Αντζελα Δημητρακάκη
Αεροπλάστ, Μυθιστόρημα

Εκδόσεις Εστία,
σελ. 390, τιμή 21 ευρώ

Ακούραστοι ταξιδιώτες, έτοιμοι ανά πάσα στιγμή να διαλέξουν έναν νέο προορισμό ή να καταφύγουν σ’ ένα καινούργιο κοινόβιο, οι ήρωες της Αντζελας Δημητρακάκη είναι διανοούμενοι με βαθιά εναλλακτικό προσανατολισμό. Εκείνο, όμως, που πρωτίστως τους χαρακτηρίζει είναι η εσωτερική τους περιπλάνηση: η εκ των προτέρων παγωμένη, σχεδόν σβησμένη καρδιά τους, οι μάταιες συσπάσεις της σκοτεινιασμένης ψυχής τους, η ερημιά της σεξουαλικής τους δοτικότητας, αλλά και, αίφνης, η συνεχής αναίρεση της αλήθειας ενόσω γράφουν το μυθιστόρημα το οποίο τους περιέχει. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, η Δημητρακάκη θα εντάξει στην αφήγησή της και θεωρητικούς προβληματισμούς. Προβληματισμούς όχι μόνο για το πώς φτιάχνεται ένα λογοτεχνικό κείμενο, αλλά και για το φύλο, την ταυτότητα και την ετερότητα. Η συνομιλία, εν τούτοις, με τη θεωρία της λογοτεχνίας, με την πολιτική θεωρία, με την ανθρωπολογία και με τις πολιτισμικές σπουδές, απ’ όπου πηγάζουν τέτοιες θεματικές, δεν επιβαρύνει με αφηρημένες ιδέες τα πρωταγωνιστικά της πρόσωπα και δεν υποσκάπτει το ψυχολογικό τους έρμα αφού η δράση των μυθιστορημάτων της στρέφεται πάντοτε γύρω από τον ίδιο άξονα: το υπαρξιακό δράμα μιας γενιάς που βρέθηκε από την πρώτη στιγμή ανήμπορη απέναντι στον εαυτό της όσο κι αν πολέμησε με ακάματο σθένος τους ποικιλώνυμους εχθρούς της.

Σε ανάλογη κατεύθυνση κινείται και το Αεροπλάστ, όπου μια παρέα εναλλακτικών από τα πέντε σημεία του ευρωπαϊκού ορίζοντα ταξιδεύει στο Πορ’ Μπόου, στο μικρό παραθαλάσσιο χωριό της Καταλωνίας όπου πέθανε (κατά πάσα πιθανότητα αυτοκτόνησε) ο Βάλτερ Μπένιαμιν, προσπαθώντας να απομακρυνθεί από τον εφιάλτη του ναζισμού (σκοπός του ήταν να πάει στην Αμερική). Αλλά οι πέντε φίλοι, που τροφοδοτούν με τη φωνή τους τα ισάριθμα κεφάλαια του βιβλίου (κάθε κεφάλαιο και μια οπτική) ξέρουν πως η επίσκεψη του μνημείου του Μπένιαμιν στο Πορ’ Μπόου είναι μια πρόφαση. Οπως πρόφαση είναι και η επανένωσή τους μετά από χρόνια σφοδρών ασυμφωνιών και συγκρούσεων. Κι αυτά τα χρόνια εξιστορεί ο καθένας στο μέρος της αφήγησης που του αναλογεί. Τίποτε δεν μπόρεσε να σταθεί όρθιο μεταξύ τους στη μέχρι τώρα ζωή τους (είναι όλοι σαραντάρηδες ή και αρκετά παραπάνω). Γιατί εκείνο που ενώνει και φέρνει κοντά τους ανθρώπους δεν είναι η ιδεολογία και οι σωροί των βιβλίων αλλά τα ψυχικά τους αποθέματα. Και τέτοια αποθέματα δεν είχε ποτέ κανένας από τη συντροφιά του Πορ’ Μπόου. Στα μαχαίρια μονίμως με τους γονείς, τους συζύγους, τους εραστές, τα παιδιά και τις καριέρες τους (όχι από ακτιβισμό αλλά από μια εγγενή εσωτερική δίνη, από ένα μοιραίο στροβίλισμα της καθημερινής τους ύπαρξης), η Αντιγόνη, ο Ικέρ, η Μέλανι, ο Μαρτί και ο Κάι θα τελειώσουν όπως άρχισαν: πετώντας (προκειμένου να διαφύγουν από τον κόσμο) σε έναν μαύρο ουρανό.
Το μυθιστόρημα της Δημητρακάκη έχει στιγμές (δεν δυσκολεύομαι να το πω) που καθηλώνουν: με την ένταση και το βάθος των αντιθέσεών του, με την εσωστρεφή αλλά στιλπνή γλώσσα του, με τη φλεγόμενη δύναμη των χαρακτήρων του. Χαρακτήρες που μιλούν για την Ελλάδα αλλά και για την Ευρώπη σε μια εποχή αύξουσας κατάθλιψης. Η λογοτεχνία, ωστόσο, ουδέποτε ήλπισε πολλά. Το ζήτημα ανέκαθεν ήταν πώς να βρει λόγια για να αρθρώσει τη μελαγχολία της. Και σ’ αυτό ακριβώς απαντά (και απαντά εξαιρετικά) η Δημητρακάκη.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ