Γιώργος Ανδρειωμένος
Η «Μασσαλιώτιδα» στα Επτάνησα:
Ξαναδιαβάζοντας τους «Προσολωμικούς» ποιητές
Ιδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη, 2015,
σελ. 241, τιμή 16 ευρώ

Το Ιδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών είναι ένα από εκείνα τα ιδρύματα που είναι πολύτιμα και για τον λόγο ότι περιλαμβάνουν στις δραστηριότητές τους εκδόσεις βιβλίων σημαντικών, τα οποία δεν περιέχονται στην προτεραιότητα άλλων εκδοτικών οίκων. Οι εκδοτικές σειρές του «Νεοελληνική Βιβλιοθήκη» και «Θεατρική Βιβλιοθήκη» αποτελούνται από επανεκδόσεις παλαιότερων έργων της νεοελληνικής γραμματείας, σωστά επιμελημένων, με τεκμηριωμένες εισαγωγικές εκτιμήσεις και επανεκτιμήσεις, που επιτρέπουν στον αναγνώστη μιαν εκ του σύνεγγυς επαφή με ζωτικές στιγμές της λογοτεχνικής μας παράδοσης. Γι’ αυτό είναι απορίας άξιον πώς, λίγους μήνες μετά την εξαίρετη έκδοση των Κριτικών κειμένων του Ιακώβου Πολυλά (επιμέλεια Θεοδόση Πυλαρινού), έκρινε κατάλληλο να εμφανιστεί στις εκδόσεις του το βιβλίο Η «Μασσαλιώτιδα» στα Επτάνησα.

Το βιβλίο αυτό, που περιέχει και ένα «Ανθολόγιο προσολωμικών ποιημάτων», δεν έπρεπε να περιληφθεί στις εκδόσεις του Ιδρύματος για περισσότερους από έναν λόγους: πρώτον, διότι το κύριο μέρος του είχε ήδη δημοσιευτεί προσφάτως ολόκληρο (Κεφαλληνιακά Χρονικά, τόμ. 15, 2014)· δεύτερον, γιατί ερευνητικά δεν φέρνει τίποτε το καινούργιο: η ιστοριογραφική και η λογοτεχνική του ύλη όχι μόνο ήταν γνωστές αλλά είναι και ελλιπείς· τρίτον, επειδή η νέα ματιά, με την οποία, όπως δηλώνει ο υπότιτλος («Ξαναδιαβάζοντας τους Προσολωμικούς»), βλέπει ο συγγραφέας το θέμα του, είναι λανθασμένη· και τέταρτον, γιατί η λανθασμένη ματιά ανθολογεί ποιήματα που δίνουν μια παραπλανητική εικόνα της προσολωμικής ποίησης.
Ως προς την ιστοριογραφική και λογοτεχνική ύλη: Ο συγγραφέας βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά στην αρχική έρευνα την κωδικοποιημένη το 1953 με το βιβλίο Επτανήσιοι προσολωμικοί ποιηταί των Γ. Θ. Ζώρα – Φ. Κ. Μπουμπουλίδη, λαμβάνοντας υπόψη του ελάχιστα από τα σημαντικά νέα στοιχεία που έκανε γνωστά η συνέχιση της έρευνας από τον Μπουμπουλίδη (1959, 1966, 1973, 1977), και αγνοώντας όσα υπάρχοντα στοιχεία παρέβλεψε αυτή η έρευνα.
Ως προς τη νέα ματιά: Ο συγγραφέας αποδέχεται την επικρατούσα άποψη ότι οι προσολωμικοί ποιητές –με την ευρεία χρονική έννοια του όρου –«έδρασαν από τα μέσα του 18ου ως τις δύο πρώτες δεκαετηρίδες του 19ου αιώνα». Ομως αντί –με την ώθηση των ως το 1977 στοιχείων της έρευνας –να επιχειρήσει να διευρύνει το προσολωμικό ποιητικό πεδίο, τόσο εντός της ευρείας περιόδου όσο και χρονικά προς τα πίσω, το περιόρισε: αφενός προσδιορίζοντας –αντιφατικά –ως «μεταιχμιακή περίοδο που γέννησε τα προσολωμικά ποιήματα» εκείνη «της καταλυθείσας Ενετοκρατίας, με τον ερχομό των γάλλων δημοκρατών στα Επτάνησα και τη μεταφορά των ιδεών και των πρακτικών της Γαλλικής Επανάστασης σε αυτά»· και αφετέρου βασίζοντας αυτόν τον προσδιορισμό του σε ένα απίστευτο πραγματολογικό λάθος.
Γλώσσα και στίχος


Το λάθος είναι η βεβαιότητά του ότι με τους ποιητές της «μεταιχμιακής περιόδου» τελείται μια «ουσιαστική στροφή της Επτανησιακής Λογοτεχνίας από τα λαϊκά θεατρικά δρώμενα και τραγούδια στην έντεχνη –προσωπική δηλαδή –λογοτεχνική δημιουργία», στροφή που οφείλεται στην επιθυμία των ποιητών των επαναστατικών αυτών ετών να γράψουν «σε μια γλώσσα που γινόταν κατανοητή από το πλήθος». «Είναι πρώτη φορά μετά τη λογοτεχνία της Κρητικής Αναγέννησης (1585-1669)», σημειώνει, «που γνωστοί σε εμάς δημιουργοί επιχειρούν να γράψουν ποιήματα τόσο κοντινά στη γλώσσα του λαού».
Αναρωτιέται κανείς πώς γίνεται ένας πανεπιστημιακός νεοελληνιστής να τα γράφει αυτά. Είναι δυνατόν να μη γνωρίζει τα ποιητικά έργα του Πέτρου Κατσαΐτη (1716, 1720, 1721, 1738), του σημαντικότερου επτανήσιου ποιητή του 18ου αιώνα, του Γεωργίου Μόρμορη (1745), των Ιωάννη Λαζαρόπουλου και Σαβόγια Ρούσμελη (μέσα του 18ου);· ποιητών που –όπως και ο Στέφανος Ξανθόπουλος (μέσα του 18ου), τον οποίο ανθολογεί –γράφουν σε στιχουργία δημοτικότερη και γλώσσα πλησιέστερη προς τη γλώσσα του Σολωμού απ’ ό,τι η λογιότερη γλώσσα και προσωδία των ποιητών της υποτιθέμενης στροφής της «μεταιχμιακής περιόδου», που ο συγγραφέας πιστεύει ότι είχε ως «καρπό τον Διονύσιο Σολωμό και την περιώνυμη Επτανησιακή Σχολή» (οι Ζώρας – Μπουμπουλίδης είναι προσεκτικότεροι: γράφουν ότι οι ποιητές αυτοί επηρέασαν τον Σολωμό μόνο «εις τας πρώτας γλωσσικάς και ποιητικάς εκδηλώσεις του»).
Στην πραγματικότητα η γλώσσα και η στιχουργία των «μεταιχμιακών» ποιητών βρίσκεται πιο κοντά στη γλώσσα και τη στιχουργία της «Φαναριώτικης» ποίησης, τόσο ώστε, όπως σωστά παρατηρεί ο Γιώργος Κεχαγιόγλου, «χρειάζεται να αναθεωρήσουμε τον αυστηρό διαχωρισμό των συγγραφέων και των κειμένων της περιόδου αυτής σε «Επτανησίους, -ησιακά» και σε «Φαναριώτες, -ώτικα»».
Ανάγκη νέας ανάγνωσης


Είναι η λανθασμένη εστίαση και τα λάθη της εισαγωγικής μελέτης-κορμού του βιβλίου εκείνα που οδηγούν στην παραπλανητική εικόνα της επτανησιακής προσολωμικής ποίησης, που δίνει το «Ανθολόγιό» του. Το οποίο, εξαιτίας της προχειρότητας με την οποία καταρτίστηκε, περιέχει και τα λάθη του βιβλίου των Ζώρα – Μπουμπουλίδη του 1953, λάθη που ο ανθολόγος δεν πρόσεξε ότι ο Μπουμπουλίδης τα διόρθωσε στις μετέπειτα «προσολωμικές» μελέτες του. Ετσι βλέπουμε ότι το υπό το όνομα του Ανδρέα Σιγούρου (1665-1747) ποίημα του «Ανθολογίου» είναι στην πραγματικότητα έργο του ομώνυμου εγγονού του (1722-1775)· ότι το δύο στροφών ποίημα υπό το όνομα του Αντωνίου Κατήφορου δεν είναι παρά απόσπασμα ποιήματος είκοσι δύο στροφών άγνωστου στιχουργού· ότι η «Μίμησις άσματος συντεθειμένου εις την γαλλικήν…» δεν είναι αγνώστου αλλά του Αντωνίου Μαρτελάου· ότι η «Παρωδία του Υμνου του Μαρτελάου» του Νικολάου Γούλιαρη δεν αποτελείται από τριάντα πέντε στροφές αλλά από σαράντα έξι –και αρκετά άλλα.
Η έκταση του βιβλίου είναι ανοικονόμητη, όπως και τα μέρη που το συνθέτουν. Η μελέτη-κορμός αποτελείται κατά το ήμισυ από παραθέματα άλλων συγγραφέων. Η βιβλιογραφία παρατίθεται δύο φορές, μία στις υποσημειώσεις και μία στο τέλος. Οι εβδομήντα δύο από τις ενενήντα τρεις σελίδες του «Ανθολογίου» καλύπτονται από πολιτικοσατιρικά στιχουργήματα της «μεταιχμιακής περιόδου». Το «Λεξιλόγιο» έπρεπε να είναι το μισό (αγνοεί κανείς ότι ανθρωπότη = ανθρωπότητα, καρδία = καρδιά, τα παιδία = τα παιδιά, τρομασμένος = τρομαγμένος; κ.τ.τ.).
Η επτανησιακή προσολωμική ποίηση στη διασύνδεσή της με την ποίηση του Σολωμού απαιτεί μια νέα και προσεκτικότερη προσέγγιση στο πλαίσιο των ενεργειών, των τελευταίων δεκαετιών, για επανεκτίμηση του θεωρούμενου «αντιποιητικού 18ου αιώνα»: μιαν ανάγνωση που θα βλέπει την προσολωμική περίοδο αφενός εκτεινόμενη σε όλο τον 18ο αιώνα και αφετέρου πλουσιότερη ως προς το δεύτερο μισό του. Ο Κατσαΐτης, ο Μόρμορης, ο Λαζαρόπουλος είναι προσολωμικοί ποιητές περισσότερο από ό,τι οι ποιητές της εποχής της «Μασσαλιώτιδας». Το ίδιο και ο Ρούσμελης και οι μετά το 1750, μη συναριθμούμενοι έως τώρα στους Προσολωμικούς, Ιωάννης Καντούνης και Κάρολος Παδοβάς. Οσο για το κύριο χαρακτηριστικό της προσολωμικής ποίησης, ποσοτικά και ποιοτικά, είναι περισσότερο το λυρικοδραματικό παρά το πολιτικοσατιρικό, όπως ανακριβώς συνάγεται από το «Ανθολόγιο» του βιβλίου.
Ο κ. Νάσος Βαγενάς είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ