Paul Beatty
Τhe Sellout

Εκδόσεις Farrar,
Straus and Giroux (ΗΠΑ, 2015) &
Oneworld (Ηνωμένο Βασίλειο, 2016),
σελ. 304.

Το βιβλίο κυκλοφορεί στην ελληνική γλώσσα από τις Εκδόσεις Καστανιώτη στις 21 Νοεμβρίου

Φανταστείτε ότι παρακολουθείτε μια στάνταπ κωμωδία με έναν μαύρο ηθοποιό. Ο τελευταίος αρχίζει κάποια στιγμή να κατσαδιάζει ένα ζευγάρι λευκών ανθρώπων που βρίσκονται στο ακροατήριο, προτρέποντάς τους (σε μια άπταιστη πεζοδρομιακή αργκό) να σηκωθούν και να φύγουν. Γιατί; Μα γιατί είναι λευκοί, δεν καταλαβαίνουν, δεν μπορούν να καταλάβουν αυτό που «είναι δικό μας», αυτό δηλαδή στο οποίο επιδίδεται εκείνος και που πιστεύει ότι αφορά τους Αφροαμερικανούς και μόνον.

Ο αφηγητής στο βιβλίο του Πολ Μπέιτι υπό τον τίτλο Ο Πουλημένος (The Sellout), που τιμήθηκε με το Βραβείο Booker 2016 –τον οποίο η κριτική επιτροπή χαρακτήρισε επίγονο των Τζ. Σουίφτ και Μ. Τουέιν -, δεν τα βλέπει έτσι τα πράγματα. Τα βλέπει, αντιθέτως, με μια coolness ανατρεπτική. Ο αφηγητής του μυθιστορήματος ως αυτόπτης μάρτυρας του ανωτέρω περιστατικού, σκέφτεται πως αυτό που ήθελε να κάνει ήταν να σηκωθεί και να απευθύνει στον αμετροεπή ένα απλό ερώτημα: τι επακριβώς «είναι δικό μας» εν πάση περιπτώσει;
Η σκηνή είναι εξόχως αντιπροσωπευτική του πνεύματος με το οποίο έχει γραφτεί αυτό το σπουδαίο σατιρικό μυθιστόρημα που απέσπασε (με ομόφωνη απόφαση) την κορυφαία ετήσια λογοτεχνική διάκριση στον αγγλόφωνο κόσμο. Εφέτος ήταν η τρίτη χρονιά, με τον θεσμό να έχει γίνει πλέον ακόμη πιο ανταγωνιστικός, να έχει αναπροσαρμοστεί έτσι ώστε να ανταποκρίνεται στην «παγκοσμιότητα» της αγγλικής γλώσσας, ώστε να συμπεριλαμβάνει δηλαδή τα βιβλία όλων των συγγραφέων που εκδίδονται στο Ηνωμένο Βασίλειο ανεξαρτήτως καταγωγής (βασικώς, και τις Ηνωμένες Πολιτείες).
Απόρριψη από 18 εκδότες


Ο Πουλημένος εκδόθηκε στη Μεγάλη Βρετανία από τον μικρό ανεξάρτητο οίκο Oneworld. Ο μυθιστοριογράφος και ποιητής Πολ Μπέιτι, θαυμαστής μεταξύ άλλων του Τζόζεφ Χέλερ και του Κερτ Βόνεγκατ, έγινε έτσι ο πρώτος Αμερικανός στην ιστορία που τιμήθηκε με το περίβλεπτο βραβείο. Το μυθιστόρημα κυκλοφόρησε το 2015 στην πατρίδα του από τον επιφανή νεοϋορκέζικο οίκο Farrar,Straus and Giroux, προκάλεσε αίσθηση, και την ίδια χρονιά τού απονεμήθηκε το Εθνικό Βραβείο του Κύκλου των Κριτικών στις ΗΠΑ. To απίθανο, στην περίπτωση αυτού του βιβλίου, όπως αποκάλυψε ο ίδιος ο Πολ Μπέιτι στην εφημερίδα «Guardian» μετά τη βράβευσή του, είναι ότι είχε αρχικά απορριφθεί από 18 (!) εκδότες οι οποίοι, ενώ αναγνώριζαν την αξία του, πίστευαν ότι είναι μάλλον ασύμφορο με καθαρά αγοραία κριτήρια. O Πουλημένος αναμένεται να κυκλοφορήσει εντός του Νοεμβρίου από τις Εκδόσεις Καστανιώτη σε μετάφραση του Νίκου Α. Μάντη.
Ο κριτικός των «New York Times» Ντουάιτ Γκάρνερ είχε γράψει ότι οι πρώτες εκατό σελίδες του Πουλημένου «είναι οι πιο καυστικές και ζόρικες σε αμερικανικό μυθιστόρημα τα τελευταία δέκα χρόνια τουλάχιστον». Το μυθιστόρημα αρχίζει στις σπηλαιώδες αίθουσες του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ, με τον ήρωα να ακούει (μαστουρωμένος!) έναν αφροαμερικανό δικαστή (που φοράει ένα πανάκριβο ρολόι) να τον σκυλοβρίζει που αποπειράθηκε κάτι απολύτως εξωφρενικό: την επαναφορά της δουλείας και του φυλετικού διαχωρισμού στη γενέτειρά του και στο τοπικό λύκειο αντιστοίχως. Ο ίδιος γεννήθηκε και μεγάλωσε στο «αγροτικό γκέτο» του Ντίκενς στο Λος Αντζελες. Η ανατροφή του όμως ήταν (τουλάχιστον) εκκεντρική. Πατέρας του υπήρξε ο ιδρυτής των «Διανοουμένων του «Ντουμ Ντουμ Ντόνατς»» –που χρησιμοποιούσε τον μοναχογιό του ως πειραματόζωο σε αιρετικές ψυχολογικές μελέτες για τον ρατσισμό. Ολα όμως αλλάζουν τη μέρα που αστυνομικοί σκοτώνουν αυτόν τον αμφιλεγόμενο κοινωνικό επιστήμονα και (κυρίως) από τη στιγμή που ένας άλλος παράξενος Αφροαμερικανός της τρίτης ηλικίας προσφέρεται οικειοθελώς ως δούλος!
Οσοι εκ των αναγνωστών έχουν μια εποπτεία της αφροαμερικανικής λογοτεχνίας που (μεταφρασμένη) έχει ενσωματωθεί και στην ελληνική βιβλιογραφία, από τον Ρίτσαρντ Ράιτ και τον Ραλφ Ελισον λ.χ. ως τον Τζέιμς Μπόλντουιν και την Τόνι Μόρισον, γρήγορα θα καταλάβουν, διαβάζοντας τον Πολ Μπέιτι, ότι είναι μια ξεχωριστή περίπτωση: όχι επειδή οι προηγούμενοι δεν αποτύπωσαν στα έργα τους –αν και με διαφορετικούς τρόπους ο καθένας –το ιστορικό βάρος που πλακώνει ακόμη και σήμερα τη λεγόμενη Μαύρη Αμερική, αλλά επειδή ο ίδιος προσεγγίζει τα ίδια φλέγοντα ζητήματα με έναν απρόβλεπτο τρόπο: ακολουθώντας τον ίδιο μεγάλο απελευθερωτικό δρόμο αυτής της παράδοσης, αλλά από ένα παράλληλο, ακραιφνώς προσωπικό και σκαμπρόζικο μονοπάτι.
Για να το πούμε και κάπως καταχρηστικά: ο Πολ Μπέιτι είναι ένας αφροαμερικανός συγγραφέας που τα βάζει περισσότερο με τα μυαλά που (εξακολουθούν να) κουβαλάνε οι μαύροι συμπατριώτες του, με αυτό που θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε μια εσωτερίκευση της καταπίεσης και της διαφοράς, χωρίς ωστόσο ο ίδιος να παραβλέπει τα λείψανα του θεσμικού ρατσισμού, την εσχάτως εντεινόμενη βία, τα επίμονα φαντάσματα στο επίπεδο των ηθών και της καθημερινής ζωής, τα χοντροκομμένα και απέθαντα στερεότυπα· όχι μόνο δεν τα παραβλέπει όλα αυτά, αλλά κυριολεκτικώς τα κατεδαφίζει, ως παράλογα και ανόητα, όχι μόνο με το δηκτικό του χιούμορ αλλά και (αυτό είναι το κομβικό στο βιβλίο) μια γλωσσική virtuosité υψηλής ευαισθησίας και οξύνοιας.
Αναστοχασμός στις ταυτότητες


Με άλλα λόγια, η στάση του Πολ Μπέιτι προς την παράδοση της αφροαμερικανικής λογοτεχνίας δεν είναι απορριπτική ασφαλώς, συνιστά όμως μια στάση-απόσταση που επιτρέπει έναν ανανεωμένο προβληματισμό, έναν ακόμη πιο προσεγμένο αναστοχασμό πάνω στις ταυτότητες (φυλετικές, κοινωνικές και ταξικές) της σύγχρονης Αμερικής. Αυτή η απόσταση είναι η σάτιρα στην πιο αυθεντική της λειτουργία, μια σάτιρα που δύσκολα ορίζεται ως είδος/κατηγορία του λόγου εν γένει αλλά αναγνωρίζεται ακαριαία επί του λογοτεχνικού πεδίου· είναι αυτός ο ακαταμάχητος συνδυασμός σαρωτικής κωμωδίας και δριμείας κριτικής κατά πάντων που αναδεικνύεται ως βαθιά πολιτικός χωρίς να κραυγάζει πομπωδώς. Ολα όμως τα αγγίζει ο Πολ Μπέιτι σε τούτο το βιβλίο, από τον ακτιβισμό για την αναγνώριση της ισότητας των Αφροαμερικανών (με σεβασμό) ως τις πασμίνες της μοναδικής αφροαμερικανίδας νομπελίστριας (με αγάπη). Και πρωτίστως, κάνοντας ακριβώς κατάχρηση του όρου «αράπης» σε μια αφήγηση που καταδιώκει τα ταμπού και τις πάσης φύσεως «ορθότητες», έρχεται να επαναβεβαιώσει ο ίδιος, πως ο ενσυνείδητος αυτοσαρκασμός αποδεικνύεται σωτήριος, ότι σάτιρα δεν αποτελούν οι αποπροσανατολιστικοί αστεϊσμοί και ο ακίνδυνος χαβαλές μπροστά στη βιτρίνα των πραγμάτων, ότι η σάτιρα είναι μια εξαιρετικά σοβαρή υπόθεση και η σπινθηροβόλα έκφραση μιας διάνοιας και μιας ψυχής εν απογνώσει, η οποία εξεγείρεται απέναντι στην πνευματική αποπληξία που προκαλούν η ανθρώπινη βλακεία και το μίσος. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Πολ Μπέιτι έκλεισε μια πρόσφατη συνέντευξή του στο περιοδικό «The Paris Review» με μια αναφορά στον Αριστοφάνη.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ