γνωρίζει επίσης όποιες κατά καιρούς λύσεις έχουν προταθεί όσον αφορά και στη μετάφραση του Ν.Ε. Ωστόσο παραμένει αμήχανος (όπως και άλλοι πριν από αυτόν) μπροστά σε ελληνικά του τύπου «Αλλωστε κανείς εξ υμών δεν λησμονεί ότι ο μοναχός Σβαρτς ανεκάλυψε την πυρίτιδα. Και έτζι δια τα άλλα…» («Μην ομιλείτε εις τον οδηγόν ΙΙ»). Ή «Λογυρνούσα μέσα σ’ αυτή την πολιτεία…» («Ενα ταξίδι στο Ελμπασάν»). Και «Ελάτες, ελάτε, ξεζέψτε» (Μπολιβάρ). Επομένως ο ρόλος του γεφυροποιού/μεταφραστή δεν μπορεί παρά να κριθεί από την ποιότητα του νέου κειμένου που παράγει συνεχώς εκτεθειμένος σε πολλαπλούς κινδύνους.
Συμπέρασμα: Ο δύστροπος έλληνας ποιητής και ζωγράφος Νίκος Εγγονόπουλος ομιλεί τελικά πολύ καλά αγγλικά με τη διαμεσολάβηση του D. Connolly. Αυτό στη μια σελίδα του βιβλίου. Ομως στην απέναντι ο ποιητής εξακολουθεί να ομιλεί τα εξαίσια, απροσδόκητα και φωτεινά ελληνικά του. Οπως άλλωστε κάνουν (κατ’ αυτόν) και οι άγγελοι στον Παράδεισο.
Ο κ. Γιώργης Γιατρομανωλάκης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ