Χουάν Χοσέ Μιγιάς
Mέσα από τις σκιές

Μετάφραση Θεοδώρα Δαρβίρη
Εκδόσεις Ψυχογιός, 2017
σελ. 219, τιμή 12,20 ευρώ
Η λέξη «διασκεδαστικός», όταν αποδίδεται σε έναν συγγραφέα, ίσως να μοιάζει επιτιμητική για ορισμένους. Ομως στην περίπτωση του Χουάν Χοσέ Μιγιάς παραπέμπει ακριβώς στην απολαυστική ψυχαγωγία της ανάγνωσης, στην επίταση της αναγνωστικής προσοχής επάνω σε πράγματα που η καθημερινή εμπειρία μετατρέπει –μοιραία ίσως –σε κοινοτοπίες. Ο 71χρονος συγγραφέας, ένας από τους πλέον δημοφιλείς στην Ισπανία, απάντησε στις ερωτήσεις του «Βήματος» με αφορμή την πρόσφατη έκδοση στα ελληνικά τού τελευταίου μυθιστορήματός του Μέσα από στις σκιές («Desde la sombra», 2016).
Στο βιβλίο αυτό παρακολουθούμε μια ιστορία πρωτότυπου εγκλεισμού, όπου η αληθινή περιπέτεια του ήρωα και η παρουσία του σε ένα φανταστικό σόου συμβαίνουν συγχρόνως. Ο Χουάν Χοσέ Μιγιάς περιγράφει τις δυσκολίες ανάμεσα σε αυτές τις δύο πραγματικότητες και, στη συζήτηση που ακολουθεί, μιλάει για όσα πάλλονται στην ενδιάμεση απόσταση μεταξύ τους.

Σκόπευα να μην κάνω αυτή την ερώτηση, κύριε Μιγιάς, αλλά νομίζω ότι την υποβάλλει η ίδια η ιδιοτυπία του μυθιστορήματός σας. Αναφέρομαι στις ντουλάπες. Εχετε κάποια ιδιαίτερη σχέση με τις ντουλάπες; Αναρωτιόμουν πώς προέκυψε ένα τέτοιο βιβλίο: από μια, ας πούμε, πρακτική εμπειρία που σχετίζεται με ένα τέτοιο έπιπλο ή με μια λ.χ. πιο αφαιρετική ιδέα που εξυπηρετείται καλύτερα από αυτό;
«Στο δωμάτιο των γονιών μου, όταν ήμουν μικρός, υπήρχε μια τρίφυλλη ντουλάπα. Τις αποκαλούσαν έτσι γιατί είχαν τρία φύλλα και στο κεντρικό ήταν τοποθετημένος ένας καθρέφτης. Η ντουλάπα ήταν πελώρια και το σκοτάδι της ερεβώδες. Οταν δεν πήγαινα στο σχολείο γιατί ήμουν άρρωστος (υπέφερα από τις αμυγδαλές μου) περνούσα την ημέρα μου στο κρεβάτι των γονιών μου. Ετσι, κάθε φορά που ανασηκωνόμουν, μέσα στον πυρετό, αντίκριζα το είδωλό μου στον καθρέφτη της ντουλάπας, η οποία βρισκόταν στη βάση του κρεβατιού. Ηταν τέτοια η παραζάλη μου που φανταζόμουν ότι στην πραγματικότητα ήμουν μέσα στην ντουλάπα. Το σίγουρο είναι πως πέρασα ώρες ολόκληρες στο εσωτερικό της στην προσπάθειά μου να κρυφτώ από τα αδέρφια μου. Ηταν το τέλειο μέρος για απομόνωση και σκέψη. Είχε κάτι από γυναικεία μήτρα και κάτι από φέρετρο, αναμφίβολα όμως συμβόλιζε και το υποσυνείδητο. Πάντα το θυμόμουν εκείνο το έπιπλο. Η πρώτη μου συγγραφική απόπειρα ήταν μια ιστορία για ντουλάπες. Φανταζόμουν πώς είναι να ζεις στο εσωτερικό τους και να παρατηρείς από εκεί μέσα την οικογένεια στο σπίτι της οποίας ήταν εγκατεστημένες. Το «Μέσα από τις σκιές» είναι το αποτέλεσμα εκείνης της εμπειρίας καθώς και η επεξεργασία της στο πέρασμα των χρόνων».


Ο πρωταγωνιστής σας, ο Δαμιάν Λόμπο, είναι ένας 43χρονος άνεργος άνδρας, απολυμένος από την εταιρεία στην οποία εργαζόταν επί είκοσι πέντε χρόνια. Μια εμπειρία που περιγράφει σαν μια βουτιά στο κενό. Σκόπιμα του δώσατε αυτά τα χαρακτηριστικά ή απλώς έτυχε;
«Ηθελα το άτομο που κατέληγε στην ντουλάπα να είναι παρίας, απόκληρος της κοινωνίας. Κάποιος που δεν είχε βρει τη θέση του στον κόσμο αλλά θα την έβρισκε στο εσωτερικό μιας ντουλάπας με τα χαρακτηριστικά που σας έδωσα στην προηγούμενη απάντησή μου. Οι σύγχρονες κοινωνίες βρίθουν ανθρώπων που οι μηχανισμοί του συστήματος έχουν εξοβελίσει στα περιθώριά τους. Ο Δαμιάν είναι ένας από αυτούς. Η ντουλάπα συμβολίζει το εν λόγω περιθώριο. Κατά περίεργο τρόπο, μέσα σε αυτή είναι που ο Δαμιάν βρίσκει το νόημα της ζωής του, αν και με τίμημα τη μεταμόρφωσή του σε φάντασμα».
Γράφετε, αναφερόμενος στον ήρωά σας, πως «δεν ήταν εύκολο να είσαι σε δύο μέρη ταυτόχρονα», δηλαδή εκεί όπου βρίσκεται το σώμα σου και εκεί όπου τρέχει ο νους σου. Αντιμετωπίζετε και εσείς δυσκολίες με αυτήν την –πώς να την πω; -«διχοτόμηση» η οποία είναι παιγνιώδης στο βιβλίο;
«Κοιτάξτε, προσωπικά πιστεύω πως είναι εύκολο να βρίσκεσαι σε δύο μέρη ταυτόχρονα. Μάλιστα, ο περισσότερος κόσμος βρίσκεται με το σώμα του σε ένα μέρος και με το μυαλό του σε ένα άλλο. Δεν έχετε παρά να προσέξετε τα πρόσωπα των ανθρώπων στο μετρό ή στο λεωφορείο, νωρίς το πρωί, και θα δείτε πως έχω δίκιο. Είναι πολύ κουραστικό να περνάς όλη την ημέρα μέσα στο σώμα σου. Αυτή η «διχοτόμηση», όπως εσείς την αποκαλείτε, μπορεί να προκαλέσει, και προκαλεί, μια αίσθηση άγχους. Εχω όμως την εντύπωση ότι το άγχος καταπολεμείται πιο εύκολα από τη μονοτονία».
Τον Δαμιάν δεν τον απασχολεί καθόλου η κλειστοφοβία και το παράξενο είναι πως όσο περισσότερο χρόνο περνάει μέσα στην ντουλάπα τόσο πιο ελεύθερος νιώθει. Συναισθάνεται εκεί, για να χρησιμοποιήσω μια φράση σας, «την πλασματική ελευθερία του εξωτερικού κόσμου»…
«Οταν κάποιος έχει αποκλεισθεί από τον κόσμο, ή από τις συμβατικές σχέσεις με τον κόσμο, αναζητεί άλλους τρόπους για να επανασυνδεθεί μαζί του. Και η τρέλα είναι ένας από αυτούς τους μη συμβατικούς τρόπους. Βέβαια ο Δαμιάν δεν τρελαίνεται τελικά, ωστόσο, μεταμορφώνεται σε φάντασμα και σχετίζεται με τον κόσμο μέσα από αυτήν τη συνθήκη. Γίνεται μέλος μιας οικογένειας (αυτής στο σπίτι της οποίας είναι εγκατεστημένη η ντουλάπα, στο σπίτι της Λουθία και του Φέντε) αλλά ως πνεύμα. Στη βιολογική του οικογένεια δεν είχε καταφέρει να βρει τη θέση του∙ τη θέση αυτή τη βρήκε, αντιθέτως, στη θετή του οικογένεια αλλά ως σκιά».
Ναι, έτσι τον χαρακτηρίζετε συνεχώς, τον αποκαλείτε φάντασμα. Ανέκαθεν αντιμετώπιζα με κάποια επιφύλαξη τη λέξη «φάντασμα» όταν υπάρχει σε ένα λογοτεχνικό κείμενο… Τι να σημαίνει άραγε αυτό; Θα το ρωτήσω όμως: εσείς πιστεύετε ή δέχεστε με κάποιον τρόπο ότι τα φαντάσματα υπάρχουν;
«Φυσικά και υπάρχουν φαντάσματα! Οχι με την κλασική έννοια του όρου. Ωστόσο, είναι παντού, ολόγυρά μας. Το σώμα μας, κατά κάποιον τρόπο, είναι ο οίκος των προγόνων μας. Ζουν μέσα μας, όπως ο Δαμιάν μέσα στην ντουλάπα, και καθορίζουν πολλές από τις πράξεις μας. Η ζωή μας βρίσκεται σε έναν συνεχή διάλογο με τα φαντάσματα του παρελθόντος ή του παρόντος. Δεν έχουμε συναίσθηση αυτής της κατάστασης, ωστόσο έτσι είναι. Ο σκύλος μου πέθανε πριν από τρεις μήνες και είναι φορές που τον βλέπω να διασχίζει το σαλόνι πηγαίνοντας προς την κουζίνα. Εξαφανίζεται όταν προσπαθώ να σιγουρευτώ ότι όντως τον είδα, δηλαδή όταν εστιάζω. Τα πνεύματα γίνονται αντιληπτά με την περιφερειακή όραση. Στην περιφέρεια της πραγματικότητας εντοπίζεται και το νόημα. Πρέπει να σας πω επίσης πως όταν ζούσε ο σκύλος μου καμιά φορά τέντωνε τα αφτιά σαν να άκουγε κάποιον να κατεβαίνει τις σκάλες. Υστερα ακολουθούσε αυτή την οπτασία που δεν μπορούσαν να συλλάβουν οι αισθήσεις μου, ώσπου εξαφανιζόταν έξω από την πόρτα του σπιτιού».
Στο μυθιστόρημά σας το χιούμορ είναι δεδομένο. Ο Δαμιάν ισχυρίζεται ότι είναι απολίτικος όπως οι ποδοσφαιριστές. Στην αφήγηση όμως διαβάζουμε για τον «καπιταλισμό χωρίς ψυχή» και την «αποξένωση» ως «μοίρα» του ανθρώπου μέσα σε αυτόν. Και πολλές δυσοίωνες αναφορές στην κουλτούρα των νέων μέσων επικοινωνίας. Η επιστράτευση του χιούμορ εν προκειμένω τι εξυπηρετεί; Μια αποστασιοποίηση, μια ελεγχόμενη ειρωνεία που αντικαθιστά τις βεβαιότητες;
«Το χιούμορ, στο έργο μου, είναι δευτερεύον συστατικό. Δεν το επιδιώκω, είναι παράπλευρο αποτέλεσμα του τρόπου με τον οποίο παρατηρώ την πραγματικότητα. Είναι προϊόν του παράδοξου συλλογισμού και της ειρωνείας. Το χιούμορ προκύπτει όταν ανακαλύπτουμε την απάτη της πραγματικότητας, όταν ανακαλύπτουμε πως αυτό που είχαμε εκλάβει ως πραγματικό σπίτι δεν είναι παρά ένα διακοσμητικό. Η έκπληξή μας αυτή προκαλεί το γέλιο. Το γέλιο, όμως, είναι έκφραση τρόμου. Το γέλιο και ο τρόμος είναι οι δύο όψεις, αναπόσπαστες, του ίδιου νομίσματος».

«Οχι» στη θέση του υπουργού Πραγματικότητας

Διάβαζα τις προάλλες ένα σχετικά πρόσφατο κείμενό σας στην ισπανική εφημερίδα «El País» όπου αρθρογραφείτε συστηματικά. Γράφατε για το «Υπουργείο της Πραγματικότητας» σχολιάζοντας όψεις της καθημερινότητας στην Ισπανία. Θα αποδεχόσασταν ένα τέτοιο πόστο, αν ερχόταν μια κυβέρνηση της χώρας και σας το πρότεινε;

«Ποτέ. Αλλωστε, το «υπουργείο της Πραγματικότητας» υπάρχει στ’ αλήθεια, αν και δεν έχει ούτε κτίριο ούτε υπαλλήλους. Το υπουργείο της Πραγματικότητας είναι αυτό που μας λέει πως πρέπει να βλέπουμε τον βασιλιά ντυμένο ακόμη και όταν κυκλοφορεί εξόφθαλμα γυμνός. Το υπουργείο της Πραγματικότητας είναι αυτό που, όταν βγαίνουμε στον δρόμο, μας κάνει να βλέπουμε αυτό που περιμένουμε να δούμε και όχι αυτό που πραγματικά συμβαίνει».

Στο ίδιο κείμενό σας που είχε τον τίτλο «Η ιστορία» κλείνετε με την εξής πρόταση: «Η ιστορία σπανίως μας επισκέπτεται από την κυρία είσοδο αλλά μπορεί να καταστρέψει όλα όσα υπάρχουν στο σαλόνι μας». Αυτό με έκανε να σκεφθώ λίγο το έργο σας, εν γένει. Στην Ισπανία οι κριτικοί και οι συνάδελφοί μου σας αποκαλούν «μαέστρο της εκκεντρικότητας». Αν αντικαταστήσουμε στην ανωτέρω πρόταση την ιστορία με την καθημερινή ζωή μάλλον έχουμε καλύψει ένα μεγάλο μέρος της επικράτειας του έργου σας. Συμφωνείτε;
«Ναι, συμφωνώ. Η εκκεντρικότητα είναι μια μορφή επανάστασης. Χωρίς εκκεντρικότητα δεν υπάρχει δημιουργική γραφή. Χάρη στην εκκεντρικότητα ό,τι είναι οικείο γίνεται ανοίκειο, επιτρέποντάς μας να το παρατηρήσουμε κάτω από ένα διαφορετικό φως, μακριά από εκείνο που είχαμε συνηθίσει να βλέπουμε. Παρατηρώντας το, λοιπόν, κάτω από αυτό το φως ανακαλύπτουμε την αυθεντική σημασία του. Πάντα λέω στους μαθητές μου ότι η αφετηρία της γραφής είναι η σύγκρουση. Χωρίς σύγκρουση δεν είναι δυνατή η γραφή. Γράφουμε (και διαβάζουμε) όταν ανάμεσα στον κόσμο και σ’ εμάς υπάρχει κάτι που δεν λειτουργεί∙ με άλλα λόγια, όταν ο κόσμος μάς παραξενεύει. Κάποιος που τα πάει καλά με τον κόσμο, κάποιος στον οποίο ο κόσμος φαίνεται φυσιολογικός, θα μπορέσει να γράψει τον ποινικό κώδικα αλλά ποτέ δεν θα εμπνεόταν το «Εγκλημα και Τιμωρία» όπως ο Ντοστογέφκσι».

*Ο συντάκτης ευχαριστεί θερμά τη μεταφράστρια κυρία Θεοδώρα Δαρβίρη για τη συμβολή της στη δημοσίευση της συνέντευξης.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ