Αντζελα Δημητρακάκη
Τέσσερις μαρτυρίες για την εκταφή του ποταμού Ερρινυού. Νουβέλα

Εκδόσεις Εστία, σελ. 97, τιμή 12 ευρώ

Τα υπόγεια νερά της Αθήνας δεν είναι αστικός μύθος. Επιστημονικές έρευνες έχουν αποδείξει πως κάτω από τους αθηναϊκούς δρόμους κρύβονται πλήθος μπαζωμένα ρεύματα και τρέχουν αρκετά ποτάμια. Ο Ερρινυός είναι το υπόγειο ποτάμι που πρωταγωνιστεί στη νουβέλα της Αντζελας Δημητρακάκη (ξαναδουλεμένο κείμενο το οποίο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στα ελληνικά το 2006) αλλά δεν ανήκει στην πραγματική σφαίρα της αθηναϊκής γεωγραφίας. Και μόνο από το όνομά του, που παραπέμπει στις χθόνιες θεότητες Ερινύες, τσιμπώντας κάτι κι από την αρχαία έννοια του ρου, μπορούμε να υποθέσουμε πως αποτελεί οντότητα μυθική και φαντασιακή –κι ας τρέχουν (όποτε τρέξουν) τα νερά του σε μιαν επίσης φαντασιακή γειτονιά των Δυτικών Συνοικιών που αναπλάθει ωστόσο με ρεαλιστική ενάργεια τη δεκαετία του 1980 σε μιαν εξίσου ρεαλιστική (και άκρως ταξική) Αθήνα –τη μεγαλούπολη στην οποία μεγαλώνουν τέσσερις έφηβες της εποχής.


Η Ιωάννα, η Κατερίνα, η Σοφία και η Ραχήλ δεν είναι συνηθισμένα κορίτσια. Κυκλοφορούν πάντοτε μαυροφορεμένες, δεν έχουν παρά ελάχιστες σεξουαλικές ανησυχίες (για αγόρια ή για άλλα κορίτσια) και κατατρύχονται από μια μόνιμη (λιγότερο ή περισσότερο φανερή) κατάθλιψη που τρέφει και τη ριζική εναντίωσή τους στην πραγματικότητα η οποία τις περιβάλλει. Το πνεύμα βεβαίως της καθολικής εναντίωσης συνιστά το απαραγνώριστο πολιτικοκοινωνικό χαρακτηριστικό της δεκαετίας του 1980, με τη διαφορά πως στην περίπτωσή τους πηγάζει πρωτίστως από τα βαριά εσωτερικά τους σύννεφα (μια παθολογία την οποία φέρουν οι ήρωες της Δημητρακάκη σε όλα τα βιβλία της). Σε ένα τέτοιο πλαίσιο και τα τέσσερα κορίτσια είναι έτοιμα όχι μόνο να ακούσουν και να δεχθούν αλλά κυριολεκτικά να ρουφήξουν τις ιστορίες που λέει η ιστορικός τους στο σχολείο για τα υπόγεια ποτάμια της Αθήνας,

Ψάχνοντας τον ποταμό Ερρινυό για τον οποίο έχει κάνει λόγο η καθηγήτριά τους, οι ηρωίδες θα βρουν τρόπο για να κατεβούν κάτω από τη γη και να συναντήσουν την ξερή κοίτη του. Ξαφνικά όμως οι υδάτινοι όγκοι θα πλημμυρίσουν την άδεια κοίτη και οι όχι ασκόπως πρωτύτερα μαυροφορεμένες θα μεταβληθούν σε τραγικά πρόσωπα, πενθώντας διά βίου την απώλειά τους και πληρώνοντας με πανάκριβο τρόπο την προσπάθειά τους να ξεφύγουν από το κολαστήριο της γειτονιάς και της πόλης τους.

Η σύνθεση της Δημητρακάκη έχει ιδιοφυή δομή. Πολλά χρόνια μετά τα συμβάντα, οι πρωταγωνίστριες (όσες έχουν απομείνει) και η ιστορικός του σχολείου τους δίνουν συνεντεύξεις (μαγνητοφωνημένες ή ζωντανές) και γράφουν επιστολές σε μια νεαρή κοινωνική ανθρωπολόγο, δοκιμάζοντας να απαντήσουν στα ερωτήματα της έρευνάς της για τα συμβάντα του Ερρινυού. Επί της ουσίας ωστόσο η ερευνήτρια δεν παίρνει καμία απάντηση. Η αληθινή μνήμη και ιστορία του τόπου και των ανθρώπων (με τις συνεχείς μεταπτώσεις και ανακατατάξεις της) γίνεται ένα με τη φαντασία και τον μύθο, για να αποκτήσει κάποια στιγμή και μια μαγική διάσταση, μεταμορφώνοντας τον ρευστό κόσμο της καθημερινότητας σε σύμβολο του κενού και της περιδίνησης της ατομικής ύπαρξης. Ιδιοφυής είναι και η τεχνική της βαθμιαίας αποκάλυψης του θαμμένου τραύματος των ηρωίδων: μια κλιμάκωση που μας βάζει στο κλίμα της ενηλικίωσης και του σχηματισμού της γυναικείας τους ταυτότητας, στήνοντας εκ παραλλήλου ένα υπαρξιακό αλλά και αναγνωστικό θρίλερ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ