Μαρία Γιαγιάννου
Μπαλαντέρ – Μια ερωτική εξτραβαγκάντσα

Εκδόσεις Μελάνι
σελ. 78, τιμή 12 ευρώ
Σπανίζουν τα ερωτογραφήματα στην ελληνική λογοτεχνία, νεότερη και παλαιότερη. Και με ερωτογράφημα δεν εννοούμε βεβαίως μιαν ιστορία αγάπης που είναι τοποθετημένη σε ένα συγκεκριμένο περιβάλλον και αντανακλά μιαν ορισμένη εποχή αλλά μιαν αφήγηση στραμμένη αποκλειστικά στον έρωτα: σε κάθε χάρη και χαρά του, σε κάθε σουσούμι και ιδιοτροπία του, σε κάθε παράβαση και παρατυπία του. Αυτή είναι η κατεύθυνση προς την οποία κινείται το Μπαλαντέρ της Μαρίας Γιαγιάννου, μια σύνθεση από 17 σύντομα πλην εξαιρετικά πυκνογραμμένα κείμενα που, μολονότι διατηρούν στις περισσότερες περιπτώσεις την αυτοτέλειά τους, μοιάζει να αποτελούν τα κλαδιά ενός ενιαίου κορμού –ενός κορμού που παρακινεί το ιερό του δέντρο να φτάσει ως τον ουρανό για να βρεθεί μπροστά όχι μόνο στο θαύμα αλλά και στη μαύρη τρύπα του έρωτα.
Στον έρωτα παίρνουν μέρος πάντα δύο, εκείνο ωστόσο που λειτουργεί με κυριαρχικό τρόπο είναι το ερωτευμένο εγώ. Εχοντας καβαλικευτεί από το πάθος του, το ερωτευμένο εγώ θα υποχρεωθεί να αντιμετωπίσει όλες τις ευτυχίες μα και όλα τα δεινά των αισθημάτων και του σώματος: από τη μια πλευρά είναι πρόθυμο να ανοίξει την αγκαλιά του, να εμπιστευθεί, να πιστέψει, να παραχωρήσει, να προσφέρει και να παραδοθεί και από την άλλη είναι έτοιμο να γίνει άπιστος Θωμάς, να κλειστεί περιδεές στον εαυτό του και να σπαράξει από απόγνωση καταθέτοντας εν τέλει κατάκοπο όσα όπλα του έχουν απομείνει, δίχως κανένας να του έχει ζητήσει προηγουμένως το παραμικρό.
Η Γιαγιάννου αφήνει την πρωτοπρόσωπη αφηγήτρια-ηρωίδα της να υποστεί οδυνηρά και συνάμα να προβάλει με τόλμη τις αλλεπάλληλες ερωτικές της μεταμορφώσεις: να προδώσει και να προδοθεί, να καταστρέψει και να καταστραφεί, να αποθεώσει και να αποθεωθεί. Και από το σημείο αυτό θα περάσουμε ευνόητα και στις περιπέτειες των αισθήσεων: στον πόθο που καταλαμβάνει και καταδυναστεύει τα ερωτικά σώματα, στα μέρη του κορμιού που αποκαλύπτουν με δεξιοτεχνία οι εραστές, στα ρεύματα που ανταλλάσσονται πριν αλλά και κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής συνεύρεσης, καθώς και στις τελεστήριες, πολλαπλά σημαίνουσες σιωπές που ακολουθούν την ολοκλήρωσή της.
Η συγγραφέας δεν χρησιμοποιεί ρεαλιστικά υλικά για την ερωτική της εικονογραφία, αποφεύγοντας εκ παραλλήλου και την εφαρμογή της οποιασδήποτε περιγραφικής τεχνικής. Παραμένει, αντιθέτως, σε όλες τις αφηγήσεις της γλωσσοκεντρική και το μόνο με το οποίο έχει να προικίσει την ερωτευμένη της πρωταγωνίστρια είναι ο οργασμός των λέξεων. Εξ ου και η ικανότητα της ηρωίδας να ταξιδεύει μέσω της γλώσσας σε τόπους που, παρά τον άμεσο, χειροπιαστό τους χαρακτήρα, δεν εννοούν να χάσουν ούτε προς στιγμήν την υπερβατικότητά τους, εξ ου και η δύναμή της να αναχθεί διαμιάς από το πεδίο της καθημερινότητας σε μια σφαίρα έξω από την περίμετρο του αισθητού και του κατανοητού. Το σημαντικότερο ωστόσο στο Μπαλαντέρ είναι ότι η Γιαγιάννου φροντίζει να ενισχύει τον πεζό της λόγο με μιαν αναζωογονητική ποιητική αύρα καταφέρνοντας έτσι να δημιουργήσει μιαν ατμόσφαιρα όπου οι μεταφορές και τα ονόματα καλούνται να δώσουν ένα νέο νόημα στον κόσμο, δηλονότι να ορίσουν εξυπαρχής την ερωτική ύπαρξη. Κι όλα αυτά χωρίς να οδηγηθεί σε κάποιον παλιομοδίτικο λυρισμό αλλά και χωρίς να παγιδευθεί στον ποιητικισμό που ταλαιπωρεί πολλούς μεταμοντέρνους πεζογράφους.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ