Λίλιαν Καραλή, Γιώργος Φερεντίνος (επιμ.)
Τετράδια Γεωαρχαιολογίας
Εκδόσεις Ολκός, 2015,
σελ. 300, τιμή 20 ευρώ

Το πώς οι θετικές επιστήμες μπορούν να βοηθήσουν αποτελεσματικά τους αρχαιολόγους στον εντοπισμό θαμμένων αρχαιοτήτων, βυθισμένων πόλεων, αρχαίων ναυαγίων, αρχαίων λιμανιών κ.λπ. είναι το θέμα αυτού του βιβλίου. Επιστημονικό αλλά και κατανοητό στο ευρύ κοινό, αυτό το συλλογικό βιβλίο ασχολείται με έναν νέο κλάδο της Αρχαιολογίας, τη Γεωαρχαιολογία.

Μέσα από μια σύντομη ιστορική αναδρομή ο αναγνώστης μυείται και κατανοεί τους στόχους και τη σημασία της Γεωαρχαιολογίας και της Περιβαλλοντικής Αρχαιολογίας στις σύγχρονες αρχαιολογικές έρευνες και την τεράστια συμβολή τους στην ερμηνεία των αρχαιολογικών δεδομένων. Εξηγεί πώς η Αρχαιολογία «δανείζεται» μεθόδους και τρόπο μελέτης από τις φυσικές επιστήμες, που είχαν φανερή επιτυχία στο να περιγράφουν και να εξηγούν τον κόσμο. Γενικότερα, με εύληπτο τρόπο, γίνονται προσιτά στο ευρύτερο κοινό επιστημονικά εργαλεία και μέθοδοι για τις οποίες γίνεται λόγος στις ανασκαφές των τελευταίων ετών.
Κάθε συγγραφέας, ανάλογα με την ιδιότητά του, παρουσιάζει ελκυστικά θέματα. Ο πυθμένας των θαλασσών παύει να είναι απρόσιτος, όπως είχε παραμείνει για χιλιετίες. Mε τη χρήση του ήχου επιτυγχάνεται η λεπτομερής επισκόπηση και αποτύπωσή του σε όλα τα βάθη και ο εντοπισμός αρχαίων ναυαγίων. Υπερνικήθηκε η έλλειψη οξυγόνου, καθώς και οι τεράστιες πιέσεις και το πλήρες σκοτάδι που επικρατούν στα μεγάλα βάθη. Τα αρχαία ναυάγια προσφέρουν πλούτο πληροφοριών σχετικά με τον τρόπο ζωής των αρχαίων κοινωνιών. Οπως όλες οι καταστροφές, έτσι και τα ναυάγια αποτελούν ακραίες και τραγικές στιγμές στην ανθρώπινη ζωή. Συγχρόνως όμως διατηρούν αναλλοίωτα αρχαία ανθρώπινα δημιουργήματα, χάρη στις περιβαλλοντικές συνθήκες που επικρατούν στον βυθό της θάλασσας. Είναι πολύτιμα επίσης γιατί από τα ευρήματά τους μαθαίνουμε τους εμπορικούς δρόμους της αρχαιότητας, τις ναυπηγικές τεχνικές, την προέλευση πρώτων υλών και πολλές άλλες ενδιαφέρουσες πληροφορίες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τα πρόσφατα εντυπωσιακά ευρήματα του ναυαγίου των Αντικυθήρων. Επίσης, με τις γεωαρχαιολογικές μελέτες κατανοούμε τους λόγους επιλογής παρακτίων θέσεων για τη δημιουργία αρχαίων λιμανιών, όπως το αρχαίο λιμάνι της Αλεξανδρείας, καθώς και τους λόγους εξαφάνισής τους. Οι ακτογραμμές αποτελούν ένα από τα δυναμικότερα περιβάλλοντα στη γη. Οι συνεχείς μεταβολές τους οφείλονται στην ενέργεια των κυμάτων, στα θαλάσσια ρεύματα, στις τεκτονικές κινήσεις, στις διαβρώσεις, στα φαινόμενα ευστασίας και ισοστασίας, στις αποθέσεις των ποταμών και τέλος στις παρεμβάσεις του ανθρώπου.
Αντίστοιχα στην ξηρά με τη Μαγνητική Χαρτογράφηση, χωρίς να είναι αναγκαίο να γίνει ανασκαφή και να χαθούν περιττός χρόνος και χρήματα, εντοπίζονται θαμμένα αρχαία μνημεία, όπως έγινε πρόσφατα με τη συγκλονιστική περίπτωση του τύμβου της Αμφίπολης, που έχει προκαλέσει το ενδιαφέρον του ελληνικού και διεθνούς κοινού. Επίσης, είναι πολύ ενδιαφέρον ότι οι αρχαιολόγοι μπορούν να εντοπίζουν τον τόπο προέλευσης του μαρμάρου στο οποίο είναι λαξευμένα τα αρχαία γλυπτά. Ενα ακόμη σημαντικό επιστημονικό εργαλείο αποτελούν τα Γεωγραφικά Συστήματα Πληροφοριών, τα οποία δίνουν τη δυνατότητα στον αρχαιολόγο να δημιουργεί τρισδιάστατα (3D) φωτορεαλιστικά μοντέλα, δυνατότητες πρόβλεψης αρχαιολογικών θέσεων, προσομοίωσης της παλαιογεωγραφίας μιας περιοχής κ.ά.
Οπως ο σύγχρονος κόσμος μας, έτσι και ο κόσμος του παρελθόντος ήταν σύνθετος και πολυποίκιλος, όπου λάμβαναν χώρα βιολογικές, κοινωνικές, οικολογικές και τεχνολογικές αλλαγές. Αυτές με τη σειρά τους σηματοδοτούσαν την ύπαρξη θετικών ή αρνητικών εξελίξεων. Οι αρχαιοπεριβαλλοντικές λοιπόν μελέτες εντοπίζουν τα οικοσυστήματα του παρελθόντος, τις αιτίες κατάρρευσής τους, είτε από φυσικά φαινόμενα είτε από ανθρωπογενείς αιτίες, και μας βοηθούν να προβλέψουμε ή και να αποτρέψουμε παρόμοιες καταστροφές στο μέλλον. Τα κοινωνικά συστήματα αποτελούν και αυτά τμήματα ενός οικοσυστήματος, που είναι μια ευρύτερη έννοια και τα περιλαμβάνει. Η έλλειψη σταθερότητας μεταξύ οικοσυστήματος και κοινωνικού συστήματος οδηγεί στη σταδιακή κατάρρευση του δεύτερου. Αρκετοί από τους πρώιμους νησιωτικούς πολιτισμούς (όπως στην περίπτωση των Κυκλάδων ο νεολιθικός πολιτισμός στη νησίδα Σάλιαγκος, κοντά στην Αντίπαρο) θεωρείται ότι εξαφανίστηκαν λόγω της αδυναμίας τους να προσαρμοστούν στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του νησιωτικού περιβάλλοντος. Οι γεωαρχαιολογικές έρευνες έδειξαν ότι η επιλογή τοποθεσίας για την ίδρυση των πρώτων οικισμών σχετίζεται με την ύπαρξη φυσικής άρδευσης, εύφορου εδάφους κ.λπ. Αλλο πόρισμα γεωαρχαιολογικών μελετών είναι ότι ο ελλαδικός χώρος εποικίστηκε κατά τη νεολιθική εποχή πρώτα στην ακατοίκητη και εύφορη πεδιάδα της Θεσσαλίας από όπου οι κάτοικοί της διέδωσαν τον τρόπο ζωής τους στα Βαλκάνια. Ακόμη, η πληροφορία που αντλούμε από γεωαρχαιολογικές μελέτες ότι η Μήλος στο τέλος του Πλειστοκαίνου ήταν νησί και όχι ενωμένη με την ηπειρωτική Ελλάδα, οδηγεί στο συμπέρασμα πως η παρουσία οψιανού στο σπήλαιο Φράγχθι στην Αργολίδα απαιτούσε τη χρήση πλοιαρίου και την ικανότητα ταξιδιού και επιβίωσης στο νησιωτικό περιβάλλον. Επίσης, μια από τις επιπτώσεις των κλιματικών αλλαγών στο περιβάλλον είναι και η αυξομείωση της στάθμης της θάλασσας, κίνδυνος υπαρκτός και στη σημερινή εποχή.
Οι γεωαρχαιολογικές μελέτες, επομένως, προσφέρουν πολύτιμα στοιχεία στην αρχαιολογική έρευνα, τα οποία είναι αδύνατον να προκύψουν με άλλον τρόπο. Η Γεωαρχαιολογία μπορεί εξίσου να συνεισφέρει στην προστασία και στη διαχείριση των πολιτιστικών μνημείων, κάτι ιδιαίτερα σημαντικό για μια χώρα σαν την Ελλάδα, με πλούσια πολιτιστική κληρονομιά, αλλά και έντονους ρυθμούς οικιστικής ανάπτυξης, που συχνά οδηγούν στην καταστροφή των αρχαιοτήτων.
Το βιβλίο συμβάλλει δημιουργικά στη γοητευτική προσπάθεια κατανόησης και ερμηνείας του φυσικού περιβάλλοντος, μέσα στο οποίο έζησε και δημιούργησε ο άνθρωπος κατά το παρελθόν. Είναι προϊόν συνεργασίας ελλήνων επιστημόνων, αρχαιολόγων και γεωλόγων. Η επιμέλεια έχει γίνει από την καθηγήτρια Αρχαιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Λίλιαν Καραλή και τον ομότιμο καθηγητή Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πατρών Γιώργο Φερεντίνο.
Η κυρία Ειρήνη Πέππα – Παπαϊωάννου είναι καθηγήτρια Κλασικής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ