Η φανταστική λογοτεχνία, το ποδόσφαιρο, η μουσική και οι αφηγήσεις για ριζοσπάστες πολιτικούς είναι εξαγώγιμα πολιτιστικά «προϊόντα» της Λατινικής Αμερικής που διαχέονται περιοδικά κινδυνεύοντας διαρκώς από παρεξηγήσεις και στερεότυπα. Με πρόσφατα βιβλία τους μια ιστορικός και ένας δημοσιογράφος που έχουν ζήσει και κάνει έρευνα στη Λατινική Αμερική προσφέρουν στον έλληνα αναγνώστη στέρεες ματιές στη Λατινική Αμερική, χωρίς στερεότυπα. Η Μαρία Δαμηλάκου, που διδάσκει Ιστορία της Αμερικανικής Ηπείρου στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο, έχει γράψει ένα πλούσιο εγχειρίδιο εισαγωγής στη λατινοαμερικανική ιστορία. Ο δημοσιογράφος Ιάσων Πιπίνης εστιάζει στις πολιτικές εξελίξεις των αρχών του 21ου αιώνα.
Σωστή αναλογία
Τα 11 κεφάλαια του βιβλίου της Δαμηλάκου είναι γραμμένα σε ρέοντα λόγο και περιέχουν βινιέτες με βιογραφίες ηγετών των τελευταίων δύο αιώνων και καταπληκτικές φωτογραφίες πολιτικών γεγονότων. Στην επιστημονική ανάλυσή της η Δαμηλάκου έχει βρει τη σωστή αναλογία: η κοινωνική αλλαγή δεν είναι μόνο αποτέλεσμα χειρισμών των ελίτ ούτε μόνο κινητοποιήσεων των λαϊκών μαζών ούτε απλής διάχυσης ιδεολογιών. Η πορεία της κάθε λατινοαμερικανικής κοινωνίας επηρεάζεται από εξωτερικές οικονομικές επιδράσεις και από την εσωτερική δράση κοινωνικών τάξεων, ομάδων αυτοχθόνων και κινημάτων, συχνά κάτω από την καθοδήγηση κομμάτων, συνδικάτων, του στρατού και χαρισματικών ηγετών. Συνδυάζοντας όλα αυτά η συγγραφέας δεν χάνει ποτέ το μέτρο, αν και στην προσπάθειά της να μην «αδικήσει» καμία χώρα και να μη γενικεύσει χωρίς να υποδείξει τις εξαιρέσεις παρεμβάλλει πλήθος λεπτομερειών για επί μέρους θέματα σε πολλές χώρες.
Στο τελευταίο, ενδέκατο, κεφάλαιο του βιβλίου η Δαμηλάκου περιλαμβάνει την πρόσφατη «αριστερή στροφή» με την άνοδο σοσιαλδημοκρατικών ή εθνικολαϊκιστικών κυβερνήσεων στην εξουσία σε διάφορες χώρες της Λατινικής Αμερικής, τις προσπάθειες διασύνδεσης και ολοκλήρωσης των λατινοαμερικανικών οικονομιών και το συνεχιζόμενο πρόβλημα του οικονομικού δυϊσμού. Στις χώρες της Λατινικής Αμερικής συνυπάρχουν αναπτυγμένες και ελάχιστα αναπτυγμένες περιοχές, καθώς και ο επιδεικτικός πλούτος με τη βαθιά φτώχεια. Είναι ένα ενδιαφέρον αλλά υπερβολικά πυκνογραμμένο κεφάλαιο, το οποίο, σε αντίθεση με τα εκτεταμένα κεφάλαια για προγενέστερες περιόδους, δεν δίνει την πλήρη εικόνα.
Πρώτον, πριν από την «αριστερή στροφή» της Λατινικής Αμερικής είχε υπάρξει στα τέλη της δεκαετίας του 1990 μια σοσιαλδημοκρατική στροφή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι κυβερνήσεις Καρντόζο στη Βραζιλία που προετοίμασαν την οικονομική άνοδο της Βραζιλίας επί εποχής Λούλα. Δεύτερον, όπως παραδέχεται η συγγραφέας, οι περιπτώσεις των αριστερών λατινοαμερικανών ηγετών, όπως οι Λούλα (Βραζιλία), Τσάβες (Βενεζουέλα), Μοράλες (Μοράλες) και Κορέα (Ισημερινός), προσφέρονται για πολλαπλές αναγνώσεις. Η Δαμηλάκου, αν και έχει θετική στάση προς την Αριστερά, αντίθετα με άλλους εγχώριους σχολιαστές, δεν εξυμνεί άκριτα κανέναν από τους ηγέτες της. Αν είχε επεκτείνει την ανάλυσή της με ένα επιπλέον κεφάλαιο, θα μπορούσε να σχολιάσει το πώς στον Ισημερινό η ανακήρυξη ενός μέρους του χρέους ως «επαχθούς» συνδυάστηκε με χρεοκοπία το 2008, από την οποία η χώρα συνήλθε μόλις το 2014, και το πώς η βελτίωση του επιπέδου ζωής των φτωχότερων στρωμάτων στη Βενεζουέλα συνδυάστηκε με επιτήρηση των ΜΜΕ, εγκληματικότητα, ενεργειακή κρίση και υψηλότατο πληθωρισμό.
Πάντως η Δαμηλάκου σωστά υπογραμμίζει λατινοαμερικανικές ιδιαιτερότητες, όπως ο «εξορυκτικός καπιταλισμός» της Βολιβίας και της Βενεζουέλας, που στηρίζεται στον τεράστιο ορυκτό πλούτο τους, καθώς και ο εξαγωγικός προσανατολισμός των μεγάλων αγροτικών τομέων της Βραζιλίας και της Αργεντινής. Στο τέλος του βιβλίου προσφέρονται στον αναγνώστη χρήσιμο χρονολόγιο γεγονότων της περιόδου 1805-2013 και συγκριτικοί στατιστικοί πίνακες στοιχείων για όλες τις χώρες της Λατινικής Αμερικής.
Σοσιαλιστικά πειράματα


Το τελευταίο μέρος του βιβλίου της Δαμηλάκου τέμνεται με την ανάλυση του Ιάσονα Πιπίνη, που είναι Ελληνοπερουβιανός, ανιψιός του Βελάσκο, αριστερού δικτάτορα του Περού (1965-1975). Aναπόφευκτα το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου αφορά την περίοδο του σοσιαλιστικού πειράματος του Βελάσκο στο Περού, καθώς και το μεταγενέστερο σοσιαλιστικό πείραμα του Τσάβες στη Βενεζουέλα. Ο Πιπίνης αφιερώνει επίσης αρκετές σελίδες στις αντίστοιχες αριστερές κυβερνήσεις των Κορέα στον Ισημερινό και Μοράλες στη Βολιβία. Για όλες αυτές τις περιπτώσεις ο όρος «πείραμα», που χρησιμοποιείται και στον τίτλο του βιβλίου, είναι κατάλληλος για να περιγράψει ένα απρόβλεπτο μείγμα πολιτικής που περιλάμβανε κρατικοποιήσεις ξένων εταιρειών, αγροτικές μεταρρυθμίσεις, αναγνώριση των δικαιωμάτων των ιθαγενών αλλά και περιορισμούς στην ελευθερία της έκφρασης και πελατειακή διαχείριση του κράτους. Ο συγγραφέας ξέρει καλά τη Λατινική Αμερική των πρόσφατων δεκαετιών και γράφει με μυθιστορηματικό τρόπο. Εχει την ικανότητα να δίνει επίσης την εντύπωση ότι ήταν παρών στα περισσότερα γεγονότα και έκανε ρεπορτάζ. Είναι σημαντικό ότι έχει αποσπάσει ένα κείμενο του Ντε λα Ρούα, πρώην προέδρου της Αργεντινής, για τον Βελάσκο (ειδικά γραμμένο για το βιβλίο αυτό), καθώς και προσωπικές συνεντεύξεις από τον Τσάβες και τον Μέσα, πρώην πρόεδρο της Βολιβίας.
Ερμηνευτική απόσταση


Ωστόσο ο Πιπίνης σπάνια αναλύει τα γεγονότα, με αποτέλεσμα να φαίνεται μερικές φορές ότι δεν έχει συγκεκριμένη άποψη. Για παράδειγμα, είναι μάλλον αρνητικός απέναντι στον τρόπο που ο Τσάβες χειρίστηκε τα ΜΜΕ και τον τρόπο που ο ίδιος και ο διάδοχός του, Μαδούρο, αντιμετώπισαν την αντιπολίτευση στη Βενεζουέλα, αλλά παίρνει αποστάσεις από όλα αυτά. Το ίδιο συμβαίνει με τη χρεοκοπία του Ισημερινού, η οποία παρουσιάζεται ως διαγραφή του «επαχθούς χρέους» του και διανομή κονδυλίων υπέρ των φτωχών. Με δυο λόγια, ο Πιπίνης τηρεί τα κριτήρια της μη στρατευμένης δημοσιογραφίας, αλλά το κάνει σε υπερβολικό βαθμό. Αφήνει τον αναγνώστη να βγάλει μόνος του τα συμπεράσματα, αφού άλλωστε το βιβλίο τελειώνει απότομα, χωρίς κεφάλαιο συμπερασμάτων.
Συνοπτικά και οι δύο συγγραφείς, η Δαμηλάκου με το ερμηνευτικό σχήμα της και ο Πιπίνης με το ζωηρό ρεπορτάζ του, υποδεικνύουν ότι η Λατινική Αμερική δεν προσφέρεται ούτε για περιφρόνηση ούτε για μίμηση. Μας πείθουν ότι η πολύχρωμη ανάλυση που αποφεύγει τις γενικεύσεις είναι πάντα καλύτερη από την απατηλή μαγεία των μονόχρωμων στερεοτύπων που κυκλοφορούν για τόπους τόσο μακρινούς αλλά και τόσο οικείους.
Ο κ. Δημήτρης Α. Σωτηρόπουλος είναι αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ