Βαγγέλης Προβιάς
Πλατεία Μεσολογγίου

Εκδόσεις Ολκός, 2016
σελ. 192, τιμή 13,78

Πρωτοεμφανίστηκε με τα Μαύρα παπούτσια της παρέλασης (Ολκός, 2014). Στη νέα συλλογή διηγημάτων του, την Πλατεία Μεσολογγίου (Ολκός, 2016), η ομώνυμη πλατεία στο Παγκράτι ορίζει τον κόσμο των αφηγήσεών του. Ανεργοι, μετανάστες, μικροαστοί. Ανεκπλήρωτα όνειρα και ματαιώσεις. Οι πολλαπλοί κόσμοι που φιλοξενούνται στη μεγαλούπολη ιδωμένοι με τρυφερότητα ακόμη και στις σκοτεινιές τους. Αναζητήσαμε τον συγγραφέα στην Αθήνα, τον βρήκαμε στο Λος Αντζελες –από όπου μας μίλησε για τη δική του καθημερινότητα γύρω από τη γραφή.

Η πλατεία Μεσολογγίου είναι η γειτονιά σας. Αναζητάτε την έμπνευση στο περιβάλλον σας;
«Η πλατεία Μεσολογγίου είναι το σημείο όπου ήξερε η έμπνευση πού θα με συναντήσει –και πότε: Κάθε πρωί από τις εννιά ως τις δύο το μεσημέρι, στο καφέ με τις πράσινες καρέκλες. Θα μπορούσα, έχω αναρωτηθεί, να βρω ερεθίσματα σε κάποια άλλη πλατεία και όχι σε αυτή όπου πήγαινα για το καθημερινό γράψιμο; Ναι! Πιστεύω πως οπουδήποτε μπορούμε να βρούμε πλούσιο υλικό, αρκεί να σταθούμε, να παρατηρήσουμε… Ακόμη και εκεί όπου δεν υποψιαζόμασταν ότι υπάρχουν παράθυρα με θέα εξαιρετικές ιστορίες… όπως δεν το υποψιαζόμουν εγώ για την πλατεία, τρία τετράγωνα από το σπίτι μου, την πλατεία Μεσολογγίου».
Οι χαρακτήρες σας είναι άνθρωποι που κουβαλούν ένα βαρύ παρελθόν, άνεργοι, μετανάστες, αναγκεμένοι, μοναχικοί. Τους συναντήσαμε και στο πρώτο σας βιβλίο. Είναι το διήγημα ως είδος που ζητεί αντιήρωες, είναι η εποχή μας που τους «σηκώνει»;
«Ο Τολστόι δεν ξεκινά την Αννα Καρένινα με τον αφορισμό πως όλες οι ευτυχισμένες οικογένειες είναι ίδιες, ενώ οι δυστυχισμένες είναι, η καθεμιά με τον δικό της τρόπο, δυστυχισμένη; Ισχύει, πιστεύω, για τους ανθρώπους και σε επίπεδο μονάδας. Το βαρύ παρελθόν, οι πτώσεις, τα σφάλματα, οι υποχωρήσεις στον κακό εαυτό μας (που απέχει μια στιγμή, μια ανάσα, μια αράδα από τον ηρωικό εαυτό μας) έχουν κάτι από τα πρωταρχικά, θεμελιώδη υλικά της αφήγησης: τους ψυχικούς θανάτους που φέρνουν την ανάσταση. Τη μεταμόρφωση. Την πρωτοτυπία με την οποία μπορούμε, ως αναγνώστες, να ταυτιστούμε».
Σε ένα διήγημα της συλλογής, ο πρωταγωνιστής ερωτεύεται ήρωες μυθιστορημάτων. Σας συμβαίνει το ίδιο;
«Θεός φυλάξοι! Οχι, ποτέ δεν έχω ερωτευθεί ήρωα μυθιστορήματος (θα ήθελα να κάνω παρέα με τον Χανς Κάστορπ, βέβαια). Ομως, είμαι σε μόνιμη, σταθερή σχέση με τον Τσέχοφ, τη Μέριλιν Ρόμπινσον, τον Τόμας Γουλφ, τη Φλάνερι Ο’ Κόνορ, τον Τζον Τσίβερ, τον Τόμας Μαν και πολλούς-πολλούς ακόμη συγγραφείς. Αυτούς θέλω και να τους παντρευτώ. Ολους! Αυτό τουλάχιστον το διάστημα, μέχρι να ανακαλύψω έναν άλλο συγγραφέα που θα μου πάρει τα μυαλά».
Τι σας γοητεύει σε έναν μυθοπλαστικό χαρακτήρα και σε έναν συγγραφέα;
«Στον επινοημένο χαρακτήρα με γοητεύει το να μη μοιάζει επινοημένος από τον συγγραφέα του. Και να μπορεί να σηκώσει στους ώμους του τις αντιφάσεις που οι υπαρκτοί άνθρωποι σηκώνουμε καθημερινά στη ζωή μας.
Στους συγγραφείς με γοητεύει η τρυφερότητα, η ενσυναίσθηση, το να νιώθω ότι πιστεύουν πως οι ιστορίες είναι η κιβωτός της ανθρώπινης εμπειρίας, η ικανότητα να αφήνουν χώρο για δημιουργικές αστοχίες, η ευχέρεια να φτάνουν στον πυθμένα των ωκεανών των ανθρώπινων συμπεριφορών».
Ενα μοτίβο που επανέρχεται στις ιστορίες σας είναι τα βιβλία ως αντικείμενα που συνδέουν τους χαρακτήρες με ένα ευτυχέστερο παρελθόν. Τι αντιπροσωπεύουν στη δική σας ζωή;
«Τα βιβλία ήταν για εμένα συνάψεις με τη ζωή, το σύμπαν, τον κόσμο. Με βιβλία παρηγορήθηκα, πήρα απαντήσεις και έκανα ερωτήσεις, ανακάλυψα το σώμα και την προσωπικότητά μου. Αυτές τις ημέρες είμαι ταξίδι στο Λος Αντζελες. Οι βιβλιοθήκες που επισκέπτομαι, τα βιβλιοπωλεία που ανακαλύπτω με συνδέουν με τη βρώμικα γοητευτική και ολοζώντανη αυτή πόλη περισσότερο από τον ικανότερο ξεναγό».

Είστε δραστήριος στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Επηρεάζει τη δουλειά σας; «Τεστάρετε» τις διηγήσεις σας online;
«Το να γράφω καθημερινά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μου πρόσφερε την καλύτερη άσκηση για τον μυ του γραψίματος που, όπως κάθε μυς, αν δεν τον εξασκείς, ατονεί. Βέβαια, θέλει επαγρύπνηση –η διάσπαση, η υπερπληθώρα ερεθισμάτων είναι οι μεγαλύτεροι εχθροί της σημαντικότερης ικανότητας ενός συγγραφέα: της στάσης και της παρατήρησης.
Οσο για το «τεστάρισμα» διηγήσεων… δεν έχω κάνει. Αυτό που έχει συμβεί όμως, προς μεγάλη μου χαρά, είναι ότι από την υποδοχή αφηγήσεων που δημιουργήθηκαν για το Διαδίκτυο κατάλαβα πως θα μπορούσαν να μεταφερθούν και σε άλλο μέσο. Και πως θα ήταν ανοησία να τις αφήσω να χαθούν στους ωκεανούς των bites και των timelines».
Εχετε παρακολουθήσει σεμινάρια δημιουργικής γραφής και διδάσκετε και ο ίδιος. Είναι αρμονική η συγκατοίκηση του δασκάλου της γραφής με τον συγγραφέα στο ίδιο πρόσωπο;
«Ενα από τα σημαντικότερα πλεονεκτήματα της γραπτής αφήγησης είναι πως οτιδήποτε, μα οτιδήποτε, μπορεί να γίνει καύσιμο για τη δημιουργία μιας ακόμη λέξης, μίας πρότασης, μιας παραγράφου, μιας σελίδας. Το προνόμιο να στηρίζω κάποιους ανθρώπους στο να ανακαλύπτουν τις τεχνικές της γραφής και να τους προτείνω τρόπους να ενισχύσουν την ταυτότητα του δημιουργού γραπτών αφηγήσεων με κουράζει, ασφαλώς, συχνά, αλλά με κρατά ζεστό, μου δίνει εναύσματα, μου θυμίζει την αξία της σκληρής δουλειάς και, κυρίως, μου ανοίγει καθημερινά ανεκτίμητα νέα παράθυρα προς ιστορίες ως τότε άγνωστες».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ