Ian Kershaw
Χίτλερ
Εκδόσεις Μεταίχμιο, 2016,
Μετάφραση Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος και Στέφανος Ροζάνης,
σελ. 1.056, τιμή 28,80 ευρώ

Οταν τον Σεπτέμβριο του 1998 ο πρώτος τόμος της βιογραφίας του Αδόλφου Χίτλερ από τον Ιαν Κέρσοου με τίτλο «Χίτλερ, 1889-1936: Υβρις» (στα ελληνικά, εκδ. Scripta) εμφανίστηκε στα βιβλιοπωλεία της Βρετανίας, εξελίχθηκε ταχύτατα σε εκδοτικό φαινόμενο. Η έκπληξη δεν οφειλόταν μόνο στον όγκο των 880 σελίδων: ο Κέρσοου, παρά τη χαρισματική του αφήγηση που εξουδετέρωνε αποτελεσματικά το μέγεθος, δεν έκανε εκπτώσεις στο σώμα του κειμένου ούτε ως προς το αχανές πλήθος των πηγών ούτε ως προς την επίμονη συνάρτηση του βίου του δικτάτορα με την κοινωνική ιστορία της ναζιστικής Γερμανίας. Δύο χρόνια και 1.216 σελίδες αργότερα ο δεύτερος τόμος («Χίτλερ, 1936-1945: Νέμεσις», εκδ. Scripta) επιβεβαίωσε ότι επρόκειτο για έργο αναφοράς και οριστικοποίησε την παρουσία του βρετανού ιστορικού στην κορυφή των ερευνητών του Γ’ Ράιχ. Καρπός δεκαετούς έρευνας, πολυεπίπεδη και εδρασμένη στην αναλυτική κατηγορία της κατά Μαξ Βέμπερ «χαρισματικής ηγεσίας», η προσέγγιση του Κέρσοου δεν αναδείκνυε μόνο την πορεία μετατροπής ενός άσημου, εσωστρεφούς, αποτυχημένου επαγγελματικά παρία της Βιέννης και του Μονάχου σε απόλυτο κυρίαρχο της Γερμανίας. Περιέγραφε επίσης με εκλεπτυσμένο τρόπο τη διάχυση της επιρροής και της εξουσίας του στα κατώτερα κλιμάκια: «δουλεύοντας στη γραμμή του Φύρερ» κομματικά και κρατικά στελέχη εξειδίκευαν, ερμήνευαν ή προκαταλάμβαναν τις θολές γενικές κατευθύνσεις που εκείνος εξέπεμπε. Ιππότης από το 2002 «για τις υπηρεσίες του στην Ιστορία», ο 73χρονος καθηγητής του Πανεπιστημίου του Σέφιλντ μάς μίλησε με την ευκαιρία της πρόσφατης κυκλοφορίας στα ελληνικά της επίτομης εκδοχής του «Χίτλερ» από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

Είναι ο «Χίτλερ» σας, εκτός από μια εντυπωσιακή βιογραφία, και ένα επιστημονικό επιχείρημα για το πώς οφείλουμε να μελετάμε την προσωπικότητα στην Ιστορία –διαγράφοντας ευρείς κύκλους γύρω της, χαρτογραφώντας δίκτυα εξουσίας, τοποθετώντας τη στα συμφραζόμενα της σύγχρονής της κοινωνίας;
«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το άτομο αποτελεί σημαντικό παράγοντα της ιστορικής ερμηνείας. Για να παραφράσουμε όμως τον Καρλ Μαρξ, τα άτομα δεν λειτουργούν σε συνθήκες της δικής τους επιλογής αλλά εντός των περιστάσεων που διαμορφώνουν τις δυνατότητες των πράξεών τους. Ας πάρουμε για παράδειγμα τον Χίτλερ. Δεν είναι δυνατόν να νοηθεί η παρουσία του στο ανώτατο αξίωμα του γερμανικού κράτους παρά μόνο στις ανώμαλες συνθήκες που ακολούθησαν τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και οδήγησαν τελικά στη συνολική κρίση που έπληξε τη Γερμανία κατά τη Μεγάλη Υφεση στις αρχές της δεκαετίας του ’30. Η κατανόηση των συνθηκών μέσα στις οποίες στάθηκε δυνατή η «κατασκευή» του Χίτλερ έχει λοιπόν καίρια σημασία. Ως γενικός κανόνας, και όχι μόνο στην περίπτωση του Χίτλερ, αποστολή του ιστορικού είναι να αναλύει όχι απλώς τη νοοτροπία και τις πράξεις ενός συγκεκριμένου ατόμου, αλλά το πώς οι δομές, πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές, πολιτισμικές, εντός των οποίων το άτομο αυτό δρα, το καθιστούν ικανό να αποκτήσει μείζονα αντίκτυπο».

Η γνωστότερη στο κοινό αποτίμηση του Γ’ Ράιχ, κοινή σε βιβλία ευρείας κατανάλωσης και στη βιομηχανία του κινηματογράφου, συνοψίζεται στην αναλυτική κατηγορία της ενσάρκωσης του «κακού». Ποια είναι όμως, όπως γράφετε, η «παγίδα του να περιπλέκουμε αυτό που συνέβη στη Γερμανία μεταξύ 1933 και 1945» ή να βλέπουμε τους Ναζί με όρους δανεικούς από το θρησκευτικό λεξιλόγιο;
«Το να χαρακτηρίζουμε την τρομακτικά απάνθρωπη πολιτεία του ναζιστικού καθεστώτος ως έκφραση του «κακού» μπορεί να μας προσφέρει συναισθηματική ικανοποίηση, έστω όμως κι αν ηθικά –και πολιτικά –κάτι τέτοιο είναι δικαιολογημένο, εν τούτοις δεν συνιστά από μόνο του καμία εξήγηση. Το να περιγράφουμε τον Χίτλερ με τον παραπάνω όρο δεν μας βοηθά καν να ερμηνεύσουμε τη νοοτροπία και τις πράξεις του, πόσω μάλλον να εξηγήσουμε τη στήριξη εκατομμυρίων Γερμανών στο πρόσωπό του. Επομένως, κατά τη γνώμη μου είναι καλύτερα να εγκαταλείψουμε οριστικά την έννοια του «κακού» ως εργαλείου ιστορικής ερμηνείας. Οφείλουμε να κατανοήσουμε, όχι απλώς να καταδικάσουμε, τον ναζισμό. Μόνο τότε θα κατορθώσουμε να αντιληφθούμε πώς στάθηκε δυνατό για τον ναζισμό να κατακτήσει την εξουσία στη Γερμανία και να την ασκήσει με τόσο καταστροφικό τρόπο όχι μόνο για την ίδια τη χώρα αλλά για ολόκληρη την Ευρώπη».
Εχοντας διαβάσει πρόσφατα το νέο βιβλίο σας «To Hell and Back», το οποίο διεκτραγωδεί την ευρωπαϊκή ιστορία των χρόνων 1914-1949, δεν μπορώ παρά να αναρωτηθώ για το πώς βλέπετε το μεταπολεμικό ιστορικό σχήμα της Ευρώπης στη συνέχειά του με τον ταιριαστό τόσο για το σήμερα όσο και για το χθες τίτλο «Fractured Continent» – «Θρυμματισμένη ήπειρος»…
«Να σας πω ότι εδώ και κάποιους μήνες απέρριψα τελικά τον τίτλο εργασίας «Fractured Continent» και ακόμη δεν έχω βρει έναν καινούργιο που να με ικανοποιεί. Οσο για την κατεύθυνσή του, θα πρέπει να έχετε λίγη υπομονή ώσπου να δείτε το τελικό αποτέλεσμα. Ο πρώτος τόμος υπήρξε ιδιαίτερα δύσκολος ως προς τη σύνθεσή του, ο δεύτερος αποδεικνύεται ακόμη δυσκολότερος. Βρίσκομαι αυτή τη στιγμή στη διαδικασία της κατάρτισης προσχεδίων των κεφαλαίων και θα μου πάρει ακόμη μερικούς μήνες ώσπου να ολοκληρώσω το χειρόγραφο. Σίγουρα πάντως θα συμπεριλάβω στο βιβλίο το Brexit και τις άμεσες συνέπειές του».
Υπάρχει μια παράγραφος στο «To Hell and Back» όπου συνδέετε την επίδραση των ιδεών των Οσβαλντ Σπένγκλερ και Χανς Γκριμ στο γερμανικό κοινό μέσω των μέσων ενημέρωσης ως «πολλαπλασιαστών της κοινής γνώμης». Ενας ανάλογος μηχανισμός πολλαπλασιασμού σήμερα, πολύ υψηλότερης μεταδοτικότητας μάλιστα, είναι τα κοινωνικά μέσα.
«Τα γραπτά των Σπένγκλερ και Γκριμ, ακόμη κι αν λάβουμε υπόψη μας τους «πολλαπλασιαστές της κοινής γνώμης», μπορούσαν στα χρόνια του Μεσοπολέμου να φτάσουν ένα κλάσμα μόνο των views που τα κοινωνικά μέσα διασπείρουν σήμερα σε εκατομμύρια ανθρώπων παγκοσμίως σε διάστημα μερικών λεπτών. Οπωσδήποτε όμως τα βιβλία τους άσκησαν επιρροή στον καιρό τους, ιδιαίτερα μέσω της απλουστευμένης μορφής που έλαβαν στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, και συνέβαλαν στην εκλαΐκευση ιδεών που έπλεξαν τα νήματα της ακροδεξιάς ιδεολογίας. Σήμερα τόσο η θετική όσο και η αρνητική επίδραση των κοινωνικών μέσων έχει προφανώς τεράστια σημασία στη διαμόρφωση των σύγχρονών μας αξιών. Νομίζω επίσης ότι βρισκόμαστε ακόμη στα πρώιμα στάδια της κατανόησης του τεράστιου αντίκτυπού τους στη διαμόρφωση της πολιτικής σήμερα. Το βέβαιο είναι ότι παίζουν σημαντικό ρόλο στην υπονόμευση της στήριξης προς το πολιτικό «κατεστημένο» στο σύνολο σχεδόν των ευρωπαϊκών χωρών –αλλά και στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, όπως φαίνεται από την υποστήριξη προς τον Ντόναλντ Τραμπ».
Υπάρχει ένα «χιτλερικό ίζημα», αν μπορώ να χρησιμοποιήσω έναν τέτοιο όρο, στη σημερινή ευρωπαϊκή Ακροδεξιά; Υπάρχει διακριτή νοητή γραμμή με όψεις του ναζιστικού παρελθόντος;
«Προσωπικά, δεν θα υπερτιμούσα την επιρροή του ναζισμού στη σημερινή άκρα Δεξιά. Αν και υπάρχουν κάποιοι στη ριζοσπαστική Δεξιά που δοξάζουν τον Χίτλερ και το Γ’ Ράιχ, αυτοί συνιστούν μικρή μειοψηφία. Ο Χίτλερ αποτελεί υπερβολικά αρνητική φιγούρα ως πρότυπο για την τρέχουσα άκρα Δεξιά από τη στιγμή που αυτή ελπίζει να αποσπάσει την ευρεία αποδοχή του κοινού. Οι ακόλουθοί της λειτουργούν πιο έξυπνα, εκμεταλλεύονται τις κοινωνικές και πολιτικές εντάσεις και υποδεικνύουν τους μετανάστες και τις μειονότητες ως αποδιοπομπαίους τράγους. Προφανώς και δεν πρέπει να υποτιμούμε τον κίνδυνο της άκρας Δεξιάς. Ωστόσο, αν έχει κάποια σχέση με την εμπειρία του ναζιστικού παρελθόντος, αυτή είναι μια σχέση έμμεση μόνο».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ