Μιχάλης Μητσός
Οι ιστορίες θα μας σώσουν
Ενα ημερολόγιο του 2014
Εκδόσεις Πόλις, 2015,
σελ. 544, τιμή 20 ευρώ

Ενας άντρας αποφασίζει στα 55 του να κρατήσει προσωπικό ημερολόγιο, έπειτα από προτροπή φίλου του εκδότη. Είναι βιβλιόφιλος, μουσικόφιλος και σινεφίλ. Οταν συνέβαιναν τα γεγονότα του Πολυτεχνείου ήταν έφηβος. Τώρα είναι πατέρας, με έφηβο γιο. Τον ενδιαφέρει η πολιτική, τον συγκινεί ο έρωτας. Εχει πλούσιες εμπειρίες, αναμνήσεις από ταξίδια που έκανε, από ανθρώπους που γνώρισε, από ιστορίες που άκουσε. Εχει φίλους στη ζωή του και αγαπημένους που χάθηκαν στη μνήμη του. Εχει ευαισθησίες, περιέργειες, σκύλο και λογαριασμό στο Facebook.

Ο ημερολογιογράφος είναι γλωσσομαθής και εμμονικός αναγνώστης του ξένου Τύπου. Διαβάζει τη Libération και την El Pais και το London Review of Books, τη La Repubblica, την Bild και τον New Yorker. Εχει άποψη και έχει ασκηθεί να την εκφράζει με παρρησία. Εχει επιπλέον ικανότητα στο γράψιμο, είναι επαγγελματίας δημοσιογράφος. Μπορεί να μιλήσει με την ίδια άνεση για τη σύλληψη Μαζιώτη και για τις διακοπές του στη Σαμοθράκη, για το Κεφάλαιο του Πικετί και τους μετρ του σκανδιναβικού νουάρ, για τους λαθρομετανάστες και τα σενάρια του Χανίφ Κιουρέισι, για το εφήμερο του δημοσιογραφικού κειμένου και την άνοδο του φασισμού στην Ευρώπη, για τον αγέραστο Χόλντεν του κλασικού Φύλακα στη σίκαλη και για τις υποσχέσεις του ΣΥΡΙΖΑ, για τους Χειμερινούς Κολυμβητές και την απόλαυση του σεξ, για τις ψυχαναγκαστικές φωτογραφίες και τη φιλανθρωπία των Γκέιτς, για το εναρκτήριο λάκτισμα των «58» στο Ακροπόλ και το Μουντιάλ, για τους τζιχαντιστές και τη φοροδιαφυγή στις ταβέρνες των ελληνικών νησιών, για το αντιευρωπαϊκό βρετανικό κόμμα UKIP και τις βόλτες με τον σκύλο του. Είναι ένας άνθρωπος ενημερωμένος και ενδιαφέρων, πιθανόν σκέφτηκε ο εκδότης. Ενδεχομένως υποσχέθηκε να εκδώσει το ημερολόγιο. Πιθανότατα έθεσε την προϋπόθεση «nulla dies sine linea», κάθε μέρα και μια ιστορία.
Το αποτέλεσμα, ένας τόμος με 365 αφηγήσεις, ιδιοσυγκρασιακά χρονογραφήματα που καλύπτουν ημερολογιακά το σύνολο του 2014, επενδυμένα με μουσική και ποίηση και γραμμένα με το κομψό και οικείο ύφος του Μιχάλη Μητσού, το γνώριμο από τις «Διαστάσεις» και τα διεθνή ρεπορτάζ του στα «Νέα».
Κυκλοφόρησαν την τελευταία διετία αρκετές προσωπικές δημοσιογραφικές αφηγήσεις –Ριχάρδος Σωμερίτης, Οι λέξεις και οι μάχες (Πατάκης, 2013), Πάνος Λουκάκος, Η αθέατη όψη. Τύπος και πολιτική στη Μεταπολίτευση (Εστία, 2013), Σεραφείμ Δ. Φυντανίδης, 1937-2014. 31 αξέχαστα χρόνια στο ξύλινο τιμόνι της «Ελευθεροτυπίας» και της «Κυριακάτικης Ε» (Πατάκης, 2014), Νίκος Γερακάρης, Εσωτερικός μετανάστης (Ποταμός, 2014) –με χαρακτήρα απομνημονευματογραφικό και εστίαση εξωτερική, στη σχέση του δημοσιογράφου-αφηγητή με τα γεγονότα της ελληνικής πολιτικής ζωής, υπογραμμίζοντας, όχι χωρίς αυταρέσκεια, την υπεροχή της δημοσιογραφίας ως τέταρτης εξουσίας.
Σε μια εποχή που η παραδοσιακή δημοσιογραφία αμφισβητείται, η επιλεκτική και εκλεκτική περιήγηση του Μητσού στο 2014 εστιάζει εσωτερικά, στη φύση της δημοσιογραφίας, στη σύσταση του δημοσιογράφου. Να διαβάζουν λογοτεχνία και να κάνουν κανένα ταξίδι στο εξωτερικό για να ανοίγουν οι ορίζοντές τους, συστήνει στους νέους δημοσιογράφους στις 21 Ιουλίου, σε μια εγγραφή αφιερωμένη στα γενέθλια του ιδρυτή του Nouvel Observateur Ζαν Ντανιέλ. Τα υπόλοιπα τα συμπληρώνουμε διαβάζοντας ανάμεσα στις γραμμές: πάθος για την είδηση, ενδιαφέρον για τους ανθρώπους και ευγένεια, που υπογραμμίζεται με μια αναφορά σε έναν άλλον δάσκαλο της δημοσιογραφίας, στον Πολωνό Ρίσαρντ Καπισίνσκι, «που είχε υποστηρίξει ότι για να κάνεις δημοσιογραφία χρειάζεται καλοσύνη και ευγένεια επειδή οι κυνικοί δεν ταιριάζουν σ’ αυτή τη δουλειά».
Ο ιστορικός της ελληνικής δημοσιογραφίας θα βρει ενδιαφέρουσες τις αναφορές στη μαθητεία κοντά στον διευθυντή των «Νέων» Λέοντα Καραπαναγιώτη, στην είδηση της αναστολής των εργασιών του Πρακτορείου Διανομής Ξένου Τύπου τον Μάιο του 2014 ή στην παράθεση της αντίληψης των εκδοτών ότι «στην Ελλάδα τα διεθνή δεν πουλάνε»· κυρίως όμως μέσα από τον τόμο σκιαγραφείται ο δημοσιογράφος ως αναγνώστης εφημερίδων, ένα είδος διαφορετικό από τον βουλιμικό και απαθή καταναλωτή ειδήσεων της διαδικτυακής εποχής. Είναι ο αναγνώστης που ξεφυλλίζοντας μια ολόκληρη εφημερίδα ενημερώνεται για τα γεγονότα, μετέχει μιας κουλτούρας, σχηματίζει άποψη για όσα τον αφορούν, γίνεται σκεπτόμενος πολίτης.
Κοιτώντας τη γενική εικόνα από κοντά αναδεικνύονται οι συλλογικές και οι ιδιωτικές ιστορίες, ιστορίες επιθυμίας και απόλαυσης, ενοχής και πένθους, πολιτικές και υπαρξιακές. Σε μια από αυτές η Αννα Αχμάτοβα περνά μια ολόκληρη νύχτα με τον Αϊζάια Μπερλίν στο Λένινγκραντ. Μίλησαν για τέχνη και για ποίηση αλλά δεν κοιμήθηκαν μαζί. Ισως δεν τους άφησαν οι χαφιέδες του Στάλιν. Είκοσι χρόνια αργότερα η Αχμάτοβα επισκέπτεται την Οξφόρδη και αναζητεί τον Μπερλίν. Εκείνος, παντρεμένος, ζει σε μια πολυτελή έπαυλη. «Αυτή η γέφυρα που φλέγεται / αυτόν τον οδηγεί σ’ ένα χρυσό κλουβί / κι εκείνη σ’ ένα κόκκινο ικρίωμα» γράφει εκείνη στο «Ποίημα χωρίς ήρωα» έναν χρόνο προτού πεθάνει. Μπορεί οι ιστορίες να μας σώσουν; Οι καλογραμμένες ναι –από την κοινοτοπία που μας περιβάλλει.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ