Με αυτόν τον τίτλο κυκλοφορεί τις επόμενες ημέρες το βιβλίο του δημοσιογράφου Δημήτρη Τσιόδρα από τις εκδόσεις Μίνωας. Στο βιβλίο που προλογίζουν ο πρώην πρόεδρος της Κομισιόν και πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας Ρομάνο Πρόντι και ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθήνας Παναγιώτης Ιωακειμίδης αναλύονται οι εθνικοί ανταγωνισμοί και τα όρια της συνεργασίας στη διάρκεια δημιουργίας της ΕΕ. Ο ορισμός που δίνεται στον νεολογισμό «ευρωπατριωτισμός» είναι ότι υπηρετεί τα συμφέροντα κάθε χώρας και των πολιτών της μέσω της κοινής πορείας. Αντιθέτως, ο εθνοκεντρισμός επενδύει στον ανταγωνισμό, στα κλειστά σύνορα, στην αντιπαλότητα.

Ο Ρομάνο Πρόντι στον πρόλογό του ασκεί οξεία κριτική στον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζεται την κρίση η ΕΕ, ιδιαίτερα τον τρόπο με τον οποίο χειρίστηκαν οι Ευρωπαίοι το ελληνικό πρόβλημα. Αναφέρει συγκεκριμένα μεταξύ άλλων:
«Μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης, το παραδοσιακό έθνος-κράτος έχει επιστρέψει στο προσκήνιο, με επακόλουθο τη μεταφορά εξουσιών από την Επιτροπή στα μέλη της Ενωσης και την οικοδόμηση ιεραρχικών σχέσεων μεταξύ των ευρωπαϊκών εθνών. Ομως δεν ήταν μόνο η χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση που δημιούργησαν προβλήματα. Ηταν και η πολιτική απάντηση της ΕΕ στην κρίση, η οποία συνίστατο σε έναν «θανατηφόρο» συνδυασμό λιτότητας, κατακερματισμού και καθυστέρησης στην εφαρμογή των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων. Ο τρόπος διαχείρισης της ελληνικής κρίσης –στην πραγματικότητα η κακοδιαχείρισή της –ήταν ευθεία συνέπεια αυτής της προσέγγισης. Λαμβάνοντας υπόψη το οικονομικό μέγεθος της Ελλάδας, η κρίση ήταν περιορισμένη και η αντιμετώπισή της θα μπορούσε να έχει γίνει πολύ εύκολα. Στην πραγματικότητα ήταν η αβεβαιότητα που δημιούργησε η Ευρωπαϊκή Ενωση, η οποία έδωσε την ευκαιρία στη διεθνή κερδοσκοπία να κάνει τη «βρώμικη» δουλειά της. Η πιο σοβαρή ύφεση από τη δεκαετία του 1930 βρήκε την ΕΕ σε μεγάλο βαθμό απροετοίμαστη.
Σε πολύ διαφορετικές εποχές, όταν ήμουν πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, είχα προειδοποιήσει για τους πιθανούς μελλοντικούς κινδύνους που σχετίζονται με τον συντονισμό οικονομικών και χρηματοπιστωτικών πολιτικών σε συνθήκες διεθνούς πίεσης. Αλλά τίποτα δεν έγινε, με αποτέλεσμα η ΕΕ να δίνει την εικόνα ενός «γίγαντα με πήλινα πόδια», ο οποίος δεν κινείται γιατί φοβάται ότι θα καταρρεύσει.
… Ελπίζω ότι το βιβλίο θα συμβάλλει στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής προοπτικής σε μια ήπειρο που βαδίζει στην αντίθετη κατεύθυνση. Παρ’ όλα αυτά εγείρονται σοβαρές αμφιβολίες εάν η σημερινή γενιά των ευρωπαίων πολιτικών θα μπορέσει να φέρει εις πέρας το ευρωπαϊκό εγχείρημα. Σε αντίθεση με τους Αντενάουερ, Ντε Γκάσπερι, Kολ, Mιτεράν και άλλους, είναι αμφίβολο εάν οι τωρινοί ευρωπαίοι ηγέτες θα εκφράσουν την πολιτική βούληση που θα δώσει την απαραίτητη ώθηση στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Αυτό ίσως να είναι το έργο μιας νέας γενιάς η οποία, ελπίζω, θα έχει διδαχθεί από τα λάθη και την αδράνεια των προκατόχων της…».

Ο Δημήτρης Τσιόδρας σημειώνει στο βιβλίο του: «Παρότι για κάποιο διάστημα πολλοί θεωρούσαν ότι το έθνος-κράτος έχει χάσει τη σημασία που είχε στο παρελθόν, αφού πολλές εξουσίες μεταφέρθηκαν στα υπερεθνικά όργανα των Βρυξελλών, εξακολουθεί να παραμένει το πιο ουσιαστικό συστατικό της ΕΕ. Η Ενωση διατηρεί τον διακρατικό της χαρακτήρα. Το έθνος-κράτος, που δημιουργήθηκε στην Ευρώπη, αποτελεί το σημείο αναφοράς για τη μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών…

Η συνεργασία δεν εξάλειψε τα ανταγωνιστικά συμφέροντα που έχουν αναγκάσει την ΕΕ να κάνει αργά βήματα προς τα εμπρός, μέσα από διαδικασίες διαρκών συμβιβασμών. Οπως περιγράφεται στα κεφάλαια του βιβλίου, σε κάθε κρίσιμη φάση που τέθηκαν στο τραπέζι ζητήματα ενοποίησης (αμυντική ενοποίηση, εκχώρηση αρμοδιοτήτων σε κοινοτικά όργανα, δημιουργία κοινού νομίσματος, λειτουργία ευρωζώνης, αντιμετώπιση της κρίσης), ο ανταγωνισμός των κρατών ήταν παρών. Τα εθνικά συμφέροντα ήταν αυτά που καθόρισαν τελικά τις εξελίξεις.
Σε όλη τη διαδρομή, από την Κοινότητα Ανθρακα και Χάλυβα μέχρι τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Ενωσης, τα οικονομικά επιτεύγματα βάδιζαν χέρι-χέρι με συγκρούσεις και διαμάχες, οι οποίες κατέληγαν τις περισσότερες φορές σε έναν προωθητικό συμβιβασμό που σκέπαζε τις ανταγωνιστικές σχέσεις. Ο συμβιβασμός έφθανε μέχρι του σημείου που δεν θίγονταν θεμελιώδη εθνικά συμφέροντα, αφού ελάχιστοι ήταν διατεθειμένοι να παραχωρήσουν εθνική κυριαρχία χάριν ενός αβέβαιου κοινού μέλλοντος. Κάθε φορά που ετίθεντο στο τραπέζι ζητήματα που άπτονταν κεντρικών θεμάτων εθνικής κυριαρχίας, η αντίδραση ήταν πολύ μεγάλη. Χώρες, με πρώτη τη Γαλλία, έβαλαν φρένο σε κρίσιμες στιγμές υπό τον φόβο ότι χάνουν μέρος της εθνικής κυριαρχίας τους και ότι θα ενισχυθεί ο ρόλος της Γερμανίας».

Στο βιβλίο επιχειρείται η προσέγγιση των μεγάλων προβλημάτων της ΕΕ μέσω της Ιστορίας και με προβολή στο «ευρωπαϊκό πείραμα» δύο σημαντικών θεωριών των διεθνών σχέσεων: των ρεαλιστών (realists) και των φιλελευθέρων (liberals). Οι απόψεις για την ειρήνη και τον πόλεμο, τους κανόνες της εξουσίας, τη φύση των κρατών και τον χαρακτήρα του διεθνούς συστήματος ιστορικών και διανοητών από τον Θουκυδίδη, τον Χομπς, τον Καντ, τον Μοργκεντάου, τον Καρ ως τον Γουόλτζ, τον Κέοχαν, τον Νάι, τον Χόφμαν, τον Χάας, τον Μόραβσικ βοηθούν στο να φωτιστούν βαθύτερες πτυχές των ευρωπαϊκών εξελίξεων. Ανατρέχοντας, υπό το πρίσμα της θεωρίας, στις αποφάσεις σε κρίσιμες στιγμές ηγετών όπως ο Αντενάουερ, ο Ντε Γκολ, ο Τσόρτσιλ, ο Μπραντ, ο Κολ, η Θάτσερ, ο Μιτεράν, ο Σρέντερ, η Μέρκελ καταγράφονται τα όρια της συνεργασίας αλλά και οι αντιθέσεις μεταξύ των κρατών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ