Μαίρη Μικέ
Κόκκινες ουλές.
Μικρές ιστορίες
Εκδόσεις Ικαρος,
σελ. 133, τιμή 12,90 ευρώ
Τον κυρίαρχο ρόλο στο πρώτο πεζογραφικό βιβλίο της Μαίρης Μικέ, που συναποτελείται από 17 σύντομες ιστορίες, αναλαμβάνουν οι γυναίκες. Γυναίκες που δεν ανήκουν στο παρόν αλλά σε ένα λιγότερο ή περισσότερο μακρινό παρελθόν, ξεκινώντας από τα εμφυλιακά και τα μετεμφυλιακά χρόνια και φθάνοντας ως τη δικτατορία των συνταγματαρχών. Παρά τους ιστορικούς όμως δείκτες, που αναγνωρίζουμε με ευχέρεια στα περισσότερα κείμενα της συλλογής, παρά τη βαριά σκιά την οποία ρίχνουν στην πραγματικότητα οι πολιτικές, οι κοινωνικές και οι οικονομικές δυσκολίες της εποχής, μένει κανείς με την εντύπωση πως ούτε η πολιτική ούτε η Ιστορία είναι ο αποφασιστικός παράγοντας για όσα έρχονται να κατακλύσουν την καθημερινή ζωή των ηρωίδων. Γιατί μπορεί να υπάρχουν οι εξορίες και οι εκτελέσεις, μπορεί να κατισχύουν οι πολιτικοί διωγμοί και οι προσωπικοί και οι συλλογικοί εξανδραποδισμοί, μπορεί ακόμη να ψυχανεμιζόμαστε κάπου στο βάθος της δράσης τις φρικτές επιπτώσεις της Βουλγαρικής Κατοχής στην Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά οι γυναίκες που πρωταγωνιστούν στις Κόκκινες ουλές πάσχουν πρωτίστως από αυτό το οποίο υπαινίσσεται ο τίτλος του βιβλίου: από τα ανεξίτηλα σημάδια που αφήνει στην ψυχή και στο σώμα η κοινωνική τους θέση.
Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο οι οδύνες της νεότερης ιστορίας μοιάζουν μάλλον με διαχρονική μεταφορά για το καθεστώς αποκλεισμού το οποίο κλήθηκαν επί αιώνες να υπομείνουν οι γυναίκες. Η αιχμαλωσία τους στις Τρωάδες του Ευριπίδη είναι η προαναγγελία για τη μαύρη τους σκλαβιά στον Αφανισμό της Μήλος του Ρίτσου. Και τα αρχαία ή τα βιβλικά τους ονόματα, είτε θεϊκά είτε ανθρώπινα, που κυκλοφορούν από σελίδα σε σελίδα και από διήγηση σε διήγηση, είναι ο εξορκισμός των υπεριστορικών παθών τους. Και έλκουν οι γυναίκες σε όλο το μήκος αυτής της τυραννισμένης διαδρομής χαρακτηριστικά τα οποία δίνουν και μια καθαρώς υπαρξιακή διάσταση στις εκ των προτέρων μάταιες μάχες τους: ακολουθούν τον δρόμο της ξενιτιάς χωρίς καμία προοπτική επιστροφής, ρίχνονται πίσω από τα συρματοπλέγματα για να χάσουν εν ριπή οφθαλμού τα παιδιά τους, αυτοκτονούν γιατί έμειναν χωρίς σπορά και χωρίς άντρα, προπηλακίζονται άλλοτε για την ανεξαρτησία και άλλοτε για τη μοναξιά ή για τις αναπηρίες τους, βασανίζονται από την απουσία του έρωτα, αγωνιούν ακόμη και για το αν θα ταφούν σε έναν αξιοπρεπή τάφο.
Η ένταση σε όλες τις ιστορίες του βιβλίου είναι υψηλή και τα δράματα κορυφαία, η γλώσσα ωστόσο την οποία χρησιμοποιεί η Μικέ την προφυλάσσει περίπου αυτόματα από τον μελοδραματισμό και την αισθηματολογία. Είναι μια γλώσσα έμπλεη πάθους που επείγεται όχι να δείξει αλλά να πει: να μιλήσει με έναν όχι ακριβώς ρεαλιστικό τρόπο για το κακό που έχει πλήξει τις ηρωίδες, για την ερήμωση που έχει φωλιάσει σε κάθε πτυχή της καθημερινότητάς τους. Και μια τέτοια γλώσσα δεν γίνεται παρά να είναι γεμάτη ανατάσεις και διατάσεις, που συχνά επιτείνουν και επιταχύνουν τα δρώμενα, για να τα οδηγήσουν μιαν ώρα αρχύτερα στις έσχατες συνέπειές τους. Συνέπειες που εν τέλει θα σπαράξουν τους πάντες: τις γυναίκες αλλά και τους άνδρες. Γιατί, όπως το ξέρουμε από τον μύθο, ο Νάρκισσος αφέθηκε να πέσει στο νερό μόνο όταν πέθανε η αδελφή του.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ