Βασίλης Κασκαρέλης
Η Τέλεια Καταιγίδα Το ΝΑΤΟ μετά την 11η Σεπτεμβρίου

Εκδόσεις Μεταίχμιο, σελ.350, τιμή 17,70 ευρώ

Σε μια περίοδο που η ελληνική εξωτερική πολιτική παραμένει μετέωρη (και όχι μόνο λόγω της οικονομικής κρίσης) αδυνατώντας να προβάλει τις δυνατότητες της χώρας να εμφανισθεί ως ένας παράγοντας σταθερότητας σε μια ιδιαίτερα ασταθή περιοχή και να παίξει τον ρόλο εκείνο που μπορεί να παίξει λόγω της ταυτόχρονης συμμετοχής της στο ΝΑΤΟ και στην Ευρωπαϊκή Ενωση, έρχεται ένα βιβλίο να ρίξει φως στις μακροχρόνιες αδυναμίες για τη χάραξη μιας συγκροτημένης πολιτικής. Το βιβλίο αυτό με τίτλο «Η Τέλεια Καταιγίδα» υπογράφει ένας πολύ έμπειρος και δραστήριος διπλωμάτης, ο Βασίλης Κασκαρέλης, ο οποίος υπηρέτησε στα κρισιμότερα πόστα (ΝΑΤΟ, ΕE, Ουάσιγκτον, Αγκυρα κ.λπ.) τερματίζοντας την θητεία του ως γενικός γραμματέας του υπουργείου Εξωτερικών.

Απέκτησε έτσι μια πολύτιμη εμπειρία του συνόλου των διεθνών προβλημάτων και ειδικότερα εκείνων που άπτονται των διμερών μας σχέσεων, με αποτέλεσμα η γνώμη που εκφράζει να έχει την αυτονόητη σημασία της. Μπορεί στο βιβλίο αυτό ο Κασκαρέλης να διηγείται κυρίως τη συγκλονιστική περίοδο που υπηρέτησε στο ΝΑΤΟ μετά την 11η Σεπτεμβρίου του 2001, και την αμερικανική εισβολή στο Ιρακ, με αποτέλεσμα οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι Σύμμαχοι τους να κερδίσουν τον πόλεμο αλλά να χάσουν την ειρήνη (κάτι που δεν συμβαίνει βέβαια για πρώτη φορά) και να ακολούθησαν γεγονότα, που όπως ο ίδιος χαρακτηρίζει, «έκοβαν την ανάσα σε καθημερινή σχεδόν βάση» και που κατά τη διάρκεια μιας τριετίας (2001-2003) «άλλαξαν τον κόσμο όπως συνηθίζαμε να τον γνωρίζουμε», αλλά κατά τη γνώμη μου το σημαντικότερο κομμάτι αυτού του βιβλίου είναι οι διαπιστώσεις του για τους λόγους που η Ελλάδα, παρότι διαθέτει μια οργανωμένη και αποδοτική Εξωτερική Υπηρεσία, δεν κατάφερε να έχει μια αποτελεσματική εξωτερική πολιτική, εστιάζοντας απλώς όλες τις προσπάθειες στον εκ των υστέρων περιορισμό των ζημιών που προκαλούνται από την κατάσταση αυτή. Και όλα αυτά λόγω των εσωτερικών μικροκομματικών ισορροπιών, της πολιτικής ατολμίας, του φόβου του πεζοδρομίου και του περιώνυμου πολιτικού κόστους. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο, κατά τον συγγραφέα, που επί δεκαετίες μένουν ανοικτά κρισιμότατα ζητήματα, όπως οι ελληνοτουρκικές διαφορές, το Κυπριακό, το Σκοπιανό, τορπιλίζοντας καίρια την ανάπτυξη του Αιγαίου, τη διείσδυση στα Βαλκάνια και τη δυναμική παρουσία της Ελλάδας στον άμεσο περίγυρο της, στον «ζωτικό της χώρο» δηλαδή.

Εμποδίζεται έτσι η εκμετάλλευση του ειδικού βάρους που προσδίδουν στην Αθήνα η γεωγραφική της θέση και η συμμετοχή της στην Ευρωπαϊκή Ενωση και στο ΝΑΤΟ. Οι επισημάνσεις αυτές έχουν ιδιαίτερη αξία σήμερα που η Τουρκία, λόγω των γνωστών αδιεξόδων στα οποία έχει οδηγηθεί μετά την επικράτηση μιας γενικότερης νεο-οθωμανικής πολιτικής, απομακρύνεται από τα δυτικά δημοκρατικά ιδεώδη, ενώ και στα Βαλκάνια επικρατεί και πάλι μια γενικότερη αναταραχή λόγω της αναβίωσης των γνωστών εθνικισμών του παρελθόντος και της ολοένα αυξανόμενης ρωσικής επιρροής. Το πρόβλημα όμως είναι ότι όλα αυτά τα χρόνια οι ελληνικές κυβερνήσεις απέφυγαν να εξηγήσουν στο εσωτερικό της χώρας την ουσιαστική σημασία της συμμετοχής της στο ΝΑΤΟ και στην ΕE, κατηγορώντας αντίθετα πολύ συχνά τους δύο αυτούς Οργανισμούς για τα δεινά που αντιμετωπίζουμε, αποφεύγοντας έτσι να αναλάβουμε τις δικές μας ευθύνες.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ