Ερνστ Νόλτε
Ο ευρωπαϊκός εμφύλιος πόλεμος, 1917-1945.
Εθνικοσοσιαλισμός και μπολσεβικισμός
Μετάφραση – επιμέλεια Γιάννης Καραπαπάς,
Εκδόσεις Τροπή, 2015,
σελ. 608, τιμή 28,62 ευρώ

Μεταξύ 1986 και 1989 μεγάλο μέρος της ελίτ των δυτικογερμανών διανοουμένων ενεπλάκη στον λεγόμενο Historikerstreit –τη «διαμάχη των ιστορικών» που έφερε αντιμέτωπους συντηρητικούς και προοδευτικούς, οπαδούς της θεωρίας του ολοκληρωτισμού και ακόλουθους της θέσης περί «ιδιαίτερου δρόμου» («Sonderweg») της γερμανικής νεωτερικότητας, πολέμιους και υποστηρικτές της μοναδικότητας του Ολοκαυτώματος ως ιστορικού γεγονότος. Της «αριστεράς» σε αυτή τη βίαιη διαμάχη ηγήθηκε ο φιλόσοφος Γιούργκεν Χάμπερμας. Της «δεξιάς», ο ιστορικός Ερνστ Νόλτε, η αμφιλεγόμενη θέση του οποίου για το ναζιστικό παρελθόν, αφετηρία της σύγκρουσης, παρουσιάζεται στο βιβλίο του Ο ευρωπαϊκός εμφύλιος πόλεμος, 1917-1945.

Εμπνεόμενος από τη φαινομενολογία και τη συγκριτική εξέταση φασισμού και κομμουνισμού στο πλαίσιο της θεωρίας περί ολοκληρωτισμού, όπως τη διατύπωσε η Χάνα Αρεντ, ο Νόλτε ισχυρίστηκε ότι η μελέτη του ναζισμού θα έπρεπε να ανατοποθετηθεί ιστορικά. Ως αντίδραση στη Ρωσική Επανάσταση, ο εθνικοσοσιαλισμός υπήρξε ένας αντιμπολσεβικισμός: με το σοβιετικό πρότυπό του τον συνέδεαν μια «αιτιώδη συνάφεια», μια σχέση «πρωτότυπου με παραμορφωμένο αντίγραφο» ή «δασκάλου-μαθητή». Τα ναζιστικά εγκλήματα, οι εκτοπίσεις, οι εκτελέσεις και η μαζική εξόντωση είχαν ήδη το σχεδίασμά τους στην πολιτικό βίο της Σοβιετικής Ενωσης των δεκαετιών του ’20 και του ’30 –μεταξύ των γκουλάγκ και του Αουσβιτς ήταν πιθανή πάλι «μια αιτιώδης συνάφεια». Αποτέλεσμα αυτής της συμπλεγματικής λειτουργίας φοβήτρου και προτύπου, έλξης και άπωσης μπολσεβικισμού και ναζισμού, ήταν μια τριακονταετία ακραίας αλληλοεξόντωσης συγγενών ιδεολογιών σε έναν «ευρωπαϊκό εμφύλιο πόλεμο».
Εξαιρετικά προκλητική, η θέση του Νόλτε αμφισβήτησε την ιδιομορφία του ναζισμού και δίκαια επικρίθηκε τόσο όσον αφορά τον συμψηφισμό εγκλημάτων χιτλερισμού και σταλινισμού και, άρα, την απολογητική χροιά της πρόσληψης του ναζιστικού καθεστώτος και τη σχετικοποίηση του Ολοκαυτώματος, όσο και αναφορικά με την τελεολογική σύλληψη του εθνικοσοσιαλισμού ως doppelganger του μπολσεβικισμού. Πλήθος κατοπινών έργων κοινωνικής, πολιτικής και διανοητικής ιστορίας (π.χ., Τζορτζ Μόσε, Ρίτσαρντ Εβανς) έδειξαν πειστικά ότι το ακραίο κράμα εθνικισμού, ρατσισμού, βιολογισμού και αντισημιτισμού υπήρξε προϊόν καταβολών και εσωτερικών διαδικασιών της γερμανικής κοινωνίας. Στο επίμαχο ζήτημα δε των στρατοπέδων συγκέντρωσης η φετινή εξαντλητική μελέτη του Νικόλαους Βάχσμαν με τίτλο KL. A History of the Nazi Concentration Camps (εκδ. Little, Brown) καταλήγει πως «ελάχιστες αποδείξεις υπάρχουν ότι οι Ναζί αντέγραψαν τους Σοβιετικούς. […] Το ναζιστικό καθεστώς δεν άντλησε καμία σημαντική έμπνευση από τα γκουλάγκ». Παρά τη διακήρυξή του στον πρόλογο του βιβλίου ότι «δεν επρόκειτο για μια δικαιολόγηση ή ενοχοποίηση, για μια επιβάρυνση ή απαλλαγή, για μια κατηγορία ή απολογία», ο Νόλτε αποσκοπούσε στην απόσειση του βάρους της ναζιστικής περιόδου από τη γερμανική ιστορική συνείδηση: η ιστορία της σύγχρονης Γερμανίας όφειλε να απομακρυνθεί από τη θεώρηση του Γ’ Ράιχ ως κεντρικού γεγονότος της, ο εθνικοσοσιαλισμός να «κανονικοποιηθεί», η ενοχική διάσταση για τα εγκλήματα των Ναζί να περιοριστεί ή να απαλειφθεί.
Ακριβώς επειδή η έκδοση μεταφέρει στα ελληνικά ένα δυσεύρετο και σημαντικό για τον σύγχρονο ιστορικό διάλογο έργο είναι κρίμα να αδικείται συστηματικά στη μετάφραση. Διάσπαρτοι σε όλο το βιβλίο όροι και εκφράσεις όπως «λογοκλόπησε» (σελ. 20), «εντελώς κυρίως» (σελ. 61), «το πνεύμα του ντεφετισμού» (σελ. 79), ή πραγματολογικές παρανοήσεις (τι ακριβώς σημαίνει η περιγραφή του πολέμου της Κορέας με την πρόταση της σελίδας 506 «το 1950 τα στρατεύματα της κομμουνιστικής Βόρειας Κορέας κατέκτησαν σχεδόν ολόκληρο το νότιο μέρος του μισού νησιού», εφόσον η χώρα δεν είναι νησί;), αποδιαρθρώνουν τη ροή του λόγου, δυσχεραίνουν την κατανόηση και αναγκάζουν τον αναγνώστη να παλεύει με το κείμενο.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ