Με τον θάνατο του Τζον Ασμπερι (στα 90 του χρόνια) πριν από μερικές ημέρες οι ΗΠΑ έχασαν έναν από τους σημαντικότερους και πολυγραφότερους (με πάνω από τριάντα συλλογές) σύγχρονους ποιητές τους, που άφησε επιπλέον και σημαντικό έργο στην τεχνοκριτική και στη μετάφραση (από τα γαλλικά). Η χώρα του τον τίμησε με όλα σχεδόν τα λογοτεχνικά βραβεία που απονέμονται σε ποιητές και για χρόνια ήταν υποψήφιος για το βραβείο Νομπέλ. Είναι ο μόνος αμερικανός ποιητής που τα Απαντά του εκδόθηκαν από τη Library of America. Και από τη γενιά του ο πιο διάσημος ποιητής στην Ευρώπη –αν εξαιρέσει κανείς τον Γκίνσμπεργκ και τον Φερλινγκέτι, ποιητές με τους οποίους βέβαια δεν έχει καμιά απολύτως σχέση.
Η πορεία του Ασμπερι ήταν ανοδική, αλλά οι επικρίσεις για ελιτισμό, κομψοέπεια κ.τ.λ. δεν έλειψαν. Η καθιέρωσή του στους κορυφαίους αμερικανούς ποιητές του 20ού αιώνα ήρθε στη δεκαετία του 1970 με την έκδοση του The Double Dream of Spring (1970), κυρίως όμως του SelfPortrait in a Convex Mirror (Αυτοπροσωπογραφία σε κυρτό κάτοπτρο, 1975). Το δεύτερο βιβλίο τιμήθηκε ταυτόχρονα με τρία μεγάλα βραβεία: το Πούλιτζερ, το Εθνικό Βραβείο και το Βραβείο των κριτικών, κάτι που δεν είχε συμβεί ως τότε. Η συλλογή αυτή περιλαμβάνει ένα εκτενές ποίημα 552 στίχων με τον ίδιο τίτλο. Το ποίημα σήμερα θεωρείται ένα από τα μείζονα επιτεύγματα της αμερικανικής μεταπολεμικής ποίησης και έχουν γραφτεί πλήθος μελέτες για αυτό από κριτικούς πρώτης γραμμής, όπως ο Χάρολντ Μπλουμ και η Ελεν Βέντλερ (για να αναφέρω μόνον όσους είναι γνωστοί στη χώρα μας). Στα ελληνικά μεταφράστηκε από τον Χάρη Βλαβιανό και εκδόθηκε από τη Νεφέλη το 1995 συνοδευόμενο από εισαγωγή του μεταφραστή και επίμετρο του Χάρολντ Μπλουμ.


Η Νέα Υόρκη: το εργαστήριο
Το ότι ο Μπλουμ ερμηνεύοντας με τον δικό του ιδιοσυγκρασιακό τρόπο την Αυτοπροσωπογραφία επιχειρεί να εφαρμόσει τη θεωρία του περί προγόνων και απογόνων και να εντάξει τον Ασμπερι στη μεγάλη παράδοση αφενός των άγγλων ρομαντικών και αφετέρου του Γουάλας Στίβενς έχει ασφαλώς ενδιαφέρον. Ωστόσο πρόκειται για ζήτημα που σε τελική ανάλυση μπορεί να μην ενδιαφέρει το ελληνικό αναγνωστικό κοινό. Το ποίημα αυτό, όπως και πολλά άλλα του Ασμπερι, είναι στην ουσία ποίημα ποιητικής και ταυτοχρόνως υπεράσπιση εκείνου που αποκαλούμε «προσωπική ζωή», με τις αγωνίες, τις εξάρσεις και τις απογοητεύσεις της.
Τι άλλο παρά η εικονιστική αποτύπωση της προσωπικής ζωής είναι η αυτοπροσωπογραφία; Αλλά εδώ δεν έχουμε μιαν απλή συνομιλία του ποιητή με τον εαυτό του. Εχουμε την εικόνα του μεν, κυρίως όμως έχουμε το εργαστήριο, του ποιητή και του ζωγράφου, κι αυτό είναι η Νέα Υόρκη, την οποία αποκαλεί «λογάριθμο όλων των άλλων πόλεων». Ετσι η ars poetica γίνεται τέχνη του ζην μέσα στην τέχνη. Και η Νέα Υόρκη η πόλη του, όπως ήταν το Παρίσι για τον Μποντλέρ. Κατά μίμηση του τελευταίου άλλωστε έγραψε ένα εξαίσιο ποίημα με τίτλο Landscape που περιλαμβάνεται στη συλλογή του A Wave.


Λοξή ματιά, ελαφρά ειρωνεία
Οι σημαντικοί ποιητές επικοινωνούν με τις άλλες τέχνες, ιδίως ποιητές σαν τον Ασμπερι που υπήρξε και ενδιαφέρων τεχνοκριτικός. Οι εικόνες του ωστόσο δεν έχουν αποτυπωτικό αλλά αναπαρασταστικό χαρακτήρα στο πλαίσιο μιας ακολουθίας που, μολονότι κινείται στο επίπεδο του ελάσσονος, επεκτείνεται ταυτοχρόνως μέσα στη μνήμη και στον χρόνο, όπου καθίστανται όλα παρόντα.
Η τεχνική του των συνεχών υπαινιγμών είχε ως συνέπεια για μεγάλο διάστημα πολλοί στην Αμερική να λένε πως δεν τον καταλαβαίνουν. Κυρίως επειδή καθιέρωσε το «ανοιχτό ποίημα» το οποίο κινείται σε πολλά πεδία και μεταβαίνει από τη μια στην άλλη περιοχή θεωρώντας τες προοπτική του εαυτού του.
Το αυτοαναφορικό –και όχι εξομολογητικό –στοιχείο, που το χρησιμοποιεί με τρόπο εξαιρετικά περίτεχνο ο Ασμπερι, καθιστά την ποίησή του μοναδική και με απολύτως διακριτό τόνο φωνής. Η λοξή ματιά και τα ελαφράς ειρωνείας σχόλιά του συνδυάζονται εξίσου περίτεχνα. Εξαίρετος χειριστής της γλώσσας, με έναν εσωτερικό ρυθμό που αναδεικνύει θαυμάσια την ατμόσφαιρα των ποιημάτων του, τη μια στιγμή ταυτίζεται και την άλλη απομακρύνεται από το αντικείμενό του με τρόπο που στην αμερικανική ποίηση τουλάχιστον ως τότε δεν είχε παρουσιαστεί. Την τεχνική του τη μιμούνται σήμερα πολλοί, φανατικοί οπαδοί του.
Μεταμορφώνοντας τον κόσμο

Ο Ασμπερι χρησιμοποίησε κάθε διαθέσιμη φόρμα: από το συνθετικό ως το πολύ σύντομο ποίημα, έγραψε χαϊκού στα αγγλικά, που κάθε άλλο παρά προσφέρονται για αυτό το είδος, και σπουδαία ποιήματα σε πρόζα. Εχοντας ζήσει αρκετά χρόνια στο Παρίσι αξιοποίησε τα διδάγματα των υπερρεαλιστών και τα μετέφερε σε μια γλώσσα στην οποία η επίδραση του υπερρεαλισμού ήταν σχετικά μικρή. Εγραψε ποιήματα σε ελεύθερο στίχο, στον αγγλικό ιαμβικό, άλλοτε χαλαρό και άλλοτε σφιχτό, πεντάμετρο, με ομοιοκαταληξία ή χωρίς. Ο προσεκτικός αναγνώστης που τον διαβάζει στο πρωτότυπο δεν μπορεί να μη θαυμάσει τον τρόπο που χρησιμοποιεί τον διασκελισμό, τον οποίο οι ποιητές παλαιότερα προσπαθούσαν όσο μπορούσαν να τον αποφύγουν. Υπάρχουν ποιήματά του όπου οι διασκελισμοί διαδέχονται απανωτά ο ένας τον άλλον κι όμως πουθενά δεν χάνονται ο ρυθμός και η αλληλουχία του νοήματος.

Ο ίδιος έλεγε πως δεν του αρέσουν οι συμβολιστές και θεωρούσε γενάρχη της μοντέρνας ποίησης τον Ρεμπό, όμως η επίδραση του γαλλικού συμβολισμού στην ποίησή του είναι εμφανέστατη. Η ποίησή του είναι το κατεξοχήν παράδειγμα ενός έργου όπου ο δημιουργός του βάζει σε τάξη έναν κόσμο σε αταξία. Κατά κάποιον τρόπο έφερε στην αμερικανική ποίηση αυτό που επιχείρησαν οι ζωγράφοι του αφηρημένου εξπρεσιονισμού αλλά και της ποπ αρτ. Ο ποιητής, όπως και ο ζωγράφος, για τον ίδιο είναι πρωτίστως καλλιτέχνης. Γι’ αυτό και το κάθε ποίημα δεν συνιστά ερμηνεία του κόσμου αλλά μεταμόρφωσή του πάνω στον καμβά των αισθημάτων και των σκέψεων, όπως κι ενός ειρωνικού και μελαγχολικού ρεμβασμού. Εκτός από την Αυτοπροσωπογραφία σε κυρτό κάτοπτρο στα ελληνικά κυκλοφόρησε το 1994 από το Βιβλιοπωλείον της Εστίας και μια επιλογή ποιημάτων του Ασμπερι με τίτλο Συρμός σκιά που μετέφρασε ο Βασίλης Παπαγεωργίου. Τα δύο βιβλία δίνουν μιαν αρκετά καλή εικόνα της ποίησης του Ασμπερι. Μακάρι να ακολουθήσουν κι άλλα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ