Γεώργιος Μπαμπινιώτης
Εμπλούτισε το λεξιλόγιό σου –
Λεξικό των πιο απαιτητικών λέξεων της Νέας Ελληνικής
Εκδόσεις Κέντρου Λεξικολογίας, 2015,
σελ. 1.432, τιμή 36 ευρώ

Η αρχή έγινε με το πολυσυζητημένο Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας το 1998. Από τότε ο Γεώργιος Μπαμπινιώτης, καθηγητής Γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, κυκλοφόρησε από το Κέντρο Λεξικολογίας αρκετά εξειδικευμένα λεξικά, για την ετυμολογία και τα συνώνυμα, για τις δυσκολίες και τα λάθη στη χρήση της ελληνικής, για χρήση στο σχολείο και στο γραφείο. Το νέο, όγδοο κατά σειράν, λεξικό του είναι το Λεξικό των πιο απαιτητικών λέξεων της Νέας Ελληνικής (2015).

Σε ποιους απευθύνεται το Λεξικό των πιο απαιτητικών λέξεων της Νέας Ελληνικής;
«Είναι ένα λεξικό το οποίο θα χαρακτήριζα πρωτότυπο και συγχρόνως ιδιαίτερο έως ιδιόμορφο, με την έννοια ότι έχει μια επιλογή λέξεων που χρησιμοποιούνται σε έναν πιο απαιτητικό λόγο. Απευθύνεται σε ανθρώπους που ήδη έχουν έναν οπλισμό στη γλώσσα και θέλουν να τον βελτιώσουν, επειδή κάτι δεν τους είναι σαφές ή επειδή ψάχνουν μια άλλη χρήση κάποιας λέξης ή επειδή θέλουν να μάθουν μια λέξη που δεν ήξεραν. Υπάρχει, για παράδειγμα, στο λεξικό η λέξη «αρχολίπαρος», η οποία σημαίνει το πρόσωπο που επιθυμεί και επιδιώκει πάρα πολύ τα αξιώματα. Μαζί με αυτό θα βρει ο χρήστης και τα συνώνυμα «αρχομανής», «σπουδάρχης», «σπουδαρχίδης», «φίλαρχος», «θεσιθήρας». Επομένως, κινείται σε ένα επίπεδο με διάφορες επιλογές. Πρόκειται για λέξεις που κουβαλούν επάνω τους μια ιστορικότητα στη χρήση τους και μια ετυμολογική σύνδεση με οικογένειες λέξεων και έχουν επίσης το στοιχείο της έκπληξης. Αυτό το ξάφνιασμα, που λέει ο Ελύτης ότι γίνεται όταν βάλεις δυο λέξεις μαζί που βγάζουν έναν σπινθήρα στην ποίηση που δεν τον βγάζουν αλλού, αυτό το ξάφνιασμα είναι κάτι που επαναλαμβάνεται και σε ένα τέτοιο απαιτητικό λεξιλόγιο. Θα πεις «χαστούκι», θα πεις «σκαμπίλι», αλλά το «ράπισμα» είναι κάτι άλλο».
Αναφέρετε στην εισαγωγή σας ότι πρόκειται για λέξεις που χρησιμοποιούνται σε έναν προσεγμένο ποιοτικό λόγο. Ποιος είναι αυτός;
«Ο προσεγμένος ποιοτικός λόγος είναι ο λόγος που θηρεύει την αρμόζουσα λέξη, την πιο πρόσφορη για ένα συγκεκριμένο περιβάλλον, αναζητεί τη σημασία σε όλο της το χρωματικό φάσμα, αναζητεί τις συνάψεις των λέξεων και των φράσεων, τη γραμματική τους δήλωση και το όλο ύφος του κειμένου. Ο ίδιος άνθρωπος έχει μια σειρά από μορφές επικοινωνίας και με ένα «κλικ» αλλάζει τον κώδικα και περνά από την απλή συζήτηση που κάνουμε δυο άνθρωποι οι οποίοι έχουμε οικειότητα μεταξύ μας σε ένα άλλο επίπεδο λόγου.
Για να σας δώσω ένα παράδειγμα, μιλάμε συνήθως για τη γλώσσα των νέων που έχει σχέση με τον κώδικα που χρησιμοποιούν οι νέοι στη γλώσσα της παρέας. Η γλώσσα της παρέας είναι μια άλλη μορφή επικοινωνίας που χρησιμοποιεί το ίδιο άτομο που θα καθίσει να γράψει έκθεση για τις εισαγωγικές εξετάσεις του στο πανεπιστήμιο. Εκεί θα βάλει τα καλά του, θα χρησιμοποιήσει τις καλύτερες λέξεις που γνωρίζει, θα προσέξει τον λόγο του. Βέβαια, δεν είναι μόνο το λεξιλόγιο, με την έννοια της σημασίας, που είναι καίριο –εξίσου καίριες είναι η σύνταξη και η γραμματική, διότι λόγος χωρίς σύνταξη και γραμματική δεν υπάρχει».
Ποιο επίπεδο της γλώσσας αφορά αυτό το λεξικό;
«Το λεξικό αυτό είναι για το επίπεδο του λεξιλογίου και επιλεγμένων σημασιών. Εχει σημασία επίσης η σύνταξη εδώ, και η σύνταξη φαίνεται μέσα από τα παραδείγματα, από το πώς συντάσσεται μια λέξη, από το περιβάλλον της, από το πώς χρησιμοποιείται. Εχουμε να κάνουμε με την περίφημη usus, τη χρήση, την προέκταση και την αλληλοτροφοδότηση της σημασίας. Ο Βιτγκενστάιν έχει πει «Πες μου τη χρήση μιας λέξης να σου πω τι σημαίνει». Επιμένω λοιπόν πάρα πολύ στη χρήση δίνοντας σε πρώτο πλάνο κάποιες λέξεις που πάνε μαζί, κατά κάποιον τρόπο επανερχόμενες, και κυρίως τα παραδείγματα, που κυμαίνονται από πέντε έως δύο σε κάθε σημασία, ανάλογα με τη δυσκολία της.
Πρέπει να τονίσω ότι δεν εξαντλώ τις σημασίες που έχει μια λέξη, δεν με ενδιαφέρει αυτό. Ξεχωρίζω τη σημασία που εμφανίζει μια άλλη βαρύτητα, ένα άλλο κύρος, ένα άλλο χρώμα, μικρότερη συχνότητα –υπό κάποιαν έννοια –και γι’ αυτό μεγαλύτερη δυσκολία. Οσο πιο περιορισμένη είναι η συχνότητα μιας λέξης τόσο μεγαλύτερη είναι η δυσκολία της».
Βρίσκω στο λεξικό σας λέξεις οικείες, όπως «λατομείο» και «στρατηλάτης», λέξεις και φράσεις ανοίκειες όπως «τέναγος» και «όμφακες εισί», και λέξεις που τοποθετούνται μεταξύ αυτών των δύο στον άξονα οικείο – ανοίκειο, όπως «νεότευκτος», «εκατέρωθεν», «αέναος». Πώς έγινε η επιλογή των 4.000 λημμάτων;
«Δεν υπάρχουν απόλυτοι κανόνες. Ο λεξικογράφος αφήνει την πείρα του, τη διαίσθησή του, την επαφή του με τον λόγο, με τα κείμενα, να λειτουργήσει. Και επειδή έχω ασχοληθεί πάρα πολύ με τα κείμενα και την κειμενολογία, είναι ένας χώρος που μου είναι οικείος. Τι επιλέγει λοιπόν ο λεξικογράφος; Επιλέγει λέξεις που ξέρει ότι έχουν ένα άλλο άκουσμα, ένα άλλο κύρος, μια δυσκολία μεγαλύτερη, μια απαίτηση μεγαλύτερη στη χρήση τους ώστε να χρησιμοποιηθούν σε ένα απαιτητικό κείμενο. Να σας δώσω ένα παράδειγμα, μπορώ να χρησιμοποιήσω τη λέξη «ανοησίες», «σαχλαμάρες», «μπούρδες» κ.τ.λ. Οταν πω «φληναφήματα», αυτομάτως βρίσκομαι σε ένα άλλο επίπεδο επικοινωνίας. Οταν θέλω να πω ότι κάτι «είναι γεμάτο από…». Δεν θα πω «είναι φίσκα ή τίγκα», θα πω «βρίθει», «γέμει». Θέλω να πω τον δραστήριο, τον ενεργητικό, με διευκολύνει εδώ το «ρέκτης». Ξέρετε, αυτές οι λέξεις έχουν συχνά μια ιδιαιτερότητα και ακουστικά».
Ποια είναι η προέλευση αυτών των λέξεων, από πού τις αλιεύετε;
«Από παντού. Σε μια γλώσσα η οποία έχει δημιουργηθεί από δύο ποτάμια, από τη δημώδη προφορική παράδοση και από τη λόγια γραπτή παράδοση, είναι αναμενόμενο να έχουμε μια σύνθεση στοιχείων λεξιλογικών, σημασιών, που προέρχονται και από τα δύο ποτάμια. Eχω και το «αχλύς», έχω και το «καταχνιά», έχω και το «πούσι». Επομένως, μπορώ να αντλήσω λέξεις και από το ένα και από το άλλο ποτάμι, αλλά δεν θα πάρω μια λέξη που τη θεωρώ καθημερινή, γνωστή.
«Βάρδος», «κοσμοκαλόγερος», «εμπατή». Είναι λέξεις που έχουν μια δυσκολία, για τον έναν ή τον άλλον λόγο, ακόμη και το «προσώρας», που είναι καθαρά δημοτικό, ή το «φετφάς». Η επιλογή αφορά το σημασιολογικό φορτίο της λέξης ασχέτως από πού προέρχεται η λέξη. Δεν συμπεριλαμβάνω στο λεξικό εγκυκλοπαιδικά λήμματα για πράγματα που δεν γνωρίζουμε, δεν είναι αυτός ο σκοπός του λεξικού. Αναρωτιόμουν κάθε φορά: Θα τη χρησιμοποιήσω στην επικοινωνία μου αυτή τη λέξη; Θα χρησιμοποιήσω τη λέξη «κορβανάς»; Λέμε «δημόσιος κορβανάς», που είναι άλλο από το «προϋπολογισμός», άρα τη λέξη τη χρησιμοποιούμε, και επομένως την έβαλα στο λεξικό».
Πολλές είναι λέξεις αρχαιοπρεπείς. Είναι λέξεις ακόμη ενεργές;
«Βέβαια! Αλλο αρχαιοπρεπής και άλλο απαρχαιωμένος. Ο απαρχαιωμένος είναι ο καταργημένος, ο αρχαιοπρεπής είναι αυτός που έχει την πατίνα του χρόνου. Την πατίνα του χρόνου τη χρειαζόμαστε. Υπάρχει στο λεξικό η ωραία λέξη «αρχαιοπινής», που προέρχεται από το «αρχαίος + πίνος». «Πίνος» είναι η σκουριά. Οι αρχαιοπρεπείς λέξεις είναι λοιπόν οι λέξεις που έχουν τη σκουριά του παλιού, τη σκουριά του χρόνου, τη σκουριά της ιστορικότητας που έχουν άλλωστε όλες οι λέξεις.
Εχουμε στην Ελλάδα μια αμβλυμμένη αίσθηση της ιστορικότητας των λέξεων. Λέμε «ουρανός», «γυναίκα», «θάλασσα» και ξεχνούμε ότι είναι αρχαίες λέξεις. Επειδή έχουμε βιώσει την ιστορικότητα των λέξεων μέσα από τη συνέχεια της γλώσσας μας, δεν έχουμε αίσθηση αυτής της ιστορικότητας παρά μόνο με λέξεις αρχαιοπρεπείς, που κατά κάποιον τρόπο «φωνάζουν» την ιστορικότητά τους. Η λέξη «αργυρώνητος» δίνει μια αίσθηση ιστορικότητας που δεν δίνει μια άλλη λέξη του λεξιλογίου μας που μπορεί να είναι παλαιότερη από αυτήν.
Αυτό το λεξικό ήταν κάτι καινούργιο για μένα. Το έφτιαξα με πολύ μεράκι, με επιθυμία κάποιες λέξεις να τις γνωρίσουμε περισσότερο, να τις διασώσουμε, να τις αναδείξουμε, να τις αγαπήσουμε, γιατί τελικά θα μας βοηθήσουν να αποκτήσουμε μια άλλη ποιότητα λόγου».
Δίνετε αρκετά παραδείγματα χρήσης σε κάθε λήμμα. Από πού προέρχονται αυτά;
«Το λεξικό περιλαμβάνει 15.000 παραδείγματα, διότι δεν μπορεί να κατανοήσει κάποιος μια σημασία αν δεν έχει το λεγόμενο διδασκαλικόν παράδειγμα, το οποίο είναι το επιτυχημένο παράδειγμα. Συνήθως τα παραδείγματα αυτά είναι επινοημένα. Εδώ, προέρχονται από Ηλεκτρονικά Σώματα Κειμένων, από τα οποία επιλέγησαν τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα.
Αυτές οι ηλεκτρονικές τράπεζες κειμένων περιλαμβάνουν κείμενα από εφημερίδες, περιοδικά, από τη λογοτεχνία, από επιστημονικά βιβλία, από όλες τις μορφές του λόγου. Γι’ αυτό συναντά κάποιος τα πλέον διαφορετικά κείμενα, από έναν λόγο βιωματικό, συναισθηματικό, μέχρι έναν λόγο ξύλινο, έναν λόγο συντεταγμένο αυστηρά, επιστημονικό ή έναν λόγο λογοτεχνικό. Από τα παραδείγματα, 1.100 παραθέματα έχουν επιλεγεί από τη λογοτεχνία. Είναι ένα τεράστιο υλικό που έχει ένα χαρακτηριστικό: είναι αυθεντικό».
Το λεξικό περιλαμβάνει βεβαίως σχόλια αλλά και ετυμολογικές πληροφορίες. Ηταν απαραίτητες οι τελευταίες; Χρειάζεται να ξέρω την ετυμολογία μιας λέξης για να τη χρησιμοποιήσω σωστά;
«Δεν θα μπορούσα να μην έχω σχόλια, είμαι ο εισαγαγών τα σχόλια στη λεξικογραφία! Σε ό,τι αφορά την ετυμολογία, αυτή αποτελεί για μένα τη βάση για να θυμάμαι, τις περισσότερες φορές, τη βασική σημασία της λέξης. Δεν αντικαθίσταται με τίποτε, γι’ αυτό επιμένω στην ετυμολογία. Δεν δίνω όμως όλη την ετυμολογική πληροφορία που υπάρχει στο Ετυμολογικό Λεξικό, δίνω μόνο την καίρια πληροφορία για τη σημασία που μας αφορά εδώ».
Πώς συνιστάτε να χρησιμοποιήσουμε μια απαιτητική λέξη που ξεσηκώσαμε από το λεξικό;
«Με προσοχή και όταν υπάρχει το κατάλληλο ύφος. Δεν μπορεί να μιλάμε σε ύφος ενός ορισμένου τύπου και να πετάξουμε μια ελληνικούρα. Το περιβάλλον είναι δεσμευτικό για τον ομιλητή –λέγοντα ή γράφοντα –διότι δεν ταιριάζει οτιδήποτε οπουδήποτε. Γι’ αυτό αναφέρομαι σε λόγο προσεγμένο, ο οποίος «σηκώνει» λέξεις όπως «αχλύς» και «άλως». Διαφορετικά, οι λέξεις αυτές είναι παράταιρες και καταλήγουν στοιχείο εντυπωσιασμού, λέξεις που τις εκθέτουμε αντί να τις αναδεικνύουμε. Υποθέτουμε ότι εκείνος που κάνει αυτή την προσπάθεια να εμπλουτίσει το λεξιλόγιό του έχει και αίσθηση ορίων και αίσθηση του γλωσσικού περιβάλλοντος».
Σε τι διαφέρει το λεξικό αυτό από τα προηγούμενα λεξικά σας και ειδικά από το μεγάλο Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας;
«Θέλω κάθε λεξικό μου να έχει τη φυσιογνωμία του και ετούτο δεν μοιάζει με τα προηγούμενα. Οι 4.000 απαιτητικές λέξεις του λεξικού δεν είναι αποσπάσματα και τραβήγματα από το μεγάλο λεξικό –είναι εκ νέου σύνταξη. Το ερμηνευτικό λεξικό έχει ένα εύρος, προσπαθεί σε έκταση να καλύψει όλο το υλικό, όλες τις σημασίες μιας λέξης. Εδώ παίρνω από τις σημασίες που έχει η λέξη αυτές –κυρίως μεταφορικές –που είναι οι πιο δύσκολες, που θα τις χρησιμοποιήσω σε ειδική μορφή επικοινωνίας. Εχει γίνει μια επιλογή και μια επεξεργασία του υλικού διαφορετική από αυτήν που έγινε για το ερμηνευτικό λεξικό».
«Με τη γλώσσα χτίζω τον κόσμο μου»

Αναφερθήκατε στην αίσθηση του γλωσσικού περιβάλλοντος ως προϋπόθεση για την προσεγμένη εκφορά λόγου. Πώς αποκτούμε αυτήν την αίσθηση;

«Η αίσθηση της γλώσσας χτίζεται, καλλιεργείται, αποκτάται με πολύ κόπο. Υπάρχει το εξής περίεργο με τη γλώσσα: τις βασικές γνώσεις τις κατακτά ο άνθρωπος μέσα σε τρία χρόνια, από την ηλικία των δύο έως πέντε ετών, και, από την άλλη, σε όλη του τη ζωή χτίζει και εμπλουτίζει τη γλώσσα του. Η γλώσσα είναι έργο ζωής, μέχρι να φύγουμε από τον κόσμο μαθαίνουμε πράγματα στη γλώσσα.
Κι όταν λέμε «εμπλουτίζω τη γλώσσα μου», σημαίνει εμπλουτίζω τη σκέψη μου, δηλαδή τον κόσμο μου. Γιατί κάθε ποιότητα γλωσσική είναι ποιότητα σκέψης και ποιότητα θέασης και αντίληψης του κόσμου. Πάντοτε στα μαθήματά μου αναφέρομαι στην υπαρξιακή και όχι θεολογική τριάδα γλώσσα – νους – κόσμος. Τίποτε δεν υπάρχει από μόνο του, ούτε ο κόσμος μας υπάρχει χωρίς το μυαλό μας, ούτε το μυαλό μας χωρίς τη γλώσσα μας. Αυτή η υπαρξιακή τριάδα καλλιεργείται, υπηρετείται μέσα από οποιαδήποτε ποιοτική σχέση μας με τη γλώσσα».
Μια και κάνατε λόγο για τους νέους και τις εισαγωγικές εξετάσεις, θυμάμαι δύο περιπτώσεις απαιτητικών λέξεων που δυσκόλεψαν τους υποψηφίους και έμειναν στην Ιστορία: την «άμιλλα» και την «αρωγή». Πού αποδίδετε, ως επιστήμονας και ως δάσκαλος, τις δυσκολίες των νέων στη γλώσσα;
«Αν επρόκειτο να εστιάσω κάπου, θα ανέφερα δύο σημεία από τα πολλά. Πρώτον, τα λίγα έως ελάχιστα διαβάσματά τους. Είναι τα παιδιά της εικόνας, του γρήγορου, βιαστικού, ανεπεξέργαστου λόγου, των greeklish κ.τ.λ. –μιλάω γενικευμένα, υπάρχουν βεβαίως εξαιρέσεις και παιδιά με πολύ συγκροτημένο λόγο. Εκτός από τα λειψά διαβάσματά τους –να που χρειάζομαι το «λειψά» εδώ! -, αιτία είναι και η περίπου μηδενική ή ελαχιστοποιημένη επαφή τους με τη γλωσσική διαχρονία. Αν δεν έχεις μια επαφή με αυτό που έλεγε ο Σεφέρης «τα παλιότερα ελληνικά μας», με τα αρχαία, τη γλώσσα του Ευαγγελίου, τη λόγια παράδοση, είτε επειδή δεν διαβάζεις κείμενα σε αυτά τα ελληνικά είτε επειδή δεν τα διδάσκεσαι, τότε έχεις χάσει ένα μεγάλο μέρος και, παθητικά, στο να καταλαβαίνεις και βεβαίως, ενεργητικά, στο να χρησιμοποιείς ένα τέτοιο απαιτητικό λεξιλόγιο. Ενας λόγος που εξέδωσα αυτό το λεξικό ήταν και για να προσφέρει κάποια ενίσχυση στους ανθρώπους που η διαχρονική επαφή τους με τη γλώσσα και τα απαιτητικά διαβάσματά τους είναι περιορισμένα».
Με το Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας το 1998 βάλατε τα λεξικά στον δημόσιο λόγο. Ακολούθησαν στη συνέχεια αρκετά λεξικά, δικά σας και άλλων. Εχουμε αποκτήσει οι Ελληνες την κουλτούρα του λεξικού;
«Η προσπάθειά μου πάντοτε είναι να ελκύσω και να θέλξω τον αναγνώστη. Με απασχολεί πώς θα ξυπνήσω το ενδιαφέρον του όχι να αγοράσει, αλλά να διαβάσει το βιβλίο. Εχω την ικανοποίηση να ακούω από κόσμο απλό, όχι από τους επαγγελματίες του λόγου, ότι έχουν το Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας πρόχειρο και το διαβάζουν. Νομίζω ότι ο κόσμος εξοικειώθηκε με την έννοια του λεξικού, με το λεξικό ως βιβλίο όχι για το ράφι αλλά ως βιβλίο χρήσιμο που είναι καλό να έχουν και να συμβουλεύονται συχνά, γιατί όλο και κάτι ενδιαφέρον θα βρουν μέσα».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ