Χ. Α. Χωμενίδης
Νεαρό άσπρο ελάφι
Εκδόσεις Πατάκη,
σελ. 317, τιμή 16,60 ευρώ

Ενας συγγραφέας που έχει προ πολλού εγκαταλείψει το γράψιμο ζει απομονωμένος στην Κέρκυρα και απολαμβάνει όλα τα αγαθά της αργίας του: τις παγιωμένες συνήθειες της καθημερινότητας, τους ανώδυνους χαριεντισμούς με τη συντροφιά του και τον επιμελώς κρυμμένο δεσμό του με μια παντρεμένη. Και ξαφνικά όλα αλλάζουν. Η δημοτική αρχή της Κυδωνίας (μιας πολίχνης κάπου στη Βόρεια Ελλάδα) τον καλεί σε μια τιμητική τελετή για τη συμβολή του στην ελληνική λογοτεχνία προσφέροντάς του ένα πολύ υλικό δέλεαρ (γιατί κατά τα άλλα ο πρώην συγγραφέας δεν μοιάζει καθόλου πρόθυμος να ξανακυλήσει). Σύμφωνα με τα υπεσχημένα, η εκδήλωση θα κορυφωθεί με έναν γαστρονομικό μύθο, με ένα πιάτο νεαρού άσπρου ελαφιού.

Ζαλισμένος και μόνο από την ιδέα του άσπρου ελαφιού, ο συγγραφέας θα σπεύσει να συναντήσει τους θαυμαστές του στην Κυδωνία, απορώντας ταυτοχρόνως για το πώς μπορεί να έχει ακόμη θαυμαστές έστω και σε μια βυθισμένη στην ανωνυμία της πόλη. Οι απορίες του θα πολλαπλασιαστούν μετά την άφιξή του στην περιοχή. Γιατί ο δήμαρχος του επιφυλάσσει μια τόσο ενθουσιώδη υποδοχή; Γιατί έχει δοθεί εντολή να ξανατυπωθούν όλα τα βιβλία του και να εισαχθούν ως διδακτικό εγχειρίδιο στα σχολεία (κάτι που θα του αποφέρει και μιαν ιδιαιτέρως σεβαστή αμοιβή); Γιατί στο ξενοδοχείο του έχει ανασυσταθεί το παιδικό του δωμάτιο; Γιατί οι πάντες στην Κυδωνία ξέρουν απ’ έξω και ανακατωτά οτιδήποτε σχετίζεται με το παρελθόν του; Γιατί οι παλαιοί του φίλοι (και μαζί με αυτούς οι φίλοι του πατέρα του) έχουν προσκληθεί να λάβουν μέρος στον ρωμαϊκό θρίαμβο που του έχει επιφυλαχθεί; Και επιπλέον γιατί ο ρωμαϊκός θρίαμβος θα καταλήξει στην απόλυτη γελοιοποίηση (για την ακρίβεια, σε μια σειρά απανωτών γελοιοποιήσεων) τινάζοντας στον αέρα όχι μόνο το όποιο λογοτεχνικό κύρος έχει απομείνει στον πρώην συγγραφέα αλλά και τα σημαντικότερα μυστικά της προσωπικής του ζωής;
Καμία από αυτές τις απορίες δεν έχει τεθεί για να απαντηθεί αφού το κλίμα που φιλοτεχνεί ο Χ. Α. Χωμενίδης στο καινούργιο του μυθιστόρημα είναι ένας συνδυασμός παραλογισμού, ονειρικών εικόνων και συνεχών υπερρεαλιστικών υπερβάσεων: ένα κλίμα επίμονης παρώδησης και υπονόμευσης της φαινόμενης πραγματικότητας, όπου οποιοδήποτε γεγονός αποδεικνύεται ψευδαίσθηση και όπου η αλήθεια δεν είναι παρά μαύρη φάρσα και κακόβουλο αστείο. Ο Χωμενίδης είναι άκρως ειρωνικός και αποκαθηλωτικός, μείον όμως τον σαρκαστικό κυνισμό των νεανικών του βιβλίων. Εκείνο που ζητάει εδώ είναι να συγκεράσει την ειρωνεία του με ένα κράμα πένθους και τρυφερότητας. Πένθος για όσα έχουν χαθεί ανεπιστρεπτί, όπως, μεταξύ άλλων, η παρήγορη ανάσα της τέχνης ή η προοπτική να αλλάξει η ελληνική κοινωνία ακόμα και εν καιρώ κρίσεως (η Κυδωνία αποτελεί ένα άντρο αθεράπευτης διαφθοράς). Και τρυφερότητα για όσα μπορούν να διασωθούν έστω και υπό τον όρο ότι θα μείνουν ακρωτηριασμένα (η υποδειγματική τελική σκηνή με το άσπρο ελάφι και την Πέρσα στο νοσοκομείο). Δεν είμαι παρ’ όλα αυτά βέβαιος πως η συγκατοίκηση ειρωνείας και δράματος έχει πάντοτε το ίδιο συγκινησιακό αποτέλεσμα. Η ιστορία, επί παραδείγματι, του ναυαγίου είναι πολύ επιβαρυμένη συναισθηματικά και δύσκολα κολλάει με τον κύριο κορμό του βιβλίου, ενώ και ο κύριος κορμός δεν αποφεύγει κατά καιρούς μια τάση προς την περιγραφή και τον πλατειασμό.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ