Αργύρης Χιόνης
Εχων σώας τας φρένας και άλλες τρελές ιστορίες
Επιμέλεια, επίμετρο Γιώτα Κριτσέλη.
Με σχέδια της Εύης Τσακνιά.
Εκδόσεις Κίχλη,
σελ. 203, τιμή 13,80 ευρώ

Ο Αργύρης Χιόνης εκπροσωπεί μια από τις ισχυρότερες φωνές όχι μόνο της γενιάς του 1970 αλλά και ευρύτερα της νεότερης ελληνικής ποίησης. Το γεγονός δεν τον απέτρεψε από το να επιδοθεί κατ’ επανάληψη και στην πρόζα, όπου χωρίς να πέσει στον οιονδήποτε ποιητικισμό, κατόρθωσε πάντοτε να διατηρήσει κάτι από την αιφνιδιαστική λάμψη των στίχων του. Το βλέπουμε πεντακάθαρα και στην ανά χείρας συλλογή διηγημάτων του που εντάσσονται για πρώτη φορά σε βιβλίο, πέντε χρόνια μετά τον θάνατό του. Ο ίδιος πρόλαβε να σημειώσει για αυτά τα κείμενα, όπως μας πληροφορεί η Γιώτα Κριτσέλη στο εκδοτικό της σημείωμα (συνοδευμένο από ένα πυκνό κριτικό επίμετρο), ότι έχουν ως θέμα τους «το παράλογο της ύπαρξης και την ασάφεια των ορίων μεταξύ τρέλας και λογικής». Σε ένα γενικό επίπεδο, που μας δίνει πρωτίστως το περίγραμμα του ποιητικού του έργου, ο Χιόνης είναι ακριβής. Διαβάζοντας εν τούτοις προσεκτικότερα τα εννέα κείμενα που απαρτίζουν τη συλλογή, μπορεί να δοκιμάσει κανείς κάποιες πιο αναλυτικές σκέψεις.

Κλείνοντας το βιβλίο είχα την αίσθηση πως το παράλογο καταλαμβάνει στις ιστορίες του τη θέση μιας μάλλον παράπλευρης απώλειας: μιας κατάστασης της οποίας οι πηγές βρίσκονται αλλού, μακριά από την κατάργηση της λογικής τάξης ή από την αιώρηση της λογικής ανάμεσα στην πραγματικότητα και στην παράνοια. Εκείνο που κυριαρχεί στα διηγήματα του Χιόνη από αυτή την άποψη δεν είναι τόσο η άρνηση της λογικής όσο τα κενά που την παράγουν: το καταλυτικό βάρος της μοναξιάς, οι χαμένοι με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο έρωτες, η προϊούσα ηλικιακή φθορά, η έντονη διάθεση φυγής από τα εγκόσμια, όπως και ο ανομολόγητος φόβος του θανάτου. Και ιδού ξαφνικά ένας άνθρωπος που κλεισμένος στην απομονωμένη αγροικία του σπεύδει να δώσει στα έπιπλα και στα οικόσιτα ζώα της ανθρώπινες ιδιότητες ή ένας άλλος που τρομαγμένος από το γερασμένο του σώμα διώχνει αλλόφρων από το δωμάτιό του τη νεαρή, αρυτίδωτη από τον χρόνο γυναίκα με την οποία έχει κυλιστεί στο στρώμα. Και υπάρχουν ακόμα βασιλιάδες που σκοτώνουν τις αγαπημένες τους επειδή όντας πειθήνια όργανά τους μπορεί να τους προδώσουν με την πιο φριχτή προδοσία (το πρόσωπο της εξουσίας στην απεχθέστερη ώρα του), συλλέκτες μαχαιριών που καρατομούν τον ιεροεξεταστή-ψυχαναλυτή τους (επειδή κρύβει επιμελώς τη δική του λατρεία για τα μαχαίρια) καθώς και οικοδεσπότες που ενώ οφείλουν την ισορροπία της ζωής τους στη γάτα τους, σπεύδουν να την εγκαταλείψουν με μια αποτρόπαιη κίνηση στη σκοτεινή της μοίρα.
Τα διηγήματα του Χιόνη είναι γεμάτα σπάνιες αρετές: γεωμετρική λιτότητα, διακριτική αφαίρεση αλλά και ένα στοιχείο σασπένς και ίντριγκας που σηματοδοτεί το τυχαίο και το αναπάντεχο της καθημερινότητας όχι για να αποδείξει τον παραλογισμό της αλλά για να αποκαλύψει υποβλητικά τα απλήρωτα πάθη της. Κορυφαία κομμάτια της συλλογής, τα δύο ζωοφιλικά «Πώς χτίζεται ένα σπίτι» και «Τότε που η Χίμαιρα». Κι αν η ζωοφιλία είναι εδώ το ένα (το μικρότερο) κρατούμενο, το άλλο και το σημαντικότερο είναι ο εσωτερικός σπαραγμός του απολησμονημένου στρατοκόπου: ενός στρατοκόπου που θα συνεχίσει να βαδίζει αβοήθητος πλην γενναίος και ευθυτενής τον μοναχικό του δρόμο.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ